Μην αφήσετε την επαρχία να μετατραπεί σε κιτς Αθήνα
Κανείς δεν πηγαίνει στην ελληνική περιφέρεια για ceviche και τσάι περγαμόντο.
- 17 ΑΠΡ 2018
Χριστούγεννα 2016. Καρπενήσι. Μια πενταμελής αντροπαρέα, στην οποία ανήκω κι εγώ, περπατάει στο κέντρο της πόλης ψάχνοντας ένα παραδοσιακό καφενείο/τσιπουράδικο για να τρυπώσει. Αφού απορρίπτει τρεις καφετέριες που θα έκαναν τις αντίστοιχες της Πανόρμου να μοιάζουν εναλλακτικές -βάζω στοίχημα πως θα είχαν και κράχτη αν δεν ήταν τόσο τσουχτερό το κρύο- απευθύνεται σ’ ένα περιπτερά για πληροφορίες.
–Καλησπέρα, υπάρχει εδώ κοντά κανένα παραδοσιακό μέρος για ποτό και μεζέ;
–Καλησπέρα, τι εννοείτε παραδοσιακό;
–Ε χωρίς ξένη μουσική και πολλές διακοσμήσεις. Ένα κουτούκι, ένα τσιπουράδικο.
–Α όχι. Δεν έχουμε τέτοια πράγματα εδώ. Καφενέδες και μεζεδοπωλεία θα βρείτε στο χωριό.
Το παραπάνω περιστατικό σε συνδυασμό με το φετινό, πασχαλινό μου πέρασμα από χωριά του Πηλίου, οι καφετέριες των οποίων σέρβιραν γλυκό νερατζάκι με στέβια κι οι σερβιτόροι τους ήταν πιο πιθανό να γυρίσουν στο ”garçon” παρά στο ”αδερφέ” και τα 34 χρόνια μου στην Ελλάδα, με κάνουν να πιστεύω ακράδαντα πως η ελληνική επαρχία έχει βαλθεί, για αδιευκρίνιστο λόγο, να γίνει ένα κακέκτυπο της πρωτεύουσας. Που και πιστή κόπια να γινόταν, πάλι ολέθριο σφάλμα θα έκανε.
Έχω βάλει όριο τα 40 μου να έχω φύγει από την Αθήνα. Όχι μόνο γιατί αποτελεί την πιο άσχημη πόλη της χώρας, αλλά και γιατί είναι λίγο λιγότερο φυσική από τον Mark Zuckerberg στην απολογία του για τα σκάνδαλα του Facebook στο αμερικανικό Κογκρέσο. Μέχρι τότε προσπαθώ να ταξιδεύω όσο περισσότερο μπορώ στην ηπειρωτική και τη νησιωτική ελληνική επαρχία για να απολαμβάνω ό,τι μου στερεί η Αθήνα τις υπόλοιπες περίπου 330 μέρες του χρόνου (αν υποθέσουμε ότι ταξιδεύω συνολικά 35 μέρες το χρόνο).
Τομάτες που μυρίζουν τομάτα -ούτε λιαστές, ούτε τοματίνια- και σερβίρονται σε ταβέρνες που ο κατάλογος τους διαθέτει χόρτα-χωριάτικη-πατάτες-μπριζόλα και στο τσακίρ κέφι σαγανάκι. Που το σαγανάκι το φτιάχνει ο ταβερνιάρης κι όχι ο σεφ. Που ο ταβερνιάρης άμα σε γουστάρει θα έρθει μόλις τελειώσει το ψήσιμο στο τραπέζι σου για να πιείτε παρέα ένα τσίπουρο με μοναδικό δίλημμα το αν το προτιμάς με ή χωρίς γλυκάνισο κι όχι αν θα περιλαμβάνει φυσαλίδες από Cointreau ή νότες από μανταρίνι.
