ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Ο Τάσος Ιορδανίδης είναι γέννημα θρέμμα Πειραιώτης και Παναθηναϊκός

Ο ηθοποιός μιλά για το θέατρο που τον αφορά, τη συγκινητική επανάσταση των καλλιτεχνών, την ακομπλεξάριστη πλέον συμμετοχή του στην τηλεόραση, το οπαδιλίκι που απεχθάνεται και τα επόμενα, κινηματογραφικά, αυτή τη φορά, σχέδιά του.

Μπορεί να έγινε γνωστός στο ευρύ κοινό τα τελευταία δύο χρόνια, μέσα από τον ρόλο του Μάνου Βρεττάκου στη σειρά του MEGA, Η Γη της Ελιάς, ο Τάσος Ιορδανίδης όμως είναι ένας ηθοποιός με σημαντική διαδρομή στο θέατρο που μετρά σχεδόν δύο δεκαετίες. 

Βασικά, δεν είναι μόνο ηθοποιός. Είναι και σκηνοθέτης και παραγωγός -ξεκίνησε να τον απασχολεί το κομμάτι της θεατρικής παραγωγής, ενώ δεν είχε αποφοιτήσει ακόμα από τη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου-, εσχάτως και θεατρικός συγγραφέας. 

Το Θέλω να σου κρατάω το χέρι είναι το πρώτο θεατρικό του έργο, που έκανε πρεμιέρα πέρυσι στο Θέατρο Άλφα/Ληναίος – Φωτίου με τον ίδιο και τη σύζυγό του, Θάλεια Ματίκα επί σκηνής (εκείνη υπογράφει τη σκηνοθεσία και την επιμέλεια της μουσικής) και συνεχίζει και φέτος, για δεύτερη σεζόν, να σημειώνει απανωτά sold out. 

Προσεχώς, η παράσταση θα γίνει κινηματογραφική ταινία. 

Μιλήσαμε για όλα, ένα παγωμένο πρωινό και ενώ τα χιόνια έλιωναν στη Ρεματιά Χαλανδρίου. Με υποδέχτηκε στο σπίτι τους, που η ζεστασιά του ξύλου και οι πλάκες Καρύστου στο πάτωμα το έκαναν να μοιάζει με εξοχικό σε κάποιο ορεινό χωριό. 

Δεν ήμασταν μόνοι. Είχαμε άγρυπνο φρουρό, τη Σάρμι, τη 19χρονη γάτα τους. 

Η επιτυχία του Θέλω να σου κρατάω το χέρι και το θέατρο που τον αφορά

Κατά τη διάρκεια της πρώτης καραντίνας, η Θάλεια μου πέταξε την ιδέα να γράψω ένα θεατρικό έργο. Ξεκίνησα αμέσως να γράφω, ασταμάτητα για δύο με τρεις ημέρες. Σε μία εβδομάδα, το έργο ήταν έτοιμο. 

Δύο εραστές, ένας Άντρας και μία Γυναίκα, που είναι παντρεμένοι και έχουν παιδιά, συνευρίσκονται ερωτικά συγκεκριμένες ημέρες και ώρες σε ένα ξενοδοχείο ημιδιαμονής. Μέρα με τη μέρα, συνάντηση με τη συνάντηση τούς βλέπουμε να αναζητούν διέξοδο στα προβλήματα των γάμων τους, άλλοτε ερωτευμένοι αγκαλιά και άλλοτε συγκρουόμενοι χωριστά. 

Εμπνεύστηκα την ιστορία του Θέλω να σου κρατάω το χέρι από τις ανθρώπινες σχέσεις, μία διαχρονική θεματική που με αφορούσε πάντα, αλλά ιδιαίτερα μέσα στην καραντίνα ήταν πιο επίκαιρη από ποτέ άλλοτε. Πόσω μάλλον, οι συντροφικές σχέσεις, δεδομένου ότι η επιλογή του συντρόφου, του ανθρώπου με τον οποίο θα πορευτείς και γιατί όχι, θα κάνεις οικογένεια μαζί του, είναι η πιο σημαντική απόφαση ζωής.

