Έξι μικροί ναοί και εκκλησίες με σημαντικό αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον
Το μοναδικό σωζόμενο μνημείο από μια νεοκλασική έπαυλη στην Αλεξάνδρας, το αριστοτεχνικό έργο του Δημήτρη Πικιώνη και άλλες περιπτώσεις μικρών «θαυμάτων» που φτάνουν μέχρι και τους δέκα αιώνες ιστορίας.
- 1 ΜΑΙ 2024
Έχετε αναρωτηθεί τι είναι αυτό που προκαλεί την κατάνυξη μέσα μας; Εκείνο το γεμάτο αίσθημα ανάτασης που νιώθεις, κάθε φορά που τυχαίνει να στέκεσαι και να παρατηρείς ζωγραφισμένους τρούλους και αψίδες; Από τα χείλη των πιστών, η απάντηση θα είναι ρητή και ανένδοτη: το θείο μυστήριο.
Για όλους τους υπόλοιπους (ορθολογικούς), υπάρχουν αντικειμενικοί παράγοντες που παρεμβαίνουν: με άλλα λόγια, η αρχιτεκτονική.
Το μεγαλοπρεπές ήταν ανέκαθεν το κύριο εργαλείο των Βυζαντινών. Αλλά το εντυπωσιακό είναι όταν μικροί ναοί και εκκλησίες πετυχαίνουν διάνα σε πολύ λιγότερα τετραγωνικά: κάποιοι από αυτούς ξεπερνάνε τους δέκα αιώνες ιστορίας (λόγω μεγέθους γλίτωσαν από καταστροφές), περιλαμβάνοντας τεχνικές και στοιχεία που πλέον σπανίζουν.
Με το Πάσχα προ των πυλών, πάμε να δούμε μερικούς ναούς με αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον στην Αθήνα.
Αγγλικανική Εκκλησία στο Σύνταγμα
Βιτρώ στα παράθυρα, κομψή κορυφή νεογοτθικού ρυθμού και εξωτερικοί τοίχοι από μάρμαρο Υμηττού. Δεν είναι να απορεί κανείς που πολλοί σπουδαίοι αρχιτέκτονες έχουν κατά καιρούς συνδεθεί με την κατασκευή αυτού του ναού στην οδό Φιλελλήνων, που μετράει κοντά στα διακόσια χρόνια ζωής: αποτελεί ένα αξιοζήλευτο κομψοτέχνημα που φαίνεται τελικά ότι δεν ήταν ένα αλλά πολλά τα ονόματα που συνέβαλαν μέχρι να ολοκληρωθεί.
Και εξηγούμαι: η ιστορία της οικοδόμησης ξεκινάει από την πρώτη δεκαετία της Αθήνας ως πρωτεύουσας, όταν η κοινότητα των Βρετανών και Αμερικανών διαμαρτυρόμενων άρχισε τις προσπάθειες για τη δική της θρησκευτική εστία. Με την αγαστή βοήθεια του τότε Βρετανού πρέσβη Edmund Lyons στη χώρα, καθώς και εράνους της κοινότητας, η αποστολή ξεκινάει μάλλον μεγαλεπήβολα, με αρχιτεκτονικό διαγωνισμό. Μιλάμε για το έτος 1838.
Οι προτάσεις που επικράτησαν ήταν εκείνες του Δανού Hans Christian Hansen και του Γερμανού Ludwig Lange, αλλά σύντομα άρχισαν οι εκπτώσεις στα φιλόδοξα σχέδια που είχαν κατατεθεί, λόγω οικονομικών δυσκολιών. Ο Charles Robert Cockerell φαίνεται να ανέλαβε τελικά την ανέγερση, έχοντας φυσικά γνώση όσων είχαν ήδη προταθεί, με επιβλέποντα τον Hansen.
Το 1843 εγκαινιάστηκε ο ναός και μέχρι σήμερα φυλάει στο εσωτερικό του το παλαιότερο εκκλησιαστικό όργανο της πόλης. Ασυναγώνιστο προσόν είναι η ακουστική του κτιρίου, όπως θα έχετε παρατηρήσει όσοι το έχετε επισκεφθεί για κάποια από τις συναυλίες που φιλοξενεί συχνά.
