Nαι, σας πρήξαμε με τον Ζακ Κωστόπουλο
- 21 ΣΕΠ 2019
Πέρασε ένας χρόνος από τη δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου. Ο χρόνος αυτός ήταν απίστευτα πυκνός, ώστε μοιάζει σαν να έχουν περάσει 2 ή 3 χρόνια από τότε. Από τότε που, πριν μάθουμε την ταυτότητα του δράστη, η δολοφονία αντιμετωπίστηκε -στην πρώτη φάση της- ως ένα ξέσπασμα των απλών ανθρώπων του κέντρου, των ανθρώπων του μεροκάματου που δεν άντεχαν άλλη παραβατικότητα.
Στον έναν αυτό χρόνο, ο Ζακ, οι συγγενείς και οι οικείοι του ψάχνουν ακόμα δικαίωση για τα χτυπήματα του μίσους των περίφημων αγανακτισμένων πολιτών και μετά για όλα τα ψεύδη και την παραπληροφόρηση. Στην αρχή ο Ζακ είχε δήθεν αυτοτραυματιστεί. Όταν αυτό άρχισε να καταρρέει λόγω του βίντεο που κυκλοφόρησε, προχωρήσαμε στην επόμενη προσπάθεια αφήγησης του περιστατικού. Η υπόθεση είχε γίνει πια ο εγκλωβισμός ενός τοξικοεξαρτημένου στην προσπάθειά του να κλέψει ένα μαγαζί στο κέντρο της Αθήνας.
Και προφανώς αυτή η αφήγηση της πραγματικότητας δεν είναι καθόλου αθώα. Η προσπάθεια απόδοσης στον θύμα των ιδιοτήτων του τοξικοεξαρτημένου και του κλέφτη αυτόματα σήμαινε, για όσους την έκαναν, μια υποτίμηση του συμβάντος. Το θύμα έπρεπε οπωσδήποτε να έχει ιδιότητες που να στρογγύλευαν κάπως όσα σοκαριστικά βλέπαμε στο βίντεο. Σε αυτή την υπόθεση, λοιπόν, είναι πολύ σημαντικό να κρατήσουμε όλον εκείνο τον λόγο που έγινε για τον δολοφονημένο. Εξάλλου, όλον αυτόν τον καιρό, κάθε φορά που έσκαγε και ένα νέο που αποδείκνυε ότι δεν ίσχυαν αυτά που ακούγονταν για τον Ζακ, η κοινωνία αναγκαζόταν να βρει και νέους τρόπους να πιάσει τον πάτο.
Βλέπετε, σύμφωνα με τη θεώρηση αυτή, κυριαρχική, όπως φάνηκε δυστυχώς και αργότερα, η απόδοση σε έναν άνθρωπο των ιδιοτήτων του περιθωριακού και του παρανόμου κατά κάποιον τρόπο αφαιρεί κάτι από την ανθρωποκτονία. Της δίνει αυτό το ‘αλλα’ που μοιάζει σαν να τους είναι υπαρξιακά απαραίτητο, προκειμένου να δικαιολογήσουν ένα λιντσάρισμα που οδήγησε τελικά σε μια δολοφονία. Δίνει και το απαραίτητο κίνητρο στον νοικοκυραίο δολοφόνο.
Το ακόμα πιο ενδεικτικό της υπόθεσης είναι ότι οι τοξικολογικές εξετάσεις που έγιναν αργότερα έδειξαν ότι ο Ζακ δεν ήταν υπό την επήρεια καμίας ναρκωτικής ουσίας. Όχι ότι έχει σημασία, ο Ζακ ταυτοποιήθηκε ως ‘πρεζάκιας’ και έτσι θα έμενε ο,τι και αν έδειχναν οι εξετάσεις. Η λέξη ‘πρεζάκιας’ φτιάχτηκε, για να περιθωριοποιεί, να μιλάει για τον χρήστη που είναι όμως περιθωριοποιημένος: στα κοσμικά σαλόνια θα βρείτε πολλούς χρήστες αλλά κανέναν πρεζάκια. Ο Ζακ, λοιπόν, συνεχίζει να είναι ο πρεζάκιας που δολοφονήθηκε για όλους τους πλανεμένους, για όσους διαβάζουν τον τίτλο αλλά ποτέ την είδηση, για όσους τελικά είχαν ανάγκη ο δολοφονημένος να είναι πρεζάκιας.
Οκ. Εμείς όμως πρέπει να πούμε κάτι. Ακόμα και αν δεν υπήρχαν ναρκωτικά στο αίμα του, ο Ζακ μπήκε να ληστέψει με μαχαίρι. Αφού δεν αυτοτραυματίστηκε και δεν ήταν σε υστερία λόγω των ναρκωτικών, κράταγε μαχαίρι, οπότε έπρεπε να προφυλάξουν οι άνθρωποι τον εαυτό τους. Αυτό ήταν το νέο επειχείρημα που προέκυψε, αφού βγήκαν καθαρές οι τοξικολογικές. Τελικά, όμως και αυτό καταρρίφθηκε. Ο Ζακ δεν κράταγε κανένα μαχαίρι στο βίντεο, ενώ σε αυτό που βρέθηκε δίπλα του δεν υπήρχαν τα δαχτυλικά του αποτυπώματα. Ταυτόχρονα βέβαια οι αυτόπτες μάρτυρες μιλούν για έναν άνθρωπο που παραπατούσε, που με δυσκολία μπορούσε να σηκώσει έναν πυροσβεστήρα. Το μόνο απειλητικό για εκείνους ήταν η ύπαρξή του στον χώρο τους.
