Ο Σωτήρης Ρουμελιώτης έφτιαξε μία παράσταση για τον (social) μιντιακό κανιβαλισμό
Ο σκηνοθέτης ανεβάζει ένα ελληνικό θεατρικό έργο, που συνέγραψε με τον Γιάννη Αποσκίτη για να μιλήσουν για τη σημερινή κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα, τα τηλεοπτικά δικαστήρια, την έλλειψη κοινής λογικής: το Ιβάν εναντίον Ιβάν στο Θέατρο Νέου Κόσμου.
- 8 ΦΕΒ 2025
Η τελευταία δουλειά του Σωτήρη Ρουμελιώτη που είδα στο θέατρο δεν ήταν σκηνοθεσία· δεν ήταν ερμηνεία· δεν ήταν ένα έργο που έγραψε ο ίδιος. Ήταν ο σχεδιασμός των φωτισμών που έκανε στην παράσταση Μαύρη Μαγεία ή Άσε τους νεκρούς να πεθάνουν, που επαναλήφθηκε το περασμένο φθινόπωρο στο Θέατρο Μπέλλος. Το έργο έγραψε και σκηνοθέτησε ο Γιάννης Αποσκίτης.
Φέτος, αποφάσισαν να δουλέψουν ξανά μαζί, αυτή τη φορά όμως, ως συγγραφικό δίδυμο. «Επικοινωνούμε πολύ δημιουργικά και ανταλλάζουμε τρελές ιδέες», λέει ο Σωτήρης. Εν προκειμένω, η τρελή ιδέα ήταν με αφορμή τη νουβέλα του Γκόγκολ, Ο καβγάς των δυο Ιβάν να γράψουν ένα σύγχρονο ελληνικό θεατρικό έργο· να φτιάξουν μία παράσταση που να εκτυλίσσεται με «φόντο» τη Ρωσία του 19ου αιώνα και με «χαλί» -ή «χάλι»- την Ελλάδα του σήμερα.
Συνέγραψαν το Ιβάν εναντίον Ιβάν που εδώ και λίγες ημέρες παρουσιάζεται στον Κάτω Χώρο του Θεάτρου Νέου Κόσμου, σε σκηνοθεσία του Σωτήρη, για να μιλήσουν για τη σημερινή κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα, τα τηλεοπτικά δικαστήρια, τον (social) μιντιακό κανιβαλισμό, την έλλειψη κοινής λογικής.
Πώς προέκυψε λοιπόν η ιδέα για το Ιβάν εναντίον Ιβάν;
Εντελώς αυθόρμητα∙ όπως και με όλες τις παραστάσεις που έχω σκηνοθετήσει. Απλά έπεσα τυχαία πάνω στη νουβέλα Ο καβγάς των δύο Ιβάν του Γκόγκολ σε ένα βιβλιοπωλείο, μου κέντρισε το ενδιαφέρον ο τίτλος και η περίληψή της, τη διάβασα, με έκανε να γελάσω και να συγκινηθώ και αμέσως, μου γεννήθηκε η επιθυμία να την κάνω παράσταση. Επίσης, ήδη από την πρώτη ανάγνωση έκανα έναν παραλληλισμό της ιστορίας με τη σημερινή κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα και μου ήρθε η ιδέα για μια σύγχρονη διασκευή, όπως και κάναμε τελικά.
Με δικά σου λόγια ποια είναι η πλοκή της νουβέλας του Γκογκόλ;
Δύο Ρώσοι ευγενείς, ο Ιβάν Ιβάνοβιτς και Ιβάν Νικιφόροβιτς, είναι πολύ καλοί φίλοι παρά τους εντελώς διαφορετικούς χαρακτήρες τους. Μια μέρα τσακώνονται για έναν ανόητο λόγο, που γίνεται, όμως, αφορμή να φτάσουν μέχρι τα δικαστήρια ως αντίδικοι και να αρχίσει όλος ο κοινωνικός τους περίγυρος να ασχολείται με τη διαμάχη τους, είτε ρίχνοντας περισσότερο λάδι στη φωτιά είτε προσπαθώντας να τους συμφιλιώσει. Ουσιαστικά, ο Γκόγκολ παρουσιάζει πώς μια απλή παρεξήγηση μπορεί να οδηγήσει στον εξευτελισμό μιας βαθιάς ανθρώπινης σχέσης, ενώ παράλληλα καυτηριάζει τη σαθρότητα του δικαστικού συστήματος και των ευρύτερων κοινωνικών πεποιθήσεων της εποχής του.
