Unsplash Dmitry Limonov
ΠΟΛΗ

Οι αγαπημένες μας γειτονιές στην Αθήνα

Από το Παγκράτι και την πλατεία Αμερικής μέχρι το Παλαιό Φάληρο και τη Γλυφάδα, αυτές είναι οι περιοχές και τα στέκια με τα οποία έχουμε συνδέσει τις αναμνήσεις μας σε αυτή την πόλη.

Αθήνα δεν είναι μόνο το κέντρο. Αθήνα είναι κάθε περιοχή στην πρωτεύουσα με την οποία έχουμε συνδέσει τις αναμνήσεις μας, έχουμε κάνει βόλτες, έχουμε ερωτευτεί, έχουμε βγει, έχουμε φάει και έχουμε αφήσει εκεί ένα μικρό κομμάτι της καρδιάς μας. Από το Παγκράτι και τα Κάτω Πατήσια, μέχρι το Παλαιό Φάληρο και το Περιστέρι, διαλέξαμε κι εμείς τις αγαπημένες μας γειτονιές στην πόλη και εξηγούμε τους λόγους. Είμαστε σίγουροι ότι με αρκετές από αυτές, θα ταυτιστείς και στα ίδια στέκια θα δεις τον εαυτό σου με την παρέα σου. Κι αυτή ακριβώς είναι η μαγεία της Αθήνας.

Το Παγκράτι του Πάνου Βελαχουτάκου

Έχουν περάσει 20 χρόνια περίπου από τότε που έφυγα από το Παγκράτι. Δεν έχω σταματήσει να το επισκέπτομαι, πιο πολύ για τις αναμνήσεις και λιγότερο για τα άπειρα μαγαζιά που έχουν ανοίξει εκεί τα τελευταία χρόνια. Ποιες είναι αυτές οι αναμνήσεις; Λέντζος κάθε βράδυ στις 21.00 βρέξει χιονίσει, πινγκ πονγκ στη Λέσχη, σπίτια φίλων, περπάτημα, Άλσος Παγκρατίου, μπιλιάρδο σε υπόγεια, μπλιμπλίκια/ουφάδικα (Αστυνομία τρέξτε!!!), τυρόπιτες και παγωτά στην Ευτυχίδου, μπύρες και πατατάκια στην Πλατεία Προσκόπων, κι άλλα σπίτια φίλων, κι άλλο περπάτημα, πάμε Κολωνάκι σήμερα έτσι για αλλαγή(;), Palmier πίσω από το Κάραβελ, τα ποζεράδικα καφέ στην Υμηττού, τρέξιμο στο Καλλιμάρμαρο, για πίτσα στον Oroscopo, ρε άνοιξαν McDonald’s(!), μπάσκετ στον Προφήτη Ηλία, περπάτημα, για φαγητό το βράδυ Βυρίνη ή Κυρ Ηλία(;), μπαράκια δίπλα από το Άλσος Συγγρού και πίσω από το Hilton (κι αυτά για Παγκράτι τα είχαμε στο μυαλό μας), σπίτια φίλων.

Η Νέα Σμύρνη της Νίκης Μπάκουλη

Η Νέα Σμύρνη δεν είναι γειτονιά. Είναι Η γειτονιά. Θα μπορούσα να σου πω πάρα πολλά. Ευτυχώς για εσένα -και για εμένα- τα έχω γράψει. Επανέλαβα κάποια από τα στοιχεία που κάνουν μοναδική αυτήν την περιοχή, όταν τον Μάρτιο του 2021 βγήκαμε οι πολίτες της στους δρόμους.

Για την ακρίβεια, συγκεντρωθήκαμε στην εκ των πιο ιστορικών πλατειών της Ελλάδας. Εκεί που ακόμα και ο πιο ακοινώνητος άνθρωπος θα κοινωνικοποιηθεί. Όχι «ετσιθελικά», αλλά γιατί θα το νιώσει. Αβίαστα. Ακόμα και αν μετακομίσεις σήμερα εκεί (σε μια από τις δεκάδες πολυκατοικίες που χτίζονται), δεν θα χρειαστείς παρά λίγες ημέρες για να ενταχθείς και να νιώσεις σαν να είσαι στο σπίτι σου.