Ναός του Αγ. Νικολάου Θων στους Αμπελόκηπους
Μέσα σε έναν κήπο ανάμεσα σε γραφεία πολυεθνικών και αλυσίδες fast food, μια ανάσα μακριά από τη συμβολή των Αλεξάνδρας-Κηφισίας και την ίδια στιγμή κρυμμένος από τους βιαστικούς περαστικούς, ο ναΐσκος αυτός είναι το μόνο κτίσμα που επιβιώνει από τη μεγάλη έπαυλη του Νικολάου Θων από τον 19ο αιώνα – μια προσωπικότητα στενά συνδεδεμένη με τον βασιλιά Γεώργιο Α.
Η πολυτελής νεοκλασική έπαυλη “Mon Caprice” που έφερε την υπογραφή του Ernst Ziller είχε την ατυχία να βρίσκεται ακριβώς στο σημείο, πίσω απ’ το οποίο είχαν οργανωθεί οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ στα Δεκεμβριανά του 1944. Οι επιθέσεις κατέστρεψαν τα πάντα πέρα από τον μικρό ναό, ο οποίος πρόσφατα αποκαταστάθηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού, αποκαλύπτοντας την ομορφιά και την ιστορία του.
Εγκαινιάστηκε το 1895, σε αρχιτεκτονικά σχέδια του Αναστασίου Μεταξά (και όχι του Ziller, όπως θεωρούταν για χρόνια). Είναι περίκεντρος, ενώ το κομψό της μορφής του πηγάζει από τις οριζόντιες παράλληλες γραμμές που φέρει στην εξωτερική του επιφάνεια. Στον ναό υπάρχει καμπάνα που χρονολογείται από το 1898, στο εσωτερικό της οποίας διακρίνεις τον ανάγλυφα χαραγμένο Άγιο Νικόλαο.
Ναός Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης στη Γλυφάδα
Λόγου του κυκλικού σχήματος σε ύφος ροτόντας που μαγνητίζει, αλλά και των τεσσάρων μικρών τρούλων που ορθώνονται περιμετρικά του κεντρικού σε μια κλιμακωτή σύνθεση αρμονίας, ο μητροπολιτικός ναός στην πλατεία του παλιού Δημαρχείου στη Γλυφάδα είναι ξεκάθαρα το σήμα κατατεθέν της περιοχής.
Πρόκειται για τον διάδοχο ενός μικρότερου ναού που υπήρχε εκεί από τη δεκαετία του ’30, αλλά κατεδαφίστηκε από τους βομβαρδισμούς του Β Παγκοσμίου Πολέμου.
Προτού καταστραφεί, είχε ξεκινήσει η οικοδόμηση ενός μεγαλύτερου, πιο επιβλητικού ναού σε κοντινή απόσταση από τον πρώτο, με χρήματα του εφοπλιστή Αλκιβιάδη Τατάκη και σχέδια του αρχιτέκτονα Γεώργιου Δραγαζίκη. Εκείνος είχε σπουδάσει στη Γερμανία και λέγεται μάλιστα ότι το πρωτότυπο σχέδιο βασιζόταν σε ναό της Δρέσδης. Η εκκλησία ολοκληρώθηκε το 1950.
Αγιογραφίες και ψηφιδωτά κοσμούν το εσωτερικό, ενώ πλέον αποτελεί τη δημοφιλέστερη επιλογή στα νότια για γάμους και βαπτίσεις.
Καπνικαρέα στην Ερμού
Ο πιο χαρακτηριστικός ναός του Κέντρου έχει να παινεύεται ιστορία δέκα ολόκληρων αιώνων, την οποία βέβαια λιγοστοί είναι που γνωρίζουν: πρόκειται για ένα από τα σημαντικότερα μεσοβυζαντινά μνημεία της πρωτεύουσας, με το έτος ανέγερσης να χάνεται στον 11ο αιώνα. Πιθανότατα οικοδομήθηκε το 1045 και όπως λέγεται θεμελιώθηκε στα ερείπια ενός ακόμη παλαιότερου κατεστραμμένου ναού.
Στα χρόνια της βυζαντινής Αθήνας ανατρέχει και η επικρατέστερη θεωρία για την προέλευση του ιδιαίτερου ονόματος: ο κτήτορας της εκκλησίας φαίνεται να ήταν εισπράκτορας του καπνικού φόρου – ο φόρος αυτός ρυθμιζόταν ανάλογα με τις καμινάδες που διέθετε κάθε σπίτι.
Άλλοι μελετητές αποδίδουν το όνομα στο πάντρεμα των λέξεων «καπνός» και «κάρα» (που σημαίνει κεφαλή), παραπέμποντας στην πυρπόληση του 1689 από τους Τούρκους, ενώ σε ιστορικά αρχεία απαντάται πολλές φορές το όνομα «Καμουχαρέα» από τα εργοστάσια υφασμάτων που υπήρχαν εκεί.
