Φτάνει, σας παρακαλώ, όχι άλλο multiverse
- 10 ΙΟΥΛ 2023
Η είδηση λοιπόν έσκασε σαν ληγμένη στρακαστρούκα, ωθώντας μυριάδες φανατικών στο να ξεριζώσουν τα μάτια τους από το eyeroll: Στο Deadpool 3, λέει, θα επαναλάβουν τους ρόλους τους ως Daredevil και Elektra αντίστοιχα, ο Ben Affleck κι η Jennifer Garner. Έχει φτάσει στα αλήθεια τόσο γρήγορα, τόσο χαμηλά ο νοσταλγικός εκσκαφέας, που αντλεί multiverse cameos από μια ταινία που κανείς απολύτως άνθρωπος δεν έχει σκεφτεί εδώ και δεκαετίες;
(Υποσημείωση που ξέρω πως θα μετανιώσω γιατί τώρα που το σκέφτομαι ξεκάθαρα θα συμβεί: Αν κάπως εμπλακεί κι η Jennifer Lopez μέσα σε όλο αυτό το νοσταλγικό πανηγύρι, τότε μιλάμε.)
Δεν ήταν απαραίτητο να είναι έτσι τα πράγματα. Κάπως αυτού του είδους το legacy κάστινγκ περιοριζόταν κατά κύριο λόγο σε αυτές τις διασκεδαστικά φτηνές σειρές του CW, όπου τον πατέρα του σημερινού Flash τον παίζει ο Flash των ‘90ς, κι όπου την μητέρα της Betty στο Riverdale την παίζει η Madchen Amick του Twin Peaks, το οποίο λειτουργεί ως βασική επιρροή του σόου.
Αυτές οι σειρές ήταν πάντα γεμάτες από τέτοια κλεισίματα του ματιού. Δεν σημαίνουν τίποτα, είναι φαν και ανάλαφρα, και δεν απορροφούν όλη την ενέργεια της πλοκής και του όποιου συναισθήματος. Έτσι, απλά, να περνάει η ώρα.
Το Χόλιγουντ ζει ένα εκτεταμένο CW τα τελευταία χρόνια, έχοντας καταχραστεί την ιδέα του multiverse, απλοποιώντας τη και ξεπουλώντας τη σε εμπόρους και αγοραστές νοσταλγίας. Δεν θα έπρεπε να είναι έτσι. Το multiverse ήταν πάντα μια συναρπαστική ιδέα, γεμάτη προοπτικές, επειδή θα μας άνοιγε τα μάτια μπροστά σε αμέτρητες εκδοχές, μπροστά στην πιθανότητα του απείρου.
Αντ’αυτού, το σύμπαν μοιάζει να συρρικνώνεται– αντλώντας ιδέες και πρόσωπα γνώριμα με τρόπους ολοένα και πιο τεμπέλικους, το Χόλιγουντ έχει κάνει την ιδέα του multiverse συνώνυμο της και-τώρα-χειροκρότα-σαν-φώκια ευκολίας.
Ναι, όλοι περάσαμε ωραία στο Spider-Man: Far from Home, όπου Spider-Man του παρόντος και του παρελθόντος ένωσαν τις δυνάμεις τους απέναντι σε εχθρούς νέους και παλιούς. Ήταν κυνικό ως κατασκευή; Σίγουρα. Λειτουργούσε παρόλαυτά; Θα πω ναι. Αφενός ο ίδιος ο χαρακτήρας κρατά μια θέση εμβληματική στην ανάπτυξη της υπερηρωικής μυθολογίας τόσο στο χαρτί όσο και στη μεγάλη οθόνη, και η συνύπαρξη των διαφορετικών εκδοχών του διαθέτει μια κάποια βαρύτητα.
Το ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι ηθοποιοί (από τον Andrew Garfield μέχρι τον Alfred Molina και τον Willem Dafoe) έδωσαν στο κομμάτι περισσότερη φροντίδα από όση ενδεχομένως χρειαζόταν, έκανε την ταινία αληθινά διασκεδαστική– να μοιάζει με κάτι περισσότερο από την κυνική κοπτοραπτική που εν μέρει ίσως ήταν.
