ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Ένα πρωινό στην πρότυπη αναδάσωση του Εθνικού Δρυμού Σουνίου

Το 2021, ένα δεύτερο κύμα πυρκαγιάς πέρασε πάνω από τα εδάφη της Λαυρεωτικής, απενεργοποιώντας μέρος του εθνικού δρυμού. Τώρα, μέσα από το υποδειγματικό πρόγραμμα αναδάσωσης της WWF, οι λόφοι αποκτούν ξανά ζωή.

«Το βλέπεις εκείνο το πευκάκι; – είναι από τα λίγα που γλίτωσαν απ’ τη δεύτερη πυρκαγιά», μου λέει ο Άρης, τεντώνοντας το χέρι προς τη γυμνή πλαγιά στο βάθος. Ο βοριάς ξυρίζει, όσο ανεβαίνουμε. Ακολουθούμε πεζή, με την ομάδα της WWF, τον χωματόδρομο που οδηγεί στο ύψωμα πάνω από το χωριό του Αγίου Κωνσταντίνου στο Λαύριο, μέσα στον Εθνικό Δρυμό Σουνίου, και τριγύρω η εικόνα προκαλεί ένα ελαφρύ μούδιασμα, άμα σκεφτείς ότι κάποτε ήταν καταπράσινη από πυκνά πεύκα.

Από το συγκεκριμένο σημείο της Λαυρεωτικής πέρασαν επάλληλα δύο πυρκαγιές, με διαφορά δεκαετίας περίπου: η πρόσφατη συνέβη το τραγικό έτος 2021 (με τα πολλά μέτωπα σε όλη τη χώρα) και η προηγούμενη ήταν το καλοκαίρι του 2012, όταν η φωτιά φούντωσε, «έφτασε μέχρι τη θάλασσα», όπως θυμάται με αμείωτη καθαρότητα ο Γιώργος Μαχαίρας από το δασαρχείο Λαυρίου, και έκαψε έκταση 35.000 στρεμμάτων, από τα οποία τα 20.000 ήταν εντός των ορίων των προστατευόμενων περιοχών.

Αυτή η αλληλουχία κατέστησε αδύνατη τη φυσική αναγέννηση του δάσους.

Διότι, όπως θα μου εξηγήσει αργότερα ο Νίκος Γεωργιάδης, υπεύθυνος δασικής διαχείρισης της WWF Ελλάς, «τα μεσογειακά δάση χαμηλού υψομέτρου έχουν μαγικούς μηχανισμούς αποκατάστασης και ειδικά η πεύκη: τα κουκουνάρια όταν ξεσπάσει η φωτιά κλείνουν, καίγονται εξωτερικά και όταν πέσει η θερμοκρασία ανοίγουν, όπως ανοίγουν τα τριαντάφυλλα, και αφήνουν καρπούς – με αυτόν τον τρόπο αναγεννιώντα τα γέρικα δάση». Αλλά στην προκειμένη περίπτωση, τα νεογέννητα πεύκα από την πρώτη πυρκαγιά, δεν είχαν προφτάσει το στάδιο ωρίμανσης των κώνων, άρα δεν έδωσαν σπόρους για επόμενη φουρνιά, όταν κάηκαν.


Το δάσος απενεργοποιήθηκε και πέρα από τη γενική συνέπεια στο ποσοστό πρασίνου της Αττικής, είχε και τη συνέπεια της διάβρωσης του εδάφους και της απορροής των νερών, συγκεκριμένα για τον οικισμό που βρίσκεται από κάτω. Για όλους αυτούς τους λόγους, λοιπόν, που πλαισιώνονται από ειδική μελέτη της ΜΚΟ για τη στρατηγική διαχείριση των εκτάσεων προς αναδάσωση, έχοντας πρώτα χαρτογραφήσει τα καμένα δάση του 2021 σε όλη τη χώρα με τρόπο υποδειγματικό, η ομάδα οδηγήθηκε σε αυτό το μέρος τον περασμένο Νοέμβριο.