Ξέρεις άλλη γειτονιά της Ελλάδας που να έχει μπει στις «10 καλύτερες της Ευρώπης», βάσει του Guardian; Όχι. Αν ξέρεις, θα ήθελα να μου την πεις. Ξέρεις άλλη που να είχε για μια διετία ποδηλατόδρομο 800 μέτρων; Επίσης, θα ήθελα να με ενημερώσεις, αν έχεις κάτι υπ’ όψιν σου. Επειδή για έξι μήνες έμεινα χωρίς αυτοκίνητο και πήρα ένα ποδήλατο, θα σου πω ότι στη Νέα Σμύρνη υπάρχουν οι πιο άκυροι ποδηλατόδρομοι, ενδεχομένως σε όλον τον πλανήτη. Αλλά επειδή δεν έχω ταξιδέψει παντού, κρατώ μια επιφύλαξη. Έχεις δει αλλού κιγκλίδωμα που να προφυλάσσει ράμπα για αμαξίδια, απαγορεύοντας ωστόσο και από αυτά τη διέλευση;


Όλα αυτά στα λέω για να καταλάβεις πως είμαι αντικειμενική, ως προς τις κρίσεις μου. Δεν έχουμε θάλασσα, δεν έχουμε βουνό, σε πολλές περιοχές δεν έχουμε και σήμα στα κινητά μας τηλέφωνα, αλλά έχουμε την ηρεμία μας. Είμαστε κέντρο-απόκεντρο και διαθέτουμε όλες τις υπηρεσίες και τις ανέσεις. Είναι από τις πόλεις που θα περπατήσεις μόνος, ένα Σάββατο βράδυ, για να καθαρίσει το μυαλό σου, θα συναντήσεις γνωστούς και μπορεί και να γυρίσεις το ξημέρωμα στο σπίτι σου -γιατί περνάς καλά, χωρίς να έχεις προγραμματίσει κάτι. Μια δοκιμή, θα σε πείσει.

Tα Πετράλωνα του Θεοδόση Μίχου


Ίσως γιατί μου θυμίζουν -ή επιλέγω να μου θυμίζουν, ακριβώς γιατί επιλέγω να αγνοώ τα σομόν πενταόροφα εκτρώματα, που αν και ευτυχώς λίγα, υπάρχουν ακόμη κι εδώ (χαμηλός συντελεστής δόμησης σου λέει μετά)- τη Νέα Ιωνία του Βόλου, ξέρεις τώρα, παλιές μονοκατοικίες με γεράνια, γάτες, γιαγιάδες, πάνω κάτω σαν τα σπίτια των δικών μου γιαγιάδων όπου περνούσα πολύ χρόνο όταν ήμουν παιδί, είναι κάπως σαν από την πρώτη φορά που πάτησα το πόδι μου στα Άνω Πετράλωνα πριν από σχεδόν 15 χρόνια, να μου γεννήθηκε η επιθυμία να γεράσω και να πεθάνω εδώ, αν δεν καταφέρω δηλαδή να το κάνω πίσω στον Βόλο.

Κατά τα άλλα, υπάρχει ένα κρατημένο τραπέζι στην κόλαση για όσους εύλογα εκμεταλλευόμενοι τα ουκ ολίγα  «παραθυράκια» της νομοθεσίας, ανοίγουν, «αναψυκτήρια» κι όποιον πάρει ο χάρος. Κι εγώ βέβαια για να διασκεδάσω ήρθα ένα βράδυ στα Πετράλωνα και μετά ξέμεινα κι εξακολουθώ να βγαίνω εδώ. Καλό είναι όμως να μην ξεχνάμε ότι τα κάθε Πετράλωνα είναι και πρέπει να παραμείνουν πρώτα και πάνω απ’ όλα ενα μέρος όπου κάποιοι ζουν και όχι ένα τουριστικό theme park αμφιβόλου αισθητικής, με ξύδια, κεφτέδες και pancakes της πλάκας.

Αυτό που έχει κρατήσει όρθια τη γειτονιά (σε αντίθεση, ας πούμε, με τους γείτονές μας στο Κουκάκι, που τα έχουν δει όλα) σε μεγάλο βαθμό έχει να κάνει με το ότι οι κάτοικοι, μέσω συλλογικοτήτων και πρωτοβουλιών (πολύ πιο δυναμικών στο σχετικά πρόσφατο παρελθόν, τώρα κάπως έχει ατονήσει το πράγμα) αντιστεκόμαστε ποικιλοτρόπως στην επέλαση των Ούνων. Όσο μπορούμε δηλαδή. Τουλάχιστον να μην πέσουμε αμαχητί. #fuckairbnb

Η πλατεία Μαβίλη του Θοδωρή Κανελλόπουλου

Εν αρχή είναι η πλατεία. Τόπος συνάντησης γιατρών, γηραιών κυρίων και κυριών, ποιητών, ζωγράφων, γιάπηδων που μεθάνε πανεύκολα στα ποτά μετά το γραφείο, υπαλλήλων της Αμερικανικής πρεσβείας, αστυνομικών που κάνουν στάση στo Everest. Ένα μέρος που μοιάζει να είναι εκεί από πάντα, ένα αστικό τρίγωνο που δεν έχασε ποτέ την αίγλη του και συνεχώς έπαιζε και παίζει σημαίνοντα ρόλο στην αθηναϊκή νύχτα. Είτε λόγω της πλατείας που δεν άδειασε ποτέ είτε λόγω των παρακείμενων μπαρ που στέκονται ακόμα όρθια.

