Πώς είναι να βλέπεις stand up παράσταση του Λάμπρου Φισφή με 4.500 θεατές
- 7 ΙΟΥΝ 2022
Τα τελευταία λεπτά προτού ξεκινήσει η παράσταση, το βλέμμα μαγνήτιζαν οι γεμάτες εξέδρες, παρά η σκηνή – ποιος έχει αντικρίσει ξανά τη συγκινητική, ομολογώ, εικόνα από τόσες χιλιάδες κόσμου, μια κανονική λαοθάλασσα, να περιμένει στην άκρη της θέσης για έναν ροκστάρ που δεν έρχεται από τον χώρο της μουσικής, αλλά από εκείνον της κωμωδίας. Μόνο ο Λάμπρος Φισφής έχει αυτήν τη στιγμή τόσο κοινό για να το τολμήσει. Και το τόλμησε. Μόνος του, χωρίς καν opening act.
Το στοίχημα επικυρώθηκε με τη σφραγίδα του sold out. Αλλά μέχρι να δεις από ψηλά το Κλειστό Γήπεδο Φαλήρου, τα νούμερα ήταν απλά αριθμοί, αφού το μυαλό αδυνατεί να καταλάβει τι σημαίνει συγχρονισμένο γέλιο από τόσο, μα τόσο κόσμο. Το «ωστικό κύμα», που μου έλεγε λίγες μέρες πριν ο Λάμπρος Φισφής στη συνέντευξη, ήταν σαν να περνούσε με φόρα πάνω απ’ όλο το στάδιο σε κάθε δυνατό punchline. Δεν ήταν τόσο η ένταση του γέλιου, όσο ότι ταξίδευε από τις πρώτες θέσεις αλυσιδωτά μέχρι τις τελευταίες, σαν ντόμινο που απελευθερωνόταν από ένα αόρατο δάχτυλο.
Σε αυτήν τη συνθήκη, ο περφόρμερ γίνεται μαέστρος και για μπαγκέτα έχει τα αστεία του. Πόσο αντέχει κάποιος να διευθύνει μια τέτοια ορχήστρα 4.500 ανθρώπων, χωρίς να χάσει το ρυθμό του; Εδώ αξίζει ένα ελαφρύ ανασήκωμα στο καπέλο για τον Φισφή: έπαιξε ένα set της μιάμισης ώρας, με ένα ποσοστό 15% περίπου να είναι ελεύθερο κείμενο – crowdwork δηλαδή με πάσες από το κοινό.
Τα πρώτα λεπτά διέκρινες τη νευρικότητα, το πάνω-κάτω στη σκηνή. Μετά ήρθε ένα πολύ εύστοχο bit για την κίνηση στην Αθήνα και όλο το στάδιο δέθηκε στο ίδιο τέμπο.
Ήταν ένα πολύ ενδεικτικό σημείο για το ταλέντο του Φισφή στην observational κωμωδία: παίρνει τα πιο απλά και τετριμμένα πράγματα της καθημερινότητας, θέματα που όλοι ταυτίζονται, και με έναν εξίσου απλό τρόπο αποκαλύπτει –σαν ταχυδακτυλουργός– τα αστεία που κρύβονται μέσα τους, αλλά κανείς δεν τα βλέπει.
Για την περίπτωση της κίνησης, ας πούμε, στο μυαλό του Λάμπρου Φισφή εμφανίστηκαν κάποια ξεκάθαρα στάδια: πρώτα το αρνείσαι, μετά ξαμολάς ιδέες για να το αιτιολογήσεις (με αποκορύφωμα όλων το «έχει τροχονόμο», ξέρετε εκείνος που όλοι μας βρίζουμε ενώ πρακτικά ρισκάρει τη ζωή του με μόνο όπλο «κάτι γαντάκια του Μίκυ Μάους»), μέχρι που κατεβαίνεις έξαλλος από το αμάξι και κοιτάς στο βάθος, σαν να αγναντεύεις το πέλαγος. Αλήθεια, γιατί;
Το είδος αυτό που εξασκεί εδώ και 10+ χρόνια ο Φισφής καθορίζεται κυρίως από το generic – στο Αυτά είναι (όπου περιλαμβάνονταν παλιότερα κείμενα όσο και νέα) έκανε μια εξαίρεση στον κανόνα, μιλώντας για το bullying που έτρωγε μικρός, αλλά η συνταγή ήταν γνωστή. Κείμενα για την ελληνική ταβέρνα, τα τεστ Covid με τις μπατονέτες-φωτόσπαθο, τα επικίνδυνα παιδικά χρόνια που έζησαν όσοι τώρα σαρανταρίζουν και τις low cost αεροπορικές εταιρίες ήταν όσα μου έμειναν. Κείμενα που αγγίζουν δύο, ίσως και τρεις γενιές, χωρίς να ποντάρουν στην πρωτοτυπία, αλλά στη «μαγεία του απλού».
Το delivery είναι που κερδίζει, τα μελετημένα callbacks και το vibe: όσον αφορά το τελευταίο, κανείς μας δεν είχε ζήσει ξανά κάτι ανάλογο σε stand up παράσταση, αλλά ως προς το πρώτο φάνηκε πόσο πολύ αλλάζουν οι παράμετροι μέσα σε στάδιο. Ο κωμικός βρίσκεται έως και 100 μέτρα μακριά, οι εκφράσεις και τα act out του χάνονται (δυστυχώς, οι οθόνες ήταν μικρές για το μέγεθος του χώρου) και ο ήχος στο Tae Kwon Do δεν δούλεψε στα επίπεδα που περίμενα εγώ τουλάχιστον.
Μικρή σημασία έχουν αυτές οι γκρίνιες, βέβαια, μπροστά στο παραλήρημα του κόσμου στο τέλος, στα σφυρίγματα και στον πρωτόγνωρο χαμό ύστερα από το Αυτά είναι και το τελευταίο, απίστευτο bit για τη μικρή του κόρη – ένα τρομερό άτομο που θέλει να φυτέψει στο μπαλκόνι πίτσες, ενώ ξέρει να βγάζει knock out έναν τόσο ετοιμόλογο κωμικό. Αυτά είναι.