© Hulton Archive/Getty Images/Ideal Image
ΠΟΛΗ

Η ιστορία πίσω από το Καλλιμάρμαρο, το στάδιο που όλοι νομίζουν ότι είναι αρχαίο

Προτού ανασκευαστεί για την αναβίωση των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων, το εμβληματικό Παναθηναϊκό Στάδιο είχε απαξιωθεί, λιθολογηθεί και συνδεθεί με δεισιδαιμονίες. Αυτή είναι η ιστορία του.

«Ένα βουνίσιο χωμάτινο πέταλο γεμάτο απ’ αγριόχορτα, βοσκή για τις κατσίκες, με καμιά δεκαριά μισοσπασμένα μαρμάρινα αρχαία σκαλοπάτια, αρχαία [κατάλοιπα] σκορπισμένα σ’ όλη του την έκταση». Έτσι θυμάται το Παναθηναϊκό Στάδιο απ’ την παιδική του ηλικία ο εκδότης Κώστας Ελευθερουδάκης, όπως περιγράφει σε τεύχος του περιοδικού Νέα Εστία, εστιάζοντας στην τρομερή αλλαγή που αντίκρισε χρόνια αργότερα, επιστρέφοντας στην πόλη για το λαμπρό γεγονός της αναβίωσης των Ολυμπιακών Αγώνων το 1896.

«Όταν επέστρεψα στην πατρίδα με μια συντροφιά άλλων νέων Ελλήνων σπουδαστών […], με κατάπληξη αντίκρισα στη θέση του ερειπωμένου που γνώριζα Σταδίου, ένα Στάδιο νέο, που στους κάτασπρους μαρμάρινους κόλπου του δεχόταν τα Ελληνόπουλα της νέας γενιάς».

Για το αναστηλωμένο Στάδιο που προοριζόταν να αποτελέσει το παγκόσμιο σύμβολο για την επανεκκίνηση των Αγώνων αλλά και για μια «νέα Αθήνα», ως επάξια διάδοχος της αρχαίας κληρονομιάς, αναφέρεται ότι εργάζονταν επί μήνες, νυχθημερόν, περί τους 550 εργάτες, προσπαθώντας να ανταπεξέλθουν στα στενά χρονικά πλαίσια, αλλά και στις σκληρές συνθήκες ενός πρωτοφανούς έντονου χειμώνα.

Τελικά, χρειάστηκε να επιστρατευτούν και λύσεις έκτακτης ανάγκης, όπως ήταν το βάψιμο των επάνω κερκίδων με λευκό χρώμα, μιας και η μαρμάρινη επένδυση ήταν ανέφικτο να έχει ολοκληρωθεί μέχρι την τελετή έναρξης, όταν περίπου 80.000 κατέκλυσαν το νέο τοπόσημο της πόλης που αριθμούσε τότε 128.000 κατοίκους.

Με άλλα λόγια, ούτε κατά τη λαμπρή έναρξη των πρώτων σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων, στο τέλος του 19ου αι., το Παναθηναϊκό Στάδιο δεν είχε κατά 100% την εικόνα που σήμερα φωτογραφίζουν οι τουρίστες της πόλης, θεωρώντας πως το μνημείο ανάγεται στα αρχαία χρόνια και τους «γυμνικούς αγώνες». Άλλωστε, θα ήταν αδύνατο να μην έχει διαβρωθεί από τις κλιματικές συνθήκες.

Πρόκειται για αναστήλωση με λευκό πεντελικό μάρμαρο κατά μίμηση του αρχαίου μνημείου σε σχέδια του Αναστάσιου Μεταξά, ενώ μάλιστα προκάλεσε μεγάλο πονοκέφαλο στην πολιτικά ταραγμένη τότε Ελλάδα για τον εξεύρεση των αναγκαίων πόρων.