”Κι επειδή σου αρέσει έτσι εσένα Γιώργη μου, πρέπει να κάνουμε την περιφέρεια μια πελώρια χασαποταβέρνα;”, αναρωτιέσαι ευλόγως. Από συζητήσεις με ανθρώπους που έχουν ξεμπερδέψει με την πενθήμερη, συνειδητοποιώ πως στην πλειοψηφία τους προτιμούν τα μέρη που διατηρούν το παραδοσιακό τους στοιχείο. Είτε αυτό έχει να κάνει με φαγητό, ποτό και αισθητική των καταστημάτων είτε με παραλίες που δεν έχουν ακόμα γεμίσει με ομπρέλες και σεζλόνγκ. Γιατί αλλιώς στην Ψαρού θα χρειαζόταν να κάνεις κράτηση μια εβδομάδα νωρίτερα για να βρεις ομπρέλα. Oh wait.
Προφανώς, υπάρχουν κι εξαιρέσεις. Ακόμα και το Πάσχα υπάρχουν άνθρωποι που αντί για αρνί στη σούβλα προτιμούν αρνί στο τηγάνι μαριναρισμένο με λευκή σοκολάτα και φινόκιο. Αυτούς ας τους κρίνει ο Θεός. Ας επιστρέψουμε στους υπόλοιπους.
Το λάθος της επαρχίας που προσπαθεί να γίνει Αθήνα δεν έχει να κάνει μόνο με την αισθητική. Γιατί αν η επαρχία θέλει να γίνει ένα αθηναϊκό κακέκτυπο, γούστο της και καπέλο της. Το θέμα έχει και αντίκτυπο στις τσέπες των ανθρώπων που έχουν τουριστικές επιχειρήσεις στην επαρχία. Γιατί αν φύγεις από την Αθήνα με σκοπό να φας μπρι(τ)ζόλα και αντ’ αυτής όπου πας σου σερβίρουν ceviche, ε κάθεσαι και στην Αθήνα που υπάρχουν δεκαπέντε εστιατόρια που το ceviche το φτιάχνουν νοστιμότερο. Ή πας σε μια άλλη επαρχιακή περιοχή, αφού δόξα την αστικοποίηση, από ελληνική επαρχία άλλο τίποτα.
Φιλική συμβουλή προς Αθηναίους: Στην επαρχία να κάθεστε σε μαγαζιά με ξύλινες καρέκλες, σιδερένια τραπέζια και σερβιτόρους που έχουν περασμένο το στυλό στο αυτί και το μπλοκάκι παραγγελιών στην κωλότσεπη. Μεγάλο hint για να είναι ένα μαγαζί καλό αποτελεί η παρουσία πολλών ντόπιων ηλικιωμένων σε αυτό. Εκείνοι έχουν προλάβει να τα δοκιμάσουν όλα και ξέρουν.
Φιλική συμβουλή προς επαρχιώτες: Δεν είμαι ο μόνος στον οποίο δεν αρέσει η Αθήνα. Αλλά ακόμα και σε όσους αρέσει η Αθήνα, το τελευταίο πράγμα που θέλουν μόλις απομακρύνονται από αυτή είναι να πέφτουν πάνω σε κάτι που τους τη θυμίζει. Οπότε διατηρήστε την επαρχία διαφορετική από την Αθήνα. Όσο πιο διαφορετική, τόσο πιο όμορφη.
Ας επιστρέψουμε στην αντροπαρέα της πρώτης παραγράφου. Με τις επιλογές της εμφανώς περιορισμένες, αναγκάστηκε να κάτσει σε μια καφετέρια με lounge μουσική και τιγρέ καναπέδες. Όσο διάβαζε το menu ταλανίστηκε σοβαρά για το αν έπρεπε να παραγγείλει τσάι με περγαμόντο ή φρούτα του δάσους στους σερβιτόρους με τα παπιγιόν. Το περγαμόντο νίκησε, γιατί όπως είπαν οι σερβιτόροι θα πήγαινε καλύτερα με τα club sandwich που ζήτησαν ως μεζέ για τη λιγούρα.
Την επομένη πήγαν στο χωριό.
(Κεντρική Φωτογραφία: Eurokinissi.gr)