Κοίτα να δεις που κι οι γονείς μας τελικά μεγαλώνουν
- 15 ΝΟΕ 2017
Δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι ο πατέρας μου γίνεται 70. Ή μάλλον, δεν είχα συνειδητοποιήσει τι σημαίνει ότι ο πατέρας μου γίνεται 70. Στο μυαλό μου, ήταν απλά μια ηλικία, δεν σήμαινε κάτι ιδιαίτερο.
Από πιο παλιά άλλωστε, όταν έκλεινε τα 50, τα 60, τα 65 ή τα 67, για μένα ήταν το ίδιο πράγμα. Η εικόνα που είχα για τον πατέρα μου δεν πρόκειται να επηρεαζόταν από ένα νούμερο. Εκείνον θα ρωτούσα όταν είχα μια απορία για μια δουλειά με το δημόσιο, αυτός θα ήταν ο πρώτος άνθρωπος που θα έπαιρνα όταν τράκαρα ή χαλούσε το αμάξι μου, από εκείνον περίμενα να διευθετήσει τα φορολογικά μου, σε εκείνον θα έστελνα μήνυμα όταν έφτανα στον προορισμό μου μετά από ένα μεγάλο ταξίδι.
Ακόμα και σήμερα δηλαδή, στα 31 μου, το μυαλό μου είναι σεταρισμένο ώστε με την πρώτη δυσκολία, η αρχική βοήθεια και συμβουλή που θα ζητήσω, να είναι από εκείνον. Κι αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει επειδή έγινε 70. Αυτό που άλλαξε όμως, είναι ο τρόπος που βλέπω τα πράγματα.
Κι αυτός άλλαξε το βράδυ που ο πατέρας μου γιόρτασε τα 70 του, με καλεσμένους όλα τα αγαπημένα του πρόσωπα, φίλους και οικογένεια. Με την εξαίρεση του αδερφού μου, της κοπέλας μου και τη δική μου, όλοι όσοι βρέθηκαν στο εστιατόριο εκείνο το βράδυ ήταν κοντά στην ηλικία των γονιών μου, δηλαδή λίγο πριν ή λίγο μετά τα τρίτα ‘-ήντα’ της ζωής τους.
Κάτι που δεν μου φάνηκε καθόλου παράξενο, αφού όλοι τους ήταν άνθρωποι με τους οποίους έχω μεγαλώσει μαζί, τους έχω δει να αλλάζουν μέσα στα χρόνια, έχω δει τα παιδιά τους να μεγαλώνουν και να κάνουν δικά τους παιδιά. Και αυτοί, μέσα στο μυαλό μου, ανήκαν πάντα στην ίδια κατηγορία με τους γονείς μου. Είναι οι φίλοι τους, οι ίδιοι εδώ και δεκαετίες, χαίρομαι όταν τους βλέπω και προφανώς δεν πρόκειται ποτέ να αντιληφθώ ότι μπορεί να γερνάνε, όπως κάνουν όλοι οι άνθρωποι. Ή τουλάχιστον, δεν επρόκειτο να το αντιλαμβανόμουν μέχρι εκείνο το βράδυ.
Επειδή πιθανότατα θα το διαβάσουν κι εκείνοι το κείμενο, να διευκρινίσω πως δεν τους είδα και σκέφτηκα “πωπω, γέρασαν”, σε καμία περίπτωση. Το τρένο της σκέψης μου ακολούθησε μια αρκετά διαφορετική και πολύ πιο παράξενη πορεία. Γι’ αυτό ας το πιάσουμε απ’ την αφετηρία του.
Η βραδιά ξεκίνησε ήρεμα, με φαγητό, ευχές και κουβέντα. Οι φίλοι που είχαν καιρό να με δουν ρωτούσαν να μάθουν νέα, οι πιο κοντινοί μοιραζόντουσαν τα νέα των παιδιών τους και κάποιοι άλλοι μιλούσαν με περηφάνια για τα εγγόνια τους. Μέχρι εδώ, όλα καλά, όλα όπως τα περίμενα. Το πάρτι, με όλες τις σημασίες της λέξης, άρχισε όταν ο DJ ξεκίνησε να παίζει λίγο πιο χορευτική μουσική.
