Τα πιο εμβληματικά κτίρια του Ερνέστου Τσίλλερ στην Αθήνα
- 2 ΑΥΓ 2024
Όταν σε ηλικία 24 ετών ο Ερνέστος Τσίλλερ πάτησε πρώτη φορά το πόδι του στην Αθήνα, το ημερολόγιο έγραφε Φλεβάρης του 1861 και η νεαρά πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους δεν ήταν παρά ένα «μεγάλο χωριό», όπως έχει γράψει στις Αναμνήσεις του.
Έχοντας ολοκληρώσει τις σπουδές του στη Δρέσδη με βραβείο, εκείνος είχε προ ολίγου καιρού –από το «θέλημα της Μοίρας», όπως είχε πει με δικά του λόγια– να προσληφθεί στο γραφείο του Θεόφιλου Χάνσεν, τη στιγμή που ο διάσημος Δανός αρχιτέκτονας ανέλαβε να εκπονήσει τα σχέδια για την Ακαδημία Αθηνών.
Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό, είτε η Εθνική Πινακοθήκη που ακολούθησε· ο Τσίλλερ γνώριζε καλά ότι ερχόμενος στην Αθήνα θα λάμβανε μέρος στην ανοικοδόμηση μιας πρωτεύουσας (με το μεγαλύτερο όγκο δουλειάς να αφορά προσεδοφόρα ιδιωτικά μέγαρα), αυτό που ίσως δε γνώριζε ήταν ότι θα πρωταγωνιστούσε σε αυτή την ανοικοδόμηση:
Περί τα 500 έργα αποδίδονται πανελλαδικά στο όνομά του, τα περισσότερα εξ αυτών στην Αθήνα και μερικά απ’ αυτά, ακόμη ζωντανά στη θέση τους μέχρι σήμερα.
Το ρεύμα που κυριαρχούσε ήταν ήδη ο νεοκλασικισμός. Εκείνο που έκανε το χαρισματικό χέρι του Τσίλλερ ήταν ότι κατάφερε να πλέξει το ρεύμα αυτό με τα στοιχεία της αρχαίας ελληνικής και ρωμαϊκής αρχιτεκτονικής, δίνοντας βάση στη λεπτομέρεια και τον διάκοσπο (πέρα από τις καθαρές γραμμές) και διαμορφώνοντας έτσι τον εκλεκτικισμό που χαρακτηρίζει την κληρονομιά του.
Ξενοδοχείο Μέγας Αλέξανδρος
Λόγω της πολιτιστικής του δράσης, το Μπάγκειον απολαμβάνει σήμερα πολύ μεγαλύτερη διασημότητα και θαυμασμό από το κοινό που ψάχνει ρομαντικά τον νεοκλασικό χαρακτήρα της πόλης, σε βαθμό που κάποιοι αγνοούν ότι στην απέναντι πλευρά της οδού υπάρχει ο δίδυμος αδελφός του: Μπάγκειον και Μέγας Αλέξανδρος χτίστηκαν σχεδόν ταυτόχρονα σε σχέδια του Τσίλλερ (τέλη 19ου αι.), κοσμώντας το εκκολαπτόμενο τότε κέντρο της πόλης με δύο επιβλητικά κομψοτεχνήματα, που ενώνονταν οπτικά με τις βαθυκόκκινες λωρίδες στους επάνω ορόφους.
Συγκεκριμένα, το κτίριο Μέγας Αλέξανδρος προοριζόταν αρχικά για οικεία του ιδιοκτήτη του οικοπέδου Ιωάννη Μπάκα και διαμορφώθηκε ως διώροφο με μια σειρά από αγάλματα στη στέψη να μαγνητίζουν το βλέμμα των περαστικών. Τελικά, λειτούργησε και αυτό (από το 1989) ως ξενοδοχείο πολυτελείας με 68 δωμάτια, ενώ καθοριστικό στοιχείο αρχιτεκτονικά αποτελεί το κεντρικό αίθριο που διαθέτει. Αργότερα, επεκτάθηκε με την προσθήκη ενός ορόφου.
Ιταλική Πρεσβεία / Μέγαρο Ψύχα
Χτίστηκε το 1870 για λογαριασμό του επιφανούς εύπορου τραπεζίτη Στέφανου Ψύχα (ο οποίος μεταξύ άλλων είχε αναλάβει την προέκταση του σιδηροδρόμου από την Ομόνοια στο Θησείο), οπότε δε θα μπορούσε να είναι κάτι λιγότερο από κομψοτέχνημα μεγαλοπρέπειας: είναι η επιβλητική σκάλα στην είσοδο από μάρμαρο Πεντέλης, τα ξυλόγλυπτα, τα ανάγλυφα στην οροφή και η περίτεχνη στέψη που μεταφέρουν την αίγλη στον επισκέπτη μέχρι σήμερα.
