© Studio Kominis
ΡΕΠΟΡΤΑΖ

Μια στάση στο διαδραστικό μουσείο της Φωκίωνος Νέγρη

Σε μια αίθουσα μέσα στη Δημοτική Αγορά Κυψέλης παρουσιάζεται ιστορικό και προφορικό υλικό για να γυρίσεις τον χρόνο πίσω, τότε που οι αστοί της περιοχής γέμιζαν τα καλάθια τους με πρώτης ποιότητας προϊόντα από τους πάγκους στο κτίριο.

Τι κάνει την Κυψέλη να ξεχωρίζει μέχρι σήμερα, μέσα σε ένα αστικό κέντρο το οποίο μεταλλάσσεται σε κάτι όλο και πιο αφιλόξενο, επαναλαμβανόμενο και προσανατολισμένο στην τουριστική εκμετάλλευση;

«Η Κυψέλη διατηρεί ακόμη τα στοιχεία της γειτονιάς, είναι σαν ένα χωριό χωρίς τα κακά του χωριού», ακούω να απαντάει ο Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης, όταν φοράω τα ακουστικά. Στη μικρή οθόνη προβάλλεται η συνέντευξη του γνωστού μεταφραστή και λογοτέχνη από την Κυψέλη, όσο εκείνος ανατρέχει με τρυφερά λόγια στο παρελθόν της Φωκίωνος Νέγρη, στις αξέχαστες εποχές του Quinta και της σινεφίλ άνθισης («η Τσινετσιτά της Αθήνας»).

Ανάμεσα στα πολλά, ξεπροβάλλει αναλλοίωτη στο νου του η εφηβική ανάμνηση των καταστηματαρχών της Αγοράς, ένα ξημέρωμα, να στέκονται γύρω από βαρέλια αναμμένα με φωτιά για να ζεσταθούν.

Ως συνήθως, η πραγματικότητα απέχει από την ωραιοποιημένη εκδοχή που επιλέγουμε να αποδίδουμε ακόμη και στο κοντινό παρελθόν μας. Όπως θα διαβάσουμε σε επόμενο σημείο, ανοίγοντας ένα από τα κάθετα πάνελ που έχουν μορφή συρταριού στην έκθεση, «οι συνθήκες εργασίας [στη Δημοτική Αγορά Κυψέλης] ήταν δύσκολες τον χειμώνα, καθώς η Αγορά, αν και στεγασμένη, παρέμενε ανοιχτή». Η φωτογραφία με τους κρεοπώλες της δεκαετίας του 1950 μεταφέρει το κλίμα σε σέπια χρώματα.


Βρισκόμαστε μέσα στη Δημοτική Αγορά Κυψέλης, στη λευκή αίθουσα όπου σε μόνιμη βάση εκτίθεται ιστορικό υλικό σχετικά με την περιοχή της Κυψέλης και το δυναμικό τοπόσημο της Φωκίωνος Νέγρη. Πρόκειται για μια πρωτοβουλία που υλοποιήθηκε με την ανάληψη της διαχείρισης της χρήσης του κτιρίου από τον Δήμο Αθηναίων και την Τεχνόπολη, ανοίγοντας για το κοινό μετά την ανακαίνιση του 2023.

Χαρακτηρίζεται ως έκθεση (με τίτλο «Φωνές, Ιστορίες, Άνθρωποι»), αλλά στην ουσία είναι ένα μικρό διαδραστικό μουσείο, το οποίο σχεδιάστηκε με σύγχρονη φιλοσοφία και έξυπνες τεχνικές λύσεις προκειμένου να αξιοποιηθεί ο χώρος στο μέγιστο δυνατόν (αρχιτεκτόνισσες: Ερατώ Κουτσουδάκη-Γερολύμπου και Δέσποινα Φαρίδου). Την επιμέλεια της έκθεσης είχε αναλάβει ομάδα του Βιομηχανικού Μουσείου Φωταερίου.

Ειδικά τα Σαββατοκύριακα που γεμίζει κόσμο το κτίριο, νέοι επισκέπτες επιχειρούν μια στάση γνωριμίας στην αίθουσα δίπλα στην είσοδο, τις περισσότερες φορές παρακινούμενοι από απλή απορία. Άλλοι μικροί, άλλοι μεγάλοι, οικογένειες είτε νέοι με ένα ποτό στο χέρι από τα διπλανά pop up μπαρ. Εξάλλου, οι πόρτες είναι μόνιμα ανοιχτές και δε ζητείται εισιτήριο.