Το έργο μιλά για πράγματα που όλοι έχουμε βιώσει: ζήλια, φόβο, συντροφικότητα, αγάπη, έρωτα, πάθος, απώλεια, έλλειψη σεβασμού. Μπορεί να κινήσει πολύ έντονα συναισθηματικά τον θεατή και να τον βάλει στη σκηνή, στα παπούτσια των ηρώων και ίσως αυτή να είναι η επιτυχία του. 

Ο ρεαλιστικός τρόπος γραφής και παρουσίασης συνέβαλε σημαντικά σε αυτό. Έχουμε ένα κείμενο στα χέρια μας, δύο ήρωες σε μία συγκεκριμένη συνθήκη, αλλά και μία ελευθερία να γεννηθούν πράγματα σε real time πάνω στη σκηνή. 

Θέλουμε ο θεατής να μην βλέπει θέατρο, αλλά την αλήθεια μας. Είναι λυτρωτικό να βγαίνει η αλήθεια σου κάθε βράδυ. Είναι κάτι σαν ψυχοθεραπεία. Και επειδή εν προκειμένω συμπρωταγωνιστώ με την Θάλεια είναι ευεργετικό και σε προσωπικό επίπεδο. Από τότε που ξεκινήσαμε να παίζουμε στην παράσταση, οι καυγάδες έχουν περιοριστεί. Τα βγάζουμε όλα επί σκηνής και στο σπίτι είμαστε απλά εξουθενωμένοι.

Ανέκαθεν είχα κλίση στον ρεαλιστικό κώδικα υποκριτικής, αλλά η συνεργασία μου με τον Βασίλη Μπισμπίκη στην παράσταση Ο πατέρας, όπου με σκηνοθέτησε πριν τρία χρόνια στο Θέατρο Αποθήκη, την έκανε ακόμα πιο έντονη. Ο Βασίλης γνώρισε τον ρεαλισμό μέσα από τον Γιάννη Οικονομίδη, τον πήρε τον έκανε δικό του και εγώ με τη σειρά μου, πήρα τη δική του εμπειρία και την έκανα κάτι δικό μου. Δεν είμαι τόσο ροκ και τραχύς όσο εκείνοι, αλλά προσπαθώ με τη δική μου ιδιοσυγκρασία και ψυχοσύνθεση να βγάλω την αλήθεια μέσα από τις δουλειές μου.

Με αφορά το θέατρο που αφορά. Το θέατρο που δεν αγγίζει τον θεατή, αλλά τον συγκινεί με ένα τρόπο ουσιαστικό, όχι μελό. 

Με ενδιαφέρει επίσης να μεταφέρω μεγάλα, κλασικά κείμενα στο σήμερα που τα νοήματά τους να περνούν στην πλατεία του θεάτρου. Αυτό που λέμε πολύ απλά “να διηγούμαι στον θεατή μία ιστορία”. Να έρθει να δει τον Άμλετ και να μην χρειάζεται να έχει διαβάσει όλα τα δοκίμια που έχουν γραφτεί για να καταλάβει τι βλέπει. 

Κρατάω αποστάσεις από το θέατρο για λίγους, που συνήθως έχει μία ελιτίστικη διάθεση. Άσε που θεωρώ ότι δεν έχω τη γνώση και την παιδεία για να το υποστηρίξω.  

Το Θέλω να σου κρατάω το χέρι θα γυριστεί σε ταινία. Τη σκηνοθεσία θα αναλάβει ένας εκ των σκηνοθετών της Γης της Ελιάς, ο Γιώργος Ευαγγέλου. Ακόμα είμαστε στη διαδικασία της οργάνωσης και τα γυρίσματα θα ξεκινήσουν αφού η παράσταση ολοκληρώσει του χρόνου τον προγραμματισμένο, τριετή κύκλο της.