Σήμερα, έχει ολοκληρωθεί η πρώτη φάση του έργου. Πρόκειται για ένα πρόγραμμα που πρωτογενώς αφορά 200 στρέμματα εντός του εθνικού δρυμού από το σύνολο των 700 της διπλοκαμένης έκτασης, αλλά έχουν μελετηθεί 400 (και εκκρεμεί αίτημα για επέκταση του έργου), ενώ το κομμάτι που απομένει είτε έχει διαπιστωθεί πως διατηρεί συστάδα από μητρικά, άρα θα αναγεννηθεί μόνο του, είτε είναι απότομης κλίσης με λιγοστό χώμα. «Τίποτα από αυτά δεν έχει φυτευτεί τυχαία», απαντά ο Νίκος Γεωργιάδης, ξεκινώντας να εξηγήσει γιατί το μοντέλο που εφάρμοσαν αποτελεί μια πρότυπη αναδάσωση.

Τι σημαίνει «πρότυπη αναδάσωση»


Μέσα στις λακκούβες, ένα έμπειρο μάτι θα ξεχώριζε μικρές βελανιδιές, χαρουπιές, μερικά πευκάκια, πικροδάφνες. Στο σύνολο φυτεύτηκαν 15.000 άτομα, με τη βοήθεια εκπαιδευμένων εθελοντών και σύμφωνα με μελέτη αναδάσωσης που εκπόνησε το δασαρχείο Λαυρίου, σε συνεργασία με επιστήμονες από το Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων. Στις εργασίες παρούσα ήταν και η Εφορεία Αρχαιοτήτων Ανατολικής Αττικής, καθότι η περιοχή είναι αδόμητη απολύτου προστασίας, κηρυγμένη ως αρχαιολογικός χώρος.

«Επιλέχθηκε ένας ευρύς κατάλογος φυτών, με καλή ποσόστωση πλατύφυλλων (70% και το υπόλοιπο 30% κωνοφόρα), που αυξάνει τη βιοποικιλότητα, όσο και τις αισθητικές αλλά και προστατευτικές λειτουργίες του δάσους», εξηγεί ο ίδιος για να θυμίσει ότι τα πλατύφυλλα διαθέτουν μηχανισμό αναγέννησης στο κέντρο του κορμού και ξαναπετάνε.

«Ουσιαστικά, κινηθήκαμε μιμούμενοι τη φύση». Το ενδιαφέρον είναι ότι τα παλιά χρόνια ευδοκιμούσαν πλατύφυλλα στο σημείο αυτό, όχι πεύκα. Το πυκνά κωνοειδή, ένα μέρος των οποίων επιβιώνει κοντά στο χωριό, ήταν «προϊόν» του 19ου-20ου αιώνα, όπως αναφέρουν μαρτυρίες Λαυριωτών, ύστερα από μια γαλλική εταιρεία που είχε αναλάβει τα λατομεία και για να βρει παλιές στοές με μεταλλεύματα έκανε ελεγχόμενες καύσεις. Ώσπου οι λόφοι αποψιλώθηκαν και σταδιακά το είδος της Χαλεπίου Πεύκης, που είναι γενικά το αποδοτικότερο στο κλίμα του Λεκανοπεδίου, κυριάρχησε.


Ακόμη και μια τέτοια λεπτομέρεια έχε σημασία, όταν εξετάζεις μια περιοχή προς αναδάσωση. Αυξάνεις τις πιθανότητες επιτυχίας. «Δεν υπάρχει πανάκεια λύση, καλείσαι κάθε φορά να εξετάσεις το μικροκλίμα της περιοχής, ακόμη και ξεχωριστές ζώνες μέσα στην ίδια περιοχή», μου λέει ο ερευνητής Γιώργος Μάντακας από το ΙΜΔΟ.

