Δημήτρη Διαμαντίδη, θα λείψεις και σ’ έναν Ολυμπιακό
- 31 ΜΑΙ 2016
Τι ζήσαμε χθες. Όχι αλήθεια, τι μυθικός τελικός, τι επική σειρά αγώνων ήταν αυτή που μας χάρισαν ο Ολυμπιακός κι ο Παναθηναϊκός, ως το πιο ταιριαστό φινάλε στην καριέρα ενός αληθινά σπουδαίου παίκτη. Έστω κι αν ο Δημήτρης Διαμαντίδης αποχώρησε απ’ την ενεργό δράση ηττημένος, σχεδόν μοιραίος, τη θέση του στο πάνθεον των αθάνατων την έχει κερδίσει με το σπαθί του πολλά χρόνια τώρα.
Χθες γράφτηκε απλά ο επίλογος, ο οποίος δεν είχε happy end για τον Μήτσο, πολύ απλά γιατί τα σενάρια που γράφει η ζωή σπάνια έχουν. Αν μιλούσαμε για έναν φανταστικό χαρακτήρα ταινίας του Hollywood, τότε πιθανότατα θα βλέπαμε ένα τέλος στο οποίο το νούμερο 13 θα έβαζε το νικητήριο τρίποντο, αντί του μεγάλου “villain” Σπανούλη και η αυλαία θα έπεφτε μέσα σε πανηγυρισμούς και δάκρυα χαράς.
Είπαμε όμως, αυτά συμβαίνουν μόνο σε ταινίες. Ακόμα κι ο Jordan, που κέρδισε ακριβώς αυτό το φινάλε, δεν κατάφερε να το διαχειριστεί κι επέστρεψε λίγα χρόνια αργότερα. Καλύτερα όμως. Η εικόνα του πρωταθλητή Ολυμπιακού να πανηγυρίζει κι όλο το ΟΑΚΑ να ασχολείται με τον Διαμαντίδη, είναι ακόμα πιο σπουδαία, ακόμα πιο επιβλητική ως το τελευταίο καρέ μιας μεγάλης καριέρας.
Όλοι ήθελαν να του πουν αντίο με τον δικό τους τρόπο, να τον αγκαλιάσουν για τελευταία φορά, να του κλέψουν μια ατάκα. Ο χαμένος τελικός ήταν απλά μια λεπτομέρεια, μία κακή ανάμνηση στο τέλος της υπέροχης διαδρομής του. Δεν είχε πλέον καμία σημασία. Από χθες το βράδυ, προσπαθούμε όλοι μας να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν θα ξαναδούμε τον Διαμαντίδη με αθλητική περιβολή να βάζει τρίποντα, να δίνει ασίστ, να κλέβει, να εμψυχώνει, να είναι ο ηγέτης εντός κι εκτός αγωνιστικού χώρου.
Ναι, ακόμα κι εγώ, που τόσα χρόνια τον έβλεπα ως “εχθρό”, που τον έχω βρίσει μέσα στο γήπεδο (όχι προφανώς αυτά τα εμετικά συνθήματα που φώναζε κατά καιρούς το κοινό του ΣΕΦ) που τον έχω κριτικάρει, χθες έβλεπα την τελευταία του συνέντευξη τύπου σχεδόν βουρκωμένος.
Ρωτάς γιατί τον έβριζα, γιατί τον έβλεπα ως εχθρό; Γιατί έτσι μας μαθαίνει η οπαδική λογική αυτής της χώρας. Γιατί όποιος παίζει στον Παναθηναϊκό είναι ο “εχθρός”, ο “κακός”, ο απέναντι, ο αντίπαλος. Λες και δεν κάνει απλά τη δουλειά του, βοηθώντας την ομάδα του να κερδίσει.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, έτυχε ο Διαμαντίδης να κάνει τη δουλειά λίγο καλύτερα απ’ τους περισσότερους συναδέλφους του. Αν και η χρήση του ρήματος έτυχε, είναι εξαιρετικά ατυχής.
Έβαλε τρίποντα που πόνεσαν, έκανε τάπες που με στοίχειωσαν, έδωσε ασίστ που με πλήγωσαν. Ναι ωραία και; Έκανε απλά τη δουλειά του. Στο μυαλό μου όμως, ήταν ο κακός της υπόθεσης. Γιατί έτσι έχουμε μάθει να κάνουμε σε αυτή την κωλοχώρα που τα δικά μας τα παιδιά είναι οι καλοί κι οι απέναντι είναι πάντα οι μαλάκες.
Την αξία του Διαμαντίδη φυσικά, δεν την αμφισβήτησα ποτέ. Αλίμονο, αυτό δεν θα το τολμούσε ούτε το πιο πωρωμένο κι άρρωστο οπαδικό μυαλό. Στο τριπάκι του να τον μειώσω όμως, μια χαρά είχα μπει. Τον έλεγα γκρινιάρη, επειδή μίλαγε στους διαιτητές. Τον έλεγα σιγανό ποταμάκι, επειδή είχε φτύσει τον Τεόντοσιτς. Τον έλεγα τεμπέλη επειδή παράτησε νωρίς την Εθνική. Μαλακίες.
Αν θέλεις να βρεις κάτι επιλήψιμο, θα το βρεις ακόμα και για τον Γκάντι. Έστω κι αργά, όφειλα να σοβαρευτώ. Αθλητές κι άνθρωποι σαν τον Διαμαντίδη εμφανίζονται σε χώρες όπως η δική μας, μια φορά στα 20 χρόνια. Είχαμε τη χαρά να τον ζήσουμε από κοντά, να τον θαυμάσουμε στο γήπεδο, έστω κι αν δεν πανηγύριζα τα καλάθια του. Όχι, δεν πανηγύριζα ούτε τα καλάθια του στην Ευρωλίγκα, ας σοβαρευτούμε. Κάθε ομάδα στην Ευρωλίγκα εκπροσωπεί την ιστορία της, την Ελλάδα την εκπροσωπεί η Εθνική μας.