Ο Λώρας που θα σερβίρει και τα «υποβρύχια» του, το Μπρίκι, ο Κύριος, το Flower, το νεόκοπο Salvador, το αφτεράδικο MG – μεγάλη η απώλεια του κυρίου Γιάννη που είχε το Μικρό Μπαρ (ένα από τα πιο sui generis ποτάδικα της πόλης).

Τους καλοκαιρινούς μήνες ολόκληρη η πλατεία γιορτάζει καθημερινά με μποτιγιόν, με ποτά από τα μπαρ και μπίρες από το περίπτερο. Ή με πίτσα και παγωτό στο χέρι. Δίπλα στο συντριβάνι, κοντά στα αγάλματα του Λορέντζου Μαβίλη και της Αλίκης Βουγιουκλάκη, ανάμεσα, όμως, σε 50s πολυκατοικίες που δίνουν την αρχιτεκτονική τους σφραγίδα.

Στην πλατεία Μαβίλη υπάρχει η καλύτερη τυρόπιτα της Αθήνας, στον Μικέ. Απέναντι διαγώνια θα βρει κανείς το ανθοπωλείο με τα υπέροχα γεράνια που μένει ανοιχτό μέχρι πολύ αργά τη νύχτα και λίγο πιο κάτω από το Μέγαρο είναι το πάρκο Ελευθερίας που έζησε τις πιο ένδοξες στιγμές του μέσα στην πανδημία. Και φυσικά πέριξ της πλατείας βρίσκεται μία από τις πιο ξακουστές καντίνες της Αθήνας.

Σε αυτό το ιδιότυπο τρίγωνο, λοιπόν, αριστερά της Λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας, δυτικά των Αμπελοκήπων και ανατολικά του Λυκαβηττού, στην περιοχή της Αμερικάνικης πρεσβείας αναζητώ «πιθανότητες ευτυχίας» τα τελευταία 13 και χρόνια.

Το Μετς του Άκη Κατσούδα

Αυτό που με εντυπωσιάζει στο Μετς είναι πως, παρόλο που απέχει μόλις μερικά λεπτά μακριά από το κέντρο της Αθήνας, είναι μια πολύ ήσυχη γειτονιά. Τα μέρη που μπορείς να περπατήσεις για μια χαλαρή βόλτα το Σαββατοκύριακο είναι πολλά και διάφορα. Από πού να ξεκινήσεις και πού να τελειώσεις.

Από το Καλλιμάρμαρο στο οποίο μπορείς να πας για τρέξιμο ή να ανεβείς πάνω στα μαρμάρινα σκαλοπάτια και από εκεί να αγναντέψεις τη θέα που φτάνει ως την Ακρόπολη; Τα σκαλάκια που σου δίνουν την εντύπωση πως δεν βρίσκεσαι σε πόλη; Τα όμορφα νεοκλασικά διατηρητέα κτίρια; Το πανέμορφο σπίτι στο οποίο έζησε ο Γιώργος Σεφέρης στην οδό Άγρας; Το Α’ Νεκροταφείο Αθηνών που αποτελεί την πιο σημαντική υπαίθρια γλυπτοθήκη της Ελλάδας; Οι επιλογές είναι πάρα πολλές. Όρεξη για περπάτημα να υπάρχει κι όλα τα άλλα είναι μπροστά σου.

Ο Άλιμος του Πάνου Κοκκίνη

Παρότι γέννημα θρέμμα Καλλιθέα city, εδώ είναι που ζω τα τελευταία 20 χρόνια. Οπότε, αν δεν παινέψεις το σπίτι σου, εννοείται πως θα πέσει να σε πλακώσει. Ναι, δεν έχει τα hip μαγαζιά της Γλυφάδας ούτε τις κρυμμένες γωνιές της Καλλιθέας με τα υπέροχα ρωσικά. Τι διαθέτει; Ένα μούρλια παραλιακό πεζόδρομο για να περπατήσεις (κομπλέ με καφέ, μεξικάνικο, παιδική χαρά, πάρκο για σκύλους), μια ΟΚ παραλία (αν βαριέσαι να πας προς Σούνιο), ένα κρυμμένο λόφο (αυτόν του Πανιού) για πικνικ, αθλοπαιδιές και θέα, ένα δεύτερο κρυμμένο λόφο (τον πράσινο) δίπλα στην Αλίμου, μια μικρή συμπαθητική αγορά και αρκετό πράσινο. Μια νότια γειτονιά που σε λίγο, λόγω Ελληνικού, έτσι και αλλιώς όλοι σας θα γνωρίσετε πολύ καλύτερα αφού στα δικά της στενά είναι που θα προσπαθείτε να βρείτε parking.