Με αφορμή αυτήν, γράψατε με τον Γιάννη Αποσκίτη, το Ιβάν εναντίον Ιβάν. Πώς γνωριστήκατε με τον Γιάννη;
Στην Πειραματική Σκηνή Νέων Δημιουργών του Εθνικού Θεάτρου το 2023, αυτός ως συγγραφέας και εγώ ως σκηνοθέτης. Βέβαια, τότε δουλεύαμε για διαφορετικές παραστάσεις, οπότε η πρώτη πραγματική συνεργασία μας ήταν πέρυσι που έκανα τον σχεδιασμό των φωτισμών για την παράσταση Μαύρη Μαγεία ή Άσε τους νεκρούς να πεθάνουν, την οποία ο Γιάννης έγραψε και σκηνοθέτησε.
Ο Γιάννης είναι ένα πολυτάλαντο άτομο με ιδιαίτερη σκέψη, επικοινωνούμε πολύ δημιουργικά και ανταλλάζουμε τρελές ιδέες, οπότε τώρα για πρώτη φορά δουλέψαμε και σαν συγγραφικό δίδυμο, το διασκεδάσαμε και ελπίζουμε να μας δικαιώσει και το παραστασιακό αποτέλεσμα.
Ποια είναι λοιπόν η υπόθεση του έργου σας; Θα μας συστήσεις τους δύο Ιβάν;
Πράγματι, πρόκειται για ένα εντελώς καινούριο κείμενο που απλά έχουμε κρατήσει τη γενική υπόθεση της γκογκολικής νουβέλας. Στο δικό μας έργο η ιστορία εκτυλίσσεται γύρω από το πάνελ μια ενημερωτικής τηλεοπτικής εκπομπής, όπου ο καβγάς των δύο Ιβάν γίνεται κεντρικό θέμα και αφορμή για έναν ευτράπελο μιντιακό κανιβαλισμό. Επιπλέον, αντικαθιστούμε τον κοινωνικό περίγυρο και τους δευτερεύοντες χαρακτήρες του Γκόγκολ (π.χ. περιφερειάρχης, δικαστής) με δημοσιογράφους και ανώνυμα άτομα που συμμετέχουν, στέλνοντας μηνύματα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Τώρα, όσον αφορά τους Ιβάν, με τον Γιάννη θελήσαμε να αναδείξουμε καθολικότερα και διαχρονικότερα την τάση των ανθρώπων για αλληλοσπαραγμό, οπότε προσθέσαμε και άλλα ζεύγη Ιβάν, εκτός από τους δύο Ιβάν του Γκόγκολ. Φυσικά, κρατάμε σαν βασικό σημείο αναφοράς τον καβγά των δύο Ρώσων ευγενών Ιβάν, αλλά από τη σκηνή παρελαύνουν κι άλλοι σύγχρονοι «Ιβάν», ο καθένας με τα δικά του χαρακτηριστικά, που όλοι καταλήγουν να ενώνονται μέσω της διάθεσής τους για τσακωμό. Δεν θα αποκαλύψω όμως περισσότερα για να μην προδώσω την έκβαση της παράστασης.
