© Tavros / Στάθης Μαμαλάκης
ΡΕΠΟΡΤΑΖ

Τι θέλει να πει ο Olaf Nicolai με το έργο του στο Παναθηναϊκό Στάδιο

Μιλήσαμε με τον διεθνούς φήμης Γερμανό εικαστικό για την αινιγματική εγκατάσταση στο Καλλιμάρμαρο και την παραποίηση του παρελθόντος.

Μέσα σε δέκα μόλις λεπτά, έχουν διασχίσει τόσα γκρουπ την πλατεία μπροστά από το Καλλιμάρμαρο που είναι αδύνατο να μετρήσω τον ακριβή αριθμό. Οι περισσότεροι τουρίστες, εξουθενωμένοι απ’ τη ζέστη και τον υπερβολικά επίμονο για τα δεδομένα τους ήλιο, πιάνουν θέση στην ουρά για το Στάδιο που συστήνουν όλοι οι ταξιδιωτικοί οδηγοί.

Δυο άγνωστα μεταξύ τους ζευγάρια επιλέγουν να πάρουν πρώτα μια ανάσα, αερίζοντας το πρόσωπό τους με βεντάλιες μπροστά στα δύο έργα του Olaf Nicolai. Φαίνεται να τους κίνησαν το ενδιαφέρον.

Δεν υπάρχει εύκολη απάντηση στο τι ακριβώς αποτυπώνεται στις δύο μεγάλων διαστάσεων φωτογραφίες που έχουν αναρτηθεί. Οι μορφές είναι παραμορφωμένες, σαν να έχουν το εφέ της διάθλασης, όπως όταν ανοίγεις τα μάτια σου μέσα στο νερό, αλλά την ίδια στιγμή διακρίνεις μια συνάφεια, κοιτώντας εναλλάξ, από τη μία το στάδιο και από την άλλη τις μυστηριακές αυτές «αιωρούμενες» παραστάσεις μπροστά στη διαρκή βουή της λεωφόρου Βασιλέως Κωνσταντίνου.

Όπως διευκρινίζεται στο συνοδευτικό κείμενο για την εγκατάσταση του διεθνούς φήμης εννοιολογικού καλλιτέχνη από τη Γερμανία, οι δύο φωτογραφίες ανήκουν σε μια σειρά έργων που δημιουργήθηκαν με τη χρήση παραβολικού καθρέφτη – του ίδιου καθρέφτη δηλαδή που χρησιμοποιείται σε κάθε ολυμπιακή διοργάνωση για την τελετή Αφής της Ολυμπιακής Φλόγας στην Αρχαία Ολυμπία.

Τοποθετημένη έναντι του στάδιου που ανακατασκευάστηκε κατά μίμηση του αρχαίου (ναι, δεν είναι το αυθεντικό) για να φιλοξενήσει τους πρώτους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες το 1896, η εγκατάσταση είναι in situ, σε θέση μάλιστα που δηλώνει και από μόνη της τη σχέση του αντικατοπτρισμού.

Μέσα από τις δύο παραμορφωμένες εικόνες, ανοίγεται ένα εννοιολογικό ταξίδι στον χρόνο και τις εθνικές αφηγήσεις. Οι φωτογραφίες είναι τραβηγμένες από την Αρχαία Ολυμπία, περίπου επτά χρόνια πριν, όπως απαντάει ο Olaf Nicolai. «Κατά τη διάρκεια μια εκπαιδευτικής επίσκεψης, είχα την τύχη να ξεναγηθώ στον αρχαιολογικό χώρο από έναν Γερμανό αρχαιολόγο. Ήταν υπεύθυνος της ανασκαφής εκεί. Και τότε έμαθα για πρώτη φορά την ιδιαίτερη ιστορία πίσω από τη γένεση της τελετής Αφής και της λαμπαδηδρομίας που ακολουθεί».

Τι θέλει να πει ο Olaf Nicolai με το έργο του στο Καλλιμάρμαρο © Tavros / Στάθης Μαμαλάκης

Στο χρονολόγιο των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων, η φλόγα εμφανίστηκε πρώτη φορά στη διοργάνωση του Άμστερνταμ το 1928, ως ένα σύμβολο ειρήνης και ενότητας που είχε καταγραφεί από τους ιστορικούς ότι χρησιμοποιούταν κατά τα αρχαία χρόνια.

«Μετά το τέλος της ξενάγησης στην Ολυμπία, ο επικεφαλής αρχαιολόγος ανέφερε ότι είχαν κρατήσει το παραβολικό κάτοπτρο που για μεγάλο διάστημα χρησιμοποιούταν για το άναμμα της Ολυμπιακής Φλόγας. Όταν ρώτησα λοιπόν γιατί εκείνοι, οι αρχαιολόγοι, είχαν στην κατοχή τους αυτόν τον καθρέφτη, μου απάντησε πολύ συνοπτικά – μα γιατί εμείς, οι αρχαιολόγοι, είχαμε εφεύρει την Τελετή», θυμάται ο Γερμανός εικαστικός.

