ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΕΜΠΑΠΗΣ/EUROKINISSI
ΡΕΠΟΡΤΑΖ

Πώς φτάσαμε στο ιστορικό κλείσιμο της Δραματικής Σχολής του Εθνικού

Η μακροβιότερη δραματική σχολή της χώρας, που εδώ και ένα μήνα τελεί υπό κατάληψη διαμαρτυρόμενη για το επίμαχο Προεδρικό Διάταγμα, έκλεισε για πρώτη φορά στην αιωνόβια ιστορία της, μετά την παραίτηση-υπόδειγμα του συλλόγου των καθηγητών. 

«Τα παιδιά αυτά είναι το μέλλον μας και έχουν κάθε δίκιο και κάθε δικαίωμα να ζητούν δικαίωση για τις σπουδές τους. Δεν μπορούσαμε λοιπόν να μην τους συμπαρασταθούμε όχι στα λόγια, αλλά με πράξεις», μου έλεγε από την άλλη άκρη του τηλεφώνου ο Νίκος Χατζόπουλος, ηθοποιός, σκηνοθέτης και καθηγητής υποκριτικής στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου πριν από περίπου μία εβδομάδα σχετικά με την απόφαση σύσσωμου του διδακτικού σώματος να παραιτηθεί, «αν μέχρι την 8η Φεβρουαρίου δεν έχει δοθεί επίσημα λύση στο πρόβλημα» και ενώ η σχολή τελούσε τότε και τελεί μέχρι σήμερα σε κατάληψη από τους σπουδαστές (αναμένεται σήμερα τόσο η επίσημη ανακοίνωση του Συλλόγου Σπουδαστών/τριών Σχολής Δραματικής Τέχνης Εθνικού Θεάτρου σχετικά με το πώς θα κινηθούν από εδώ και πέρα ενόψει των εξελίξεων, όσο και του Διοικητικού Συμβουλίου του Εθνικού).

Το «πρόβλημα» είναι το Προεδρικό Διάταγμα 85/22 που εκδόθηκε στις 17 Δεκεμβρίου και γνωμοδοτήθηκε από τα υπουργεία Παιδείας και Θρησκευμάτων και Εσωτερικών και το οποίο για πρώτη φορά στην ιστορία του ελληνικού κράτους, κατατάσσει όχι μόνο τους ηθοποιούς, αλλά συλλήβδην τους καλλιτέχνες στην κατηγορία εργαζομένων ΔΕ (δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης). Υποβιβάζει με απλά λόγια τα πτυχία τους σε απολυτήρια λυκείου και τις ανώτερες δραματικές σχολές, όπως τιτλοφορούνται σε κατ’ ευφημισμόν ανώτερες.

Και η 8η Φεβρουαρίου ήρθε. Και οι καθηγητές πράγματι κράτησαν τον λόγο τους, τήρησαν την υπόσχεση που είχαν δώσει για έμπρακτη συμπαράσταση απέναντι στις διεκδικήσεις των σπουδαστών και του κλάδου γενικότερα σχετικά με το επίμαχο ΠΔ και την υποβάθμιση της εκπαίδευσής τους και παραιτήθηκαν. 

Η Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου έκλεισε για πρώτη φορά στην αιωνόβια ιστορία της (ιδρύθηκε το 1930 και λειτούργησε ταυτόχρονα με το Εθνικό Θέατρο). Το λουκέτο αυτό είναι μία δραματική, ιστορική στιγμή για την πρώτη κρατική σκηνή της χώρας και για τον πολιτισμό, μία τεράστια ήττα για τα αρμόδια υπουργεία και την κυβέρνηση όσον αφορά τους χειρισμούς γύρω από το ΠΔ. 

Το πώς φτάσαμε σε αυτό το σημείο είναι κάτι που αναμφίβολα βαραίνει την ηγεσία και θα έπρεπε τουλάχιστον να την προβληματίσει.