Τα Κάτω Πατήσια της Κέλλυς Νόβακ

Η πρώτη γειτονιά που μου έρχεται πρώτα στο μυαλό, μια που λατρεύω να περπατάω, είναι η Πλάκα. Όσο περνάει η ώρα, όμως, και σκέφτομαι τις άπειρες στιγμές που έχω βρεθεί στη γραφική αυτή γειτονιά της Αθήνας, αρχίζω να νιώθω μια «αποσύνδεση». Σαν κάτι να μην κολλάει πραγματικά, με το ποια είμαι και τι αναζητάω πλέον, από τη σχέση μου με την περίπλοκη, dare I say, πόλη μας. Η ρομαντική πλευρά μου, είναι αυτή που σκέφτεται την Πλάκα πρώτη, ο αχαλίνωτος ρεαλισμός μου όμως, μου υπενθυμίζει ότι αυτό που με ενθουσιάζει περισσότερο, είναι οι «πραγματικές» γειτονιές. Αυτές οι πολυπολιτισμικές γειτονιές της Αθήνας, που δεν είναι καθόλου στιλιζαρισμένες και προσφέρουν, πάνω απ’ όλα, αυθεντικότητα.

Τα Κάτω Πατήσια μέχρι την Αχαρνών είναι για εμένα η σωστότερη εκπροσώπηση αυτού που, προσωπικά, βρίσκω ως μια από τις πιο αυθεντικές γειτονιές της πόλης. Γνώρισα καλύτερα τη γειτονιά από έναν φίλο, ο οποίος μου έδειξε την πραγματική ομορφιά της περιοχής και των διαφορετικών κουλτούρων που έχει. Από τα αφρικανικά εστιατόρια, όπως το Prestige (Σπάρτης 15) ή το πεντανόστιμο, homemade Ινδικό ABC Indian (Αχαρνών 4), τα πακιστανικά μίνι markets μέχρι και τα αφρικανικά μπαρμπέρικα και κομμωτήρια, μια βόλτα να κάνεις από την Πατησίων μέχρι την Αχαρνών, θα δεις μια διαφορετική Αθήνα. Μια που μπορεί να μην έχει την γκλαμουριά της Διονυσίου Αρεοπαγίτου, έχει όμως ταυτότητα. Μια που μας υπενθυμίζει ότι την Αθήνα δεν τη φτιάξαμε μόνο οι Έλληνες, αλλά όλοι όσοι κατοικούν σε αυτή την πανέμορφη, περίπλοκη πρωτεύουσα.

Η Πλατεία Αμερικής της Μάρως Παρασκευούδη

Η πρώτη μου σκέψη ήταν να πω ότι η αγαπημένη μου περιοχή είναι η Κυψέλη. Πολύχρωμη, πολυπολιτισμική, πυρήνας νέων ιδεών και μικρών, διαφορετικών κοινοτήτων που όταν ενώνονται δημιουργούν ένα μεγάλο μωσαϊκό που μας θυμίζει ότι δεν θέλουμε κόπιες του εαυτού μας. Στην πραγματικότητα όμως, υπάρχει μια μικρή γειτονιά που έχω πάντα στο μυαλό μου σε ολόκληρη την Αθήνα και αυτή είναι η πλατεία Αμερικής. Το ρήγμα που άφησε πίσω του ο κινηματογράφος ΑΤΤΙΚΑ, θα συμβολίζει πάντα πώς μπορεί εύκολα να περάσει μια περιοχή από τα μεγαλεία στην παρακμή. Η σκοτεινή ταμπέλα της Rebound, ότι όλα κάνουν τον κύκλο τους. Η σπασμένη παιδική χαρά που κάποτε έπαιζα και τώρα τη χαίρονται τα παιδιά των μεταναστών, πώς υπάρχει ελπίδα. Και το Πέλιτ, Σπάρτης και Λευκωσίας γωνία, πώς έχουμε ανάγκη κάποιες σταθερές στη ζωή μας και θέλουμε να τις διατηρήσουμε με κάθε κόστος. Η πλατεία Αμερικής είναι μια γειτονιά που αν δεν την έχεις ζήσει, θα πρέπει να την αφουγκραστείς για να την καταλάβεις έστω και λίγο.

