© Erich Andres/United Archives via Getty Images/Ideal Image
ΙΣΤΟΡΙΑ

Το έθιμο της παλιάς Αθήνας με τα δώρα στα βαρέλια των τροχονόμων

Την παραμονή αλλά και ανήμερα της Πρωτοχρονιάς, προσφέρονταν κάθε λογής δώρα στους τροχονόμους που βρίσκονταν σε υπηρεσία, από φαγώσιμα είδη μέχρι ηλεκτρικές συσκευές από εταιρείες που αξιοποιούσαν την ευκαιρία για να δείξουν τα προϊόντα τους.

Αρχές της δεκαετίας του 1990, είχαν καταστεί πλέον άχρηστα κι έτσι αποσύρθηκαν και τα τελευταία κουβούκλια-βαρέλια της Τροχαίας, μέσα στα οποία στέκονταν οι τροχονόμοι για δεκαετίες, προκειμένου να ρυθμίζουν την κυκλοφορία από ένα υπερυψωμένο και κάπως πιο προστατευμένο σημείο – σε σχέση, τουλάχιστον, με τα κασελάκια όπου πατούσαν ακόμη παλιότερα. Μαζί με τα βαρέλια που άλλοτε υπήρχαν σε όλες τις λεωφόρους και τις μεγάλες διαβάσεις της πρωτεύουσας, το πλήρωμα του χρόνου εξαφάνισε και ένα χριστουγεννιάτικο έθιμο που πολλοί Αθηναίοι θυμούνται με νοσταλγία.

Την παραμονή αλλά και ανήμερα της Πρωτοχρονιάς, μπροστά στα βαρέλια αυτά αφήνονταν για δεκαετίες δώρα – δεκάδες, εκατοντάδες δώρα παντός τύπου από όλο τον κόσμο, σαν ένα ελάχιστο δείγμα ευγνωμοσύνης για το έργο των υπαλλήλων που παρέμεναν στο πόστο τους για το κοινό καλό, ανεξάρτητα από το κρύο, το χιόνι, τα καυσαέρια (που τότε προβλημάτιζαν έντονα τη δημόσια σφαίρα), όταν όλοι οι υπόλοιποι γιόρταζαν με τις οικογένειές τους.

Πρέπει να επισημάνουμε ότι την περίοδο 1920-1930 που καθιερώθηκε το συγκεκριμένο έθιμο, οι τροχονόμοι ήταν ιδιαίτερα αγαπητά και αξιοσέβαστα πρόσωπα για τους κατοίκους της πρωτεύουσας, καθότι την περίοδο εκείνη, χωρίς ακόμη εγκατεστημένα φανάρια στους δρόμους, ήταν η μόνη ασπίδα προστασίας απέναντι στον φόβο των αυτοκινητιστικών ατυχημάτων τα οποία καταγράφονταν το ένα μετά το άλλο στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων.

Ήταν γνωστό ότι εκτελούσαν πολύωρες βάρδιες, όρθιοι, σε κάθε καιρική συνθήκη και σταθερά με κίνδυνο της ζωής τους.

Για να προσεγγίσουμε το επίπεδο οδικής ασφάλειας σε εκείνη τη φάση, αρκεί να αναφέρουμε ότι πρώτο νομοθέτημα «περί αυτοκινήτων» θεσπίστηκε το 1930, όταν ήδη είχε φανεί η άνθηση της αυτοκινητοβιομηχανίας με χιλιάδες νέα οχήματα να προστίθενται ετησίως και την Τροχαία να έχει αναλάβει τα καθήκοντά της από το 1918 (ως Υπηρεσία Κυκλοφοριακής Αστυνομίας), για να βάλει σε τάξη όλο το χάος.

Δεν είναι τυχαίο ότι οι πρώτοι που έσπευδαν να αφήσουν ευχαριστήριο δώρο στους τροχονόμους την Πρωτοχρονιά ήταν οι ίδιοι οι οδηγοί, που τις περισσότερες φορές τους γνώριζαν με τα μικρά τους ονόματα. Κάποιοι είχαν αφήσει ιστορία.

Σε φύλλο εφημερίδας του 1936, περιγράφεται το «ωραίον έθιμον» με τα «παντός είδους πλούσια και πτωχά δώρα» που έφταναν στην αστυνομική υπηρεσία. Ήταν συνηθισμένη εικόνα τα δώρα στα κουβούκλια να μετατρέπονται σε ολόκληρους σωρούς που περικύκλωναν (και μερικές χρονιές σχεδόν σκέπαζαν) τους τροχονόμους, ενώ μπορεί να χρειάζονταν δύο ή και παραπάνω δρομολόγια για το βανάκι της Τροχαίας, μέχρι να μεταφέρει τις ποσότητες κάθε πόστου στα κεντρικά, όπου γινόταν πάντα κλήρωση για το ποιος θα τα παραλάμβανε από την υπηρεσία.

