Γιατί ο Kurt Cobain ήταν ο τελευταίος μεγάλος ροκ σταρ
- 5 ΑΠΡ 2014
“Είναι καλύτερα να σβήσεις παρά να ξεθωριάσεις.”
Με αυτό το στίχο του Neil Young, ο Kurt Cobain έκλεισε το σημείωμα της αυτοκτονίας του, συνοψίζοντας είκοσι επτά χρόνια τα οποία, από τη δική του οπτική γωνία, ήταν γεμάτα βαρεμάρα, γκρίνια, φυσικό και ψυχολογικό πόνο, ανηδονία. Κυρίως ανηδονία. Είχε τον κόσμο στα πόδια του, είχε αποκτήσει ό,τι του έλειψε από την παιδική ηλικία, είχε οικογένεια, μία κόρη, είχε την αναγνώριση από μια τεράστια κοινότητα στη μουσική και όμως δεν μπορούσε να το απολαύσει. Σε τέτοιο βαθμό που απορούσε και ο ίδιος.
Οι μέρες μετά το ιστορικό πλέον τελευταίο live στο Terminal Eins του αεροδρομίου του Μονάχου ήταν η αντάρα πριν την καταιγίδα. Οι πόνοι από την βρογχίτιδα που τον ταλαιπωρούσε από μικρό παιδί έκαναν πάλι την εμφάνιση τους. Ο Cobain πήγε στη Ρώμη για θεραπεία και παραλίγο να πεθάνει από υπερβολική δόση ηρεμιστικών και σαμπάνιας. Τον γλύτωσε η Courtney Love που τον ακολουθούσε με μία τσάντα φάρμακα.
Μετά από αυτό το επεισόδιο ο Cobain “απέδρασε” στην Αμερική. Έκατσε για λίγο στο Los Angeles, γύρισε στο Seattle και στις 5 Απριλίου του 1994 (σύμφωνα με τον ιατροδικαστή που εξέτασε το πτώμα του) αυτοκτόνησε με μία καραμπίνα. Το πτώμα του ανακάλυψε τρεις μέρες μετά ένας ηλεκτρολόγος που πήγε για να εγκαταστήσει ένα σύστημα ασφαλείας. Η Courtney Love, άλλωστε, θορυβημένη είχε ειδοποιήσει την αστυνομία του Seattle που πήγε σπίτι του μάζεψε κάτι χάπια και κάτι όπλα αλλά μετά από επιμονή του Cobain έφυγε χωρίς να τον πάει σε κάποιο νοσοκομείο. Τέλος πάντων δεν υπάρχει κάποιο μυστήριο γύρω από το θάνατο του. Γιατί έχουν ακουστεί και αυτά τα γραφικά. Η αυτοκτονία είναι κάτι που συνήθως γίνεται με ένα σημείωμα και χωρίς μάρτυρες. Στην περίπτωση του Cobain υπήρχαν και τα δύο.
Περισσότερο μυστήριο στο δικό μου μυαλό είναι γιατί είκοσι χρόνια μετά βλέπεις μπλουζάκια Curt Cobain και δεν βλέπεις μπλουζάκια Eddie Vedder ξέρω ‘γω. Ή Noel Gallagher; Γιατί δεν αυτοκτόνησαν; Πολύ απλοϊκό για να είναι αληθινό. Γιατί δεν ήταν το ίδιο επιδραστικοί; Ούτε, όμως, οι Nirvana ήταν τρελά επιδραστικοί. Να μην παρεξηγηθώ, δεν αμφισβητεί κανείς ότι χωρίς αυτούς, το ροκ ίσως να ήταν μουσειακό είδος αλλά η άμεση επίδραση τους εξαντλήθηκε στους Smashing Pumpkins, στην Courtney Love, στους Stone Temple Pilots, στους Ash και στους Pearl Jam. Και ο Cobain σιχαινόταν τη μουσική των Pearl Jam. Η γενιά του grunge, όμως, έζησε την παγκόσμια αποθέωση αλλά ο Cobain ήταν η μοναδική της παρακαταθήκη.
Αν κάτσεις να το αναλύσεις δηλαδή, έχουμε δει κάτι αντίστοιχο σαν φαινόμενο από τότε; Κάτι αντίστοιχο σαν προσωπικό παράδειγμα; Ο Josh Homme των Queens Of The Stone Age ή ο Alex Turner των Arctic Monkeys θα μπορούσαν να πάρουν αυτό το ρόλο αλλά δεν τον πήραν. Ο Pete Doherty είναι εξίσου αυτοκαταστροφικός αλλά δεν ήταν ποτέ τόσο μεγάλος. Η Amy Winehouse ήταν πολύ καλή για να μπορεί να αγγίξει τις μάζες. Και αυτός που έσωσε το ροκ την επόμενη δεκαετία, ο Julian Casablancas έμεινε απλώς ο Julian Casablancas, κανείς δεν ταυτίστηκε μαζί του.