Το ρίσκο της θεατρικής παραγωγής και η συμβουλή του πατέρα του

«Ενώ όταν είμαι πάνω στη σκηνή αισθάνομαι τέλεια, κάτω από αυτήν είμαι κάπως αγοραφοβικός, εσωστρέφης, όχι ιδιαίτερα κοινωνικός, ακόμα και μονόχνοτος με αυτούς που δεν είναι οι δικοί μου άνθρωποι, η οικογένεια και οι φίλοι μου».

Η πρώτη επαφή με το θέατρο ήταν μέσα από τη θεατρική ομάδα του σχολείου μου. Μου άρεσε, αλλά δεν έλεγα ότι θα γίνω ηθοποιός. Δεν ήξερα βασικά τι ήθελα να κάνω. Πολλά και τίποτα.

Εντελώς συγκυριακά αποφάσισα να δώσω εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. “Αν δεν περάσω, θα τα παρατήσω”, έλεγα τότε κάπως ανώριμα. 

Θυμάμαι τη μητέρα μου να λέει στον πατέρα μου σε μία συζήτηση που είχαν μεταξύ τους και εγώ τους κρυφάκουγα ότι “Πού πάει τώρα να μπλέξει το παιδί, πες του κάτι” και εκείνον να της απαντάει “Κι αν έχει ταλέντο το παιδί, θα του κόψουμε εμείς τα φτερά;”. Αυτή η φράση του πατέρα μου με συγκίνησε, μου έδωσε δύναμη να προχωρήσω.

Στο πρώτο έτος της σχολής -σπούδαζα παράλληλα, Γαλλική Φιλολογία στη Φιλοσοφική του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστήμιου Αθηνών- τα βρήκα μπαστούνια. Ήμουν ένας 19χρονος εντελώς απαίδευτος καλλιτεχνικά, χωρίς θεατρική παιδεία και το υπερεγώ μου κλονίστηκε. Πείσμωσα και ξεκίνησα να τα κάνω όλα πολύ. Να διαβάζω πολύ, να βλέπω παραστάσεις πολύ. Μου έγινε μανία το να γίνω καλύτερος, να εξελιχθώ και τότε ήταν που είπα, “Τάσο εδώ είμαστε, θα γίνεις ηθοποιός και ό,τι βγει”.

Ενώ όταν είμαι πάνω στη σκηνή αισθάνομαι τέλεια, κάτω από αυτήν είμαι κάπως αγοραφοβικός, εσωστρέφης, όχι ιδιαίτερα κοινωνικός, ακόμα και μονόχνοτος με αυτούς που δεν είναι οι δικοί μου άνθρωποι, η οικογένεια και οι φίλοι μου. Ίσως,γι’ αυτό δεν μπορώ εύκολα να μπω σε έναν χώρο που δεν είμαι επικεφαλής. 

Στο δεύτερο έτος της σχολής ξεκίνησα να συνειδητοποιώ ότι θέλω να κάνω τις δικές μου δουλειές στο θέατρο, κάτι που ήταν, είναι και θα είναι ένα τεράστιο ρίσκο, κυρίως από οικονομική άποψη. Είχα και τη συμβουλή του πατέρα μου που μου είχε πει κάποτε “Ό,τι και να κάνεις στη ζωή σου, φρόντισε να έχεις εσύ τον έλεγχο των πραγμάτων” και κάπως έτσι, η ιδέα της ενασχόλησης με την παραγωγή ήρθε και κούμπωσε μέσα μου. 

Όλη αυτή η κατάσταση που συμβαίνει με τα πτυχία μας είναι εξοργιστική. Η στάση της πολιτείας είναι εξοργιστική. Η διαμαρτυρία του κλάδου και των καλλιτεχνών γενικότερα που έχει λάβει διαστάσεις επανάστασης είναι βαθιά συγκινητική, ελπιδοφόρα, άξια θαυμασμού και σεβασμού. Δεν μπορώ να διανοηθώ ότι δεν θα βγει κάτι καλό μέσα από αυτή την ιστορία. 

