Ήμουν κι εγώ στο συλλαλητήριο: μια ψύχραιμη άποψη
- 25 ΙΑΝ 2018
Η φίλη μου η Ελένη, στα σαράντα της χρόνια –όχι ότι το έκανε νωρίτερα- δεν ασχολείται εκ πεποιθήσεως που λένε με τρία πράγματα. Την πολιτική, το ποδόσφαιρο και τα βαριά λαϊκά τραγούδια. Δεν το μπορεί βρε αδελφέ, δεν το αντέχει.
Αγαπάει πολύ τον κινηματογράφο και το θέατρο, τις εκδρομές, λατρεύει τα τρία παιδιά της και το σκύλο της οικογένειας, τον Μπεν, και κατάφερε να μην γκρινιάζει στον άντρα της όταν βλέπει με τις ώρες Τσάμπιονς Λιγκ, από το pregame μέχρι και τις κάρτες της επόμενης αγωνιστικής στις δύο το πρωί.
Συνήθως καταφέρνει να είναι ήρεμη, παρότι έχει τέσσερις άντρες στο σπίτι, ενώ σαν χαρακτήρας είναι διαλλακτική, σέβεται τον συνομιλητή ακόμα κι αν διαφωνεί κάθετα, προσπαθεί να γεφυρώνει τις διαφορές. Είναι ‘ερωτική μετανάστρια’, αφού άφησε την Αθήνα για να ακολουθήσει τον άντρα της στη Θεσσαλονίκη, εκεί που ήταν οι ρίζες και η δουλειά του. Ακόμα κι όταν τσακώνονται σοβαρά -μάλλον όταν εκείνος τσακώνεται μαζί της -δεν θα του ‘χτυπήσει’ ποτέ ότι παράτησε τα πάντα για να τον ακολουθήσει κι ότι από το σπίτι της έβλεπε την Ακρόπολη (και καλά κάνει δηλαδή!).
Αυτή η ήρεμη γυναίκα λοιπόν -κι είχε σημασία να την περιγράψω- μου τηλεφώνησε έξαλλη μετά το περίφημο συλλαλητήριο στη Θεσσαλονίκη. Κι ήταν τόσο έντονη στο ‘διάγγελμά’ της, ώστε τη φαντάστηκα μπροστά μου να μου κουνάει το δάχτυλο. “Πρώτα απ’ όλα ντροπή στον κλάδο σας. Με το παραμικρό κάνουν ζωντανές συνδέσεις για τα πάντα, μπορεί να καλύπτουν ώρες ένα γεγονός χωρίς να έχουν κάτι καινούργιο να δείξουν και να πουν, αλλά το συλλαλητήριο ήταν γι’ αυτούς ένα αδιάφορο γεγονός. Ντροπή“.
Προσπάθησα να της εξηγήσω ότι για ένα γεγονός και την κάλυψή του, οποιοδήποτε γεγονός, δεν αποφασίζουν οι δημοσιογράφοι. Μπορούν να υποδείξουν -και το κάνουν στις διάφορες συσκέψεις- αλλά δεν αποφασίζουν. Γιατί ας είμαστε ειλικρινείς. Οι ιδιοκτήτες αποφασίζουν, ξεκάθαρα πράγματα. Ήταν ανένδοτη, γεμάτη αντιρρήσεις, θεωρώντας ότι “έστω κι έτσι, έπρεπε να πιέσουν περισσότερο για ένα τέτοιο γεγονός, που στο κάτω-κάτω δεν γίνεται κάθε μέρα και είναι εθνικής σημασίας. Έστω σαν κάλυψη. Κανένα κανάλι δεν συγκινήθηκε;“
