Φιάσκο τηλεκπαίδευσης: Τουλάχιστον οι μαθητές δεν θα πάρουν και απουσία
Μήπως όμως να σταματήσουμε να παίζουμε "κλέφτες και αστυνόμους" και να προσπαθήσουμε να φτιάξουμε ξανά τη συναίνεση του Μαρτίου;
- 9 ΝΟΕ 2020
Θα ξεκινήσω με μια ερώτηση και με μια παραδοχή. Είναι προφανές ότι η χώρα τα πήγε καλά στην αντιμετώπιση του πρώτου κύματος του κορονοϊού. Μέχρι τον Μάιο η κατάσταση στην Ελλάδα υπήρξε, τουλάχιστον με βάση τα δεδομένα, συγκριτικά καλύτερή σε σχέση με άλλες χώρες. Αυτό πολύ απλά γιατί το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας ακολούθησε κατά γράμμα τα μέτρα. Αλήθεια, όμως, πιστεύει κανείς ότι αυτό συνέβη επειδή φοβηθήκαμε τα πρόστιμα; Ξέρω ότι το δόγμα που βλέπει την καταστολή ως λύση είναι τελείως ηγεμονικό στην ελληνική κοινωνία αλλά πάρτε μια ανάσα. Σκεφτείτε και τον εαυτό σας. Εσείς δεν βγαίνατε έξω για να μην σας πιάσουν; Δεν κάνατε μαζώξεις μήπως έρθει ο αστυφύλαξ και σας κόψει πρόστιμο; Μάλλον όχι. Δεν βγαίνατε είτε γιατί φοβόσασταν για τον εαυτό σας ή τους αγαπημένους σας. Δεν βγαίνατε επίσης γιατί όλοι είχαμε βρεθεί στο μέσο μιας συλλογικής προσπάθειας. Οι πρώτες μέρες του δεύτερου lockdown όμως καταδεικνύουν το ακριβώς αντίθετο.
Tο δείχνουν με κάθε πιθανό τρόπο. Σήμερα είχαμε ένα τρομερό φιάσκο στην τηλεκπαίδευση όπως φαντάζομαι θα έχετε ήδη ενημερωθεί. Το webex έπεσε γιατί το σύστημα δεν άντεξε και χιλιάδες μαθητές ανά την επικράτεια απλώς δεν έκαναν μάθημα την πρώτη μέρα της καραντίνας. Κακό timing προφανώς μετά από όσα προηγήθηκαν με τις xxl μάσκες και την καταστολή στις καταλήψεις. Δεν θα ασχοληθώ όμως τόσο με αυτό. Θα ασχοληθώ περισσότερο με την ανακοίνωση “δεν θα πάρουν απουσία οι μαθητές” που ήταν μια από τις πρώτες αντιδράσεις του Υπουργείου στη προσπάθεια διαχείρισης του φιάσκου. Και κυρίως με το πώς αυτό αποτελεί μια ένδειξη του πώς βλέπει το κράτος τον εαυτό του σε αυτή τη δεύτερη αναμέτρηση με την πανδημία.
Ο απόλυτος κανόνας του ΝΟΜΟΣ ΚΑΙ ΤΑΞΗ
Τι μας λέει το παραπάνω; Σε απλά ελληνικά το εξής: “Μπορεί να μην μπορέσατε να μπείτε να κάνετε μάθημα με δική μας ευθύνη αλλά μην ανησυχείτε, το αναγνωρίζουμε και δεν θα τιμωρηθείτε γι’αυτό”. Ευχαριστούμε για το αυτονόητο. Ο πρώτος τρόπος που σκέφτηκε, λοιπόν, το Υπουργείο να αντιδράσει ήταν να καθησυχάσει του μαθητές ότι δεν θα τιμωρηθούν. Τι μας δείχνει όμως η προσπάθεια, η καταφυγή σε αυτό; Ότι η διαχείριση της πανδημίας σε κάθε εκδοχή της, από την κυκλοφορία στους δρόμους μέχρι το webex γίνεται με όρους επιτήρησης και τιμωρίας. Ακόμα και αν, όπως στην προκειμένη περίπτωση, είναι αυτονόητο ότι ο ρόλος του κράτους δεν ήταν αυτός του επιτηρούντος και σίγουρα όχι του τιμωρού. Αυτό που ξεκίνησε ως “μαζί τα καταφέραμε”, πολύ γρήγορα έγινε ένα οργουελιανό Πανόπτικον από το οποίο δεν μπορούν να ξεφύγουν οι ίδιοι οι κρατικοί μηχανισμοί.
Δυστυχώς τα μηνύματα από αυτές τις πρώτες μέρες δεν ήταν ενθαρρυντικά. Δεν υπάρχει τίποτα στο κλίμα που να θυμίζει τη συναίνεση που υπήρχε τον Μάρτιο. Δεν υπάρχει κανένα Μένουμε Σπίτι και καμία συλλογική προσπάθεια. Οι πάντες αποφάσισαν την Παρασκευή να ψωνίσουν λες και θα άρχιζαν δίαιτα το Σάββατο. Το “μαζί θα το καταφέρουμε” λέγεται βαριεστημένα. Μοιάζει σαν να πρέπει απλά να ειπωθεί. Αντιθέτως υπάρχει η προπαγάνδιση των σαρωτικών ελέγχων, η αύξηση των προστίμων, η καταστολή. Και αν πιστεύουμε ότι αυτό θα φέρει οποιοδήποτε αποτέλεσμα σε μια ήδη κουρασμένη κοινωνία ζούμε σε μια πλάνη. Πλάνη από εκείνες τις οικτρές μάλιστα.