Τα πρώτα χρόνια, τα δώρα στους τροχονόμους ήταν σχεδόν αποκλειστικά φαγώσιμα είδη – κουραμπιέδες, μελομακάρονα, μπουκάλια με κρασί, πατάτες, αυγά ή και κρέας, ανάλογα με την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού. Ωστόσο, μετά τη δεκαετία του 1960 τα δώρα απέκτησαν μια πρωτοφανή ποικιλία, ανάμεσα στην οποία πέρα από τα κλασικά δώρα, θα έβρισκες φιάλες γκαζιού, τηλεοράσεις καταψύκτες, ραδιόφωνα, ψυγεία και άλλες ηλεκτρικές συσκευές. Τι είχε συμβεί; Μεγάλες εταιρίες και βιομηχανίες που άκμαζαν, αξιοποιούσαν την ευκαιρία για να επιδείξουν τα προϊόντα τους σε περίοπτη θέση. Ιζόλα, Ελαΐς, Πίτσος ήταν μερικές.

Παράλληλα, εν αποστρατεία αστυνομικοί έχουν μεταφέρει σε σχέση με το έθιμο ότι συμμετείχαν και μεγάλοι χορηγοί-δωρητές (π.χ. Εθνική Τράπεζα, Ίδρυμα Λάτση) στέλνοντας χρηματικά ποσά στην υπηρεσία.


Πώς ξεκίνησε το έθιμο

Υπάρχουν φωτογραφίες που δείχνουν δώρα μπροστά από τροχονόμους (είτε με βαρέλι είτε με κασελάκι), που χρονολογούνται απ’ τη δεκαετία του 1920. Είναι πιθανό να καθιερώθηκε το έθιμο κατά τα πρώτα χρόνια λειτουργίας της υπηρεσίας (γύρω στο 1920), σαν μία αυθόρμητη κίνηση που επίσης εκείνα τα χρόνια ίσχυε σε πόλεις της Ευρώπης, όπως το Λονδίνο, το Παρίσι και η Βιέννη.


© Φ.Α. ΕΛΙΑ/ΜΙΕΤ

Ωστόσο, αντιφάσκουν οι μαρτυρίες που έχουν καταγραφεί για το σημείο-μηδέν του συγκεκριμένου εθίμου, εάν δεχθούμε ότι υπήρξε πράγματι μια τέτοια χρονιά. Στο λεύκωμα Η Ελλάδα του Μόχθου, αναφέρεται ότι το έθιμο ξεκίνησε από τον προπολεμικό δήμαρχο Κώστα Κοτζιά, όταν την Πρωτοχρονιά του 1936 ήταν εκείνος που έβαλε πρώτος στα πόδια ενός τροχονόμου δύο –ζωντανές– γαλοπούλες για δώρο. Από την άλλη, σε περιοδικό από τα Αστυνομικά Χρονικά, περιγράφεται ότι το έθιμο καθιερώθηκε μετά την κίνηση του Βασιλιά Γεώργιου Β΄, την ίδια όμως χρονιά, το 1936.

Περιγράφεται, συγκεκριμένα, ότι «πολλοί καταστηματάρχες, εταιρείες, εργοστασιάρχες και αυτοκινητιστές παρουσιάστηκαν στον τότε Αστυνομικό Διευθυντή […] και του ανακοίνωσαν ότι κατά την παραμονή του νέου έτους θα προσέφεραν στους τροχονόμους διάφορα δώρα, σε ένδειξη εκτίμησης και αγάπης για τους κόπους τους οποίους καταβάλλουν καθ’ όλο το έτος να ρυθμίζουν την κυκλοφορία», αλλά το σώμα αρνήθηκε την προσφορά, θεωρώντας την «έμμεσο τρόπο δωροδοκίας».

Ακολούθησε συζήτηση μεταξύ του Παλατιού και του Σώματος, όπως μεταφέρεται από την ίδια πηγή, και αμέσως μετά, την παραμονή του νέου έτους, ο βασιλιάς, ενώ κατέβαινε με το αυτοκίνητό του τη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας για να πάει στα Ανάκτορα, πλησίασε στην πλατεία Ρηγίλλης τον τροχονόμο, σταμάτησε δίπλα στο βάθρο, κατέβηκε και ευχήθηκε στον αστυφύλακα χρόνια πολλά, παραδίδοντας ένα μεγάλο κιβώτιο με φιάλες κρασιού και κουτιά γλυκισμάτων. Στη συνέχεια, έπραξε το ίδιο στον τροχονόμο της διασταύρωσης Πανεπιστημίου και Βασ. Σοφίας και τέλος στα Χαυτεία, ανάμεσα σε χειροκροτήματα διαβατών.


«Από τη στιγμή εκείνη παρουσιάστηκε το φαινόμενο της ομαδικής προσφοράς δώρων από τους πάντες – όχι μόνο αυτοκινητιστές, καταστηματάρχες, εταιρείες, εργοστάσια και πάσης φύσεως επαγγελματίες έσπευδαν να καταθέσουν τα δώρα τους, αλλά και απλοί διαβάτες έτρεχαν στο πλησιέστερο ζαχαροπλαστείο, αγόραζαν γλυκά ή ό,τι άλλο χρήσιμο δώρο έβρισκαν και το κατέθεταν στο βάθρο του τροχονόμο», αναφέρεται στην ίδια πηγή.

Exit mobile version