Το Παλαιό Φάληρο της Δήμητρας Τσιγγενέ

Θα αφήσω στην άκρη αγαπημένα σημεία του κέντρου της Αθήνας και θα μιλήσω για την πόλη που μένω και περπατώ καθημερινά, την οποία εκτίμησα ακόμη περισσότερο τα δύο αυτά χρόνια του κορονοϊού. Το Παλαιό Φάληρο τα έχει όλα και συμφέρει. Τι εννοώ. Με τα πόδια (πολύ βασικό αν έχεις παιδί και δεν θέλεις να τρως τη μισή σου μέρα φορτώνοντας και ξεφορτώνοντας συμπράγκαλα από το αυτοκίνητο) και μέσα σε λίγα λεπτά, φτάνεις στη θάλασσα.

Εκεί τα πράγματα είναι γρήγορα και ταυτόχρονα πολύ αργά. Ζευγάρια περπατούν χέρι-χέρι ρεμβάζοντας το τοπίο, παιδάκια κάνουν πατίνι φωνάζοντας, ποδήλατα περνούν γρήγορα, παππούδες παίζουν σκάκι στη μεγάλη υπαίθρια σκακιέρα δίπλα στη στάση «Μπάτης» του τραμ. Λίγο πιο πέρα θα συναντήσεις πλανόδιους να πουλούν κάστανα, καλαμπόκια, σαλεπάκι, βγαλμένοι από άλλη εποχή. Η περατζάδα με τους πελώριους φοίνικες, η Falifornia όπως τη λέμε γελώντας οι δημότες, είναι το αντίδοτο σε κάθε μου κακή μέρα. Εξίσου αγαπημένες βόλτες είναι στη Μαρίνα Φλοίσβου, τη Μαρίνα Αλίμου, το Τροκαντερό, την Πλατεία Νερού και το ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος.

Όλα αυτά προσβάσιμα με τα πόδια. Μαγεία. Στην επιστροφή, όταν πέφτει πείνα σταματάω να απολαύσω τα επικά μπριζολάκια του Χρήστου (Ιωάννου Φιξ 16), λεπτά, ζουμερά και όπως πρέπει ψημένα. Επιβάλλεται μια στάση στο Fatto a Mano (Συνταγματάρχου Ζησιμοπούλου 86) για το πιο φιστικένιο παγωτό φιστίκι. Οι ιδιοκτήτες δεν θα σε αφήσουν να φύγεις αν δεν δοκιμάσεις καμιά δεκαριά γεύσεις. Έφυγα, πείνασα.

Του Ζωγράφου του Χρήστου Δεμέτη

Στου Ζωγράφου έγινα μόνιμος «ερωτικός μετανάστης» τα τελευταία χρόνια. Παλιότερα περνούσα σαν επισκέπτης για τάβλι στα πέριξ της Φιλοσοφικής και για ξενύχτια σε κάνα φοιτητικό πάρτι. Χομπίστας δηλαδή ζωγραφιώτης. Τα τελευταία δύο χρόνια όμως δέθηκα με τη περιοχή, μαζί με τα lockdown. Το βασικό που σου προσφέρει ο δήμος, ή αν θες η ευρύτερη περιοχή είναι τα πάρκα. Το πάρκο Γουδή που φιλοξένησε τις περισσότερες καραντινιακές εξόδους μετακίνησης 6, το πάρκο της οδού Παπανδρέου, το άλσος Ιλισίων, το γήπεδο της Πανεπιστημιούπολης και το άλσος ακριβώς από πίσω που ενώνεται με το αισθητικό δάσος Καισαριανής.

Περπάτημα, τρέξιμο, μπύρες, παπαγάλοι (ναι έχει μπόλικους), πράσινο. Πράσινο που λείπει από τις περισσότερες γειτονιές της Αθήνας. Από την άλλη, η περιοχή του Ζωγράφου είναι αυτόνομη, μαζί με τις γύρω γειτονιές που συνορεύει. Έχει τη δική της αγορά και τα δικά της μαγαζιά για να σε κάνουν ντόπιο. Από το νέο στέκι της περιοχής γύρω από το Lot 51 που τραβάει λαό απ’ όλη την Αθήνα, μέχρι το Urban, τον Μεξικάνο και το Ποδήλατο, και από το Κικιρίκου μέχρι τη θρυλική ταβέρνα Σκαλάκια και το Ψ. Στα tips, ο premium καφές του Charlie’s και όλα τα γλυκά του cookie Land. Αν έχεις όρεξη για περπάτημα το κόβεις από τα κεντρικά του Ζωγράφου μέχρι το Beer Shop δίπλα από το πάρκο Σεβαστείας, και βλέπεις και μια ταινία στο ανακαινισμένο Ελιζέ που από πρώην θέατρο, άνοιξε τις πύλες του ως κινηματογράφος.