Σε αντίθεση με την εντύπωση που έχει επικρατήσει, τα στάδια του τελετουργικού που έχουν καθιερωθεί σήμερα να διαδραματίζονται με λαμπρότητα σε κάθε διοργάνωση, δεν ανάγονται στην αρχαία Ελλάδα. Είναι μια επινόηση που εκπλήρωνε μάλιστα (και εκπληρώνει ως ένα βαθμό μέχρι τώρα) συγκεκριμένες πολιτικές σκοπιμότητες.

«Έτσι, ερεύνησα το θέμα και στη συνέχεια σκέφτηκα να δουλέψω με το κάτοπτρο για να δω εάν θα μπορούσαν να υπάρξουν αντανακλάσεις εικόνων, κάτι για το οποίο δεν είναι κανονικά φτιαγμένο το παραβολικό κάτοπτρο», εξηγεί ο ίδιος. Το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας βλέπει σήμερα όποιος περάσει από το Παναθηναϊκό Στάδιο, με την εικαστική παρέμβαση που υλοποιήθηκε σε παραγωγή του μη κερδοσκοπικού χώρου τέχνης Tavros.

Στην καλλιτεχνική πρακτική του, ο Olaf Nicolai συνηθίζει να δίνει έμφαση στην ταυτότητα της ύλης για να διεγείρει ανάλογα τη διαδικασία της σκέψης. Στην προκειμένη περίπτωση, το παραμορφωμένο αποτέλεσμα του κατόπτρου οδηγεί στην παραμορφωμένη εικόνα που έχουμε κατασκευάσει και συντηρούμε για την εθνική μας ταυτότητα, μέσα από αφηγήματα για τα οποία αισθανόμαστε υπερήφανοι, ενώ θα έπρεπε μάλλον να αντιμετωπίσουμε πολύ περισσότερο κριτικά.

Πιο συγκεκριμένα, η σημερινή τελετή Αφής της Ολυμπιακής Φλόγας προέρχεται απ’ τη ναζιστική Γερμανία: Απαντάται πρώτη φορά στους αγώνες του Βερολίνου το 1936, όταν ο Αδόλφος Χίτλερ πείθεται πως οι αγώνες θα είναι μια εξαιρετική ευκαιρία παγκόσμιας προβολής του νέου καθεστώτος, που θα εξυπηρετούσε τον μύθο της φυλετικής υπεροχής.

Ο σχεδιασμός της διοργάνωσης ανατίθεται στον Δρ. Carl Diem, διευθυντή της Αθλητικής Ακαδημίας της Κολωνίας, που εισάγει για πρώτη φορά το concept της λαμπαδηδρομίας ως κομμάτι της εναρκτήριας τελετής. Ανεξάρτητα με το πόσο το επεδίωξε στην ουσία ο ίδιος, «η λαμπαδιοδρομία ταιριάζει απόλυτα στην προπαγάνδα την οποία ήθελαν οι Ναζί», όπως υπογραμμίζει σε σχετικό κείμενο το The Atlantic. «Ξεκινώντας από την Ελλάδα και φτάνοντας 1.500 μίλια μακριά στο Βερολίνο, ενίσχυε την ιδέα μια κοινή άρια κληρονομιά μεταξύ της αρχαίας και της νέας εξουσίας».

«Εάν το ψάξουμε σε βάθος, διαπιστώνουμε πως είναι ένα πολύπλοκο θέμα», απαντάει ο Olaf.

«Ήταν οι αξιωματούχοι του αθλητισμού που θέλησαν να χρησιμοποιοήσουν αυτή την ιδέα ώστε να τονίσουν την αναφορά στην αρχαιότητα – ένα είδος επαν-ελληνικοποίησης. Στην επιστήμη της αρχαιολογίας, αυτό είχε περιγραφεί με τον όρο “third humanism”. Ο Werner Jäger, ίσως ο σημαντικότερος αρχαιολόγος του κινήματος, είχε μεταναστεύσει επειδή δεν ήθελε να έχει καμία σχέση με τους Εθνικοσοσιαλιστές. Και η τελετή δεν λανσαρίστηκε μόνο λόγω πολιτικών πιέσεων, αλλά και της γερμανικής βιομηχανίας. Μεγάλες εταιρίες όπως οι Krupp, Mercedes-Benz και άλλες βοήθησαν σε επίπεδο χρηματοδότησης».

© Tavros / Στάθης Μαμαλάκης

 

Τι πρέπει να κρατήσουμε σήμερα από αυτή την ιστορία που μοιάζει όσο θολή και οι εικόνες των φωτογραφιών;

«Βλέπω ότι αυτή την έννοια της αναδόμησης ενός ιδανικού παρελθόντος, μιας ομοιογενούς ταυτότητας, αποτελεί πρότυπο για το μέλλον. Νομίζω είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε και να αντιμετωπίσουμε αυτή τη στάση. Τα έργα που παρουσιάζονται στο Παναθηναϊκό Στάδιο μού έδωσαν την ευκαιρία να εξερευνήσω με έναν άμεσο επίπεδο ότι οι εικόνες είναι μεταβαλλόμενες, ανάλογα με την οπτική γωνία που τυχαίνει να τις κοιτάς»,

Άλλωστε, το όνομα της εγκατάστασης είναι Ποτέ δεν σε κοιτάζω από τη θέση από την οποία με βλέπεις εσύ.