Το happy end στο Black Mirror που ζει η ανθρωπότητα
Δεν μπορούμε να πατήσουμε pause, αλλά πρωταγωνιστές μας είμαστε όλοι μας και θα προχωρήσουμε μαζί για τις πρωτοχρονιές που έρχονται.
- 19 ΜΑΡ 2020
Τελείωσα τον 5ο κύκλο του Black Mirror παραμονή πρωτοχρονιάς. Μίνι μαραθώνιος στο καθιστικό μέσα στις γνώριμες φωνές ενός πατρικού σπιτιού που ζωντανεύει ύστερα από καιρό. Φωνές που μεταφέρουν ανασκοπήσεις από τον τόπο που κατοικούν συνήθως τα νεότερα μέλη της ευρύτερης οικογένειας.
Γνωριμίες, μέρη, γεύσεις, συνήθειες. Φωνές που πληθαίνουν όσο περνούν οι μέρες των γιορτών και γιγαντώνονται με την αλλαγή του χρόνου. Γίνονται αγκαλιές, ευχές και μοιράσματα. Για αυτά που θα έρθουν. Για αυτά που θα θέλαμε να συμβούν στον άνθρωπο που σφίγγουμε εκείνη τη στιγμή.
Έχουν περάσει από την παραμονή της πρωτοχρονιάς ακριβώς 78 ημέρες. Δύο μήνες και κάτι σβησμένοι στο ημερολόγιο που έχω στο καθιστικό μου, κάποιες εκατοντάδες χιλιόμετρα από το πατρικό μου σπίτι. Στην οθόνη απέναντι παίζει μία ενημερωτική εκπομπή. Κάνει τον δικό της μαραθώνιο από το πρωί. Θα μπορούσε, κάλλιστα, να είναι ακόμα ένα επεισόδιο του Black Mirror και να αναλύει τις συνέπειες ενός υποτιθέμενου επικίνδυνου φαινομένου για την ανθρωπότητα. Να το βλέπουμε στις οθόνες μας έχοντας ανά πάσα στιγμή τη δυνατότητα να πατήσουμε pause, να κλείσουμε την οθόνη και να βγούμε από το σπίτι μας. Δεν είναι. Όχι ακόμα.
Είναι μία πραγματικότητα που εδώ και λίγες ημέρες αναζητεί τα καλύτερα επίθετα για να περιγράψει τον εαυτό της. Και στα ελληνικά. Ξεκίνησε την αναζήτηση στα κινέζικα πριν λίγους μήνες. Θεωρήσαμε, τότε, ότι το κινέζικο αλφάβητο είναι αρκετά μακρινό και ξένο σε εμάς για να μας αφορά. Όπως όλα άλλωστε. Έπειτα ζύγιασε την Ευρώπη και συλλάβισε τις πρώτες της ιταλικές λέξεις.
Τρομάξαμε. Οι γλώσσες μας, άλλωστε, έχουν τόσες συγγένειες όσες και οι λαοί μας. Τώρα που δεν μπορεί καμία ιταλική λέξη να περιγράψει αυτό που ζουν οι γείτονές μας, ακόμα και τα πλούσια
ελληνικά έχουν στερέψει. Έχουν μείνει βουβά. Όπως τα πάντα εκεί έξω.
Βουβό όπως και το άγχος που πρέπει να κρύψεις όταν μιλάς με τους γονείς σου. Αν είσαι 30something οι γονείς σου έχουν μεγάλη πιθανότητα – είτε λόγω ηλικίας, είτε λόγω κάποιας χρόνιας πάθησης – να ανήκουν στις ευάλωτες ομάδες. Το ξέρεις. Το ξέρουν κι αυτοί κι ας σε καλούν να τους επισκεφτείς για να είστε όλοι μαζί. Δεν μπορείς. Δεν πρέπει.
Γιατί αυτό σε αγχώνει πιο πολύ αυτή την περίοδο. Να είναι πρωτίστως καλά οι γονείς και οι μεγαλύτεροι άνθρωποί μας. Αυτό συζητάει η ηλικία μας στο skype και στο messenger. Αν το προέβλεπες την πρωτοχρονιά θα σε περνούσαν για τρελό. Μα είναι τρελό αυτό που ζούμε. Όπως και ζόρικο. Δεν είναι εύκολο να πρέπει να προσαρμοστείς σε τέσσερις τοίχους για ένα άγνωστο διάστημα.
Πρέπει. Και θα το κάνεις. Αλλά εύκολο δεν είναι. Όπως και το να βλέπεις τα αγαπημένα σου πρόσωπα μέσα σε οθόνες, να τρομοκρατείσαι όταν ακούς έναν βήχα που διακόπτεται από την αργή σύνδεση του ίντερνετ και να βλέπεις να αναφέρονται ως απλοί αριθμοί άνθρωποι, οικογένειες και χώρες.