Πέρα από τη μελέτη για το σχέδιο φύτευσης, στο πλαίσιο της αποκατάστασης της WWF, ενεργοποιήθηκε και ένα πειραματικό πρόγραμμα από το Ινστιτούτο, για να διερευνηθεί ποιες είναι οι αποδοτικότερες μέθοδοι στην περιοχή, όσον αφορά το βάθος φύτευσης, το πρόγραμμα ποτίσματος κ.ά. Πρόκειται για 2.000 δενδρύλλια και σπορές που τεστάρονται με διαφορετικές μεθόδους, δηλαδή.

«Ελπίζουμε να μας οδηγήσει σε συμπεράσματα για την αύξηση της βιωσιμότητας των φυτών, αλλά και τη μείωση του κόστους, διότι το πιο δαπανηρό στις αναδασώσεις είναι το πρόγραμμα ποτίσματος στη φάση της συντήρησης», μεταφέρει ο ίδιος. Εκτός αυτών, τα συμπεράσματα ενδεχομένως δρομολογήσουν και παρεμβάσεις στα δύσβατα στρέμματα της περιοχής, που αναφέραμε προηγουμένως.

Ποιο είναι το πρόβλημα με τις αναδασώσεις στην Ελλάδα


Τα τελευταία χρόνια έχουν αυξηθεί οι ρυθμοί αναδασώσεων στη χώρα, αλλά το ερώτημα είναι πόσες από αυτές αποδίδουν τελικά. Είναι παρεμβάσεις στο πλαίσιο στρατηγικής αποκατάστασης ή επικοινωνιακά πυροτεχνήματα που εξαντλούνται μετά το πέρας της φύτευσης, αφήνοντας πίσω νεαρά δενδρύλλια με χαμηλό προσδόκιμο επιβίωσης; Διότι το αποτέλεσμα μιας τέτοιας παρέμβασης κρίνεται σε βάθος τριετίας.

«Δυστυχώς, παρατηρούνται σοβαρά λάθη, κυρίως από κωλυσιεργία στην έγκριση των προγραμμάτων», αναφέρει ο ομότιμος ερευνητής Γιώργος Καρέτσος από το ΙΜΔΟ, «ενώ η ενδεδειγμένη περίοδος αναδάσωσης είναι τον χειμώνα, μεταξύ Οκτωβρίου και Μαρτίου, τα προγράμματα αργούν να λάβουν έγκριση χρηματοδότησης και μέχρι να εγκατασταθεί ο εργολάβος για τη φάση της φύτευσης έχει φτάσει άνοιξη, χάνοντας την πολύτιμη βοήθεια των βροχών». Έτσι, η ανομβρία και ο καυτός, εξαντλητικός ήλιος της θερινής περιόδου αποδεκατίζουν ξανά τις εκτάσεις.

Το βασικό ζήτημα και πάλι είναι το νερό. Το επιβεβαιώνουν και οι ενδελεχείς οδηγίες που οφείλουν κανονικά να ακολουθούν εργολάβοι και εθελοντές κατά τη διαδικασία της φύτευσης (σε αντίθεση με τα fast-track πασαλείμματα πολλών αναδασώσεων): σε ξηροθερμικά κλίματα, όπως αυτό της Λαυρεωτικής, για να βοηθήσεις τα φυτά να προσαρμοστούν και να αντέξουν, πρέπει οι λάκκοι να είναι βαθιοί, καλά διαμορφωμένοι, με ανάχωμα κόντρα στο ανάγλυφο της περιοχής (υψώνεις ένα μικρό φράγμα στην κατηφόρα), αξιοποιώντας όποιες τυχόν μικροροές. Δεν είναι παίρνω μια τσάπα και σκάβω αυθαίρετα.