Οι σπουδαστές σε κατάληψη, οι καθηγητές στο πλευρό τους

Οι σπουδαστές διαμαρτυρόμενοι στην κατάληψη του Κτιρίου Τσίλλερ του Εθνικού Θεάτρου / Dimitris Kapantais/ SOOC
Οι σπουδαστές διαμαρτυρόμενοι στην κατάληψη του Κτιρίου Τσίλλερ του Εθνικού Θεάτρου

Μέσα στο έκρυθμο κλίμα που έχει διαμορφωθεί από την εκπνοή του 2022, με τους ανθρώπους του θεάτρου αλλά και της τέχνης γενικότερα να διαμαρτύρονται μέσα από ογκώδεις κινητοποιήσεις, να πραγματοποιούν τη μία άκαρπη συνάντηση μετά την άλλη με τα αρμόδια υπουργεία (Πολιτισμού και Αθλητισμού, Εσωτερικών, Παιδείας και Θρησκευμάτων) και την πρόεδρο της Δημοκρατίας και να κλιμακώνουν τις διαμαρτυρίες τους με πανελλαδικές απεργίες, διεκδικώντας την απόσυρση του αμφιλεγόμενου διατάγματος, η Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου οδηγήθηκε σε κατάληψη στις 9 Ιανουαρίου. 

Στις 24 του μήνα, οι καθηγητές ανακοίνωσαν, μέσω συνέντευξης Τύπου που διοργάνωσαν, ότι θα οδηγηθούν σε παραίτηση αν μέχρι την 8η Φεβρουαρίου δεν έχει δοθεί θετική λύση στο ζήτημα. Η συγκεκριμένη ημερομηνία ορίστηκε, γιατί αφορούσε το χρονικό όριο πέραν του οποίου κινδύνευε να χαθεί το σπουδαστικό έτος, λόγω ορίου παύσης μη διεξαγωγής των μαθημάτων και ως εκ τούτου ορίου απουσιών. 

«Αφενός, η κατάληψη δεν είναι κάτι ευχάριστο, δεν είναι μία κανονικότητα αλλά μία επώδυνη κατάσταση για την εκπαιδευτική διαδικασία, αφετέρου είναι ο μοναδικός, ηχηρός τρόπος που έχουν οι σπουδαστές μας για να δηλώσουν την εναντίωσή τους στο τι πρόκειται να συμβεί», μου είχε αναφέρει τότε ο Νίκος Χατζόπουλος. 

Από την συνέντευξη Τύπου του Συλλόγου Διδασκόντων της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου, με φόντο το πανό των φοιτητών με σύνθημα «Σ’ εσάς που με ακούτε: Ο πολιτισμός δεν κληρονομείται, κατακτάται».
Από την συνέντευξη Τύπου του Συλλόγου Διδασκόντων της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου, με φόντο το πανό των φοιτητών με σύνθημα «Σ’ εσάς που με ακούτε: Ο πολιτισμός δεν κληρονομείται, κατακτάται».

Την ίδια περίπου χρονική στιγμή με τη Δραματική Σχολή του Εθνικού, όλες οι δραματικές σχολές της χώρας, κρατικές και δημόσιες, καθώς και η Κρατική Σχολή Ορχηστικής Τέχνης τέθηκαν σε καθεστώς κατάληψης.

Οι ημέρες που ακολούθησαν ήταν ημέρες υποσχέσεων που ουσιαστικά μας έφερναν όλο και πιο κοντά στην πραγμάτωση της προαναγγελθείσας παραίτησης.

Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ανακοίνωσε μέσα από ανάρτηση του στα social media τη δρομολόγηση «νομοθετικής ρύθμισης» («που εξαιρεί ρητά τις προσλήψεις καλλιτεχνών στο δημόσιο από το Προεδρικό Διάταγμα ώστε να μην υπάρχει καμία αμφιβολία ότι στις προθέσεις μας είναι η στήριξη και αναβάθμιση και όχι η υποβάθμιση του κλάδου»), τη διαβάθμιση της ωδειακής εκπαίδευσης, ενώ δεσμεύτηκε για «δημόσιες πανεπιστημιακού επιπέδου σπουδές παραστατικών τεχνών ως το 2025». 

Οι εξαγγελίες του εκτιμήθηκαν ως «προεκλογικό τυράκι» από τον καλλιτεχνικό κόσμο, ενώ η τροπολογία που κατατέθηκε μερικές ημέρες μετά στη Βουλή ως «περίπλοκη νομική ακροβασία» και η δημιουργία τριών διυπουργικών Ομάδων Εργασίας, για το θέατρο, τον χορό και τη μουσική με σκοπό να διαβουλευτούν ειδική ρύθμιση στο ΠΔ για δίκαιη αμοιβή των καλλιτεχνών στο Δημόσιο ως «εμπαιγμός».