Εκεί ξαφνικά, ο Διαμαντίδης γινόταν για λίγο καλός. Ούρλιαξα στο θρυλικό “βάλ’το αγόρι μου”, συγκινήθηκα όταν πήγε να κερδίσει μόνος του την Ισπανία στην τελευταία του παράσταση με τα γαλανόλευκα. Για τέτοια ανωμαλία μιλάμε. Σεπτέμβρη μήνα να τον αποθεώνω και Οκτώβρη να τον βρίζω.
Ήθελα να χάνει. Ήθελα να κάνει λάθη. Ήθελα να στεναχωριέται. Σπάνια έχανε, σχεδόν ποτέ δεν έκανε λάθος, στεναχωρούσε εμένα. Έτσι είναι η ζωή, έτσι είναι ο αθλητισμός. Έκανε όμως καλύτερο το άθλημα που υπηρετούσε, υπήρξε παράδειγμα για τους μικρότερους, λατρεύτηκε από ανθρώπους σε κάθε γωνία του πλανήτη. Τον έκαναν τατουάζ Ιταλοί και τον έβριζαν οι Έλληνες. Τον έβριζα κι εγώ.
Χθες όμως, ένιωθα παράξενα. Ναι, ενθουσιάστηκα με το φινάλε, χάρηκα με το πρωτάθλημα, ηδονίστηκα με τον τρόπο που γράφτηκε ο επίλογος. Κάτι όμως μετρίαζε αυτή τη χαρά. Το φινάλε του Διαμαντίδη, τα συνθήματα, η συνειδητοποίηση ότι τον βλέπω για τελευταία φορά εν δράσει, δεν μου προσέφερε τα συναισθήματα που περίμενα.
Όχι, δεν χάρηκα που ο καλύτερος, ο πιο εμβληματικός παίκτης του μεγαλύτερου αντιπάλου της ομάδας μου επιτέλους σταματάει και θα ησυχάσουμε. Δεν ανακουφίστηκα. Οι μεγάλες κόντρες που θαυμάσαμε τις τελευταίες 10 ημέρες θα είναι πλέον φτωχότερες. Ο ελληνικός αθλητισμός θα είναι φτωχότερος. Η χώρα κι ο αθλητισμός χρειάζονται Διαμαντίδηδες και Σπανούληδες, δεν χρειάζονται τους κάφρους που τους βρίζουν επειδή τολμάνε να παίζουν στον αντίπαλο.
Ένας τέτοιος κάφρος έχω υπάρξει κι εγώ στο παρελθόν κι αυτό δεν αλλάζει. Αυτό που μπορώ να κάνω τώρα, είναι να κρατήσω τις καλύτερες αναμνήσεις απ’ τις σπουδαίες στιγμές που μας χάρισε ο Διαμαντίδης. Ναι, και την τάπα στον Άκερ, τα τρίποντα στο Βερολίνο, όλα αυτά που με ξενέρωσαν και με έκαναν να τον βρίσω.
Όλα αυτά που έγιναν τις τελευταίες ημέρες ας τα κρατήσουμε ως ένα μάθημα. Τη συμπεριφορά του κόσμου, τη σχέση Σπανούλη-Διαμαντίδη, τις δηλώσεις του Διαμαντίδη στην τελευταία του συνέντευξη τύπου. Τον αθόρυβο, ήσυχο και διακριτικό τρόπο που επέλεξε για να αποχωρήσει. Ένα μάθημα αναγνώρισης αξιών που δεν έχουμε μάθει να σεβόμαστε.
Η Ελλάδα δεν αξίζει, ούτε δικαιολογεί την ύπαρξη προσωπικοτήτων όπως ο Διαμαντίδης κι ο Σπανούλης. Με τα όποια στραβά τους φυσικά, κανείς δεν είναι τέλειος. Τον Σπανούλη μέχρι να βγάλει τα πράσινα, φυσικά και τον έβριζα. Τώρα τον αποθεώνω. Τον Διαμαντίδη μέχρι πριν μερικές ημέρες τον έβριζα. Τώρα αναγνωρίζω πόσο θα λείψει. Ανωμαλίες, που πλέον μου φαίνονται γραφικές.
Σαν Κωνσταντίνος, το μόνο που μπορώ να πω στον Διαμαντίδη είναι ένα ευχαριστώ για αυτά που μας αφήνει πίσω και μια συγγνώμη που υπήρξα οπαδός κι όχι φίλαθλος απέναντί του. Τουλάχιστον ξέρω ότι απέναντι στον επόμενο Διαμαντίδη, όποιος κι αν είναι αυτός, θα είμαι πιο δίκαιος, πιο ψύχραιμος και πιο αντικειμενικός. Για μπάσκετ μιλάμε σε τελική ανάλυση, όχι για πόλεμο.
Κι αυτή είναι η μεγαλύτερη κληρονομιά που αφήνει πίσω του ο Μήτσος, μεγαλύτερη από οποιοδήποτε τρίποντο, ασίστ, τάπα ή πάσα πίσω απ’ την πλάτη. Για το κλείσιμο, μια φράση που δεν περίμενα ποτέ ότι θα γράψω σοβαρά:
Δημήτρη Διαμαντίδη, θα μου λείψεις.