Το Περιστέρι της Μάριον Παλιούρα

Περίπου δύο χρόνια πριν, θα επέλεγα την Ηπίτου ως τον πιο αγαπημένο μου δρόμο στην Αθήνα. Έκανα πολλά όνειρα ότι θα μείνω εκεί, θα πίνω κάθε βράδυ στα μπαρ της γειτονιάς και θα περπατάω 3 βήματα μέχρι το κρεβάτι μου. Μία πανδημία και πολλή τηλεργασία αργότερα, τα δεδομένα έχουν αλλάξει και θα σε μεταφέρω στο εξωτικό Περιστέρι. Η Αιμιλίου Βεάκη, λοιπόν, είναι η -ας την πούμε γειτονιά- που με έχει φιλοξενήσει περισσότερο τα τελευταία δύο χρόνια.

Συνεπώς έχει βολευτεί για τα καλά σε μια άνετη θέση στην καρδιά μου. Είναι η λύση ανάγκης που έγινε λατρεία. Και γιατί όχι; Από φανταστικό καφέ και πίτσα σε ξυλόφουρνο (hello Μind the cup), σε φανταστικά κοκτέιλ, που διατηρούν την ποιότητά τους και στο χέρι ή στην τσάντα του delivery boy (το pornstar από το Kika είναι Must). Αλλά και σπουδαία ζυμαρικά που δεν θα φας αλλού (αλλά στις λατρεμένες Μακαρούνες), καθώς και μαγαζί διαμάντι με greek designers για τα ψώνια σου (Peach Pie baby!). Βασικό χαρακτηριστικό που προσδίδει αυτό το κάτι παραπάνω στη γοητεία που έχει μια βόλτα σε αυτόν τον δρόμο, είναι τα αυτοκίνητα που την διατρέχουν με τη μουσική στη διαπασών. Δεν θα είναι τίποτα λιγότερο από Snik, στο υπόσχομαι.

Το Κουκάκι του Γιώργου Ρομπόλα

Ένα από τα πιο διάσημα μνημεία του πλανήτη πιο γνωστό ως Ακρόπολη, δύο εμβληματικά μουσεία της Αθήνας για κλασικές και σύγχρονες διαθέσεις, η Πλάκα να είναι σε μισή βόλτα απόσταση, το θέατρο του Νέου Κόσμου ακριβώς απέναντι, μπαρ, μπαράκια, ταβέρνες, νεοταβέρνες, ουζερί, τσιπουράδικα, μαγαζιά με βινύλια, δύο θρυλικοί πεζόδρομοι και ένα μπασκετάκι, σύνορα με τα Πετράλωνα, cafes με πρωτότυπα cocktails και design αισθητική, σινεμά ο Μικρόκοσμος, το Guarantee για σάντουιτς και κουβέντα στην ουρά, και το Kinono να θυμίζει το λόμπι ενός φανταστικού ξενοδοχείου από όπου περνούν οι πάντες: νέοι, γέροι, παιδιά, καλλιτέχνες, εργάτες, τουρίστες, hipsters με τα σκυλιά τους και γιάπηδες με laptops. Ναι, το Κουκάκι είναι η πιο φανταστική γειτονιά (απλά τα νοίκια δεν παλεύονται πια).

Ο Πειραιάς της Ιωσηφίνας Γριβέα

«Εγώ δεν είμαι από την Αθήνα, είμαι από τον Πειραιά». Ξεκινάω από το Μικρολίμανο κάτω απ’ το πατρικό μου και φτάνω μέχρι τα βραχάκια της Πειραϊκής για να αδειάσει το μυαλό μου. Φτάνοντας στη Ζέας διαλέγω πάντα να περπατήσω «από κάτω» και όχι «από πάνω» για να είμαι όσο πιο κοντά στη θάλασσα γίνεται. Όταν θέλω βρώμικο τρώω από τα Ιμαλάια και όχι από Μαβίλη. Έμαθα στα συνοικιακά σινεμά γιατί μεγάλωσα με πέντε τέτοια (χώρια τα θερινά), στα Village μπήκα φοιτήτρια, πιο πριν με είχαν πάει με το αυτοκίνητο μονάχα μία φορά. Βρίζω για την κίνηση και τις άκυρες μονοδρομήσεις, βρίζω γιατί λέμε δικαίως ότι «ο Πειραιάς είναι χωριό» και μαθαίνουν όλοι τα άπλυτά μας, βρίζω όμως κι όποιον βρίσει τον Πειραιά.

