ΡΕΠΟΡΤΑΖ

Στα παρασκήνια της συντήρησης ενός μεγαλειώδους έργου στην Εθνική Πινακοθήκη

Ποια είναι τα στάδια συντήρησης ενός έργου τέχνης μέχρι το ρετουσάρισμα; Και ποιες οι δυσκολίες όταν μιλάμε για ένα έργο με εμβαδόν 38 τ.μ.; Παρακολουθήσαμε το εργαστήριο ανοιχτής θέασης επάνω στην πελώρια ελαιογραφία του Charles Louis Müller.

Παρατηρώ το ένα από τα δύο μέλη της ομάδας των συντηρητών, που εκείνη την ώρα εργάζονται επάνω στο έργο. Κρατάει στο χέρι της την παλέτα και με γρήγορες κινήσεις ανακατεύει το χρώμα. Μερικά δευτερόλεπτα αργότερα, ένα τίναγμα του κεφαλιού της προδίδει εκνευρισμό. «Δεν μου βγαίνουν κάποια λαδί», θα μου εξηγήσει, όταν αποφασίζω να τη ρωτήσω. Έπειτα, κάνει ένα απαλό σβήσιμο με το σφουγγάρι και ξαναδοκιμάζει, αυτή τη φορά με λιγότερο καφέ. Το χέρι πλησιάζει με ακρίβεια, για να καλύψει μόνο σημεία που έχουν ξεθωριάσει.

Συγκεκριμένα, η επέμβαση συμβαίνει στην κάτω-δεξιά πλευρά του μουσαμά, στο παντελόνι μιας φιγούρας που απεικονίζεται να μεταφέρει έναν λιπόθυμο άνδρα μέσα στο πλήθος. Μένουν αρκετές λεπτομέρειες μέχρι να ολοκληρωθεί το στάδιο της αισθητικής αποκατάστασης, αλλά οι επισκέπτες μπορούν ήδη να θαυμάσουν το μεγαλείο που αποκαλύφθηκε με την αφαίρεση του παλιού, οξειδωμένου βερνικιού απ’ την επιφάνεια. Το έργο ανήκει στον κύριο Charles Louis Müller, έναν επιφανή Γάλλο ζωγράφο του 19ου αιώνα που ήταν γνωστός ως Müller de Paris, και στόχος του εδώ ήταν να δοξάσει τον αυτοκράτορα, άρα έβαλε τα δυνατά του.

Το όνομα του έργου ήταν τότε Ζήτω ο Αυτοκράτορας.

Για να δεις ολόκληρη τη σύνθεση, απ’ άκρη σ’ άκρη, πρέπει να κάνεις μερικά βήματα πίσω. Οι διαστάσεις του έργου αγγίζουν τα 4.50 μέτρα σε ύψος και τα 8.50 μέτρα σε μήκος, με αποτέλεσμα να καταλαμβάνει εμβαδόν σχεδόν 38 τετραγωνικών μέτρων – μια μικρή γκαρσονιέρα. Απεικονίζεται μια κομβική για τη Γαλλία ιστορική σκηνή, που ο Müller θεώρησε κατάλληλη για να δείξει την αφοσίωση του λαού στο πρόσωπο του Ναπολέοντα: είναι το πρωινό της 30ης Μαρτίου 1814, όταν μαθεύεται ξαφνικά ότι τα στρατεύματα των Συμμάχων έχουν παραταχθεί έξω απ’ τη Μονμάρτη, και σύσσωμος ο γαλλικός λαός συγκεντρώνεται στην αψίδα Σαιν-Ντενί, για να προσφέρει τη βοήθειά του στη γαλλική φρουρά.

Μια απέλπιδα προσπάθεια, αφού η περίφημη Μάχη του Παρισιού έληξε την επομένη με την κατάληψη της πρωτεύουσας και ο Ναπολέοντας αναγκάστηκε σε αυτοεξορία. Πιθανότατα, αυτός ήταν και ο βασικότερος λόγος που δεκαετίες αργότερα το κατά τα άλλα θαυμάσιο έργο του Müller δεν αγοράστηκε από το γαλλικό κράτος – θύμιζε την ήττα. Παρουσιάστηκε, λοιπόν, στην 1η διεθνή έκθεση που διοργανώθηκε ποτέ στο Παρίσι (1855), και έπειτα το γιγαντιαίο ακόμη και για τα δεδομένα της εποχής έργο ακολούθησε τη συνηθισμένη πορεία σε χέρια εύπορων συλλεκτών, ώσπου αρχές του 20ού αιώνα δωρίστηκε τελικά στην Εθνική Πινακοθήκη.

Αλλά, εδώ και αρκετές δεκαετίες, έμενε τυλιγμένο στις αποθήκες.