Η παράσταση εκτυλίσσεται με «φόντο» τη Ρωσία του 19ου αιώνα και με «χαλί» την Ελλάδα του σήμερα. Για ποια πράγματα θέλετε να μιλήσετε;
Παρότι η νουβέλα του Γκόγκολ γράφεται κατά το πρώτο μισό του 19ου αιώνα και τοποθετείται στην τότε Ρωσία, εντούτοις οι ομοιότητες με τη σημερινή ελληνική πραγματικότητα είναι εξόφθαλμες: η δυσλειτουργία του συστήματος απονομής δικαιοσύνης, η διάθεση να τσακωνόμαστε με την παραμικρή αφορμή, η υποκρισία των ανθρώπινων σχέσεων, η κρυφή επιθυμία να ασχολούμαστε με τα προβλήματα των άλλων, η αγελαία τάση να απολαμβάνουμε τον αλληλοσπαραγμό των άλλων.
Όλα αυτά τα κοινωνικά καρκινώματα εντείνονται μέσω των μέσων μαζικής ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης, δημιουργώντας μια τρομακτικά δυστοπική κατάσταση και αποξενώνοντας τους ανθρώπους. Αυτή η παράσταση δημιουργήθηκε για να εκφράσω το μούδιασμά μου απέναντι σε όλη αυτή την αδηφαγία που επικρατεί στα μίντια, αλλά και στο πόσο εύκολα πλέον οι άνθρωποι «ακυρώνουν» συνανθρώπους τους και σχέσεις.
Υπάρχει κάποια φράση του έργου που σε βγάζει εκτός εαυτού;
Η ατάκα «Δεν είμαστε δικαστήριο εδώ συνάδελφε!». Τη λέει ένας πανελίστας ενώ συζητάνε για το ποιος Ιβάν ευθύνεται για τον καβγά. Με λίγα λόγια, ενώ έχουν στήσει ένα κανονικότατο τηλεοπτικό δικαστήριο, εντούτοις εξακολουθούν να αναπαράγουν κάτι τέτοια γελοία τσιτάτα «δημοσιογραφικής δεοντολογίας», «επαγγελματισμού», «εγκυρότητας» κτλ. Τέτοιες υποκριτικές φράσεις με εκνευρίζουν πραγματικά και δυστυχώς έχουν γίνει καραμέλα στο στόμα των περισσότερων δημοσιογράφων.
Και κάποια που σου προκαλεί ανατριχίλα, τρόμο;
«Και όλα αυτά, γιατί;». Είναι μια ερώτηση που τίθεται σε ένα κρίσιμο σημείο της παράστασης, σε μια φάση που φαίνεται να υπάρχει μια τελευταία ελπίδα συμφιλίωσης. Με τρομάζει το γεγονός ότι μια παρεξήγηση μπορεί να οδηγήσει στην καταστροφή μιας ισχυρής ανθρώπινης σχέσης και, κυρίως, το να μην μπορούμε να κάνουμε αρκετά νωρίς αυτή την ερώτηση ώστε να σταματήσουμε το «πάγωμα» των συναισθημάτων. Συνήθως, όταν διερωτόμαστε «γιατί όλα αυτά;» είναι πια πολύ αργά, το γυαλί έχει γίνει κομμάτια, οι ψυχές έχουν απομακρυνθεί και αυτό με στενοχωρεί βαθιά.
Τι σε εξοργίζει περισσότερο σήμερα;
Θα πω γενικά η έλλειψη κοινής λογικής. Είναι φρικτό το ότι δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε σε τίποτα, ακόμα και στα πιο απλά πράγματα. Και νομίζω ότι το χειρότερο δεν είναι ότι δεν μπορούμε να διορθώσουμε κάποια προβλήματα, αλλά ότι δεν θέλουμε. Τρόποι υπάρχουν. Επιθυμία και οργανωμένη στόχευση δεν υπάρχει. Προτιμάμε να παρακάμπτουμε τα προβλήματα, αλλά θα τα βρίσκουμε πάντα παρακάτω μεγεθυμένα. Και εκεί εντοπίζω το πρόβλημα της «κοινής λογικής»: βλέπω ένα πρόβλημα, αλλά δεν με επηρεάζει σήμερα, οπότε αδιαφορώ. Μεθαύριο πέφτω πάνω του και μου φταίνε όλοι οι άλλοι, αλλά δεν σκέφτομαι ότι προχθές που μπορούσα να κάνω κάτι για αυτό εγώ προσπέρασα σφυρίζοντας.