Αλλά να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

Το αρχαίο Παναθηναϊκό Στάδιο και οι δεισιδαιμονίες

DCIM101MEDIADJI_0037.JPG / © iStock
DCIM101MEDIADJI_0037.JPG

Η κατασκευή του σταδίου υπαγορεύτηκε καταρχήν απ’ τη μορφολογία του γεωγραφικού σημείου. Όπως διαβάζουμε στον ιστορικό οδηγό των Θανάση Γιοχάλα και Τόνιας Καφετζάκη, ο χώρος εκεί «ήταν ένα φυσικό κοίλωμα στον Λόφο του Αρδηττού», έξω από τα τείχη της πόλης, «σε μια ειδυλλιακή τοποθεσία, στις όχθες του Ιλισσού».

Το μεγάλο οικόπεδο ανήκε σε ιδιώτη, τον Δεινία, ο οποίος δέχθηκε με ευχαρίστηση να το παραχωρήσει προς ανέγερση του σταδίου, έπειτα από πρωτοβουλία του άρχοντα Λυκούργου το 330-329 π.Χ. Μέχρι τότε, οι αθλητικοί αγώνες διεξάγονταν στον χώρο της Αγοράς. Το νέο πεταλόσχημο στάδιο που αποκαλύφθηκε έπειτα από τις χωματουργικές εργασίες δίπλα στον Ιλισό, ήταν χωμάτινο και οι θεατές κάθονταν στο έδαφος, πέραν των πρώτων σειρών που διέθεταν ξύλινα καθίσματα αλλά απευθύνονταν αποκλειστικά στους άρχοντες και τους ιερείς. Όπως μαρτυρά το όνομά του, αφορούσε στα Παναθήναια, τη μεγαλύτερη γιορτή της πόλης, που τελούνταν κάθε τέσσερα χρόνια στο όνομα της προστάτιδας θεάς της.

Τη λαμπρή μαρμάρινη εικόνα που σήμερα απολαμβάνουμε απέκτησε μερικούς αιώνες αργότερα, επί Ηρώδη Αττικού (και με βάση τα ευρήματα εκείνης της φάσης του Σταδίου έγινε η ανακατασκευή στα τέλη του 19ου αι.). Την περίοδο 139-144 μ.Χ. ολοκληρώθηκαν οι εργασίες αισθητικής και λειτουργικής αναβάθμισης, έτσι που πλέον χωρούσε περίπου 50.000 θεατές, όχι σε ξύλινα εδώλια ή χωμάτινα πρανή, αλλά σε κατάλευκες μαρμάρινες σειρές.

Μάλιστα, στο κέντρο της σφενδόνης, διαμορφώθηκε μια σειρά από πολυτελή καθίσματα για τους επίσημους καλεσμένους, ενώ στην ανατολική πλευρά δημιουργήθηκε υπόγεια δίοδος για το πίσω μέρος του Σταδίου, δίοδος που σήμερα είναι γνωστή ως «Τρύπα της Μοίρας».

Όπως συνέβη σε όλα τα μεγαλοπρεπή αρχαία στάδια επί ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, σταδιακά οι αγώνες αντικαθίστανται από τις θηριομαχίες. Ακόμη πιο μετά, με την επικράτηση του χριστιανισμού, το αμαυρωμένο στάδιο εγκαταλείπεται και τους επόμενους αιώνες ερειπώνεται, ώσπου τελικά λιθολογείται και τα μάρμαρά του μετατρέπονται σε οικοδομικό υλικό για την ανέγερση κτιρίων.

Τη φθίνουσα πορεία που ακολούθησε το άλλοτε ένδοξο Παναθηναϊκό Στάδιο επιβεβαιώνουν και οι διάφορες δοξασίες που διαδίδονταν για πολλούς αιώνες, ότι «εκεί κατοικούσαν οι μοίρες» και «γίνονταν μαντολόγια», όπως επιβεβαιώνεται και στο έργο Η μαγική τοπιογραφία των Αθηνών του Βαγγέλη Ζήση.