«Κατά καιρούς, παλιότερα, εκτίθετο το έργο, όταν υπήρχε ο διαθέσιμος χώρος», όπως επεσήμανε η Έφη Αγαθονίκου, η οποία από το 2000 βρίσκεται στη διεύθυνση της Δυτικοευρωπαϊκής Ζωγραφικής και σήμερα προΐσταται της διεύθυνσης όλης της συλλογής της Εθνικής Πινακοθήκης. Η ίδια θυμάται μια καφετί, θαμπή ελαιογραφία. «Μέχρι που έγινε ένα ατύχημα και σκίστηκε σε ένα σημείο ο μουσαμάς. Ήταν αδύνατο εκείνη την εποχή, με τα μέσα τα οποία είχε στη διάθεσή της η Πινακοθήκη, να ξεκινήσει η συντήρηση, οπότε το κλείσαμε στις αποθήκες, για να αποφύγουμε περαιτέρω απώλειες».

Μια πολύμηνη αποστολή

Τραγική ειρωνεία, το μοιραίο σκίσιμο του μουσαμά βρίσκεται περίπου στο κέντρο του έργου, ακριβώς επάνω στο μπανταρισμένο κεφάλι ενός τραυματία πολέμου, όσο εκείνος υποβαστάζεται από τη γυναίκα του για να στέκεται όρθιος. Σ’ αυτό το σημείο, χρειάζεται σοβαρή επέμβαση: πρέπει να γίνει πλάσιμο φόρμας, επιδερμίδας, δεν είναι μόνο συμπλήρωση χρώματος. «Θα είναι το τελευταίο σημείο που θα δουλέψουμε», μου εξηγεί ένα από τα μέλη της ομάδας που έχουν αναλάβει την αποστολή της συντήρησης τους τελευταίους μήνες. «Αφού κλείσουμε τα υπόλοιπα και καταλάβουμε την παλέτα του ζωγράφου στην πράξη, τότε μπαίνουμε στη μίμηση του πιο δύσκολου – έτσι κινούμαστε πάντα».

«Και πάντα κινούμαστε σύμφωνα με την αρχή της αντιστρεψιμότητας: χρησιμοποιούμε βερνικοχρώματα, χρωστικές δηλαδή που έχουν για διαλύτη τους το βερνίκι, και γενικά καταφεύγουμε όσο το δυνατόν σε υλικά τα οποία μπορούν να αφαιρεθούν, δεν είναι μόνιμα».

Βρισκόμαστε στο επίπεδο –2 στην Εθνική Πινακοθήκη, όπου εκτελείται in situ το τελικό στάδιο της αποκατάστασης. Έπειτα από μήνες εντατικής δουλειάς και προετοιμασίας, ο κύκλος της συντήρησης του μνημειώδους έργου κλείνει ζωντανά μπροστά στους επισκέπτες με το ρετουσάρισμα, αποκαλύπτοντας έτσι μία από τις πιο αθέατες και συνάμα περιπετειώδεις πλευρές των μουσείων. Λέγεται εργαστήριο ανοιχτής θέασης και διοργανώνονται ξεναγήσεις από τους ίδιους τους συντηρητές, μία από οποίες παρακολουθήσαμε και εμείς.

«Από το 2010 αναθερμάνθηκε η προσπάθεια για τη συντήρηση του έργου του Müller», ανέφερε η Αγνή Τερλιξή από την ομάδα των συντηρητών, «πρώτα, το έργο ανοίχτηκε και συμπληρώθηκε το σχετικό δελτίο καταγραφής φυσικής κατάστασης, όπως λέγεται. Ωστόσο, χώρος για να συντηρηθεί δεν υπήρχε». Φωτογραφία εκείνης της περιόδου δείχνει την ελαιογραφία ξετυλιγμένη στην είσοδο υποδοχής του παλιού κτιρίου.

Τη λύση έδωσε κοντά μια δεκαετία αργότερα το Πρωτέας, ένα χρηματοδοτούμενο πρόγραμμα από ΕΣΠΑ – τόσο για το απαιτητικό έργο της συντήρησης, όσο και για τη φωτοχημική μελέτη του έργου. Με την έγκριση, όπως μεταφέρουν οι συντηρητές χαμογελώντας σήμερα, «ξεκίνησε ένα μεγάλο ταξίδι, μια σειρά από προκλήσεις που δεν είχαμε αντιμετωπίσει ξανά, ακριβώς επειδή το έργο ήταν τόσο μεγάλων διαστάσεων».

Η διαδικασία της συντήρησης

Τελικά, ο απαραίτητος χώρος βρέθηκε στο κτίριο της Εθνικής Γλυπτοθήκης, στο Γουδή. Το διάστημα που άρχισε η προετοιμασία για την επαναλειτουργία της Πινακοθήκης στο ανακαινισμένο κτίριο επί της λεωφόρου Κηφισού, οι εγκαταστάσεις στο Γουδή μετατράπηκαν σε αποθήκη έργων τέχνης αλλά και σε επέκταση των εργαστηρίων συντήρησης. «Πολύ γρήγορα, καταλάβαμε ότι ένα τέτοιων διαστάσεων έργο έχει διαφορετικές αναγκες, και ότι ακόμη και για τα απλά πράγματα θα χρειαστεί να εφεύρουμε νέες λύσεις».

