Μεγάλος Περίπατος της Αθήνας: Σόρρυ, αλλά μένουμε κι εμείς εδώ
- 15 ΙΟΥΝ 2020
Το ζήτημα της πεζοδρόμησης του κέντρου της Αθήνας ήταν πάντα ένα τέτοιο ζήτημα. Ο ‘Μεγάλος Περίπατος’ είναι σίγουρα μια όμορφη ιδέα. Και εγώ θα ήθελα να κυκλοφορώ στο κέντρο της Αθήνας και να μην είναι αυτό πηγμένο από κόρνες, χαλασμένους καταλύτες, αυτοκίνητα και νέα αυτοκίνητα. Και εγώ θα ήθελα να μπορώ να περπατάω ανάμεσα σε πράσινο χαζεύοντας τα κτήρια της Ακαδημίας και του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ανάμεσα σε ποδηλάτες και άλλους πεζούς. Στο τέλος να ρίχνουμε και 2000-3000 άτομα ένα συρτάκι γιατί είμαστε όλοι ευτυχισμένοι. Κατά βάση, λοιπόν, η ιδέα φαίνεται καλή.
Αλλά ας δούμε και λίγο το timing. Βρισκόμαστε εντός μιας υγιειονομικής κρίσης, της πανδημίας του κορονοϊού. Αφού βγήκαμε από την καραντίνα, όλο και λιγότεροι άνθρωποι επιλέγουν να κυκλοφορούν με τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς. Δεν τους κατηγορώ. Οι πρωινές και απογευματινές ώρες στο Μετρό είναι μοιρασμένες σε ασφυκτικά γεμάτα βαγόνια. Από την άλλη είμαστε σε μια τεράστια πόλη 4,5 εκατομμυρίων η οποία έχει ουσιαστικά μια δωρεάν περιφερειακή οδό και -ειδικά ως προς τα λεωφορεία- πολύ κακή λειτουργία. Τι θα μπορούσε να πάει στραβά;
Τελικά, για κάποιον λόγο πήγαν διάφορα. Σήμερα το πρωί χιλιάδες οδηγοί καταταλαιπωρήθηκαν, αγχώθηκαν, άργησαν στη δουλειά τους ή πήγαν με την ψυχή στο στόμα σε αυτή. Η λογική ήταν η απλή. Οκ, κάθε αρχή και δύσκολη. Θα προσαρμοστείτε όμως. Ακριβώς δηλαδή όσα ακούγαμε επί μήνες για κάθε μεταρρύθμιση. “Έλα μωρέ τώρα, είναι 3-4 μήνες προσαρμογής και μετά θα είσαι περδίκι”. Σαν να παίρναμε κάποιου είδους θεραπεία για το αυχενικό. Θα κοπιάσεις τώρα αλλά στο τέλος θα είναι για το καλό σου. Θα είναι όμως;
H πολιτική που ακολουθείται στο κέντρο της Αθήνας δεν μπορεί κανείς να πει ότι δεν έχει πλάνο. Και δεν μπορεί κανείς επίσης να πει ότι αφορά μόνο τη σημερινή δημαρχία. Το πλάνο είναι εκεί και λέει ότι μετατρέπουμε το κέντρο της Αθήνας από μέρος που η πόλη ζει σε μέρος που η πόλη περνάει την ώρα της. Πρώτα είναι η δραματική αύξηση των ενοικίων που διώχνει έναν-έναν όσους ζούσαν στην πόλη. Μετά είναι η ενοικίαση των χώρων αυτών σε τουρίστες, είναι όλο αυτό που γίνεται στα Εξάρχεια. Τώρα ο ‘Μεγάλος Περίπατος’.
Η λογική είναι να ακολουθηθεί ένα μοντέλο που αφορά αρκετές πρωτεύουσες της Ευρώπης. Ιδίως τις τουριστικές. Ο ντόπιος πληθυσμός φεύγει από το ιστορικό κέντρο, το οποίο μέσω πεζοδρομήσεων και πλατειών γίνεται η βιτρίνα της πόλης προς τους τουρίστες. Πράγματι, δεν είναι κάτι πρωτοφανές. Θα το δει κανείς στη Ρώμη, τη Βαρκελώνη, την Κοπεγχάγη, κτλ. Δεν θα κρίνω αν είναι καλό ή κακό γιατί δεν είναι ο ρόλος αυτού του κειμένου. Δεν θα κρίνω ούτε αν γίνεται σε μια πόλη με την πολεοδομία της Αθήνας, γιατί δεν έχω τις απαιτούμενες γνώσεις. Αν και η λογική ακόμα και ενός μη ειδικού, βάζει διάφορα εμπόδια στο πλάνο.
Αυτό που μπορούμε εύκολα πάντως να κρίνουμε είναι πώς εντοπίζεται η πλήρης αδιαφορία αυτών των μακρόπνοων πλάνων για τους πολίτες της ίδιας της πόλης. Είτε αυτοί ξεσπιτώνονται με δεδομένο ότι ο σπιτονοικοκύρης ζητάει όλο και μεγαλύτερο ενοίκιο, μπας και φύγει και αρχίσει να το νοικιάζει σε τουρίστες. Είτε αυτοί περνούν από το κέντρο της πόλης με το αμάξι τους και αναγκάζονται να φάνε πολλή ώρα μέσα στη ζέστη και το άγχος για να πάνε στη δουλειά τους. Και αυτό το “θα συνηθίσετε” μου ακούγεται πολύ σαν κάτι που θα έλεγε κάποιος ο οποίος αδιαφορεί πλήρως για την ταλαιπωρία σου.
Τι να κάνουμε όμως; Αυτή η χώρα που έβγαλε τον Σωκράτη, τον Αριστοτέλη τον κατσουφιασμένο Παλαμά, το συρτάκι και τον μουσακά. Αυτή η χώρα με τον μαγικό ήλιο και τους μαιάνδρους και τις πολυκατοικίες και τον Σεφέρη. Αυτή η χώρα έχει και κατοίκους που πρέπει να πάνε, πολύ ταπεινότεροι από τους προαναφερθέντες, στη δουλειά τους, να βγάλουν το μεροκάματό τους. Και αυτό μπορεί να μην είναι μαγευτικό για τους τουρίστες που την επισκέπτονται. Το καταλαβαίνω. Αλλά τι να κάνουμε, η ζωή το έφερε και δεν είμαστε όλοι σκηνικό μιας μαγικής χώρας. Και κανένα παρτέρι δεν είναι τόσο όμορφο που να κάνει το μποτιλιάρισμα να μοιάζει όμορφο.