Οπότε ήρθε μετά το προτελευταίο κομμάτι του δράματος. Ήταν ληστής. Εδώ ήρθε βγήκαν τα χειρότερα αντανακλαστικά μιας κοινωνίας που έδειχνε σαν έτοιμη από καιρό να αποδεχτεί την αυτοδικία. Αφού μπήκε να ληστέψει και κράτος δεν υπάρχει, ο άνθρωπος υπερασπίστηκε την περιουσία του. Διάφορες περσόνες με το φλεγματικό του χιούμορ άρχισαν να κάνουν και αστειάκια: “μήπως να του προσφέρανε και τσάι;”Ληστεία βέβαια χωρίς απειλή δεν υπάρχει. Ένας άνθρωπος που είναι μόνος του σε έναν χώρο δεν μπορεί να ληστέψει. Δεν υπάρχει όμως ούτε και κλοπή. Όπως φάνηκε αργότερα από νέα βίντεο αλλά και από το γεγονός ότι δεν βρέθηκαν δαχτυλικά αποτυπώματα στην ταμειακή μηχανή ούτε χρήματα επάνω του. Επίσης, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες να μας πείσουν για μια υποτιθέμενη κρίση πανικού και να πείσουν και τον ιατροδικαστή που κάλεσαν, ο Ζακ πέθανε λόγω των πολλαπλών τραυμάτων του.
Κι τελικά έμεινε το τελευταίο, τη στιγμή εκείνη που δεν μπορούσε κανείς να βρει άλλον τρόπο για να αποδείξει την ενοχή του θύματος. Όταν αποκαλύφθηκε η ταυτότητα του άγνωστου δράστη, όταν φάνηκε ότι ήταν ένας άνθρωπος με όλες αυτές τις μισητές για έναν νοικοκυραίο ιδιότητες: οροθετικός, ΛΟΑΤΚΙ ακτιβιστής, καλλιτέχνης η μπίλια έκατσε. Αυτό είναι το τελευταίο επιχείρημα που ξέμεινε στους απολογητές των δολοφόνων του Ζακ. Καλά μωρέ, πώς κάνετε έτσι έναν οροθετικό που ντύνεται γυναίκα;
Η δολοφονία της Ζackie Oh ήταν η πρώτη φορά μάλλον που η κοινωνία ήρθε αντιμέτωπη με το γεγονός ότι όλοι εκείνοι που τους έχει πετάξει στο περιθώριο ως ‘πρεζάκια’, ‘πούστηδες’, ‘οροθετικούς’, ‘ανώμαλους’, έχουν δικαιώματα στη ζωή -σοκαριστικό να το ακούνε- και ότι υπάρχουν οργανώσεις, συλλογικότητες, άνθρωποι, μέσα μαζικής ενημέρωσης που προτίθενται να υπερασπιστούν τα δικαιώματα αυτά. Το πρεζάκι και ο οροθετικός από κάτι που είχαν συνηθίσει να το αντιμετωπίζουν απρόσωπα, ως κάτι που βρισκόταν στα όρια της ανθρώπινης ύπαρξης, απέκτησε όνομα, φίλους, οικογένεια, σκέψεις, προσωπική ιστορία. Και λεγόταν Ζακ ή Zackie.
Η αμηχανία της φάνηκε με τις άθλιες σφυγμομετρήσεις της γνώμης του κοινού που στην ουσία του ζητούνταν -σε μια στιγμής ατόφιας δυστοπίας- να ψηφίσει αν συμφωνείι με το λιντσάρισμα και τη δολοφονία ενός ανθρώπου. Αν όμως εκείνοι τον βρήκαν για πρώτη φορά μπροστά τους, ο Ζακ τους έβρισκε κάθε μέρα στην καθημερινότητά του να τον κοιτούν με περιφρόνηση ή μίσος, να τον απειλούν, να τον κυνηγούν, να τον χτυπούν ή απλά να αδιαφορούν παντελώς για την ύπαρξή του. Οι δύο κόσμοι τους συναντιόνταν κάθε μέρα. Συναντιούνται ακόμα και σήμερα, μετά τον θάνατό του, τώρα που προσπαθούν με κάθε τρόπο να του αφαιρέσουν το όνομα, να τον ξανακάνουν ένα μείγμα των μισητών τους ιδιότήτων.
Οι κόσμοι αυτοί συναντήθηκαν εξάλλου και την 21η Σεπτεμβρίου του 2018. Στην οδό Γλαδστώνος (τι μεγαλόπρεπο όνομα όδού για να σκοτώνεις ένα ‘πρεζάκι’). Και ο Ζακ μπήκε εκείνη τη στιγμή και πάλι στον κόσμο τους. Και όπως συμβαίνει συνήθως αυτοί άρχισαν να κλωτσούν για να τον απομακρύνουν, να τον αφήσουν στη δική του σφαίρα και να μην τον βλέπουν μπροστά τους. Η ιστορία κάπως έτσι έγραψε: “Ζακ Κωστόπουλος: κακοποιημένος μια ζωή, δολοφονημένος από κάποιου την αγανάκτηση”.