Για παράδειγμα, πριν ξεκινήσει οποιαδήποτε παρέμβαση, το πρωτόκολλο αναφέρει ότι το έργο πρέπει να φωτογραφηθεί λεπτομερώς, και αυτό συμβαίνει κανονικά σε όρθια θέση – πράγμα αδύνατο για τον χωρίς κάδρο μουσαμά του Müller, σε εκείνη τη φάση. Έτσι, «κατασκευάστηκε ένα ικρίωμα περιμετρικά του πάγκου και στερεώθηκε σε άξονες η φωτογραφική κάμερα». Συγκεκριμένα, για να καλυφθεί όλο το εμβαδόν λήφθησαν 16 διαδοχικά καρέ, και κατόπιν ενώθηκαν σε συρραφή, προσφέροντας μια τρομερά υψηλής ανάλυσης φωτογραφία.

Ανάλογες κατασκευαστικές πατέντες χρειάστηκαν σε διάφορα στάδια της καθαυτής συντήρησης, που άρχισε αμέσως μετά, στις αρχές του 2023. Βέβαια, τα στάδια παρέμειναν φυσικά ίδια για έργα της ίδιας οικογένειας, δηλαδή ελαιογραφίες:

Πρώτα, αφαιρέθηκε το στρώμα του αρχικού βερνικιού από την επιφάνεια του έργου («το βερνίκι είναι διάφανο αλλά με τα χρόνια γερνάει και αποκτά –στην αρχή κίτρινο και σταδιακά καφετί– χρώμα λόγω της οξείδωσης»), στη συνέχεια επικολλήθηκε υποστηρικτικό ύφασμα στην πίσω πλευρά του μουσαμά, το λεγόμενο «φοδράρισμα» (εφαρμόζεται μόνο σε βαριά καταπονημένα έργα), και αργότερα μεταφέρθηκε τυλιγμένο μέσα σε αντικραδασμικό κύλινδρο για να τοποθετηθεί στην τελική του θέση στην Πινακοθήκη, επάνω στο τελάρο αλουμινίου το οποίο φτιάχτηκε κατά παραγγελία. Να αναφέρουμε ότι το βάρος του ξεπερνάει τα 650 κιλά.

Στο ενδιάμεσο, είχε τρέξει παράλληλα η φυσικοχημική τεκμηρίωση. Παρασκευάστηκε ειδικό λογισμικό για το έργο του Müller, όπως και μια πλατφόρμα για να λειτουργεί ως αναβατόριο και να φέρει, παράλληλα, τις διαγνωστικές διατάξεις, δηλαδή τα τεχνολογικά εργαλεία με τα οποία γίνεται η εις βάθους ανάλυση και χαρτογράφηση ενός έργου τέχνης σήμερα. Πρόκειται για τεχνικές με τις οποίες οι ερευνητές μελετούν τις χρωστικές ουσίες, είτε τα στρώματα του έργου, πέρα απ’ όσα φαίνονται στο ανθρώπινο μάτι. Με αυτόν τον τρόπο, εντοπίζουν προσχέδια ή υπογραφές που πιθανόν να έχουν καλυφθεί. Επίσης, διευκρινίζονται με ακρίβεια οι συστάσεις των χρωμάτων – π.χ. δύο φαινομενικά ίδια λαδί δεν σημαίνει ότι πηγάζουν από την ίδια σύνθεση.

Αναρωτιέμαι εάν αυτή η λεπτομερής χαρτογράφηση βοηθάει στην αισθητική παρέμβαση στο τέλος. Αν δηλαδή τα υπολογιστικά δεδομένα των εργαλείων καθοδηγούν τους συντηρητές στις αποχρώσεις που θα χρησιμοποιήσουν στο ρετουσάρισμα. «Όχι, γιατί δεν μας ενδιαφέρει να μείνουμε πιστοί στη χημική σύσταση, αλλά να πετύχουμε τη χρωματική ομοιότητα στο τέλος, να συμπληρώσουμε τα κενά κατά μίμηση».

Λογικός τότε ο εκνευρισμός άμα δεν πετυχαίνεις το σωστό χρώμα, σκέφτομαι.

***INFO

Στο εργαστήριο του συντηρητή έργων τέχνης | Εθνική Πινακοθήκη
Επόμενες ξεναγήσεις: 22 Νοεμβρίου και 13 Δεκεμβρίου
Ώρες: 11.30 & 13.30
Ελεύθερη είσοδος. Απαραίτητη η προκράτηση στο agniterlixi@nationalgallery.gr

Exit mobile version