Η ουρά στο ΑΤΜ έχει τα πάντα, εκτός από πλάκα
Όταν είσαι μισθωτός και ξεμένεις από λεφτά, πηγαίνεις στο πλησιέστερο ΑΤΜ και σηκώνεις. Ένας δημοσιογράφος ξέμεινε την Κυριακή και έζησε δια ζώσης αυτό που κορόιδευε από το βράδυ της Παρασκευής.
- 29 ΙΟΥΝ 2015
Δεν είμαι ελεύθερος επαγγελματίας, δεν παίρνω το μεροκάματο στο χέρι, ο μισθός μου μπαίνει στην τράπεζα και συνεπώς βάζω λεφτά στο πορτοφόλι μόνο αφού τα τραβήξω από το ΑΤΜ. Αυτό σημαίνει ότι τουλάχιστον πέντε φορές το μήνα πηγαίνω σε ένα ΑΤΜ, κατά προτίμηση της τράπεζας στην οποία πληρώνομαι ώστε να γλιτώνω την προμήθεια, και σηκώνω λεφτά για να περάσω. Έχοντας σηκώσει λεφτά την προηγούμενη εβδομάδα, δεν είχα κανένα λόγο να τρέξω τα ξημερώματα του Σαββάτου στα ΑΤΜ.
Αντιθέτως, συγχυζόμουν με αυτούς που έτρεξαν να σηκώσουν 1 δισεκατομμύριο ευρώ (1 ΔΙΣ. ΕΥΡΩ) μέχρι το απόγευμα του Σαββάτου, φοβούμενοι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα αρπάξει τις καταθέσεις τους ή ότι δέκα Γκοτζίλα προσγειώθηκαν στα σύνορα της χώρας και σπριντάρουν τρώγοντας ΑΤΜ στο διάβα τους. Ενδιαφέρουσα εικόνα, παρεμπιπτόντως.
Δεν νομίζω ότι οι χιλιάδες συνέλληνες, που έσπευσαν με τα σώβρακα τα μεσάνυχτα της Παρασκευής, είναι επιστήμονες ή οικονομολόγοι ώστε να ήξεραν αμέσως ότι η επιλογή του δημοψηφίσματος θα φέρει το bankrun, το capital control ή τη γενικότερη παράνοια του Σαββατοκύριακου, που τελικά έφερε. Αν είναι όλοι τους επιστήμονες, ζητώ ταπεινά συγγνώμη στον καθένα ξεχωριστά. Αλλά δεν είναι.
Αυτό ξέρουμε να κάνουμε καλύτερα, αυτό θα χρειαστεί να παγώσουμε μέχρι να περάσει αυτή η τόσο κρίσιμη εβδομάδα.
Το θέμα είναι ότι το απόγευμα της Κυριακής, που θα μείνει στην ιστορία ως η Κυριακή με το τριπλό τόλουπ Βαρουφάκη που πρόλαβε μέσα σε έξι ώρες 1) να πει ότι σκέφτεται το capital control, 2) να διαψεύσει ότι σκέφτεται το capital control και 3) να το εφαρμόσει λίγο μετά, είχα 15 ευρώ στο πορτοφόλι. Κάνοντας λοιπόν ένα ανελέητο ζάπινγκ στα κανάλια, πέφτω πάνω σε επικίνδυνο ρεπόρτερ του ΣΚΑΪ που δεν ξέρω το όνομά του, ο οποίος ανακοινώνει ότι όχι μόνο θα είναι κλειστές οι τράπεζες μέχρι την άλλη Δευτέρα, αλλά ότι δεν θα λειτουργούν ούτε τα ΑΤΜ.
Για την ακρίβεια, ο ΑΘΕΟΦΟΒΟΣ είπε πως “το capital control και τα όρια στις αναλήψεις θα ισχύσουν όταν ξανανοίξουν οι τράπεζες, δηλαδή τη Δευτέρα 6 Ιουλίου”. Πάτησα τη μπανανόφλουδα (ΚΑΛΑ ΝΑ ΠΑΘΩ), έκανα τα μαθηματικά και κατέληξα ότι είναι λίγο δύσκολο να περάσω μια βδομάδα με 15 ευρώ. Πήρα το πορτοφόλι μου, χαιρέτησα τους οικείους μου και ευχήθηκα να τους ξαναδώ σύντομα. Ήθελα να σηκώσω 80 ευρώ για να βγει η εβδομάδα.