Με δύο λόγια (και λίγη φαντασία), θα παρομοιάζαμε την εμπειρία σαν ένα βιβλίο με αναδυόμενα πανοράματα, από εκείνα που ανοίγαμε μικροί και νιώθαμε ένα μείγμα έκπληξης και θαυμασμού.

Μεγάλο μέρος της έκθεσης το ανακαλύπτεις προοδευτικά, ανοίγοντας τα εντοιχισμένα (κάθετα ή οριζόντια) συρτάρια, είτε πατώντας κουμπιά για να ακούσεις αφηγήσεις από κατοίκους, μαθητές και καταστηματάρχες. Το σώμα ενεργοποιείται, παράλληλα και το μυαλό, ενώ το ένα κεφάλαιο διαδέχεται το άλλο προτού το καταλάβεις – από την Κυψέλη που κάποτε λεγόταν Γυψέλη (πιθανόν λόγω της παρουσίας γυπών), στο ορμητικό ρέμα Λεβίδη που μετατράπηκε σε «πράσινη λεωφόρο» τη δεκαετία του 1930 και έτσι γεννήθηκε η Φωκίωνος Νέγρη, μέχρι το ίδιο το κτίριο όπου βρίσκεσαι εκείνη την ώρα και αποτελεί το μοναδικό του είδους των δημοτικών αγορών που επιβιώνει από την εποχή του Μεσοπολέμου.

Για την ακρίβεια, η Δημοτική Αγορά Κυψέλης εγκαινιάστηκε το 1937, στις 4 Αυγούστου, στο πλαίσιο εορτασμού ενός έτους διακυβέρνησης του Ι. Μεταξά. Κατά τη διάρκεια αυτού του έτους, μάλιστα, είχε δοθεί οδηγία να στραφεί η αισθητική της κατασκευής του προς «ελληνικότερον ύφος», ενώ η ιδέα και ο αρχικός σχεδιασμός της ανέγερσης ανήκει στο επιτελείο του προηγούμενου δημάρχου Κώστα Κοτζιά. Η Συνοικιακή Αγορά Κυψέλης, όπως λεγόταν αρχικά, ήταν μια από τις έντεκα αγορές που είχε αποφασιστεί να οικοδομηθούν πανελλαδικά, προς αποσυμφόρηση της Βαρβακείου.

Τοπογραφικά σχέδια και άλλα ντοκουμέντα όπως αποκόμματα εφημερίδων από εκείνες τις δεκαετίες μεταφέρουν τη γενική εικόνα μιας πρωτεύουσας που προσπαθεί να βρει τα βήματά της και να καλύψει τις ανάγκες της μετά τον πόλεμο.


Το υλικό φωτίζει περισσότερο την περίοδο λειτουργίας του κτιρίου ως αγοράς, όταν τροφοδοτούσε με τρόφιμα «υψηλής ποιότητας» τους κατά βάση αστούς της Κυψέλης. Αυτό εξασθένησε τη δεκαετία του ’90, με τα σούπερ μάρκετ να κερδίζουν ολοένα μεγαλύτερο κομμάτι της αγοραστικής πίτας, ώσπου φτάνει το έτος 2003 και η Δημοτική Αγορά Κυψέλης κατεβάζει ρολά.

Μικρή είναι βέβαια η αναφορά που περιλαμβάνεται στην έκθεση για το μετέπειτα διάστημα της επανενεργοποίησης του κτιρίου από την Ανοιχτή Συνέλευση της Πρωτοβουλίας Κατοίκων, με το μοντέλο της αυτοδιαχείρισης, μια περίοδο κομβική για τις ζυμώσεις και το αίσθημα αλληλεγγύης στην περιοχή.

***ΙΝΦΟ

Δημοτική Αγορά Κυψέλης: Φωνές | Ιστορίες | Άνθρωποι
Γενική εποπτεία: Μαρία Φλώρου

Ωράριο λειτουργίας
Δευτ.-Πέμ.: 09:00-14:00 / Παρ.: 09:00-14:00 & 17:00-21:00 / Σάβ.: 11:00-18:00 / Κυρ.: 11:00-18:00 (όταν υπάρχει event στον χώρο)

Είσοδος ελεύθερη

Exit mobile version