Το παγκάκι του Τσίου και άλλα 8 αθηναϊκά (και όχι μόνο) τοπόσημα από το νέο ελληνικό σινεμά
- 3 ΙΟΥΛ 2024
Μπορεί να είναι απαράλλαχτα, αλλά ενταγμένα μέσα στο σύμπαν μιας ταινίας, ενδέχεται να δυσκολευτείς να τα αναγνωρίσεις. Αλλά ακόμη και άμα τελικά το πετύχεις, μέσα από τον φωτισμό, τη γωνία λήψης είτε το βάρος της σκηνής, έχουν πρακτικά αλλάξει όψη, αποτελώντας για εκείνη την ώρα όχι τα γνωστά σημεία που περπατάς κάθε μέρα –δεν είναι απλά η πλατεία Αμερικής, η Διονυσίου Αρεοπαγίτου είτε τα Αναφιώτικα με τους τουρίστες– αλλά μέρη τα οποία κατοικούν στη μυθοπλαστική σφαίρα, όσο σκληρό και ρεαλιστικό κι αν είναι το έργο.
Σκανάροντας εν τάχει τα έργα του νέου ελληνικού κινηματογράφου, συγκεκριμένα της τελευταίας εικοσαετίας, συγκεντρώσαμε μερικά από τα εκείνα που μας έκαναν να δούμε την Αθήνα με νέο μάτι.
Το παγκάκι του Τσίου κοντά στην πλατεία Αττικής
Δεκαπενταύγουστος στην Αθήνα, δεκαετία 00s, και το δράμα του Τσίου ξεκινάει όταν γίνεται μια στραβή και η «άκρη» του αδυνατεί να τον εφοδιάσει, μιας και αναγκάστηκε να καταπιεί το σακουλάκι για να γλιτώσει από την αστυνομία.
Το μαντάτο αποκαλύπτεται σε ένα παρκάκι ανάμεσα στην Αγίου Μελετίου και τον σταθμό Αττική, με μια χαρακτηριστικά σουρεαλιστική σκηνή της diy ταινίας του Μάκη Παπαδημητράτου, όταν ο πρωταγωνιστής παρακαλάει τον Μαξ να πιέσει το εντερικό του σύστημα πίσω από τον θάμνο – γιατί, αν είναι να ανατρέψεις το political correctness, κάν’ το μέχρι τέλους και με στυλ.
Το Ολυμπιακό Χωριό στο Park
Ένα σύμβολο για την ισοπεδωτική κρίση που ακολούθησε μετά την κατάνυξη των Ολυμπιακών Αγώνων, ένα άτυπο μνημείο για τη δυσλειτουργία (και τον παραλογισμό) του κρατικού μηχανισμού που εγκατέλειψε έναν νεόδμητο οικισμό στη μοίρα του – το εγκαταλελειμμένο Ολυμπιακό Χωριό είναι ο βασικός πρωταγωνιστής στο εκπληκτικό ντεμπούτο της Σοφία Εξάρχου (Park).
«Μια έρημη πόλη, όπου επικρατεί νεκρική σιγή, μια σιωπή εκκωφαντική σαν να υπάρχει ένα κοινό μυστικό που ενώνει όλες τις ζωές που ζουν εκεί» (όπως έχουν δηλώσει συντελεστές της ταινίας), πάνω στην οποία εγγράφηκαν οι ιστορίες των ηρώων της.
Η Πλατεία Αμερικής του Γιάννη Σακαρίδη
Τέσσερις διαφορετικοί άνθρωποι που μένουν στην ευρύτερη περιοχή της πλατείας Αμερικής, ένας τατουατζής, ένας μικροαστός ρατσιστής στην ηλικία των 40, μια Αφρικανή τραγουδίστρια και ένας Σύριος πρόσφυγας που θέλει να φύγει από τη χώρα, συναντιούνται στο δεύτερο μεγάλου μήκους φιλμ του Γιάννη Σακαρίδη, με συνδετικό κρίκο στην αφήγηση το tattoo studio (παρεμπιπτόντως, πρόκειται για ένα από τα καλύτερα tattoo studio της Αθήνας, το αγαπημένο Scripta Manent).
Μια Αθήνα που βράζει μέσα στα προβλήματα και τους φαντασιακούς εχθρούς.
Τα Αναφιώτικα του Χριστόφορου Παπακαλιάτη
Δε θα μπορούσε να βρεθεί καταλληλότερη αθηναϊκή τοποθεσία για το νεο-μποέμ κινηματογραφικό ύφος του Χριστόφορου Παπακαλιάτη από τη γειτονιά που «τη νύχτα μυρίζει γιασεμί» και ανθίζουν οι έρωτες, με όλα τα κλισέ που αγαπάμε και μισούμε ταυτόχρονα – τα Αναφιώτικα.