Η αναγέννηση της τηλεόρασης και Η Γη της Ελιάς 

 

Μέχρι και πέρυσι, η ενασχόλησή μου με την τηλεόραση ήταν αποσπασματική. Δηλαδή είχα εμφανιστεί σε μικρότερους ρόλους σε ορισμένα επεισόδια σειρών, όπως στις Ηρωίδες στο MEGA, που έριξαν άδοξα αυλαία λόγω του κλεισίματος του καναλιού, αλλά και στις 8 Λέξεις στο ΣΚΑΪ. Εκεί, έγινε η πρώτη μου γνωριμία με τη σεναριογράφο Βάνα Δημητρίου και τον Αντρέα Γεωργίου, που ήταν ένας εκ των σκηνοθετών. 

Η γνωριμία αυτή με έφερε στη Γη της Ελιάς, που την πίστεψα από την αρχή. Είναι η πρώτη φορά που συμμετέχω σε μία τηλεοπτική σειρά με κεντρικό ρόλο. 

Το κοινό φαίνεται να έχει αδυναμία στο να παρακολουθεί τι συμβαίνει σε κλειστές κοινωνίες, όπως αυτή της Μάνης, που διαδραματίζεται η δική μας σειρά. Του αρέσει να ξεφεύγει από τα τσιμέντα της πόλης και να μεταφέρεται στην επαρχία, όπου όλοι οι ήρωες γνωρίζονται και οι ιστορίες του μπλέκονται. Το είδαμε να συμβαίνει παλαιότερα με το Μπρούσκο και πιο πρόσφατα με τις Άγριες Μέλισσες, τον Σασμό και τώρα με τη Γη της Ελιάς

Ο Μάνος Βρεττάκος που υποδύομαι θα έλεγα ότι σχεδόν δύο χρόνια από την πρώτη μου επαφή μαζί του είναι ωραίος τύπος. Έχω αρχίσω να τον συμπαθώ και τώρα που διανύουμε τη δεύτερη σεζόν να βρίσκω κοινά σημεία μαζί του, όπως την αγάπη που έχει για την οικογένειά του. 

Η πιο ηλεκτρισμένη συναισθηματικά σκηνή μέχρι στιγμής είναι αυτή που είχα με την Αντιγόνη Νεοφύτου, που παίζει τη γυναίκα μου, τη Μαρίνα, όταν ο Μάνος την επισκέφτηκε στο κρατητήριο με τους δύο ήρωες να είναι σε πολύ κακή ψυχολογική κατάσταση. 

Από την άλλη, τι να πω για τη γνωριμία και τη συνεργασία μου με τη Μάρω Κοντού και τον Νίκο Γαλανό, δύο ζωντανούς θρύλους του ελληνικού κινηματογράφου. Το να έχω γυρίσει σκηνές μαζί τους είναι από μόνο του μεγάλο μάθημα. 

Δε σνόμπαρα ποτέ την τηλεόραση. Τη φοβόμουν περισσότερο σε πρακτικό επίπεδο. Δηλαδή σκεφτόμουν ότι θα πρότεινα σε έναν καταξιωμένο ηθοποιό να έρθει να δουλέψει μαζί μου σε μία παράσταση και επειδή θα έβλεπε ότι έχω κάνει καθημερινό σίριαλ θα με απέρριπτε. Υπήρχε ένα στίγμα, μέχρι που ήρθαν οι Άγριες Μέλισσες και το συνέτριψαν. Οι ηθοποιοί του θεάτρου μπήκαν στην οθόνη και χαίρομαι που πλέον εργαζόμαστε σε αυτήν ακομπλεξάριστα.

Η νοσταλγία για τον Πειραιά και η ουσιαστική ευτυχία

«Είναι αδιανόητο στην εποχή μας να θρηνούμε θύματα λόγω οπαδικής βίας. Την απεχθάνομαι από παιδί. Θα έπρεπε να μαθαίνουμε στα παιδιά μας να την απεχθάνονται. Θα έπρεπε η Πολιτεία να την έχει εξαλείψει χθες».