Τέσσερις εβδομάδες απομόνωσης εκεί, 11 αδιάγνωστα εκεί, 14 χωριά σε καραντίνα εκεί, 32 νέα κρούσματα εκεί, 42 νεκροί εκεί. Οι τηλεοράσεις μας μοιάζουν με μακάβρια μπίνγκο που προσεύχεσαι να μην κερδίσεις. Που φοβάσαι ακόμα και να σκεφτείς. Κι αυτό είναι που πρέπει να συζητήσουμε φωναχτά. Τον φόβο που θεριεύει μέρα με τη μέρα και μας θυμίζει καταστάσεις που είχαμε ξεχάσει ή προσπαθούμε να συμβιώσουμε αρμονικά μαζί τους. Κρίσεις πανικού, άγχος, ψυχαναγκασμοί, δεκάδες ψυχιατρικές παθήσεις. Αυτά μας απασχολούν. Αυτά συζητάμε στις οθόνες. Αυτά αφορούν. Κάθε σπίτι. Και οφείλουμε να ανοίξουμε τα παράθυρα. Να μιλήσουμε για
αυτά που μας κόβουν τις ανάσες κάθε πρωί. Σε ψυχολόγους, ψυχιάτρους, ειδικούς, γραμμές δωρεάν κοινωνικοψυχολογικής υποστήριξης που λειτουργούν κάθε μέρα.
Να παροτρύνουμε κι αυτούς που βλέπουμε ότι το έχουν ανάγκη και δεν μπορούν να το συνειδητοποιήσουν. Ευγενικά και με απόλυτη κατανόηση. Ας μοιραστούμε με φίλους και συγγενείς σκέψεις και προβληματισμούς κι ας προστατέψουμε τον εαυτό μας από όσα διαβάζουμε. Η επιδημία φόβου των fake news είναι μεγαλύτερη κι από τη διασπορά του πραγματικού ιού. Ας μην το ξεχνάμε. Όπως και ότι σε όλο αυτό είμαστε ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ. Και πρέπει να φροντίσουμε ο ένας τον άλλο όσο μακριά κι αν βρισκόμαστε. Μέχρι όλο αυτό να τελειώσει και να πάρει τον δρόμο για τη μεγάλη πρεμιέρα.
Πρεμιέρα; Μα ναι! Πρωταγωνιστούμε, άλλωστε, σε μία κατάσταση που θα γίνει σειρά. Έχει γίνει ήδη. Με σενάρια που έχουν γραφτεί και πρόσωπα που έχουν κλείσει ήδη τους πρωταγωνιστικούς ρόλους. Και δεν θα είναι ούτε διάσημοι, ούτε ηθοποιοί του Χόλυγουντ αυτή τη φορά. Αλλά γιατροί και νοσηλευτές με τις παθογένειες του συστήματος υγείας πάνω στις πλάτες τους, φαρμακοποιοί και πωλητές που ακόμα και τώρα χαμογελούν, διανομείς φαγητού που φροντίζουν να μη λείψει τίποτα σε κανέναν, φοιτητές που ψώνισαν για τους ηλικιωμένους του τρίτου και τα άφησαν στην εξώπορτα της πολυκατοικίας για να μη τυχόν τους κολλήσουν, καλλιτέχνες που κάνουν κάθε μέρα live από το σαλόνι τους για να γεμίσουν με νότες τη σιωπή, συγγραφείς που μοίρασαν δωρεάν τα e-books τους για να μειώσουν την απομόνωση, ηθοποιοί που μετέδωσαν live περιεχόμενο διαδικτυακά μετατρέποντας τον καναπέ μας σε θυρωρείο, υπάλληλοι στα super market των διευρυμένων ωραρίων που κρύβουν την εξάντληση κάτω από τα δεκάδες χαρτιά υγείας που στοιβάζονται μπροστά τους, ο φούρναρης που μαζί με το ψωμί μου χάρισε απλόχερα σήμερα κι ένα «καλή δύναμη». Κι ας μη με γνωρίζει. Όλοι αυτοί που κράτησαν ζωντανό και έκαναν «κανονικό» ΑΥΤΟ που ζούμε.
Αυτούς θα καμαρώνουμε στη μεγάλη πρεμιέρα. Στη μεγάλη πρεμιέρα της νέας μας ζωής. Και θα τους χειροκροτούμε υπερήφανοι και για τους εαυτούς μας. Που έχοντας να αντιμετωπίσουμε μία από τις μεγαλύτερες παγκόσμιες κρίσεις των τελευταίων ετών κάναμε γιγάντια υπομονή. Και αντέξαμε. Λαβωμένοι, οικονομικά και οικονομικά και με απώλειες. Αλλά αντέξαμε. Και θα σηκωθούμε. Από τον καναπέ και τα κρεβάτια των νοσοκομείων. Δειλά και βήμα – βήμα στην αρχή. Αλλά και μαζί. Για να μάθουμε να περπατάμε ξανά. Προς τις πρωτοχρονιές που έρχονται.