Η ιδέα και το έργο της αποκατάστασης

© Stapleton Collection/Corbis via Getty Images/Ideal Image

Όταν το έτος 1894, εν μέσω πολιτικής κρίσης και οικονομικών δυσχερειών για τη χώρα, αποφασίστηκε η τέλεση των πρώτων σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα, η Επιτροπή Ολυμπιακών Αγώνων προγραμμάτισε την αναμαρμάρωση του αρχαίου Σταδίου. Η πρωτεύουσα δεν διέθετε στάδιο, ενώ ήταν γνωστή η ύπαρξη του μνημειώδους Παναθηναϊκού Σταδίου από τις πρώτες δεκαετίες της ανεξαρτησίας.

Μάλιστα, το 1858 ο αρχιτέκτονας Ernst Ziller είχε αγοράσει το οικόπεδο και προχώρησε σε ανασκαφικές εργασίες, διαπιστώνοντας για πρώτη φορά με βεβαιότητα το μέγεθος του αρχαίου σταδίου. Η ιδιοκτησία πέρασε στο Δημόσιο το 1870.

Ωστόσο, δεν υπήρξε η ευκαιρία για την πολυδάπανη αποκατάσταση. Για την ακρίβεια, η υπόθεση της ανακατασκευής του Σταδίου ήταν η κορυφή του παγόβουνου, που ονομάζονταν Ολυμπιακοί Αγώνες για την Αθήνα στα τέλη του 19ου αι. Το θέμα είχε λάβει διαστάσεις έντονης πολιτικής αντιπαράθεσης ανάμεσα στον Τρικούπη και τον Δηλιγιάννη, με τον πρώτο να επιμένει πως δεν υπάρχει η δυνατότητα διοργάνωσης Αγώνων και τον δεύτερο να τάσσεται πανηγυρικά υπέρμαχος. Αλλά ακόμη και μετά την επικράτηση του Δηλιγιάννη στις εκλογές του 1895, η εξεύρεση πόρων για τη μεταφόρτωση της φτωχής και πρόσφατα χρεοκοπημένης πρωτεύουσας αποδείχθηκε πολύ δύσκολη υπόθεση.

Και αυτό γιατί το μεγάλο οικονομικό «αποκούμπι» της περιόδου, η περιουσία του ευεργέτη Ευάγγελου Ζάππα βρέθηκε να κατάσχεται, έπειτα από έναν κυκεώνα εξελίξεων με το ρουμανικό κράτος. Τη λύση, τόσο για το Παναθηναϊκό Στάδιο όσο και άλλα μεγάλα κατασκευαστικά έργα εν όψει των Αγώνων, έδωσε τελικά ένας άλλος διάσημος εθνικός ευεργέτης, του οποίου ο μαρμάρινος ανδριάντας κοσμεί μέχρι σήμερα το Παναθηναϊκό Στάδιο (αρχικά βρισκόταν στην είσοδο, ενώ τώρα είναι τοποθετημένος απέναντι από το γυμναστήριο): ο Γεώργιος Αβέρωφ.

Όπως αναφέραμε, η αποκατάσταση κατά μίμηση του αρχαίου ολοκληρώθηκε σε σχέδια του Αναστάσιου Μεταξά, χωρίς καθόλου προσθήκες, παρότι είχε σχεδιάσει και ένα κτίριο εκθέσεων για να χρησίμευε ως γλυπτοθήκη. Να αναφέρουμε ότι και μερικά χρόνια αργότερα, το 1959, είχε υπάρξει η πρόταση για επέκταση του Σταδίου, γεγονός το οποίο όμως θα αλλοίωνε τη μορφή του και θα καταπατούν μέρος του λόφου του Αρδηττού, με πλήθος αντιδράσεων να εγείρονται και τελικά να μην υλοποιείται καμία παρέμβαση στο μνημείο, που είχε γίνει πλέον παγκοσμίως γνωστό.