Δεν ήταν φυσικά η πρώτη φορά που εμφανίστηκε στο εμπορικό σινεμά η ιδέα του multiverse, αλλά αποτέλεσε την πιο καθοριστική, ακριβώς επειδή συνέδεσε με τρόπο δυστυχώς επιδραστικό, την ιδέα της παράλληλης πραγματικότητας με αυτή την σύνδεση παρελθοντικών κομματιών media, κάνοντας μια ιδέα αχανούς οριοθέτησης συνώνυμο του χολιγουντιανού κυνισμού.
Έχουμε δει στο παρελθόν ενδιαφέρουσες απόπειρες πάνω στην ιδέα, με πολύ πιο εφευρετικές εφαρμογές, σε επίπεδο πλοκής, σε επίπεδο δραματουργίας ή σε επίπεδο ακόμα και φιλοσοφικό. Το ανεξάρτητο δράμα Coherence του 2013 και το Another Earth του 2011 προσφέρουν no budget στοχασμούς πάνω στην ιδέα των παράλληλων εαυτών και των δρόμων που δεν πήραμε– κάτι που το οσκαρικό μεγαθήριο (και με μια επίσης low budget χειροποίητη αισθητική) Everything Everywhere All at Once επίσης εξερεύνησε αλλά με έναν πιο ποπ, παιχνιδιάρικο και διασκεδαστικό τρόπο.
Σε κάτι πολύ λιγότερο δραματικό μεστό αλλά πολύ φαν ως προς την εφαρμογή της ιδέας, δεν ξεχνάμε την περιπέτεια The One με τον Jet Li, χρόνια μπροστά από την εποχή της. Ενώ και το καλτ τηλεοπτικό Fringe του 2008 άντλησε καύσιμο δραματουργίας μέσα από την ιδέα της ύπαρξης ενός παράλληλου κόσμου– καταφέρνοντας μάλιστα να μη μένει στάσιμο ως προς αυτή την πραγματικότητα στην πορεία των σεζόν.
Αν όλες οι παραπάνω ιστορίες χρησιμοποιούν κάποια εκδοχή του των παράλληλων κόσμων με τρόπους ενδιαφέροντες, έστω και περιορισμένους, είναι μια εφηβική λογοτεχνική τριλογία που τελειοποιεί την εφαρμογή της ιδέας, έστω σε ένα πλαίσιο ποπ αισθητικής και γραμμικής αφήγησης. Το His Dark Materials του Philip Pullman είναι ένα πραγματικά ανεξάντλητης φαντασίας στόρι που μέχρι να κορυφωθεί στον τρίτο του τόμο έχει καταφέρει να εισάγει τον αναγνώστη σε μια λογική μη-ορίων. Υπάρχουν παράλληλοι κόσμοι που ξεφεύγουν πλήρως από το «είναι σαν τον δικό μας κόσμο αλλά το Τάδε είναι Δείνα», εξιτάροντας τη φαντασία και συνθέτοντας κάτι μεγαλειώδες και μεγαλόπνοο.
Εκεί οι διαφορετικοί κόσμοι δεν διαφέρουν απλώς σε πρόσωπα, ονόματα, και μεγάλα ιστορικά γεγονότα– διαφέρει ο ίδιος ο τρόπος με τον οποίο έχει αναπτυχθεί η κοινωνία, η φυσιολογία, ακόμα κι η ίδια ζωή. Με τον Pullman και τους νεαρούς ήρωες (που προέρχονται από διαφορετικούς κόσμους αλλά συναντιώνται σε έναν στοιχειωμένο τρίτο, πριν ανακαλύψουν πως γύρω τους υπάρχει άπειρες παραλλαγές της ύπαρξης) να εξερευνούν τον κόσμο και την φιλοσοφία της ύπαρξης, εντοπίζοντας τα σημεία τομής (χεχ) ανάμεσα σε διαφορετικές υπάρξεις και κοσμοθεωρίες.