Τι σχέση έχεις με τα social media;
Τα χρησιμοποιώ τόσο όσο. Και κυρίως για να προωθώ τη δουλειά μου ή να παρακολουθώ καλλιτέχνες και γεγονότα που με ενδιαφέρουν. Το σερφάρισμα στα social είναι μια μικρή χαλάρωση, αλλά δεν το παρακάνω γιατί υπάρχουν πολλές άχρηστες πληροφορίες και απόψεις που κυκλοφορούν σε αυτά και δεν θέλω να μου χαλάνε τη διάθεση.
Ποια ήταν η πιο πρόσφατη φορά που είπες ότι «ναι, ok, αποχωρώ κι εγώ»;
Δε νομίζω ότι έχω φτάσει σε σημείο να σκεφτώ να διαγράψω κάποιον λογαριασμό μου στα social, αν και ταράζομαι αρκετά συχνά από πράγματα που διαβάζω ή βλέπω στα μέσα αυτά. Πολλές φορές πάντως έχω πετάξει στην άκρη το κινητό μου προκειμένου να αποφύγω να διαβάσω δημοσιεύσεις ή σχόλια που ξέρω ότι θα μου προκαλέσουν εκνευρισμό ή θα με αποπροσανατολίσουν από άλλα πράγματα που έχω να κάνω. Επηρεάζομαι αρκετά και μπορεί ένα ανόητο, μικρόψυχο ή ψευδές σχόλιο να μου χαλάσει τη διάθεση και να με βάλει σε σκοτεινές σκέψεις που να μη με αφήνουν να συγκεντρωθώ στη δουλειά μου ή στα τόσα όμορφα πράγματα που υπάρχουν γύρω μου.
Και για να απαντήσω λίγο πιο συγκεκριμένα στην ερώτηση, θα πω ότι τις τελευταίες μέρες σβήνω διαρκώς οργισμένος την οθόνη του κινητού μου διότι έχει ανοίξει για ακόμα μια φορά μια γενικευμένη διαδικτυακή και μιντιακή συζήτηση σχετικά με τις αμβλώσεις, ένα θέμα πολύ ευαίσθητο, που θεωρώ ότι θα έπρεπε να ενημερωθούμε καλύτερα και να το αφουγκραστούμε σφαιρικότερα πριν αρχίσουμε να πετάμε τις αποψάρες μας. Δεν είναι κακό, πού και πού, να λέμε και ένα «δεν γνωρίζω» ή «δεν έχω σχηματίσει ακόμα γνώμη», ούτε χρειάζεται να σχολιάζουμε τα πάντα. Ειδικά δημόσια.
Η παράστασή σας απευθύνεται σε ένα πιο νεανικό κοινό; Ή τέλος πάντως, μπορεί να προσελκύσει πιο εύκολα τους νέους;
Θα ήθελα η παράστασή μας να απευθύνεται σε κάθε άνθρωπο που θα ενδιαφερθεί και θα έρθει μέχρι το θέατρο για να τη δει. Δεν σκέφτομαι με ηλικιακά όρια και target groups όταν δημιουργώ. Από εκεί και πέρα, ίσως ένα νεανικότερο κοινό να μπορεί να μπει πιο γρήγορα μέσα στον σκηνικό μας κόσμο, λόγω του ότι έχουμε περισσότερες κοινές εμπειρίες και αναφορές σε σχέση με άτομα μεγαλύτερης ηλικίας. Αλλά δεν πιστεύω ότι η συγκεκριμένη παράσταση απευθύνεται μόνο σε νέα άτομα ούτε ότι θα δυσκολευτεί να αγγίξει κοινό μεγαλύτερης ηλικίας. Απεικονίζει μια πραγματικότητα πολύ οικία, καθώς και ανθρώπινα και κοινωνικά ζητήματα γνώριμα σε κάθε άτομο.
