Θανάσης Δημόπουλος/Eurokinissi
OPINIONS

Ο πλειστηριασμός στις τιμωρίες και το αποτρόπαιο έγκλημα στα Γλυκά Νερά

Τον ζόφο του αποτρόπαιου εγκλήματος στα Γλυκά Νερά ακολούθησε ένας διαγωνισμός αυτοδίκαιης ακρότητας.

Ο τρόπος που αντιδρά η ελληνική κοινωνία στην είδηση ενός αποτρόπαιου εγκλήματος είναι μία υπόθεση μακρά και δυστυχώς πάρα πολύ επίπονη. Από το φόρτωμα του εγκλήματος σε ολόκληρες πληθυσμιακές ομάδες μέχρι την εν κρυπτώ δικαιολόγησή του, τη φαντασίωση βιασμών εντός της φυλακής και την απαίτηση για επαναφορά της θανατικής ποινής. Σε όλα αυτά προσθέστε και την αυτοδικία που έχει βέβαια την προβιά της «νόμιμης αυτοάμυνας».

Το έγκλημα στα Γλυκά Νερά είναι η τελευταία τέτοια περίπτωση. Δεν χρειάζεται νομίζω να ξοδευτούν ούτε λίγες γραμμές για τον αποτροπιασμό που προκαλεί η είδηση της δολοφονίας μίας γυναίκας μέσα στο σπίτι της και δίπλα στο ούτε ενός έτους μωρό της. Δεν θα προσθέσουν τίποτα και σίγουρα, όσο περίτεχνα και αν γραφτούν, ποτέ δεν θα αγγίξουν στο ελάχιστο τον πόνο των αγαπημένων ανθρώπων του θύματος. Όλοι ελπίζουμε ότι οι δράστες θα συλληφθούν και θα τιμωρηθούν.

Τα Γλυκά Νερά και οι τιμωρίες

Από τη στιγμή που βγήκαν οι λεπτομέρειες του εγκλήματος στα Γλυκά Νερά είχαμε για ακόμα μία φορά έναν πληθωρισμό ακρότητας. Το αέναο αίτημα για επαναφορά της θανατικής ποινής, που είναι κάτι σαν η αγανακτισμένη εκδοχή του «όλα είναι θέμα παιδείας» και θα λύσει δήθεν τα προβλήματα εγκληματικότητας. Σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό, επειδή εν προκειμένω είχαμε παραβίαση ιδιωτικού χώρου, είδαμε και τη νόμιμη οπλοκατοχή η οποία πλασάρεται φυσικά ως καταφύγιο για μία διευκόλυνση της νόμιμης αυτοάμυνας. Βέβαια, με τον τρόπο που έρχεται στον δημόσιο λόγο περισσότερο θυμίζει αυτοδικία.

Έχω πλήρη επίγνωση ότι ποτέ η πρόληψη του εγκλημάτος δεν θα έχει ποτέ αυτόν τον clickbait χαρακτήρα που έχουν οι κορόνες του πλειστηριασμού για την τιμωρία του. Γνωρίζω ότι σε ένα υποτιθέμενο τηλεοπτικό πάνελ το να μιλάς για δίκαιο, θεσμούς και δικαιοσύνη το μόνο που θα προσφέρει στους περισσότερους είναι νεύρα, αν όχι λίγα χασμουρητά. Μπαίνοντας σε αυτόν τον αγώνα μάλλον είσαι χαμένος από χέρι.

Από την άλλη, η (ανθρώπινη ή κροκοδείλια) οργή και οι πλειστηριασμοί στην τιμωρία τραβάνε το μάτι. Ικανοποιούν το λεγόμενο «κοινό περί δικαίου αίσθημα». Φτιάχνουν παράλληλες ιστορίες δικαίωσης του θύματος και πλάθουν δήθεν ασφαλέστερες κοινωνίες. Το ισοζύγιο γέρνει μάλιστα όταν μιλάμε λίγο μετά από ένα έγκλημα όπως αυτό στα Γλυκά Νερά. Τα πράγματα όμως είναι μάλλον διαφορετικά.

  • Πρώτα από όλα, το επιχείρημα ότι η αυτοάμυνα δεν κατοχυρώνεται από την ελληνική νομοθεσία είναι απολύτως ψευδές.Αποκρύπτεται συχνά όχι για λόγους άγνοιας ή απροσεξίας.
  • Δεύτερον, δεν χρειάζεται και πολλά για να πειστεί κανείς. Τα αιτήματα για μεγαλύτερη ελευθερία στην οπλοκατοχή δεν αφορούν μία φανταστική κοινωνία που βρίσκεται σε ιδεολογικές ουτοπίες. Πολλές χώρες ανά τον κόσμο είναι πολύ χαλαρές στο ζήτημα της οπλοκατοχής και ταυτόχρονα συνεχίζουν να βιώνουν το πρόβλημα της εγκληματικότητας. Συχνά μάλιστα πολύ περισσότερο από τη σχετικά ασφαλέστερη Ελλάδα.
  • Τρίτον, οι άνθρωποι που μπαίνουν στον κόσμο του οργανωμένου εγκλήματος γνωρίζουν από την αρχή ότι παίρνουν ένα μεγάλο ρίσκο που λογικά θα κάποια στιγμή θα τους σκοτώσει (είτε από συμπλοκές με την αστυνομία είτε κυρίως από αντίπαλες συμμορίες). Κι όμως, συνεχίζουν να εντάσσονται σε αυτόν για πολλούς και ποικίλους λόγους. Η θανατική ποινή ή η απειλή να σκοτωθούν από το όπλο ενός απλού πολίτη απλώς θα προσθέσει ένα παραπάνω στο ήδη υπάρχον ρίσκο. Πιθανόν δε, να κάνει το οργανωμένο έγκλημα ακόμα πιο άγριο.

Τι θέλουμε τελικά;

Σε κάθε περίπτωση, μία εκδοχή του εγκλήματος μοιάζει με τη γάτα στο κουτί του Schrödinger. Υπάρχει μέσα στην κοινωνία και ταυτόχρονα είναι εξοβελισμένο έξω από αυτήν. Η διαρκής αυστηροποίηση του τρόπου που τιμωρείται δεν θα προσφέρει τίποτα παραπάνω στην πρόληψή του. Συχνά θα συσκοτίσει και άλλες πολύ αποτελεσματικότερες πρακτικές οι οποίες μπορεί να μη φαντάζουν επαρκείς ή να μην επιφέρουν τη συναισθηματική λύτρωση.

Αυτό που φαντάζομαι όλοι θέλουμε είναι να μειωθούν -αν δεν είναι δυνατόν να εξαφανιστούν- τέτοια εγκλήματα. Να έχουμε όσο το δυνατόν λιγότερους ανθρώπους των οποίων η ζωή χάνεται ή καταστρέφεται σε μία στιγμή από αγνώστους που το έχουν εύκολο να παίρνουν ανθρώπινες ζωές.

Σε αυτή τη βάση, λοιπόν, και κάνοντας ένα βήμα πίσω αφήνοντας μακριά έρευνες, στατιστικές και εκτιμήσεις ειδικών οφείλουμε να αναρωτηθούμε. Αν πράγματι θεσμοθετούνταν η νόμιμη οπλοκατοχή ανάλογα περιστατικά θα μειώνονταν ή μήπως θα αυξάνονταν; Θα θρηνούσαν λιγότεροι ή περισσότεροι άνθρωποι τους αγαπημένους τους; Τελικά, θα ήμασταν μία κοινωνία ασφαλέστερη ή ακόμα περισσότερο βουτηγμένη στον φόβο;