Η ταινία-blockbuster που έκοψε μισό εκατομμύριο εισιτήρια, το 2013 γυρίστηκε σχεδόν εξ ολοκλήρου στη γραφική περιοχή που έχτισαν οι Αναφιώτες, αποτυπώνοντας στην κάμερα δύο παράλληλες και εκ διαμέτρου αντίθετες συναισθηματικά ιστορίες, όπως καθορίστηκαν από μία και μόνο απόφαση.
Η Στοά Broadway του Χρήστου Μασσαλά
Μια ομάδα από άτομα του περιθωρίου, περφόρμερ που στήνουν σόου στους δρόμους για να ξαφρίζουν παράλληλα τους τυχαίους περαστικούς, έχουν βρει καταφύγιο στη Στοά Broadway, ένα εγκαταλελειμμένο συγκρότημα ψυχαγωγίας, μια ερειπωμένη εμπορική στοά ψηλά στην Αγίου Μελετίου.
Πρόκειται για το κινηματογραφικό ντεμπούτο του βραβευμένου σε ταινίες μικρού μήκους Χρήστου Μασσαλά, στο οποίο διαπλέκεται ο ρεαλισμός της σύγχρονης Αθήνας με τη δραματική ποιητικότητα μιας ανένταχτης κοινότητας.
Η Κινέττα του Γιώργου Λάνθιμου
Το έρημο παραθεριστικό μέρος της Κινέττας, κινηματογραφημένο εκτός σεζόν, αποτέλεσε το περιβάλλον του ομώνυμου έργου από τα πρώτα χρόνια της σκηνοθετικής πορείας του Λάνθιμου, προτού ακόμη προσδιοριστεί το είδος weirdwave.
Ένας «άτοπος τόπος» όπου δρούσαν οι (πάντα) ιδιοσυγκρασιακά ανεξιχνίαστοι χαρακτήρες του, στην προσπάθεια να λύσουν μια σειρά από δολοφονίες, προβαίνοντας σε αναπαραστάσεις των φόνων. Όπως έχει δηλώσει ο ίδιος, ένα έργο για «ανθρώπους που προσπαθούν να ξεφύγουν από έναν πραγματικό κόσμο μέσω των κατασκευασμένων διαδικασιών».
Τα καρτοτηλέφωνα της Αρεοπαγίτου στα Φθηνά Τσιγάρα
Η μοναδική τους νύχτα ήταν ξαφνική, σαν μια μπόρα, μόνο που συνέβη καταμεσής του καλοκαιριού και συνέβη να αναδειχθεί στην απόλυτη ταινία-ωδή για την άδεια Αθήνα των 00s – μια αυθόρμητη και υπέροχα ρομαντική περιπλάνηση στις στοές, την έρημη Σταδίου, την καντίνα του Λυκαβηττού το ξημέρωμα, τα καρτοτηλέφωνα. Θα σταθούμε στο Πάρκο Ροβέρτου Γκάλι, επί της Διονυσίου Αρεοπαγίτου, όπου ο Ρένος Χαραλαμπίδης δέχεται τηλεφώνημα από τον Μανώλη, πριν περάσει η εξτρίμ περσόνα του στον φακό.
Το λιμάνι του Πειραιά στο Xenia
«Ντίντο, από εδώ η Αθήνα – βασικά, ο Πειραιάς», λέει στο κουνέλι του ο Ντάνι, βγάζοντας μια selfie στην πεζογέφυρα του λιμανιού και ξεκινώντας έτσι το ταξίδι του στην πρωτεύουσα, σε μια προσπάθεια να βρει με τον αδελφό του τον ελληνικής καταγωγής πατέρα τους, που τους είχε εγκαταλείψει από μικρά.
Ένα αγνό, όσο και σκληρό φιλμικό ταξίδι του Πάνου Κούτρα (που σάρωσε τα βραβεία της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου), πιάνοντας right in time –το 2014– το πονεμένο θέμα των μεταναστών 2ης γενιάς.
Το κέντρο της Αθήνας στο Wasted Youth
Μια ταινία low budget που γυρίστηκε μέσα σε μόλις 20 μέρες κατά τη διάρκεια του καυτού Ιουλίου του 2010, καταφέρνοντας να χωρέσει την περιρρέουσα οργή από τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου.
Μια ιστορία που εκτυλίσσεται μέσα σε ένα 24ωρο με δύο εκ διαμέτρου αντίθετους ήρωες – έναν έφηβο σκεϊτά που ζει στο φουλ τα νιάτα του με πάρτι, φίλους και αυτοκόλλητα «Wasted Youth» και έναν τυπικό μικροαστό, δημόσιο υπάλληλο, που ζει μέσα στον φόβο και τη μιζέρια. Οι δρόμοι τους συναντιούνται στο εκρηκτικό φινάλε, τη νύχτα, σε ένα δρόμο με μπαράκια στο κέντρο.