Κυρίως όσους τον έχουν συνδέσει με το φρακάρισμα που τρώνε το καλοκαίρι για να πάνε σε νησί, λες και έχουν πάει σε λιμανάκι στη Στοκχόλμη και όχι σε ένα από τα μεγαλύτερα εμπορικά/βιομηχανικά λιμάνια της Ευρώπης. Έχω φύγει κακήν κακώς από τον Προφήτη Ηλία γιατί είχε (έχει;) ματάκηδες, έχω δώσει τα περισσότερα ραντεβού της ζωής μου «στο συντριβάνι» και την Κοραή- αποφεύγοντας επιμελώς τις μπάλες και τα παιδάκια στη δεύτερη – και έχω προλάβει να κάνω μαθητική παράσταση στο Δημοτικό Θέατρο πριν κλείσει για χρόνια. Μου ζήτησαν να γράψω για συνοικία της Αθήνας και είναι πολλές γωνιές της που αγαπάω – παρότι λέμε ότι «έξω από τον Πειραιά έχει νάρκες» – αλλά η μεγαλύτερή μου αγάπη θα είναι για πάντα μία. Όπου αλλού κι αν βρεθώ στη ζωή, θα είναι απλά ένα διάλειμμα.

Το ιστορικό κέντρο του Κωνσταντίνου Αμπατζή

Η Αθήνα δεν είναι όμορφη πόλη, μην τρελαθούμε. Και εκνευρίζομαι όταν πάμε να την πλασάρουμε σαν κάτι που δεν είναι. Η Αθήνα είναι μια πόλη που αγαπάμε, με μέρη που έχουμε συνδέσει με ωραίες στιγμές και το ιστορικό της κέντρο, μέσα στα σκουπίδια του, τα αφρόντιστα κτίρια και τα συνεχή έργα, μπορεί να εξηγήσει υπέροχα το γιατί. Είναι αυτή η ετερόκλητη εικόνα που κρύβει τη μαγεία της πρωτεύουσας. Ένα στενό στο οποίο δεν μπορείς να περπατήσεις, αλλά μέσα σε αυτό θα βρεις 3 ωραία μέρη για να φας και το μπαρ στο οποίο έχεις μεθύσει αμέτρητες φορές.

Μια Ερμού ανυπόφορη, γεμάτη κόσμο, που λίγο πιο μετά θα σε οδηγήσει στην πανέμορφη Πλάκα, λες και μπήκες σε χρονομηχανή. Μια Πραξιτέλους που σαν τον δακτύλιο, τις μονές χρονιές εγκαταλείπεται και τις ζυγές επιστρέφει δριμύτερη. Όλα αυτά για μένα είναι η Αθήνα και κάθε μου βόλτα στο ιστορικό της κέντρο, μπορεί να μη γεμίζει τα μάτια μου, γεμίζει όμως την καρδιά μου.

Η Νέα Μάκρη της Χριστίνας Φαραζή

«Ποιο είναι το αγαπημένο σου μέρος στην Αθήνα;», ρωτούν και εγώ πάντα θα απαντώ: Δεν είναι ούτε το Παγκράτι, ο Χολαργός ή το Ψυχικό που πίνω τζιν και κρασιά με την παρέα μου. Δεν είναι ούτε το Κολωνάκι που απολαμβάνω Σαββατιάτικες βόλτες με καφέ στο χέρι και φαγητό στο ιστορικό κέντρο. Δεν είναι η Βουλιαγμένη που τις καθημερινές του καλοκαιριού μετά τη δουλειά ρίχνω τη βουτιά μου από την τσιμεντένια εξέδρα. Δεν είναι ούτε καν η Κυψέλη, η γειτονιά στην οποία γεννήθηκα, μεγάλωσα, πήγα σχολείο και γνώρισα την καλύτερη μου φίλη που είναι ακόμα η καλύτερη μου φίλη, τριάντα δύο χρόνια μετά.

Είναι η Νέα Μάκρη. Εκεί, όπου έχω ζήσει τα καλύτερα καλοκαίρια της ζωής μου, έχω κάνει τα πιο επικά ξενύχτια, έχω ερωτευτεί, έχω κλάψει, έχω γελάσει, έχω ρουφήξει ήλιο και θάλασσα, έχω κερδίσει καλούς, παιδικούς φίλους που μπορεί να μην τα λέμε πλέον συχνά, αλλά είναι πάντα εκεί για μένα και εγώ πάντα εδώ για εκείνους.

Είναι η Νέα Μάκρη, που ήταν το εξοχικό μας όταν ήμουν παιδί και πριν από δεκατέσσερα χρόνια, έγινε το σπίτι μας. Είναι η Νέα Μάκρη που καίγεται ξανά και ξανά, κάθε καλοκαίρι και γεμίζω θυμό και ανασφάλεια. Είναι η Νέα Μάκρη από την οποία έφυγα επτά χρόνια πριν, αλλά κάποια στιγμή θα επιστρέψω. Μόνιμα, πλέον.