Γι’ αυτό, ίσως η προσωπικότητα του Cobain να είναι η ειδοποιός διαφορά. Ναι ρε φίλε, μέσα στις αντιφάσεις του, μέσα στις μεταπτώσεις που του προκαλούσαν τα συχνά επεισόδια κατάθλιψης, μέσα στη γκρίνια του, είχε κάτι σαγηνευτικό. Ο Cobain ζούσε σε έναν δικό του κόσμο. Ηταν ούφο και δεν είχε κανένα πρόβλημα να το παραδεχτεί. Περνούσε καλύτερα με τους φανταστικούς τους φίλους κάτι που έκανε τραγούδι. Στο Lithium λέει “I’m so happy, cause today I found my friends, they’ re in my head”. Ακόμα και το σημείωμα απευθυνόταν προς τον Bodda, το φανταστικό φίλο που ήταν μαζί του τις τελευταίες στιγμές.
Για τον Cobain η αυτοκτονία ήταν θέμα συνέπειας. Ήξερε ότι είναι αδύνατον να γίνεις τόσος μεγάλος χωρίς να χάσεις την ουσία, αυτό που σε έφερε μέχρι εκεί και σε έκανε είδωλο των εφήβων του περιθωρίου. Και μπορεί αυτά να ήταν οι σκέψεις της κατάθλιψης ή όποιας άλλης ψυχολογικής ασθένειας είχε ή θα μπορούσε να έχει (υπάρχουν μαρτυρίες για διπολική διαταραχή) αλλά ο Cobain ήταν φανταστικά οξυδερκής. Έβλεπε την αντίφαση. Γιατί με την εναλλακτική κουλτούρα συντάσσεται κάποιος για δύο λόγους. Είτε γιατί έτσι είναι ο χαρακτήρας του και δεν μπορεί την ματαιοδοξία του mainstream είτε γιατί έτσι είναι οι φίλοι του. Και ανάμεσα στους οπαδούς των Nirvana είχαν μπει πολλοί φίλοι φίλων γιατί απλά ήταν διάσημοι.
Δεν είναι θέμα lifestyle. O Cobain και η Courtney Love ξόδευαν δεκάδες χιλιάδες δολάρια σε χαζά ψώνια, σε ξενοδοχεία και αεροπορικά εισητήρια αλλά ζούσαν σε ένα σπίτι που μέσα έμοιαζε με τρώγλη. Ζούσαν σαν ναρκωμανείς Την εποχή εκείνη ο Cobain ξόδευε τουλάχιστον 100 δολάρια σε ναρκωτικά κάθε μέρα. Η αστυνομία κάποια στιγμή είχε μπαγλαρώσει τον Cobain γιατί υποτίθεται ότι άπλωσε χέρι στην Courtney, γενικά ήταν μία φάση σουρεαλισμού βγαλμένη από το Trainspotting.
Το θέμα είναι ότι με τους Nirvana περιφέρονταν από στάδιο σε στάδιο σαν μαϊμούδες. Έπαιζαν τα ίδια και τα ίδια. Για αυτό είχε σιχαθεί το “Smells Like Teen Spirit”. Ή μάλλον είχε σιχαθεί να παίζει το “Smells Like Teen Spirit”. Όταν το έπαιζαν του άλλαζαν τα φώτα για να μην το ευχαριστηθεί κανείς. Κοιτούσε την απορία και την ξινίλα στα πρόσωπα και το διασκέδαζε. Μισούσε τις περιοδείες, μισούσε ότι σε αυτές “βρίσκονταν γύρω του πολλοί περισσότεροι σφουγγοκωλάριοι όταν έγινε Νο. 1 από ότι όταν ήταν Νο. 16”. Δυστυχώς δεν είχε αυτή την καλώς εννοούμενη αυταπάτη που έχουμε όλοι και συνεχίζουμε τη ζωή μας.
Και κυρίως δεν μπορούσε να είναι ο σούπερσταρ που ήθελε το κοινό. Δεν μπορούσε να τραφεί από την αγάπη του κόσμου όπως ο Freddie Mercury που το ναρκωτικό του ήταν το χειροκρότημα. Ένιωθε ότι χτυπούσε κάρτα όταν έβγαινε στη σκηνή. Προτιμούσε να γυρίσει πίσω στους φανταστικούς του φίλους. Προτιμούσε να τον μισήσουν γι’ αυτό που ήταν παρά να τον αγαπήσουν για κάτι που δεν είναι. Ήταν γκρινιάρης, ήταν μισάνθρωπος, ήταν το παιδί του περιθωρίου με τα χίλια προβλήματα και ήθελε να μείνει έτσι.
Γι’ αυτό, νομίζω, ήταν και ο τελευταίος μεγάλος rock star.