«Το να διαμορφώσεις τον λάκκο είναι ίσως ακόμη πιο σημαντικό από την ίδια τη φύτευση», υπογραμμίζει ο υπεύθυνος δασικής διαχείρισης της WWF, «εκεί έγκειται το πρόβλημα με τους εθελοντές, που ανεξάρτητα από το πόσο καλή πρόθεση έχουν, πρέπει να εκπαιδευτούν πριν αναλάβουν δράση». Για το έργο στον Εθνικό Δρυμό Σουνίου, το δίμηνο Νοεμβρίου-Δεκεμβρίου συνέβαλαν περισσότεροι από 300 εθελοντές σε δράσεις σποροσυλλογής και αναδάσωσης, πάντα με επιστασία του προσωπικού της οργάνωσης. «Βασίζεσαι στο βρόχινο νερό, στόχος είναι να κρατηθεί στα βαθύτερα στρώματα».

Αλλά δεν είναι μόνο η προχειρότητα και οι καθυστερήσεις το πρόβλημα. «Οι αναδασώσεις έχουν περιοριστεί γιατί δεν υπάρχουν φυτά», μου λέει ο Γιώργος Μάντακας. «Με την υποστελέχωση και την υποχρηματοδότηση των Δασικών Υπηρεσιών, τα δασικά φυτώρια πάσχουν: από τα 53 που υπήρχαν πιο παλιά, ζήτημα είναι να λειτουργούν πλέον τα 10, με αποτέλεσμα να πάσχει και η συλλογή-ανάπτυξη του φυτευτικού υλικού». Διότι αυτό απαιτεί κανονικά κυκλική διαδικασία (συλλογή-διαλογή-προφύτευση-ανάπτυξη), ώστε να είναι πάντα έτοιμα δενδρύλλια τριών ετών για αναδάσωση.

Προς ένα νέο μοντέλο αναδασώσεων


Με βάση το ετήσιο αρχείο συμβάντων του Πυροσβεστικού Σώματος Ελλάδος και τα δεδομένα του European Forest Fire Information System, το σύνολο των καμένων δασικών εκτάσεων για τη χρονική περίοδο 2000-2021 ξεπερνάει τα 930.000 εκτάρια, με ιδιαίτερα καταστροφικές χρονιές εκείνες του 2000, 2007 και 2021.

«Νομίζω πως ειδικά το 2021 ήταν μια χρονιά-καμπή για το φαινόμενο των πυρκαγιών, αλλάζοντας γενικά τη νοοτροπία για το πώς βλέπουμε την ανάγκη αποκαταστάσεων», παρατηρεί η Δρ. Παναγιώτα Μαραγκού, υπεύθυνη Περιβαλλοντικού Προγράμματος WWF. «Η ιδέα ότι μπορεί να περάσει καλοκαίρι με μηδενικά κρούσματα πυρκαγιών έχει εξανεμιστεί πιά: οι πυρκαγιές είναι εδώ και καλούμαστε να βρούμε αποτελεσματικές απαντήσεις. Το παράδειγμα που εφαρμόζουμε στον Εθνικό Δρυμό Σουνίου είναι η δική μας προσπάθεια να φτιάξουμε ένα δάσος, ανθεκτικό στην κλιματική κρίση, και με βάση ερευνητικά πορίσματα».

Το πρόγραμμα αποκατάστασης της περιοχής θα συνεχιστεί τώρα την άνοιξη, με ξεβοτάνισμα, συντήρηση λάκκων κοκ, ενώ κατά τους μήνες του καλοκαιριού πρέπει να είναι η ομάδα σε ετοιμότητα για πότισμα κάθε 15 άνυδρες ημέρες, αλλιώς η προσπάθεια κινδυνεύει να πάει στράφι. Ταυτόχρονα, τα πειραματικά τεστ από το πρόγραμμα του Ινστιτούτου θα παραμένουν σε εξέλιξη, έχοντας δώσει τα πρώτα πορίσματα.

Exit mobile version