Μια εκπληκτική περιπέτεια που αλλάζει διαρκώς σκηνικό, αλλά που στοχάζεται πάνω στα στοιχειώδη εκείνα κομμάτια που ορίζουν την ύπαρξή μας, όπως κι αν αυτά εκφράζονται, με οποιαδήποτε μορφή κι οποιαδήποτε λεκτική κατανόηση.
Η πρόσφατη –συμπαθής αλλά σχετικά περιορισμένης φαντασίας– τηλεοπτική διασκευή για το ΗΒΟ δεν μεταφέρει αυτή την αίσθηση μεγαλόπνοου, περιορίζοντας τους κόσμους σε λιγοστούς βασικούς που είναι αναγκαίοι για την πλοκή, και μετονομάζοντας τους άπειρους παράλληλους κόσμους σε “multiverse”, κατά τις επιταγές της σημερινής τάσης του mainstream. Μια ιστορία για τους κοινούς τόπους, τη μοίρα και τη στόφα του θεϊκού μέσα στην απειροσύνη και την τυχαιότητα της ύπαρξης, επανεγγράφεται ως μια «περιπέτεια στο multiverse».
Αυτές οι περιπέτειες πάντα κουβαλούν μαζί τους μια αίσθηση χαμένης ευκαιρίας. Πάρε ας πούμε το Doctor Strange in the Multiverse of Madness.
Είναι μια ταινία που λειτουργεί όχι λόγω του multiverse αλλά παρά αυτού. Χάρη στη σκηνοθετική της υπογραφή, τον αισθητικό χαρακτήρα, την απόκοσμα horror προσέγγιση. Τα περί παράλληλων κόσμων είναι σα να μην αγγίζουν στο ελάχιστο τον σκηνοθέτη Sam Raimi:
Τα περάσματα από τους άλλους κόσμους είναι σαν γκαγκς που κόπηκαν στο επίπεδο των ιδεών από κάποιο επεισόδιο του Rick and Morty (το οποίο αποτελεί μια επίσης αξιοσημείωτη –και πολύ καλή κιόλας– άσκηση πάνω στις δυνατότητες των multiverse ιστοριών), ενώ όταν φτάνουμε και στο αναπόφευκτο πια σημείο του multiverse-ως-διαφημιστικό-ή-νοσταλγικό-φυλλάδιο, ο Raimi σκοτώνει όλες αυτές τις παράλληλες εκδοχές ηρώων με μια τέτοια σαδιστική και edgelord ευχαρίστηση που μάλλον καταλαβαίνουμε πώς αισθάνεται κι ο ίδιος για όλα τα παραπάνω.
Σε αυτές τις σκηνές του φιλμ εμφανίζεται μια περίεργη μίξη εναλλακτικών χαρακτήρων: Κάποιοι τους οποίους αναγνωρίζουμε από άλλες ταινίες –συγγνώμη, άλλα «σύμπαντα»– όπως ο Patrick Stewart ως Καθηγητής Χ, αλλά και κάποιοι που αποτελούν μη υπαρκτές εκδοχές των ηρώων, προερχόμενες από ονλάιν παραφιλολογία των φανς, όπως είναι ο John Krasinski στο ρόλο του Reed Richards.
Εδώ δεν έχουμε δηλαδή καν κάποια νοσταλγική επιστροφή, παρά ανασύσταση μιας πραγματικότητας που έχει υπάρξει μόνο σε επίπεδο φήμης ή επιθυμίας. Δεν είναι καν μοναδική περίπτωση αυτή. Στο πρόσφατο Flash [ακολουθεί spoiler alert για αυτή την ταινία] ανάμεσα σε ένα σωρό εκδοχές του σύμπαντος της DC που βλέπουμε να περνάνε μπροστά από τα μάτια μας στη σκηνή κλιμάκωσης της ταινίας (στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και μια ψηφιακή ανάσταση του Christopher Reeve ως Σούπερμαν), βλέπουμε και μια που δεν συνέβη ποτέ.
