Aurelien Meunier/Getty Images/Ideal Image
OPINIONS

Αν ενδιαφέρεστε, το σπίτι που έμενε ο Τζορτζ Μπάλντοκ είναι 210 τετραγωνικά

Αχρείαστα πλάνα από drones, μία άτυπη δημοπρασία της μεζονέτας και συνθήκες θρίλερ σε μία είδηση που από μόνη της είναι τραγική.

Ο θάνατος του Τζορτζ Μπάλντοκ αποτελεί είδηση και μάλιστα σημαντική από τη στιγμή που ο ποδοσφαιριστής αγωνιζόταν για τον Παναθηναϊκό και την Εθνική μας ομάδα. Εντελώς δημοσιογραφικά, λοιπόν, ήταν απόλυτα λογικό να δημιουργηθεί ένας πανικός στα newsrooms που, κακά τα ψέματα, τις περισσότερες ώρες τις περνούν στα social media ψάχνοντας για κάτι που θα φέρει νούμερα.

Το ίδιο συνέβη και με τη Μαρινέλλα, μετά την πτώση της στο Ηρώδειο. Οι δύο ειδήσεις, αν και διαφορετικές μεταξύ τους, έχουν αρκετά κοινά: απήχηση στο ευρύ κοινό, άμεση ανταπόκριση και σχολιασμό από τους χρήστες των social media και προβληματισμός για το αν έπρεπε ή όχι να αναδημοσιευτούν τα γνωστά, πλέον, βίντεο.

Και κάπου εδώ εμφανίζεται ξανά η δημοσιογραφική κάλυψη που τροφοδοτεί όλα τα παραπάνω. Και σε αυτή την περίπτωση, όμως, χάθηκε το μέτρο και η λεπτή γραμμή που χωρίζει την πραγματική ενημέρωση από τα «σενάρια» καταπατήθηκε, με αποτέλεσμα όλα να γίνουν ένα. 

Από τη φύση μας, ως άνθρωποι, γοητευόμαστε από το άγνωστο, ψάχνουμε βαθύτερα, κοιτάζουμε μέσα από κλειδαρότρυπες, υψώνουμε drones πάνω από φράχτες και ψάχνουμε τρόπους να γεμίσουμε το κενό της πληροφορίας που ακόμα ταξιδεύει, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι σωστό. 

Γιατί στην περίπτωση του Τζορτζ Μπάλντοκ, αυτό συμβαίνει: Η πληροφορία ταξιδεύει και μεταπλάθεται όσο περνούν οι ώρες και τις διαστάσεις, το πώς παρουσιάζεται μια κατάσταση, το ορίζουν τα ενημερωτικά σάιτ και η τηλεόραση. Άλλα διαβάσαμε το βράδυ της Τετάρτης μόλις έγινε γνωστός ο θάνατός του, άλλα διαβάσαμε το πρωί και άλλα θα διαβάσουμε το απόγευμα. Στο μεταξύ, υπάρχουν και αυτοί που κάνουν τη δουλειά τους παίζοντας τον ρόλο της γέφυρας, της γέφυρας που ενώνει όσα προηγήθηκαν και όσα θα ακολουθήσουν. Και αυτό συνήθως δεν πάει καλά.

Κανείς δε ζήτησε τα πλάνα από drones, πάνω ακριβώς από το σπίτι και την πισίνα όπου βρέθηκε νεκρός ο 31χρονος. Παρ’ όλα αυτά, τα πλάνα έπαιξαν κανονικά στην ελληνική τηλεόραση λες και πρόκειται για κάτι φυσιολογικό. Δεν είναι. Σκοπός της εκπομπής, όπως ήδη είπαμε, ήταν να γεμίσει το κενό μεταξύ της αρχικής είδησης και του αποτελέσματος με αχρείαστες πληροφορίες και εικόνες. Έδωσε παράταση σε κάτι που έχει πεθάνει δηλαδή, όσο άσχημο κι αν ακούγεται αυτό. Όχι ότι μας έκανε εντύπωση, αλλά η μικροσκοπική φλόγα ελπίδας πρέπει να συνεχίσει να καίει μέσα μας, διαφορετικά τίποτα γύρω μας δε θα έχει νόημα.

Δεν θα σας κρύψουμε ωστόσο ότι αυτή η μικροσκοπική φλόγα ελπίδας, που έχει να κάνει με τη σωστή ενημέρωση, πήγε να σβήσει ολοκληρωτικά λίγο αργότερα, όταν στους δέκτες μας εμφανίστηκαν παρουσιαστές ως μεσίτες, με την υπερβολικά άχρηστη και ανούσια λεπτομέρεια της ημέρας: πόσο κοστίζει το ακίνητο που έμενε ο Τζορτζ Μπάλντοκ και πόσα τετραγωνικά είναι. Οι αντιδράσεις στα social media είναι δικαιολογημένες, αλλά όλοι ξέρουμε ότι αυτό δε θα αλλάξει τον τρόπο που ενημερωνόμαστε.

Και αυτός ο τρόπος δε θα αλλάξει διότι είμαστε πλέον συνηθισμένοι σε αυτή την ενημέρωση. Από την πρώτη στιγμή, η είδηση πέρασε από το φίλτρο του «θρίλερ», γεννήθηκαν ερωτήματα για το δεύτερο ποτήρι, τον ρόλο της βότκας και το αποτέλεσμα, περνώντας σε δεύτερη μοίρα, έδωσε τη θέση του στα σενάρια. 

Οι μεσίτες, λοιπόν, βρήκαν στρωμένη και στα μέτρα τους μια κατάσταση και την εκμεταλλεύτηκαν, δίνοντας κι αυτοί με τη σειρά τους άχρηστες πληροφορίες σε ένα κοινό που, δυστυχώς, μοιάζει ανθεκτικό απέναντι στην υπερβολή. Γιατί για κάποιους, ο θάνατος ενός ανθρώπου, μέχρι τον επόμενο, δεν είναι τίποτα παραπάνω από καθαρός τηλεοπτικός χρόνος και 210 τ.μ. κάπου στη Γλυφάδα.