Η Γλυφάδα της Μαριλέλλας Αντωνοπούλου

Εκεί που ο υπόλοιπος κόσμος βλέπει «ποιο είναι το αγαπημένο σου μέρος» εγώ διαβάζω πάντα «Μαριλέλλα, μίλησέ μας λίγο (ακόμα) για τη Γλυφάδα». Φανατίλα γενικώς δεν με λες, αλλά με την περιοχούλα μου κάτι παθαίνω και αντιδρώ με πατημένο το κουμπί της υπεράσπισης. Ίσως γιατί η Γλυφαδίτσα είναι κάπως παρεξηγήσιμη, σαν τα «απλησίαστα» όμορφα κορίτσια που κάποιοι τύποι τα κρίνουν από την εμφάνισή τους και πιστεύουν κακές φήμες γι’ αυτά αλλά όταν τα γνωρίζουν λένε τελικά «ρε ‘συ σόρρυ σε είχα παρεξηγήσει, δεν ήξερα, είσαι πολύ καλό παιδί τελικά».

Κάντε μας τη χάρη κι εσείς και όλοι όσοι αντιπαθείτε τη Γλυφάδα «γιατί είναι γεμάτη ψώνια και ούτε απ’ έξω δεν περνάτε». Μια χαρά άνθρωποι είμαστε, η πόλη είναι μια κούκλα, και βουνό και θάλασσα και αλώνι και σαλόνι, και σούσι και σουβλάκι απ’ όλα με τζατζίκι και Κάτω και Άνω (Τερψιθέα ολέ) και γενικώς μακριά από τα στερεότυπα παιδιά, δεν πάμε πουθενά έτσι.

Τα Σεπόλια του Άγγελου Κλάδη

«Από τα Σεπόλια στον Λευκό Οίκο», έγραφαν με περηφάνια τα δύο αδέρφια Αντετοκούνμπο, όταν βρέθηκαν στο κυβερνητικό κέντρο της Αμερικής για να παραλάβουν το δαχτυλίδι του πρωταθλητή από τον Τζο Μπάιντεν, κι όλη η υφήλιος έμαθε ξαφνικά για αυτή τη γειτονιά που τους ανέθρεψε, ως ένα από τα προάστια των Αθηνών. Βέβαια, δεν είναι προάστιο αλλά ένα από τα «άκρα» του Δήμου Αθηναίων, γεγονός που ακόμη και Αθηναίοι τυχαίνει να αγνοούν, όπως έχω δει απ’ όταν μετακόμισα εκεί. Αλλά αυτή είναι και η μαγεία στα Σεπόλια: είναι η πιο low profile περιοχή του ευρύτερου κέντρου, πέντε λεπτά μακριά από το Γκάζι και την Κυψέλη, χωρίς να διατρέχει (προς το παρόν) κίνδυνο για κάποιο βίαιο gentrification. Στα στενά της δεν κρύβει hip μαγαζιά, αλλά παραδοσιακά στέκια και υπέροχα νεοκλασικά, λόφους «τσέπης», όπως είναι ο Σκουζέ κι ο Λόφος Κολωνού με το όμορφο θεατράκι μες το πράσινο, ήσυχες πολυεθνικές γειτονιές με ατμίζοντες ναργιλέδες κι αληθινούς ανθρώπους που ξέρουν να εκτιμούν τα απλά. Όπως το αρμένικο κεμπάπ στο «Ρόδι».

Η Κυψέλη του Δημήτρη Κουπριτζιώτη


Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου – Watkinson

Όχι επειδή είναι η γειτονιά που μεγάλωσα, όχι επειδή στην Φωκίωνος Νέγρη έκανα ποδήλατο μικρός. Ο λόγος είναι ότι πλέον, η γειτονιά της Κυψέλης αποπνέει ξανά την αίσθηση της γειτονιάς, κάτι που το είχε χάσει για αρκετά χρόνια. Εδώ θα βρεις ένα από τα πιο ιστορικά bar της πόλης, το Au Revoir, μια από τις πιο όμορφες νέες πιάτσες με το Βίλατζ να δεσπόζει και να την έχει αναγεννήσει, υπέροχα καφέ που έχουν ξεφυτρώσει σε κάθε γωνιά, μα πάνω από όλα θα βρεις κόσμο που γουστάρει την γειτονιά και την στηρίζει. Η Κυψέλη είναι η γειτονιά που βρίσκει ξανά την παλιά της αίγλη και αυτό είναι υπέροχο και πάρα πολύ ερωτεύσιμο.