Δηλαδή τον Nicolas Cage ως Σούπερμαν, ένα πρότζεκτ που έφτασε κοντά στο να πραγματοποιηθεί αλλά εν τέλει ακυρώθηκε αφήνοντας πίσω κάποιες κονσεπτικές εικόνες, ένα θρυλικό τεστ γκαρνταρόμπας του Cage, και πάνω απ’όλα ένα όνειρο τρελό.
Αυτό είναι το σημείο στο οποίο βρισκόμαστε τώρα, μαζί με τα νέα για το Deadpool 3. Ένα τόσο συναρπαστικό concept, όπου τα μόνα όρια είναι αυτά της φαντασίας, ένα concept που μπορεί να χρησιμοποιηθεί με αμέτρητους τρόπους, υπάρχει απλώς για να βγαίνουν από τα συρτάρι πράγματα που αναγνωρίζουμε από την εφηβεία μας (είτε υπήρξαν, είτε απλώς θυμόμαστε να τα Συζητάμε Πάρα Πολύ Κι Ας Μην Έγιναν), ένα φυλλάδιο σαν αυτά που μοιράζουν τα Σούπερ Μάρκετ για να ενημερώνουν για τις προσφορές και τους πόντους της εβδομάδας.
Το Flash είναι γενικότερα απίστευτα πρόχειρο στον χειρισμό της ιδέας, χρησιμοποιώντας το λίγο ως πολύ σαν μαγεία για να φέρει πίσω τον Michael Keaton ως Μπάτμαν. Κάτι που δε θα ήταν από μόνο του κακό ως προσέγγιση (το «έστω Μπάτμαν του Michael Keaton » εμένα θα μου αρκούσε ως concept ταινίας, γιατί όχι, όλοι αυτοί είναι paper people όπως λέμε ξανά και ξανά με την Ιωσηφίνα στο POP για τις Δύσκολες Ώρες), αλλά συνοδεύεται από πλήρη απουσία αισθητικού ενδιαφέροντος, απίστευτες τεμπελιές στην κατασκευή της συγκεκριμένης multiverse πραγματικότητας, και μια αναποφασιστικότητα στο αν τελικά όλο αυτό είναι μια αφορμή για κλεισίματα του ματιού και παιχνίδι αναφορών ή ένας αφηγηματικός τρόπος να οδηγηθούμε σε κάτι νέο.
11022640 – SPIDER-MAN: ACROSS THE SPIDER-VERSE
Εν τέλει το θέμα είναι πως οι περισσότερες από αυτές τις ταινίες χρησιμοποιούν μια εντελώς απλουστευμένη εκδοχή της ιδέας του multiverse και το κάνουν με περιορισμένη φαντασία ώστε απλώς να επιτύχουν κάποιο σκοπό με αρκετά κυνικό τρόπο.
Τρανή εξαίρεση είναι φυσικά το Spider-Man: Across the Spider-Verse, όπου το ΠολυΣύμπαν λειτουργεί τόσο ως αγωγός συναισθήματος και δραματικού καυσίμου, όσο κυρίως μέσα από έναν ανεξάντλητο αισθητικό πειραματισμό. Οι καλλιτέχνες πίσω από αυτή την ταινία καταλαβαίνουν πως το multiverse προσφέρει έναν κόσμο δίχως όρια και δίχως κανόνες, και κάπως έτσι το αποτυπώνουν στην οθόνη, αρνούμενοι τη στασιμότητα και απορρίπτοντας την αγκύλωση σε αφηγηματικές νόρμες και υποχρεώσεις.
Αυτή η ταινία (όπως και στιγμές του Rick and Morty ή και όπως ιστορίες σαν το έπος του His Dark Materials) δείχνουν πόσο ευρηματικά και επικά μπορεί να λειτουργήσει μια τέτοια ιδέα. Αλλά μάλλον η ιδέα του multiverse δε μπορεί να νικήσει τη δύναμη της ευκολίας και τη δύναμη της νοσταλγίας. Σε κανένα παράλληλο σύμπαν.