Και για να επανέλθω στο κρίσιμο θέμα της «καλλιτεχνικής απεύθυνσης», δημιουργώ γιατί θέλω να έρθω σε επαφή και να μοιραστώ αυτά που κρύβω μέσα μου με κάθε άνθρωπο. Πρωτίστως, βέβαια, επιδιώκω να είμαι ειλικρινής ως προς την ανάγκη, που με οδήγησε να ασχοληθώ με το εκάστοτε κείμενο ή υλικό και να ακολουθώ το ένστικτό μου. Νομίζω ότι ο οραματισμός και το ένστικτο είναι δύο από τα ισχυρότερα εργαλεία των ατόμων που ασχολούνται με τις τέχνες.
Πάντως, με ευχαριστεί όταν μου λένε ότι οι δουλειές μου έχουν φρεσκάδα και νεανική ζωντάνια. Είμαι νέος και θεωρώ ότι είναι σημαντικό να εμφυσώ ένα τέτοιο πνεύμα στα έργα μου, ώστε να μεταδίδουν μια διάθεση για ζωή και προοδευτικότητα.
Θεωρείς ότι η γενιά των millennials -στην οποία ανήκεις κι εσύ- έχει παίξει τον ρόλο της στην άνθιση του νεοελληνικού θεάτρου τα τελευταία χρόνια, ειδικά μετά την πανδημία; Ενός νεοελληνικού θεάτρου που στρέφεται έντονα στα κοινωνικοπολιτικά ζητήματα της εποχής; Σε όλα αυτά που μας καίνε σαν κοινωνία;
Ο όρος “millennials” δεν με εκφράζει ιδιαίτερα όταν μιλάμε για ανθρώπους που ασχολούνται με τις τέχνες. Είναι μια ταμπέλα που έχει γίνει σούπα, ένας όρος που τσουβαλιάζει άτομα τα οποία, παρότι μπορεί να είναι κοντά ηλικιακά, ωστόσο μπορεί να διαφέρουν σημαντικά ως προς τις καλλιτεχνικές τους ανησυχίες και πρακτικές. Προτιμώ διατυπώσεις όπως «νέα γενιά δημιουργών» ή «νέοι δημιουργοί» και τα λοιπά.
Πιστεύω, λοιπόν, ότι οι νέ@ δημιουργοί έχουμε αρχίσει να δίνουμε σημαντικά, ανανεωτικά δείγματα και στο θέατρο, και σίγουρα το «κλείσιμο» της πανδημίας δημιούργησε μια μεγαλύτερη πείνα για δημιουργία, η οποία οδήγησε σε μια έκρηξη ιδεών και έργων.
Όπως κάθε νέα γενιά -όχι μόνο εμείς που μεγαλώσαμε στα 90s και στα 00s- νομίζω ότι έχουμε την τάση να παίρνουμε καλλιτεχνικά ρίσκα και να προβαίνουμε σε καλλιτεχνικές ακροβασίες προκειμένου να ανακαλύψουμε τους τρόπους έκφρασης, τις θεματολογίες, τα υλικά που μας εκφράζουν. Είμαστε νεαρά άτομα που θέλουμε να ζήσουμε στο κοινωνικοπολιτικό παρόν και να το αλλάξουμε σύμφωνα με τις επιθυμίες μας. Και έτσι, εκ των πραγμάτων «ταρακουνάμε» γόνιμα τα πράγματα και τα μετακινούμε. Αυτό μόνο καλό μπορεί να είναι, διότι η στασιμότητα είναι άγονη και ληθαργική.
Θεωρώ λοιπόν, ότι οι νέοι δημιουργοί έχουμε αρχίσει να μετασχηματίζουμε τη θεατρική πραγματικότητα και να την μπολιάζουμε με την ανάγκη μας για μια καλύτερη κοινωνία, που να ανταποκρίνεται στις νέες ανάγκες που μοιραία επιφέρει η προοδευτική εξέλιξη της ύπαρξης.