Δεν είναι, λοιπόν, καθόλου τυχαίο αυτό που θα έχετε παρατηρήσει και εσείς. Άνθρωποι να ψάχνονται. Να ρωτάνε ο ένας τον άλλον. Να ψάχνουν το ΦΕΚ. Να αγωνιούν για το τι επιτρέπεται και τι όχι. Τώρα, ναι. Υπό τον φόβο του προστίμου που για κάποιους από αυτούς μπορεί να είναι ίσιο με το μισό τους μηνιάτικο. Αυτό το μπέρδεμα ως προς την κυκλοφορία δεν είναι προφανώς καινούργιο. Τα πράγματα ήταν εξίσου χαώδη και στο πρώτο lockdown μόνο που δεν το καταλάβαμε γιατί τα μέτρα απλοποιήθηκαν από την ίδια την κοινωνία. Μια κοινωνία που πολλές φορές έκοψε ακόμα και όσα θεωρούσε αναγκαία συμμετέχοντας στη συλλογική προσπάθεια. Όταν αυτή η συναίνεση σπάει, τότε αρχίζουν και τα προβλήματα διαχείρισης. Η καταστολή γεννάει την ανάγκη διαρκούς εξειδίκευσης των μέτρων. Και τόσο οριζόντια μέτρα δυστυχώς δεν θα εξειδικευτούν ποτέ. Όποια κυβέρνηση και αν τα θεσπίζει. Και όσο πιο ακατανόητα βρίσκει μια κοινωνία τα μέτρα, τόσο πιο δύσκολα τα ακολουθεί.
Και τώρα που δεν παίρνουμε απουσίες τι;
Η πανδημία έρχεται και μας θέτει το ζήτημα με τον ποιο επιτακτικό τρόπο. Κοπανάει τη καμπάνα από ψηλά όσο εμείς από κάτω παίζουμε “Κλέφτες και αστυνόμους”. Τώρα δεν είναι ο καιρός για δόγματα τάξης και ασφάλειας. Αν ηγείσαι μιας προσπάθειας, η ποινικοποίηση σύνθετων ζητημάτων είναι ένας ωραίος τρόπος να απλοποιήσεις μια συνθήκη, ώστε πρώτα να τη σχηματοποιήσεις ο ίδιος ευκολότερα και μετά να τη προπαγανδίσεις και πιο αποτελεσματικά. Κάποιοι φταίνε και αυτούς θα τους κυνηγήσουμε με το γκλομπ και το πρόστιμο. Ωραίο. Προφανώς η καταστολή είναι πιο εντυπωσιακή από την πρόληψη. Τραβάει πιο πολύ το μάτι.
Η κατάσταση όμως είναι στο κόκκινο και επιτέλους είναι καιρός να αρχίσουμε να βλέπουμε τα πράγματα στη συνθετότητα που τους αναλογεί. Αν υπάρχει μια περίπτωση να απλοποιηθεί η συνθήκη που βιώνουμε, σίγουρα αυτή κρύβεται πίσω από τη συλλογική προσπάθεια. Αυτό το “μαζί να προστατεύσουμε όσους πρέπει” το οποίο ήταν τελικά εκείνο που έσωσε ανθρώπινες ζωές είτε υπήρχαν τα SMS είτε όχι. Όσο αυτό δεν υπάρχει τα πρόστιμα όχι μόνο θα αρχίσουν να μην είναι αποτελεσματικά άλλα θα αρχίσουν να αποτελούν τη ρίζα των προβλημάτων. Γιατί δεν γεννούν ευθύνες. Γεννούν οργή. Το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται μια τέτοια κατάσταση.
Ίσως, λοιπόν, επιτέλους να κοιτούσαμε πώς θα ξοδέψουμε την ενέργεια και τους πόρους μας, για να βοηθήσουμε όσους έχουν ανάγκη. Και δεν λέω για πρόληψη. Αυτό το τρένο ήδη χάθηκε δυστυχώς. Τα μέτρα πράγματι ήρθαν για έναν λόγο. Με τους νεκρούς να είναι πια δεκάδες κάθε μέρα και τα δύσκολα μπροστά δεν είναι καθόλου η ώρα να παίξουμε κυνηγητό με πρόστιμα και απουσίες. Μάλλον πρέπει να στήσουμε πάλι τις συμπεριφορές της αλληλεγγύης. Τότε ίσως να αποκτήσει και πάλι νόημα η κασέτα της ατομικής ευθύνης. Γιατί δεν είναι ότι πάλιωσε, επειδή χιλιοχρησιμοποιήθηκε. Είναι μάλλον ότι τώρα τη βάλαμε σε λάθος συσκευή.