Η ανακοίνωση της παραίτησης που δεν έγινε «εκ του ασφαλούς»

Από τη χθεσινή συγκέντρωση διαμαρτυρίας των καλλιτεχνών εξω από το υπουργείο Πολιτισμού / Aris Oikonomou / SOOC
Από τη χθεσινή συγκέντρωση διαμαρτυρίας των καλλιτεχνών εξω από το υπουργείο Πολιτισμού

Η 8η Φεβρουαρίου ξημέρωσε με τους καλλιτέχνες και τους σπουδαστές να κλιμακώνουν τις κινητοποιήσεις τους, να απεργούν για ακόμα μία φορά πανελλαδικά και να βγαίνουν στους δρόμους να διαμαρτυρηθούν, με φόντο τις πρόσφατες καταλήψεις του κτιρίου Τσίλλερ του Εθνικού και του Θεάτρου Rex από σπουδαστές από ιδιωτικές και κρατικές σχολές.

Αργά το απόγευμα, έγινε γνωστή η παραίτηση του διδακτικού σώματος της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου (μέσα σε αυτούς και η διευθύντρια της σχολής Δηώ Καγγελάρη) – είχε προηγηθεί μία ημέρα πριν η συνάντησή τους με τον Υφυπουργό Πολιτισμού και Αθλητισμού, αρμόδιου για θέματα Σύγχρονου Πολιτισμού, Νικόλα Γιατρομανωλάκη που αποδείχθηκε άκαρπη. 

«Είχαμε προειδοποιήσει τα αρμόδια υπουργεία και την κυβέρνηση για την παραίτησή μας αν δε βρεθεί λύση, αν δεν αποσυρθεί το απαξιωτικό για τις καλλιτεχνικές σπουδές Προεδρικό Διάταγμα», τονίζει σήμερα ο Νίκος Χατζόπουλος και προσθέτει: 

«Η αναγνώριση των σπουδών μας ήταν μία εκκρεμότητα που περιμέναμε εδώ και 20 χρόνια για να λυθεί και τώρα λύνεται με τον χειρότερο τρόπο. Με μία σφραγίδα που επιβεβαιώνει ουσιαστικά ότι αυτή η εκκρεμότητα ήταν τελικά κανονικότητα. Ότι πράγματι τα πτυχία μας δεν ισοδυναμούν με τίποτα (σ.σ. Από το 1981 μέχρι το 2003, το Υπουργείο Παιδείας μέσω ειδικών οργανισμών, ισοτιμούσε τα διπλώματα των καλλιτεχνικών σχολών με πτυχία ΤΕΙ. Μετά το 2003, με την κατάργηση της ανώτερης εκπαίδευσης, το Υπουργείο Παιδείας σταματά την ισοτίμηση των διπλωμάτων. Οι δραματικές σχολές μένουν έτσι στον αέρα, καθώς οι 3ετείς, τουλάχιστον, σπουδές που παρέχουν ουσιαστικά δεν αντιστοιχούν σε τίποτα, συνεχίζουν όμως να ονομάζονται επισήμως “Ανώτερες”)».

Κι αν η παραίτησή τους ήταν μία γενναία απόφαση, μία κίνηση-υπόδειγμα με συμβολική αξία για την ουσία της διαδικασίας της εκπαίδευσης και της άρρηκτης σχέσης δασκάλου και μαθητή, που χαιρετίστηκε όχι μόνο από τον καλλιτεχνικό κόσμο αλλά και από την κοινωνία εν γένει, έλαχε χυδαίας αντιμετώπισης από ορισμένα δημοσιεύματα του Τύπου. Αυτά έκαναν λόγο για «εκ του ασφαλούς παραίτηση» των καθηγητών, καθώς «είχε λήξει η θητεία τους από τις 29 Ιανουαρίου», αποσιωπώντας το γεγονός ότι παραδοσιακά η θητεία τους ανανεώνεται.