Σαν συνεννοημένοι, όλοι τους, γονείς και φίλοι, σηκώθηκαν και άρχισαν να χορεύουν όλο κέφι, ζωντάνια και ενέργεια, καλώντας τους τρεις νέους της βραδιάς να τους ακολουθήσουν. Εμείς αρχικά, το παίζαμε δύσκολοι και καθόμασταν στις καρέκλες μας παρακολουθώντας. Κι εκεί η σκέψη μου άρχισε να ξεφεύγει
Βλέποντας τους γονείς μου και τους φίλους τους να χορεύουν από τραγούδια της εποχής τους μέχρι το Despacito, ξεκίνησα να συνειδητοποιώ ότι είχα μπροστά μου μια εικόνα που θα έπρεπε να εκτιμήσω. Και μια εικόνα που δεν θα έχω την ευτυχία να τη βλέπω αιώνια. Ήδη, δυστυχώς, από το πάρτι κάποιοι έλειπαν κι απ’ το αντίστοιχο που θα γίνει για τα 80, θα λείπουν ακόμα περισσότεροι.
Αυτές οι στιγμές λοιπόν, είναι που πρέπει να λατρεύουμε και να κρατάμε σαν θησαυρός. Όλοι σαν έφηβοι, έχουμε περάσει τη φάση που θεωρούμε το να περνάμε χρόνο με τους γονείς μας ως ‘φλωριά’. Που βαριόμαστε να τους μιλάμε, σχεδόν ντρεπόμαστε να μας δουν μαζί τους έξω. Όσο μεγαλώνεις όμως, πρέπει να επιζητάς το αντίθετο. Να βρίσκεις χρόνο για εκείνους, να βγαίνεις μαζί τους για φαγητό, ακόμα και να κανονίζεις ταξίδια μαζί τους. Για να έχει αξία το ότι τους έχεις ακόμα μαζί σου, στη ζωή σου.
Δεν είναι ευλογία, δεν έχει το παραμικρό νόημα να χαίρεσαι που οι γονείς σου είναι ακόμα εδώ και ακμαίοι, αν τους βλέπεις μια φορά το μήνα και βαριέσαι να τους μιλήσεις στο τηλέφωνο. Και δεν έχει καμία ουσία να χαμογελάς που τους βλέπεις υγιείς και χαρούμενους, να χορεύουν και να περνάνε καλά, αν η επόμενη φορά που θα τους δεις είναι σε γιορτές και γενέθλια.
Όσο κι αν μεγαλώνεις, όσα προβλήματα και άγχη κι αν έχεις καθημερινά, να ξέρεις ότι ένα τηλεφώνημα και μια επίσκεψη στους γονείς σου θα είναι αρκετά για να τους κάνεις χαρούμενους. Και σε καμία περίπτωση, μην τους θεωρείς δεδομένους και μην πιστεύεις ότι θα είναι για πάντα εδώ. Η ηλικία δεν είναι μόνο ένα νούμερο, τα χρόνια περνάνε και η ζωή είναι αμείλικτη.
Κοιτώντας τον πατέρα μου και την μητέρα μου να χορεύουν, να σβήνουν χαμογελαστοί την τούρτα και να διασκεδάζουν, ο αριθμός 70 έπαψε να είναι απλά δύο ψηφία, το 7 και το 0, τοποθετημένα το ένα δίπλα στο άλλο. Απέκτησε υπόσταση, ουσία και με έκανε να καταλάβω ότι οι γονείς μου έχουν μεγαλώσει, όχι με την κακή έννοια της λέξης, αλλά με την ρεαλιστική
Χωρίς να το πολυπεριμένουν, πήρα την κοπέλα μου και σηκωθήκαμε για να χορέψουμε μαζί τους. Όλοι τους, από τους γονείς και τους θείους μέχρι τους φίλους τους που είχα να δω καιρό, χαμογέλασαν από τα βάθη της καρδιάς τους που αποφασίσαμε να μοιραστούμε μαζί τους την αυτοσχέδια πίστα.
Ειλικρινά όμως, είμαι σίγουρος ότι η δική μου χαρά, που βρισκόμουν ανάμεσα σε όλους αυτούς ανθρώπους, ήταν πολύ μεγαλύτερη. Κι ας μην τους είπα ποτέ ότι θα ήθελα να το κάνουμε συχνότερα.
Λίγο πριν επιστρέψω στο τραπέζι, θυμήθηκα ότι ήθελα να ζητήσω απ’ τον πατέρα μου μια συμβουλή για τα φορολογικά μου. Αλλά δεν γαμιέται, θα τον ρωτούσα άλλη φορά. Ευκαιρία να τον ξαναδώ.