© 24Media Creative Team
OPINIONS

Οι Τηλεκανίβαλοι των Ειδήσεων

Αυτήν τη φορά τα όρια ξεπεράστηκαν περισσότερο από ποτέ: το να κουνάς το δάχτυλο στους συνδικαλιστές που μετρούν τους νεκρούς τους δεν είναι απλά ντροπιαστικό. Είναι εξοργιστικό.

Είναι μία δύσκολη δουλειά και κάποιος πρέπει να την κάνει. Στην ουσία της, η ενημέρωση και κατ’ επέκταση η δημοσιογραφία αποτελεί έναν ελεγκτικό μηχανισμό για τις τρεις εξουσίες: τη νομοθετική, την εκτελεστική και τη δικαστική. Πόσο συχνά γίνεται με τον τρόπο που πρέπει στη χώρα μας και ιδιαίτερα στην ελληνική τηλεόραση; Σπάνια με κάποιες λίγες φωτεινές εξαιρέσεις. (Μόνο τυχαίο άλλωστε δεν είναι το γεγονός ότι βρισκόμαστε στον πάτο της λίστας για την ελευθερία του Τύπου παγκοσμίως).

Απλά, η δύσκολή αυτή δουλειά έχει πάρει ντροπιαστικές διαστάσεις τις τελευταίες μέρες στην ελληνική TV. Υπάρχουν ξεκάθαρα παραδείγματα και σαρκοβόρα μοτίβα στα δελτία ειδήσεων. Γιατί πώς αλλιώς, πέρα από ωμή καφρίλα, μπορεί να χαρακτηριστεί το κούνημα του δαχτύλου προς τους συνδικαλιστές των σιδηρόδρομων που ακόμα μετρούν τους νεκρούς τους;

Μάλιστα, οι «αιτιολογήσεις», τα λογικά άλματα καθώς και οι δικαιολογίες που έχουμε ακούσει από τα στόματα πολλών anchormen και anchorwomen των ελληνικών καναλιών είναι για γέλια – αν, βέβαια, καταφέρεις να ξεπεράσεις το στάδιο της οργής από την αδικία που σε πνίγει.

Μία στιχομυθία βγαλμένη από δυστοπική παρωδία: όπου τηλεοπτικός δημοσιογράφος εγκαλεί τον συνδικαλιστή για τις απεργίες που δήθεν δεν έκανε, και ο δεύτερος -εγκλωβισμένος σε ένα καφκικό σύμπαν- αναφέρει αναλυτικά το πώς οι διαμαρτυρίες τους πνίγονταν από τα ΜΜΕ, για να λάβει την αδιανόητη απάντηση «ας μην αναλωθούμε στα συνδικαλιστικά», πριν έρθει μία κάποια λύτρωση με τον συνδικαλιστή να λέει το προφανές: «Μα εσείς με ρωτήσατε!».

Όχι, αυτό δεν ήταν ένα μεμονωμένο παράδειγμα, μία κακή στιγμή, ένα ανθρώπινο λάθος. Ήταν μία γενικευμένη κατάσταση. Βέβαια, η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση σε κάποιες περιπτώσεις. Είναι, λοιπόν, αναμενόμενο σε ένα κράτος με τόσο χαμηλές επιδόσεις στην ελευθερία του Τύπου οι τηλεοπτικοί δημοσιογράφοι να γίνονται τηλεδικαστές των θυμάτων, αντί για ελεγκτές των θυτών.

Ναι, όλοι όσοι εργαζόμαστε σε αυτόν τον χώρο έχουμε μερίδιο ευθύνης για τα κακώς κείμενα – άλλοι μεγαλύτερο, άλλοι μικρότερο. Σαν θεατές όμως, τα δελτία ειδήσεων ξεπέρασαν αυτήν τη φορά τον εαυτό τους.

Ήταν σίγουρο πως αμέσως μετά το δυστύχημα στα Τέμπη, το σαρκοβόρο μοτίβο της ελληνικής TV θα πατούσε το play: υποβλητική μουσική, κακά γραφιστικά που βαράνε στο συναίσθημα (ή στα νεύρα, όπως το δει κανείς), τεράστιες δόσεις από αγνή ανόθευτη φρίκη, φωτογραφίες αγνοούμενων, δακρύβρεχτα επιφωνήματα και κυρίως θλίψη, πολύ ψεύτικη θλίψη. Κάπως σαν να παρακολουθείς λύκους να προσπαθούν να κλάψουν επειδή ένα κοπάδι πρόβατα έχασαν τη ζωή τους.

Αυτά, βέβαια, δεν προκαλούν καμία εντύπωση. Όπως έλεγε και ο Kirk Douglas υποδυόμενος τον αδίστακτο ρεπόρτερ στο θρυλικό Ace in the Hole (1951): «Οι κακές ειδήσεις πουλάνε καλύτερα. Γιατί οι καλές ειδήσεις δεν είναι καν ειδήσεις». Όταν όμως αυτό συμβαίνει σε συνδυασμό με ένα ατέλειωτο δημοσιογραφικό πλυντήριο με σαφή σκοπό να καθαρίσει τις πολιτικές ευθύνες ή έστω να καθυστερήσει τη συζήτηση για τους πραγματικούς φταίχτες (όχι, δεν μπορεί για όλα να φταίει ο σταθμάρχης) τότε μιλάμε για ξεκάθαρο κανιβαλισμό.

Τουλάχιστον, το κύμα οργής που ξεχύθηκε στα social media ίσως κατάφερε να αναποδογυρίσει -έστω για λίγο- τα καζάνια των τηλεκανίβαλων. Οι τελευταίοι βέβαια έχουν πάντα ένα κοινό αποκλειστικά δικό τους, ένα κοινό που ναι μεν μπορεί να πατήσει το τηλεκοντρόλ για να αλλάξει κανάλι, δεν έχει όμως πρόσβαση λόγω ηλικίας στο ίντερνετ.

Έτσι, παραμένει ευλαβικά καρφωμένο στα δελτία ειδήσεων με ανοιχτά τα μάτια, σαν σκηνή από τα βασανιστήρια στο Κουρδιστό Πορτοκάλι, μέχρι το μυαλό του να γίνει τελείως σούπα. Δυστυχώς, οι παππούδες και οι γιαγιάδες μας θυσιάζονται στον βωμό της κακής ή πιο σωστά αισχρής «δημοσιογραφίας».

Είναι άραγε τόσο καλύτερο το ελληνικό ίντερνετ και τα ελληνικά social media; Όχι, απαραίτητα. Τουλάχιστον όμως έχει και άλλες επιλογές εκτός από την κλασική μονταζιέρα. Γιατί, τελικά, το κούνημα του δημοσιογραφικού δαχτύλου προς ανθρώπους που θα μπορούσαν εκείνοι να είναι στη θέση του νεκρού μηχανοδηγού δεν είναι απλά ντροπιαστικό. Είναι εξοργιστικό.