Οι μετέπειτα παρεμβάσεις φρόντισαν να μην αλλοιώσουν τον χαρακτήρα του κτιρίου. Εδώ, κατοίκησε το 1902 ο πρίγκιπας Νικόλαος, γιος του βασιλιά Γεωργίου Α’, και όταν εκδιώχθηκε αργότερα η βασιλική οικογένεια απ’ τη χώρα, το κτίριο πέρασε στη Μεγάλη Βρετανία, μετά στη Νορβηγική Πρεσβεία και τέλος στο ιταλικό κράτος (η Ιταλική Πρεσβεία βρίσκεται εκεί σήμερα).
Μάλιστα, στο σεκρετέρ του κτιρίου, το έτος 1940, ο τότε πρέσβης μετέφρασε το τελεσίγραφο που έδινε τη δικαιοδοσία για την εισβολή των ιταλικών στρατευμάτων στη χώρα – μια ιστορία που κληρονόμησε δεισιδαιμονίες για το επίμαχο γραφείο του κτιρίου.
Μέγαρο Σταθάτου
Για να ενώσει τις δύο πτέρυγες του μεγάρου (που μοιάζουν συμμετρικές αλλά δεν είναι) στην οξεία γωνία επί της Βασιλίσσης Σοφίας, ο Ερνέστος Τσίλλερ συνέλαβε ίσως την πιο εντυπωσιακή και περίπλοκη είσοδο που έχει φτιάξει: μια αναγεννησιακού ρυθμού κατασκευή με κύριο στοιχείο το πρόπυλο με τις παραστάδες και τον πανοραμικό εξώστη από πάνω, στην κορυφή του οποίου δεσπόζουν δύο αγάλματα.
Στην ουσία, πρόκειται για δύο κτίρια: είναι η κύρια κατοικία της εύπορης οικογένειας Σταθάτου και το βοηθητικό κτίριο στο βάθος του οικοπέδου, όπου στεγάζονταν τα δωμάτια του προσωπικού, οι αποθήκες και το αμαξοστάσιο-στάβλος. Μετά τον θάνατο του εφοπλιστή απ’ την Ιθάκη, το κτίριο στέγασε πρεσβείες, αργότερα επιτάχθηκε από τους Βρετανούς και το 1982 αγοράστηκε απ΄ το Δημόσιο, μέχρι που παραχωρήθηκε στο Ίδρυμα Γουλανδρή για να αποτελέσει τελικά τη νέα πτέρυγα του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης, όπως ισχύει μέχρι σήμερα.
Προεδρικό Μέγαρο / Νέα Ανάκτορα
Το κτίριο που στεγάζει σήμερα την Προεδρία της Δημοκρατίας χτίστηκε ως ανάκτορο των διαδόχων του θρόνου στα τέλη του 19ου αιώνα και τα σχέδια ανατέθηκαν από τον βασιλιά Γεώργιο στον Τσίλλερ. Το επιβλητικό κτίριο που μέχρι σήμερα δεν έχει χάσει τη δόξα του ξεκίνησε να χτίζεται το 1891 και ολοκληρώθηκε μια εξαετία αργότερα – μια καθυστέρηση που προκλήθηκε από την πτώχευση του 1893.
Το αίτημα από πλευράς της πριγκίπισσας Σοφίας ήταν ένα κτίριο με χαρακτήρα ιδιωτικού μεγάρου, γι’ αυτό προσομοιάζει περισσότερο σε μεγαλοαστικές κατοικίες της εποχής, παρά με ανάκτορο: ένα τριώροφο νεοκλασικό με λιτή, αυστηρή πρόσοψη και μοναδική προεξοχή το πρόπυλο ιωνικού ρυθμού στην κύρια είσοδο.
Μέγαρο Ερρίκου Σλήμαν (Ιλίου Μέλαθρον)
OLYMPUS DIGITAL CAMERA
«Έζησα όλον τον βίον εν μικρά οικία, θέλω όμως να διέλθω τα υπολειπόμενα μοι έτη εν μεγάλη οικία· ζητώ ευρυχωρίαν και ουδέν πλέον έκλεξον οιονδήποτε ρυθμόν θέλεις, έλεγε το σημείωμα του αρχαιολόγου Ερρίκου Σλήμαν προς τον Ερνέστος Τσίλλερ, απαριθμώντας μονάχα δύο όρους για την κατασκευή: να υπάρχει μαρμάρινη πλατεία και στην κορυφή ταράτσα. Η ελευθερία που δόθηκε στον Γερμανό αρχιτέκτονα οδήγησε σε ένα από τα πλέον εμβληματικά κτίρια της τότε Αθήνας, που έχει εμφανιστεί σε αμέτρητες αναπαραστάσεις της εποχής, καρτ ποστάλ, πίνακες κ.ά.