Αφού ξεπέρασε αρκετές φορές το ενδεχόμενο της κατεδάφισης, ο ναός παραχωρήθηκε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1931, ενώ τα επόμενα χρόνια υπήρξαν κάποιες αισθητικές παρεμβάσεις στο εσωτερικό του: απέκτησε ψηφιδωτή παράσταση από την Έλλη Βοΐλα, καθώς και θαυμάσιες αγιογραφίες από τον σπουδαίο Φώτη Κόντογλου.
Άγιος Δημήτριος Λουμπαρδιάρης στου Φιλοπάππου
Είναι διάσημος λόγω του θρύλου που κρύβει: ότι ο αγάς των Αθηνών Γιουσούφ σχεδίαζε να τον ανατινάξει με λουμπάρδα (δηλ. μεγάλο πυροβόλο) στις 25 Οκτωβρίου 1658, ανήμερα του εορτασμού του, αλλά μια ξαφνική καταιγίδα και ένας κεραυνός, τύπου παρέμβαση εξ ουρανού, ανέτρεψε τα σχέδιά του, τόσο που εκείνος κατέληξε νεκρός από την έκρηξη, μαζί με την οικογένεια και τους οικείους του.
Αλλά είναι μοναδικός κυρίως λόγω του Δημήτρη Πικιώνη, που ανέλαβε την αναστήλωση και ανάδειξη του οικοδομήματος το διάστημα 1954-1958. Έτσι, προέκυψε η σημερινή εικόνα του χώρου: ανεγέρθη ένα νέο μικρό κτίριο με ρόλο «αναπαυτηρίου», ενώ ο ναός απέκτησε νέα όψη με γεωμετρικά μοτίβα από κεραμικά και κομμάτια μαρμάρου. Το μεγάλο επίτευγμα ήταν η πλήρης αφομοίωση στο τοπίο.
Στον ναό του Αγίου Δημητρίου οδηγεί μέχρι σήμερα το μονοπάτι που κατασκεύασε ο σπουδαίος αρχιτέκτονας με τη χαρακτηριστική τεχνοτροπία της λιθόστρωσης που απαντάται –εάν προσέξετε– σε όλο το λόφο του Φιλοπάππου: ο Πικιώνης έστρωσε ένα patchwork, ένα «μωσαϊκό», χρησιμοποιώντας χαλάσματα από τις οικοδομές της πρωτεύουσας. Ήταν η φάση της βίαιης ανοικοδόμησης και τα μπάζα αφθονούσαν.
Πρόσφατα ανακοινώθηκε ότι ο χώρος πέρασε στη δικαιοδοσία του Δήμου Αθηναίων, αλλά δεν έχουν ξεκινήσει οι εργασίες αποκατάστασης. Ωστόσο, αξίζει μια βόλτα μέσα στο πυκνοφυτεμένο λόφο, που φυτεύτηκε με πρωτοβουλία της πριγκίπισσας Σοφίας.
Άγιος Ελευθέριος στη Μητρόπολη
Μόνο στα χείλη των μεγαλύτερων επιβιώνει πλέον η φράση «σαν τη Μητρόπολη με τον Άγιο Ελευθέριο», ως περιπαικτικό σχόλιο για δύο ανθρώπους (κατά βάση ζευγάρι) με μεγάλη διαφορά ύψους. Τέτοια διαφορά έχουν και οι δύο ναοί, με το μικρό παρεκκλήσι να στέκει παραγνωρισμένο, σε σχέση με τη δόξα που λαμβάνει ο μεγαλοπρεπής ναός της Μητρόπολης.
Αδίκως, όμως. Διότι ο μικρός σταυροειδής ναός χρονολογείται στα τέλη του 12ου αιώνα και το σημαντικότερο στοιχείο που τον διακρίνει είναι ότι το σώμα του αποτελείται ουσιαστικά από δεκάδες αρχαία και ρωμαϊκά ανάγλυφα: πρόκειται για κατάλοιπα μνημείων που προέρχονται από τον 6ο αιώνα π.Χ. Επάνω σε αυτά, οι βυζαντινοί λιθοξόοι χάραξαν χριστιανικά σύμβολα, ενώ εντυπωσιάζει η «ζωντανή» ζωφόρος που τον διατρέχει περιμετρικά.
Μέσα στα χρόνια έχει αλλάξει πολλές φορές όνομα, κινδύνευσε μάλιστα να κατεδαφιστεί για χάρη του μεγάλου μητροπολιτικού ναού.