Ήταν προφανές ότι τα ΑΤΜ που δεν είχαν άνθρωπο ήταν τα ΑΤΜ που δεν είχαν λεφτά. Έπρεπε να ψάξω μπουλούκια ανθρώπων με το μάτι. Περνώντας τα Προπύλαια εντόπισα ένα δυνατό έξω από την ALPHA στην Πανεπιστημίου. Μιλάμε για περισσότερα από πενήντα άτομα που ήταν τόσο στωικοί με το ‘αφού ήρθαμε, θα περιμένουμε’ που δεν σχημάτιζαν καν αυστηρή ουρά. Ήταν χυμένοι, χωρισμένοι σε πηγαδάκια και ειρηνικοί. Λάτρης των πιο αυστηρών ουρών ή τέλος πάντων των όχι και τόσο χύμα καταστάσεων, έψαξα την τύχη μου αλλού. Περπάτησα τη Σταδίου, έφτασα στη γωνία με την Καραγιώργη Σερβίας και είδα μια μεγάλη ουρά έξω από την Εθνική. Πλησίασα, είδα 25-30 άτομα μπροστά μου, δόξα το Θεό σε κανονική ουρά, και με δύο ΑΤΜ να εξυπηρετούν.
Η ανακοίνωση του capital control έβγαλε ακόμη πιο μαζικά τον κόσμο στα ΑΤΜ, αν αναλογιστείς ότι τέσσερα λεπτά μετά την άφιξή μου, η ουρά πίσω από μένα ήταν μεγαλύτερη από την ουρά μπροστά. Στην ετερόκλητη παρέα της Κυριακής στην Καραγιώργη Σερβίας, επικρατούσε ψυχραιμία και άκρατος ψίθυρος. Περίμενα μόνος, κατάσταση πολύ ευνοϊκή για να ακούσω τι λένε οι τριγύρω. Ακριβώς πίσω μου, ένα ζευγάρι 20χρονων περίμενε μάλλον για τον ίδιο λόγο με μένα. Ήταν απ’ αυτούς που είχαν ξεμείνει, όχι απ’ αυτούς που σήκωναν για να μην ξεμείνουν όταν φτάσουν οι Γκοτζίλα στο Σύνταγμα.
Μπροστά μου, μια αυτοτελής πεντάδα γυναικών μετά την κλιμακτήριο ανέλυε -επίσης ψύχραιμα, δεν μπορώ να πω- όσα άκουσε στις ειδήσεις. Η μία, η πιο ‘ενημερώμενη’, “άκουσε πριν λίγο ότι το όριο των αναλήψεων θα είναι 150 ευρώ”. Δεν ξέρω σε ποια τηλεόραση το είπαν. Ενδεχομένως ψήθηκε από τον ίδιο επικίνδυνο ρεπόρτερ που έψησε κι εμένα.
Εν τω μεταξύ, μια Γαλλίδα δημοσιογράφος με έναν ραδιοπομπό στην τσάντα πλησίαζε ανθρώπους της ουράς και τους ζητούσε δηλώσεις. Είχε κι έναν Έλληνα που μιλούσε γαλλικά μαζί της για να μεταφράζει. Της μίλησαν δυο-τρεις, στο κλίμα ‘δεν χρειάζεται πανικός’ κι αυτοί (μα τι επίπεδο, δεν τα λένε αυτά στην τηλεόραση!) και η Γαλλίδα αποχώρησε. Κατά τη διάρκεια των 55 λεπτών που περίμενα στην ουρά, μας πλησίασαν δημοσιογράφοι από την Ιαπωνία, την Ιταλία και τη Σερβία. Μόνο ένα δίδυμο εξ αυτών ήταν εξοπλισμένο με κάμερα, την οποία προσπάθησα να αποφύγω, αισθανόμενος για πρώτη φορά πραγματικά χάλια με αυτό που συμβαίνει.
Έχω φωτογραφηθεί να φτιάχνω σουβλάκια, να ανοίγω πίτες, να φτιάχνω καφέδες, να πουλάω κολιέδες. Ε, σε διαβεβαιώ: πρώτη φορά έβαλα το χέρι μου στο πρόσωπο ή κρύφτηκα πίσω από κάποιον ψηλότερο για να μη με πάρουν τα φώτα. Για πολλούς λόγους. Γιατί δεν συμμερίζομαι μεν τον πανικό (πόσω μάλλον τη ζωντανή αναμετάδοσή του από τα media), αλλά δεν μπορώ να μη δεχτώ ότι το γεγονός ότι μια διαρκώς updated ουρά πενήντα ατόμων περνάει το βράδυ της Κυριακής της σε μια ουρά ΑΤΜ στο Σύνταγμα δείχνει πρωτοφανή αντάρα.
Κακά τα ψέματα, τίποτα από όλα αυτά δεν συμβαίνει επειδή τα πράγματα πηγαίνουν καλά. Τα πράγματα δεν πηγαίνουν καλά.
