credit: Alamy/Visualhellas.gr
ΠΟΛΗ

Ένα από τα σπουδαιότερα γλυπτά του 20ου αι. βρίσκεται στην πλατεία Βικτωρίας

Αποτυπώνει με ανατριχιαστική ένταση τη μάχη που έδωσε ο Θησέας με τον Κένταυρο για να σώσει την Ιπποδάμεια. Κάποτε, το έργο βρισκόταν στην πλατεία Συντάγματος και απορούμε γιατί μεταφέρθηκε.

Παραδόξως, σε αντίθεση με τη μυθολογία που έλεγε ότι ο ρωμαλέος Θησέας, διάδοχος του Αίαντα, ήταν ο βασιλιάς εκείνος που θεμελίωσε το μεγαλείο των Αθηνών και ένωσε όλη την Αττική σε μια ενιαία δύναμη, τα δημόσια γλυπτά τα οποία τον απεικονίζουν και τοποθετήθηκαν στις πλατείες της Αθήνας τις τελευταίες δεκαετίες έχουν επιφέρει το ακριβώς ανάποδο, διχάζοντας άλλοτε για τη θέση τους και άλλοτε για την τεχνοτροπία τους.

Να τα πιάσουμε ένα προς ένα.

Κατεξοχήν παράδειγμα αμφιλεγόμενου δημόσιου γλυπτού είναι το στρουμπουλό και μάλλον υπερβολικά μοντέρνο για τους αισθητήρες του μέσου νεοέλληνα γλυπτό που είχε δωρίσει στον Δήμο Αθηναίων ή παγκοσμίου φήμης εικαστικός Σοφία Βάρη (1940-2023) για την πλατεία Κοτζιά και παρά τις αντιδράσεις –και τη συζήτηση το 2011 να αντικατασταθεί από ένα μεγαλοπρεπές άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου– παραμένει στη θέση του, απέναντι από το δημαρχείο. Εάν σκύψεις στην επιγραφή, θα διακρίνεις εγχάρακτο το όνομα «Θησεύς», που είναι μάλλον κι ο μόνος τρόπος να διακρίνεις τον μυθικό ήρωα στην αφαιρετική μεν, απόλυτα ισορροπημένη δε, γεωμετρική σύνθεση.

Με εκ διαμέτρου αντίθετη καλλιτεχνική προσέγγιση απ’ το παραπάνω, το δεύτερο παράδειγμα Θησέα που κατοικεί σιωπηλά την πόλη είναι εκείνο από τον μεγάλο Τήνιο γλύπτη Γεώργιο Βιτάλη (1838-1901) που βρίσκεται στην πλατεία Θησείου, κοντά στον σταθμό του ΗΣΑΠ. Αυτή τη φορά, ο μυθικός ήρωας και βασιλιάς των Αθηναίων αποτυπώνεται κατά μίμηση των αρχαίων κλασικών προτύπων, με καλοπλασμένη φόρμα για να αποδίδει όλη την ομορφιά του γυμνασμένου σώματος («είναι αντιπροσωπευτικό του ιδιώματος του κλασικισμού», όπως αναφέρεται στον οδηγό της Ζέττας Αντωνοπούλου για τα γλυπτά της Αθήνας).

Όμως, και πάλι τα πράγματα δεν κύλησαν ομαλά: Το ορειχάλκινο αντίγραφο του επιφανούς γλύπτη είχε τοποθετηθεί αρχικά στην πλατεία Συντάγματος, με έναν «αυθαίρετο τρόπο» στον πεζόδρομο έναντι της Βουλής, όπως σχολιάζει η Ζ. Αντωνοπούλου στο βιβλίο της, με αποτέλεσμα ο πεζός ο οποίος διέσχιζε την πλατεία να αντίκριζε την πλάτη του(;). Τελικά, ο Θησέας του Γ. Βιτάλη αποσύρθηκε με παρέμβαση του Κοινοβουλίου (!) και επανατοποθετήθηκε στο σημείο όπου παραμένει μέχρι σήμερα στο Θησείο, απηχώντας καλύτερα ο αρχαιοελληνικό ιδεώδες με φόντο το μνημείο της Ακρόπολης.

Τρίτη και τελευταία περίπτωση δημόσιου αγάλματος με τον Θησέα στους δρόμους του κέντρου είναι η συγκλονιστική σύνθεση που δεσπόζει στην πλατεία Βικτωρίας – η σύνθεση Θησεύς σώζων την Ιπποδάμειαν. Ούτε αυτό το γλυπτό βέβαια γλίτωσε τη μοίρα της ταλαιπωρίας που στοιχειώνει το όνομα, αφού λίγοι γνωρίζουν πως αρχικά ήταν τοποθετημένο στην καρδιά της πόλης, στην πλατεία Συντάγματος, στη θέση όπου σήμερα βρίσκεται το συντριβάνι. Και μια δεκαετία αργότερα από τη δωρεά του, το 1937, μεταφέρθηκε στην πλατεία Βικτωρίας (τότε πλ. Κυριακού), ευτυχώς χωρίς να αντιμετωπίσει πικρόχολη κριτική.

«Ένα σπάνιο έργο με μέγιστη καλλιτεχνική αξία»

Σε τραβάει από μακριά να το παρατηρήσεις. Επάνω στη μαρμάρινη βάση, εκτυλίσσεται η μάχη του Θησέα στην προσπάθειά του να σώσει την Ιπποδάμεια από τον κένταυρο Ευριτίονια. Το ένα σώμα πετάγεται μέσα από το άλλο, με τον κένταυρο σηκωμένο στα δύο πόδια, έτοιμο να χτυπήσει με την πέτρα την οποία κρατάει στο χέρι, και τον Θησέα να κρατάει με το ένα χέρι το κεφάλι και με το άλλο το πόδι του κενταύρου, σε μια στιγμή κορύφωσης της μυθικής αυτής μάχης που συνέβη στον γάμο του βασιλιά των Λαπιθών

Εντυπωσιάζει η ένταση όσο και η καλά μελετημένη αρμονία του επιβλητικού έργου που φτάνει τα 3,5 μ. ύψους.

Είναι φιλοτεχνημένο (σύμφωνα με την επιγραφή, το 1906) απ’ τον Γερμανό γλύπτη Johannes Pfuhl (1846-1914) και κατασκευάστηκε με γαλβανοπλαστική μέθοδο σε εργοστάσιο της Γερμανίας, ενώ με βάση αναφορά στο περιοδικό Πινακοθήκη, το χάλκινο σύμπλεγμα είχε εγκατασταθεί πρώτα σε πλατεία στο Μόναχο. Αργότερα (πιθανότατα μέσω αγοράς από τον Δήμο Αθηναίων και όχι μέσω δωρεάς, όπως θεωρούταν για χρόνια), το έργο μεταφέρθηκε στην πόλη μας, αποτελώντας σήμερα το μοναδικό γλυπτό με τη συγκεκριμένη μέθοδο κατασκευής (γαλβανοπλαστική) στην Αθήνα. Μοναδικό είναι και από την άποψη του μεγέθους.

«Η επιστημονική του αξία και η αισθητική-καλλιτεχνική του αξία είναι αναμφισβήτητες», αναφέρει στο σχετικό λήμμα ο οδηγός της Ζ. Αντωνοπούλου, με παραπομπή σε κείμενο του επιφανούς αρχαιολόγου και για χρόνια διευθυντή διάφορων αρχαιολογικών μουσείων Αλέξανδρου Φιλαδελφέα.