Είμαι γέννημα θρέμμα Πειραιώτης και Παναθηναϊκός. Το ίδιο και ο πατέρας μου. Αυτός με έμαθε να μην φανατίζομαι, να είμαι φίλαθλος, όχι οπαδός. Είμαστε από αυτές τις σπάνιες περιπτώσεις που όταν παίζει ο Ολυμπιακός στην Ευρώπη, είμαστε μαζί του. 

Στο σχολείο έκανα παρέα με σκληροπυρηνικούς Ολυμπιακούς και η αλήθεια είναι ότι στάθηκα τυχερός. Δεν βίωσα ποτέ bullying για την επιλογή της ομάδας μου. Θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι όταν με γνώριζαν σε άλλα παιδιά, που εννοείται ότι ήταν κι αυτοί Ολυμπιακοί έλεγαν: “Ο Τάσος είναι Παναθηναϊκός, αλλά εντάξει παιδί”. 

Και ο γιος μου, Παναθηναϊκός είναι – το τι ομάδα θα γίνει το παιδί, στην Ελλάδα τουλάχιστον, είναι συνήθως νεποτική υπόθεση. Είναι όμως και αυτός σαν και εμένα και τον παππού του, σωστός φίλαθλος. Ήταν κάτι που ήθελα να του το μάθω από την αρχή, ειδικά τώρα που όλη η ζωή του είναι το ποδόσφαιρο, το μπάσκετ και οι ομάδες.

Η δολοφονία του Άλκη με έχει σημαδεύσει. Η αξιοπρέπεια που επέδειξαν οι γονείς του με συνέτριψε. Τι συναισθηματικό μεγαλείο μπορεί να έχουν αυτοί οι άνθρωποι που τους σκότωσαν το παιδί επειδή τόλμησε να πει ότι είναι Άρης.

Είναι αδιανόητο στην εποχή μας να θρηνούμε θύματα λόγω οπαδικής βίας. Την απεχθάνομαι από παιδί. Θα έπρεπε να μαθαίνουμε στα παιδιά μας να την απεχθάνονται. Θα έπρεπε η Πολιτεία να την έχει εξαλείψει χθες. 

Θέλω να μεγαλώσω ευτυχισμένα παιδιά, που θα γίνουν ευτυχισμένοι ενήλικες. Η ουσιαστική ευτυχία έρχεται όταν μάθουν τη σημασία του να προσφέρουν, να σέβονται, να διεκδικούν τη θέση τους στον κόσμο χωρίς να πατούν επί πτωμάτων.  

Ο έρωτας με ταξίδεψε από το Παλαιό Φάληρο, όπου ήταν το πρώτο μου εργένικο σπίτι, στην Κυψέλη στο εργένικο σπίτι της Θάλειας και από εκεί, στο Χαλάνδρι. 

Όταν η Θάλεια έμεινε πρώτη φορά έγκυος αποφασίσαμε από κοινού ότι θα θέλαμε να μεγαλώσουν τα παιδιά μας σε ένα πιο φιλικό και πράσινο περιβάλλον, σε μία περιοχή που να έχει την αίσθηση της γειτονιάς. Την βρήκαμε στη Ρεματιά Χαλανδρίου.

Μου λείπει ο Πειραιάς. Μου λείπει η θάλασσα. Κάθε φορά που επιστρέφω, γίνομαι ξανά παιδί. 

***

Info 

Θέλω να σου κρατάω το χέρι

Θέατρο Άλφα/Ληναίος-Φωτίου: 28ης Οκτωβρίου 37, Αθήνα, 210-5201828

Μέρες & Ώρες Παραστάσεων: Παρασκευή και Σάββατο στις 21.00, Κυριακή στις 19:00.

Διάρκεια: 90 λεπτά.

Τιμές εισιτηρίων: 16 ευρώ (γενική είσοδος), 12 ευρώ (φοιτητικό, εκπαιδευτικών, άνω των 65), 8 ευρώ (ανέργων)

Εισιτήρια για την παράσταση προπωλούνται εδώ.