Δέκα ανθρώπους πριν τη σειρά μου, το ένα ΑΤΜ σταμάτησε να δίνει. Άρχισα να θυμάμαι πόσο γκαντέμης έχω υπάρξει σχετικά με το χρήμα στη ζωή μου και να σιγουρεύομαι ότι τα λεφτά θα τελειώσουν ένα τσακ πριν έρθει η σειρά μου. Έξι ανθρώπους πριν τη σειρά μου, τέλειωσαν τα πενηντάρικα.
Ανεβαίνοντας με τα πόδια προς το Παγκράτι, είχα την ίδια πικρή γεύση που έχω από το βράδυ της Παρασκευής. Ζούμε έκτακτες στιγμές με φανερά αβέβαιο μέλλον. Είμαι από τους περήφανους υπέρμαχους της αντίστασης του ΣΥΡΙΖΑ στην προκλητική αλαζονία των δανειστών, αλλά μιλάμε πλέον για ένα δημοψήφισμα που δεν έχει ερώτηση, αλλά ξέρουμε ότι σίγουρα θα συμβεί την Κυριακή. Τι είναι αυτό; Ποιος και πότε θα μας εξηγήσει αντρίκεια και σταράτα τι διάολο σημαίνει το όχι και σε ποια πρόταση το λέμε; Ας υποθέσουμε ότι το ‘ναι’ σημαίνει συνέχιση του μνημονίου (που σε παλιότερα νέα, ο Αλέξης είχε υποσχεθεί από τις 26 Γενάρη ότι θα σκίσει) με ό,τι αυτό συνεπάγεται, παραμονή στο ευρώ και δια πυρός και σιδήρου διατήρηση της όποιας ευρωπαϊκής προοπτικής, όπως επίσης είχε αποσαφηνίσει προεκλογικά ο πρωθυπουργός ότι επιθυμεί το κόμμα του. Με το ‘όχι’ τι γίνεται; Και γιατί, τέτοιες ώρες, υποθέτουμε;
Σύμφωνα με τον Τσίπρα και τον Σακελλαρίδη, το όχι σημαίνει ότι επιστρέφουμε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων έχοντας πάντα ως δεδομένο ότι διαπραγματευόμαστε για να μείνουμε στο ευρώ (απέναντι σε δανειστές που δείχνουν με κάθε τρόπο ότι δεν θέλουν να συμφωνήσουν σε τίποτα). Κάπου εδώ έρχεται ο Λαφαζάνης να ενημερώσει ότι δεν θα γονατίσει ο ελληνικός λαός ώστε να μείνουμε πάση θυσία στην Ευρωζώνη. Άρα το ενδεχόμενο δραχμής είναι ανοιχτό πέρα για πέρα και δικαιώνονται όσοι εντοπίζουν το δημοψήφισμα ως μια θέση στο δίλημμα ‘ευρώ ή δραχμή’. Υπέροχα, λαμπρά, φανταστικά.
Αν για κάτι είμαι σίγουρος (έχοντας παραθυράκι εδώ και μήνες από τα μέσα-μέσα του κόμματος) είναι ότι όλο αυτό δεν είναι ένα οργανωμένο πλάνο του ΣΥΡΙΖΑ για να γυρίσουμε στη δραχμή. Τη γραμμή τη δίνει ο Τσίπρας, όχι ο Λαπαβίτσας ή ο Λαφαζάνης. Και ο Τσίπρας δεσμεύτηκε υπέρ του ευρώ και εκλέχτηκε πάνω σε αυτή τη δέσμευση.
Μέχρι πολύ πρόσφατα λοιπόν, είμαι βέβαιος πως δεν υπήρχε κανένα πλάνο για καμία δραχμή εντός της κυβέρνησης. Αυτό που υπήρχε ήταν μια φλου αρτιστίκ και τελικά αναποτελεσματική προσέγγιση της κυβέρνησης γύρω απ’ το κόνσεπτ “έλα μωρέ, θα τα βρούμε”, η οποία έπεσε σε ξέρα μπροστά στους Ντάισελμπλουμ και τους Σόιμπλε που έχουν φερθεί επιεικώς εχθρικά στην πρώτη κυβέρνηση που δεν τους είπε τυφλά, ναι σε όλα.
Φτάνοντας στην Αρχελάου, στα (όχι και λίγα) καφέ της οποίας δεν έπεφτε καρφίτσα, αναρωτήθηκα δύο πράγματα. Πρώτον, ποια είναι η σχέση αυτών που, ανεξαρτήτως εξελίξεων, κρέμονται απ’ τα ταβάνια εναλλακτικών και μη καφετεριών ή μπαρ με αυτούς που ξεροσταλιάζουν στις ουρές; Δεύτερον, πώς γίνεται να επιτρέπεις με τις πράξεις σου στον Βορίδη και τον Γεωργιάδη να σου κουνάνε το δάχτυλο και να σου λένε “τα λέγαμε εμείς”; ΠΩΣ;