«Μικροπρεπή κίνηση, δεν ξέρω πώς αλλιώς να τη χαρακτηρίσω», σχολιάζει ο Νίκος Χατζόπουλος και συνεχίζει: «Ήμασταν ξεκάθαροι στην ανακοίνωσή μας, όπου μεταξύ άλλων λέμε ότι “προχωρούμε μετά λύπης στη διακοπή της συνεργασίας μας με τη Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και παραιτούμαστε από τις τρέχουσες συμβάσεις ή /και από την ανανέωση των συμβάσεών μας για το δεύτερο εξάμηνο σύμφωνα με το πρόγραμμα σπουδών της χρονιάς”».

Όπως μου εξηγεί, αυτή τη στιγμή, υπάρχουν καθηγητές της σχολής που η σύμβασή τους έχουν πράγματι λήξει, καθηγητές που η σύμβασή τους λήγει μέσα στον Φεβρουάριο και καθηγητές που θα λήξει στα τέλη Μαΐου. 

Επί του θέματος τοποθετήθηκε με αιχμηρή ανάρτηση στο Facebook, το Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών (ΣΕΗ): «Νιώθουμε την υποχρέωση να καταγγείλουμε μερίδα των ΜΜΕ, που μάλλον από διαρροή του ίδιου του Υπουργείου Πολιτισμού, διέρρευσαν λίστα προσωπικών δεδομένων με 16 από αυτούς/ες που θεωρητικά «έληξε» η σύμβασή τους. Είναι χυδαίο καταρχήν ότι τα δημοσιεύματα αυτά αποκρύπτουν το τι ισχύει για τους άλλους/ες 22 καθηγητές/τριες. Είναι ανήθικο κυρίαρχα όμως το να θεωρείται «εκ του ασφαλούς» η παραίτηση των 16 καθηγητών/τριών από την επερχόμενη ανανέωση των συμβάσεων για το δεύτερο εξάμηνο, αποκρύπτοντας ότι αυτό (ανανεούμενες ανά εξάμηνο συμβάσεις ορισμένου χρόνου) είναι το παραδοσιακά επισφαλές καθεστώς εργασίας τους».

«Μέχρι και πολύ πρόσφατα, οι καθηγητές προσλαμβάνονταν στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου για όλο το διδακτικό έτος. Πρόσφατα όμως, η σύμβασή μας απέκτησε διάρκεια εξαμήνου, μετά το πέρας του οποίου, ανανεώνεται για το επόμενο εξάμηνο», διευκρινίζει ο Νίκος Χατζόπουλος για να υπογραμμίσει ότι το σπουδαστικό έτος δεν έχει χαθεί ολοκληρωτικά ακόμα. 

«Υπάρχει ένα μικρό περιθώριο 15 ημερών. Αν μέσα σε αυτό το διάστημα γίνει θετική επίλυση των διεκδικήσεων του κλάδου και οι καταλήψεις σταματήσουν, θα προλάβουμε να μη χαθεί η χρονιά».

Κι αν το Προεδρικό Διάταγμα δεν αποσυρθεί, αλλά οι καταλήψεις λήξουν, η σχολή επαναλειτουργήσει και καλέσει τους παραιτηθέντες καθηγητές να ανανεώσουν τις συμβάσεις τους, τότε τι; 

«Τότε, θα είναι σαν να παραδέχεται όλος ο κλάδος ότι ηττήθηκε. Σε αυτή την περίπτωση, ο κάθε διδάσκοντας θα κρίνει ατομικά το πώς θα πράξει. Για παράδειγμα, είναι πολύ πιθανό προσωπικά να μη θέλω να διδάξω σε μία σχολή που συμβιβάστηκε με μία κατάσταση την οποία δεν πιστεύω ή μπορεί να μην έχω το ψυχικό σθένος να αντικρίσω τους σπουδαστές μου που έχουν υποστεί μία τόσο μεγάλη ήττα. Μία ήττα που καίει το μέλλον τους. 

Οποιαδήποτε αντίδραση σε οποιαδήποτε δράση έχει το κόστος της. Μακάρι να μη ζούσαμε αυτή τη δραματική ιστορική στιγμή που ζούμε. Μακάρι να υπήρχε δημιουργικός διάλογος και ανοιχτά αυτιά».