Τι θέατρο θέλεις να κάνεις;
Θέατρο γοητευτικό και σαγηνευτικό, που να ανατρέπει τον χωροχρόνο, που να συναρπάζει, που να κάνει τους ανθρώπους να ξαναπιστέψουν στη μαγεία και να φεύγουν από την αίθουσα με την επιθυμία για περισσότερη ζωή. Θέατρο που να μεταδίδει ένταση αντίστοιχη με του έρωτα. Θέατρο που να μιλάει ουσιαστικά για τις ανθρώπινες ψυχές και τις κοινωνικές καταστάσεις. Θέατρο παιχνιδιάρικο και ριψοκίνδυνο που να αφήνει τα σώματα ιδρωμένα, τις καρδιές παλλόμενες, τα μάτια γουρλωμένα και τα στόματα χαμογελαστά.
Πώς έκανες το θέατρο επάγγελμα;
Στο Τμήμα Θεάτρου του Α.Π.Θ. σπούδασα και γαλουχήθηκα καλλιτεχνικά, ενώ στο Θέατρο Τ στη Θεσσαλονίκη, έκανα τις πρώτες μου επαγγελματικές σκηνοθεσίες και από εκεί ουσιαστικά, ξεκίνησε η πορεία μου στον μαγικό κόσμο της δημιουργίας παραστάσεων.
Για εμένα το θέατρο είναι μια «ευγενής ανίατη αρρώστια». Άμα την κολλήσεις τελείωσε. Θα ζεις με αυτή σε όλη σου τη ζωή. Εγώ κόλλησα το «μικρόβιο» του θεάτρου όταν ήμουν φοιτητής στη Θεσσαλονίκη, όπου έμπλεξα με τις φοιτητικές θεατρικές ομάδες του πανεπιστημίου. Όλη αυτή η ομαδικότητα, το μοίρασμα της συνεργασίας, το ότι δουλεύαμε τόσα διαφορετικά άτομα για τον ίδιο σκοπό, τα ευτράπελα αλλά και οι συγκινήσεις των προβών, η αγωνία και η απόλαυση της ανακάλυψης και της δημιουργίας. Όλα αυτά αποτελούν έναν τρόπο ζωής που με γοητεύει και με εκφράζει. Στο θέατρο νιώθω στο φυσικό μου περιβάλλον, νιώθω ουσιαστικός και γεμάτος.
Έχεις σκεφτεί ποιο θα είναι το επόμενο θεατρικό σου έργο;
Στην παρούσα φάση συλλέγω ιδέες και κείμενα προκειμένου να αποφασίσω με τι θέλω να ασχοληθώ στη συνέχεια. Αλλά δεν έχω κάτι πολύ συγκεκριμένο ακόμα. Συζητάω μια περίπτωση να δημιουργήσω μια παράσταση για βρέφη, κάτι εντελώς καινούριο για εμένα και τρομερά γοητευτικό. Για την ώρα πάντως, ανυπομονώ να δω πώς θα συνομιλήσει το Ιβάν εναντίον Ιβάν με το κοινό και να απολαύσω τους καρπούς αυτής της όμορφης συνεργασίας.
***
Ιβάν εναντίον Ιβάν
Κείμενο-Δραματουργία: Σωτήρης Ρουμελιώτης, Γιάννης Αποσκίτης
Σκηνοθεσία-σχεδιασμός φωτισμών: Σωτήρης Ρουμελιώτης
Σκηνογράφος-Ενδυματολόγος: Ευαγγελία Κιρκινέ
Μουσική: Γιώργος Χρυσικός
Βίντεο: Πέτρος Καλφαμανώλης
Γραφιστικός σχεδιασμός: Γιάννης Αποσκίτης
Παίζουν: Μπάμπης Αλεφάντης, Λάμπρος Γραμματικός, Άγγελος–Προκόπιος Νεράντζης
Info: Θέατρο του Νέου Κόσμου-Κάτω Χώρος (Αντισθένους 7 και, Θαρύπου, 210-9212900), κάθε Τετάρτη στις 20.00, Πέμπτη και Παρασκευή στις 21.15, Σάββατο στις 21.00 και Κυριακή στις 20.00. Προπώληση εδώ.