Πρόκειται για το πλουσιότερη οικία που είχε κτιστεί μέχρι εκείνη τη στιγμή: ένα τριώροφο εμπνευσμένο από την ιταλική αναγέννηση μέγαρο με αλλεπάλληλα τόξα στην πρόσοψη και τα στοιχεία του αθηναϊκού νεοκλασικισμού, όπως αετώματα, φουρούσια και παραστάδες. Το μέγαρο είχε εξοπλιστεί κατασκευαστικά με τεχνολογικούς νεωτερισμούς (πχ κρυφοί αγωγοί που διατρέχουν εσωτερικά το κτίριο για βέλτιστη θερμοκρασία) και σε επίπεδο διάκοσμου διαθέτει μέχρι και αρχαιοελληνικά αγάλματα από πηλό έξω στον κήπο, όπως μπορεί να θαυμάσει σήμερα ο επισκέπτης του καφέ του Νομισματικού.
Το κτίριο περιήλθε στο Υπουργείο Πολιτισμού το 1984 και έκτοτε έχουν υλοποιηθεί δύο αποκαταστάσεις.
Πολυκατοικία Πεσμαζόγλου
Στη διασταύρωση της Βασιλίσσης Σοφίας και της Ηρώδου Αττικού, κατεδαφίζοντας την προϋπάρχουσα οικία Μιαούλη το 1893, ο Τσίλερ προσγείωσε στην αδιαμόρφωτο τότε αστικό κέντρο της πρωτεύουσας την πρώτη εμβληματική πολυκατοικία, εισάγοντας τη μεγάλη κλίμακα στην εδώ αρχιτεκτονική. Κύρια επιδίωξη του εκλεκτικιστικού κτιρίου ήταν να προσφέρει καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης για τους ξένους που επισκέπτονταν την πόλη.
Τότε, το τετραώροφο κτίριο ιδιοκτησίας του τραπεζίτη-πολιτικού Ιωάννη Πεσμαζόγλου συνεχιζόταν μέχρι τη συμβολή των οδών (αρχές ’60 κατεδαφίστηκε αυτό το κομμάτι και ανοικοδομήθηκε όμορη πολυκατοικία), ενώ την παράσταση έκλεβε ο πυργίσκος με πολυγωνική κάτοψη που υπήρχε στη γωνία του κτιρίου, όπως σημειώνεται στην έκδοση του Ινστιτούτου Αρχιτεκτονικής για τα αντιπροσωπευτικά κτίρια του 20ού αιώνα.
Για ένα διάστημα, εδώ στεγαζόταν η Αμερικανική Πρεσβεία.
Μέγαρο Τσίλλερ-Λοβέρδου
Έπειτα από την πολύχρονη διαδικασία της αποκατάστασης ώστε να αναβιώσουν όλα τα στοιχεία που εγγράφονται στην ιστορία αυτού του κτιρίου επί της Μαυρομιχάλη, το Μέγαρο Τσίλλερ-Λοβέρδου είναι ανοιχτό για το κοινό ως μουσείο.
Πρόκειται για το κτίριο που σχεδίασε ο Τσίλλερ για δική του κατοίκηση και χτίστηκε το 1882, αποτυπώνοντας την αισθητική προσέγγιση του Γερμανού στο έπακρο, μέσα από στοιχεία υψηλής ποιότητας, όπως γύψινα ανάγλυφα, οροφογραφίες και ένα ιδιαίτερο πομπηιανό σαλόνι με θαυμάσιες τοιχογραφίες.
Αλλά, το κτίριο κρύβει ακόμη μια πλευρά της αρχιτεκτονικής ιστορίας: όταν στα τέλη της δεκαετίας του 1920 πέρασε στην ιδιοκτησία του συλλέκτη έργου τέχνης Διονύσιου Λοβέρδου, μεταξύ των παρεμβάσεων ήταν ότι χτίστηκε ένα παρεκκλήσι στο βάθος της πίσω αυλής απ’ τον αρχιτέκτονα Αριστοτέλη Ζάχο.
Κτίριο οικογένειας Φρυσίρα
Το παλαιότερο από τα δύο κτίρια του Μουσείου Φρυσίρα στην Πλάκα φέρει την υπογραφή του Τσίλλερ και παρότι σε μέγεθος δεν πλησιάζει τη μεγαλοπρέπεια των υπολοίπων της λίστας, αναγνωρίζεται ως ένα από τα πρώτα νεοκλασικά της Αθήνας (κηρυγμένο νεότερο μνημείο) και εκείνο το στοιχείο με το οποίο ξεχωρίζει είναι η στρογγυλή, ιωνικού ρυθμού πρόσοψη. Βρίσκεται στην οδό Μονής Αστερίου 7 και έχει αποκατασταθεί πλήρως από την οικογένεια Φρυσίρα.