Παρά την έντασή της, αντιλήφθηκε γρήγορα το αυτονόητο, ότι δηλαδή άλλοι αποφασίζουν, όχι πάντως οι ρεπόρτερ. Αλλά στο δεύτερο θέμα της, ήταν ακόμα πιο έξαλλη. “Πώς με κόβεις, που με ξέρεις τόσα χρόνια; Ότι ξαφνικά έγινα Χρυσή Αυγή; Ότι είμαι κανένα φασισταριό; Ή ότι μου βγήκε κανένα εθνικιστικό παραλήρημα; Γιατί τέτοια διάβασα την επόμενη μέρα και μου ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι. Ποιος μαύρος μανδύας; Τι ντροπή είναι αυτή; Βρεθήκαμε χιλιάδες άνθρωποι, πολλές χιλιάδες, αυθόρμητα και χωρίς την παραμικρή καθοδήγηση από κανέναν. Πίστεψέ με, αν υπήρχε καθοδήγηση, θα το σκεφτόμουν πολύ να πάω. Δεν γουστάρω ούτε τις κηδεμονίες ούτε τις ταμπέλες. Είναι ντροπή να μας τσουβαλιάζουν. Ξέρω ένα σωρό ανθρώπους που πήγαν μόνο για να βροντοφωνάξουν ότι η Μακεδονία είναι ελληνική. Θα μας κατηγορήσουν και γι’ αυτό;“
Εμφανίστηκε ο δικηγόρος του διαβόλου: “Μα εμφανίστηκε οργανωμένη και σε πλήρη παράταξη η Χρυσή Αυγή“. “Και τι πάει να πει αυτό; Ότι πατρονάρισε τόσες δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους; Εμένα, τη φίλη μου την Αναστασία, όλους τους ανθρώπους από τη δουλειά μου, τόσες χιλιάδες κόσμο; Αστεία πράγματα. Τόσο κακό είναι να παραδεχτούν ότι μαζεύτηκαν πολλές δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι να φωνάξουν για τη Μακεδονία; Δεν καταλαβαίνω το καπέλωμα. Και δεν καταλαβαίνω και το νούμερο που έδωσαν επίσημα, καμιά σχέση με την πραγματικότητα! Τι ήθελαν να πουν; Ότι ήταν μια αποτυχία;“.
-Ξέρεις, είχε και γραφικά στοιχεία…
“Ναι ρε φίλε, είχε. Τα είδα κι εγώ. Κάτι παπάδες που έλεγαν ότι κανείς δεν μπορεί να αγοράσει την Ελλάδα γιατί την έχει αγοράσει ο Χριστός, κάτι τύποι με άλογα σαν τον Αστραπόγιαννο, κάτι ντυμένους παράξενα, κάτι καλόγριες που έκαναν εξορκισμούς, εντάξει. Και λοιπόν; Αυτοί ήταν το συλλαλητήριο ή ο κόσμος; Και προσπάθησαν να μας βγάλουν όλους γραφικούς; Όχι, δεν είναι έτσι ρε φίλε! Δεν είναι. Δηλαδή σε άλλες συγκεντρώσεις, όταν παρεισφρέουν διάφοροι και τα καίνε και τα σπάνε, σημαίνει ότι όλοι όσοι συμμετείχαν ήταν αναρχικοί; Ή μήπως στα γήπεδα που πάτε εσείς, ο άντρας μου, οι φίλοι του, είσαστε με τους αλήτες που τα διαλύουν όλα; Έλα τώρα, αυτό είναι το τσουβάλιασμα που λέγαμε. Α, και να τελειώσει κι ένα άλλο παραμύθι έτσι; Να βαφτίζουμε εθνικιστή ή δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο όποιον κρατάει την ελληνική σημαία! Μήπως να τις κρύψουμε κιόλας για να γίνουμε αρεστοί; Είμαστε σοβαροί; Μήπως είμαστε και εχθροί της πατρίδας ή σαμποτέρ; Γιατί τόση προπαγάνδα; Ποιος ο λόγος;“
Η Ελένη ήθελε να βάλει και τον επίλογο στην κουβέντα: “Κι αφού σ’ αυτή τη χώρα πολλοί μιλάνε για εικόνες και σύμβολα, ας δουν τη φωτογραφία της γιαγιάς με την ελληνική σημαία. Εκεί θα βρουν όλες τις απαντήσεις“. Ο καθένας έχει δικαίωμα στην άποψη. Και δεν είναι μόνο οι πολιτικοί. Κι ούτε όλα συνδέονται με την πολιτική.
Κεντρική φωτογραφία: Κωνσταντίνος Τσακαλίδης/SOOC