Όχι άλλες γυναίκες που βρίζουν!
Μία συντάκτρια αγανακτεί με το γεγονός ότι ολοένα και περισσότερες εκπρόσωποι του φύλου της, μιλούν πιο άσχημα και από το Γιώργο Γεωργίου -στα ντουζένια του.
- 31 ΜΑΙ 2015
Εάν έχουμε ένα κοινό χαρακτηριστικό ως λαός –ίσως και γενικότερα ως άνθρωποι- είναι η αρέσκειά μας στις ταμπέλες. Γεγονός λογικό, εάν αναλογιστούμε τη χρησιμότητα τους στη ζωή μας. Οι ταμπέλες έχουν την εξόχως σημαντική ιδιότητα να μας οδηγούν κάπου. Σε ένα δρόμο, ένα σπίτι, ένα συμπέρασμα.
Ωπ, στοπ εδώ.
Αν σε προ(σ)καλέσω να κάνεις μία γύρα στο διαδίκτυο και να ρίξεις μία ματιά στα κείμενα γνώμης που κυκλοφορούν διάσπαρτα σε αυτό, τότε βάζω στοίχημα ότι ακόμα και αδιάφορα αν σου περάσουν τα λεγόμενά τους, ένα είναι σίγουρο: Ότι αυτά, θα «φορούν» σε κάποιον ή κάτι μία ταμπέλα. Ευγενικά και έμμεσα ή επιθετικά και άμεσα. Δεν παίζει ιδιαίτερο ρόλο.
Γιατί το θέμα, δεν είναι το πώς αλλά το σε ποια βάση το κάνουν.
Για παράδειγμα σήμερα, που έχω σκοπό να «τιμήσω» την κάστα των παραπάνω γραφιάδων (δεν διαθέτουν όλοι την εν λόγω ιδιότητα, στο ίντερνετ είμαστε) δεν θα το κάνω με κακή πρόθεση αλλά με καλή. Γιατί πραγματικά, θα ήθελα υπερβολικά πολύ να σβήσω κάθε γράμμα από την ταμπέλα για την οποία σκοπεύω να σου μιλήσω.
Την ταμπέλα των «βρωμόστομων» γυναικών. Εκτός ερωτικής ζώνης –σε προλαβαίνω.
Ειλικρινά, αν υπάρχει ένας τύπος γυναίκας (να τη, η ταμπέλα) που δεν καταλαβαίνω τότε αυτός είναι ο παραπάνω. Δεν βρίσκω τον παραμικρό λόγο και την κυρίως την παραμικρή γοητεία σε μία γυναίκα που απευθύνεται σε κάποιον αποκαλώντας τον μαλάκα. Πολλώ δε μάλλον, εάν αυτός ο κάποιος είναι θηλυκού γένους. Και παρότι τη σεμνοτυφία δεν τη βλέπω ούτε με κιάλια όπερας, πρέπει να παραδεχτώ ότι ακόμα και στο παρόν κείμενο που μιλάει για βρισιές, μου φαίνεται άκομψο να χρησιμοποιώ τη συγκεκριμένη λέξη.
Θεωρώ ότι σε κάποιο σημείο έχουμε μπερδέψει την ερμηνεία του όρου «ισότητα». Θυμάμαι μία φορά μία κοπέλα στην παρέα της οποίας –χωρίς υπερβολή- οι τρεις στις πέντε λέξεις της, ήταν βρισιές. Μιλούσε τόσο άσχημα, που πραγματικά, αισθάνθηκα άσχημα. Δεν καταλάβαινα γιατί το κάνει. Ούτε και τώρα δηλαδή το καταλαβαίνω. Αν ρωτούσα τον παππού Φρόιντ, ίσως μου μιλούσε για την πατρική φιγούρα στο σπίτι. Αν δε ρωτούσα τη Μαλβίνα Κάραλη, ίσως μου εξηγούσε ότι πρόκειται για μία επίδειξη ισχύος.
Πιστεύω ότι ως μοντέρνα κοινωνία, κάπου χαθήκαμε στη μετάφραση του όρου «ισότητα». Κάπου μπερδευτήκαμε. Κάποιος ή κάποια μας έβαλε ως φύλα σε έναν αγώνα συνεχούς ανταγωνισμού. Σε μια διαρκή αναμέτρηση.
– Αφού ο άντρας μπορεί να πάει με δέκα γυναίκες σε ένα βράδυ και να τον πούνε και μάγκα, γιατί να μην μπορώ να το κάνω και εγώ;
– Αφού ο άντρας μπορεί να βρίζει και να το βρίσκουν όλοι φυσιολογικό, γιατί να μην το κάνω και εγώ;
Ε, δεν πάει έτσι όμως. Άλλο ισότητα, άλλο βλακεία. Οι γυναίκες υπέστησαν μεγάλη καταπίεση από τις ανδροκρατούμενες κοινωνίες και έδωσαν μεγάλες μάχες για να καταλήξουν να «μιμούνται» τους δυνάστες τους. Σόρι για το τελευταίο σιμοντεμποβουαρικό αλλά, αλήθεια μου φαίνεται υπερβολικά άδικο να έχουμε πετύχει ως φύλο τόσα πολλά και να τα υποβιβάζουμε μιμούμενες συνήθειες όχι απλώς αντρικές, αλλά και κακές αντρικές.
Ακολουθεί διαφήμιση γυναικείου αντισεξουαλισμού
Επιστρέφουμε στο πρόγραμμά μας…
Εμένα προσωπικά ούτε καν οι άντρες που βρίζουν δεν με ελκύουν. Γενικότερα, θεωρώ ότι οι βωμολοχίες δεν αποδεικνύουν τίποτα περισσότερο από κακή ανατροφή και έλλειψη ορθών επιχειρημάτων. Και διόρθωσέ με αν κάνω λάθος.
Πάρε ως παράδειγμα έναν οποιονδήποτε τσακωμό. Όταν κατά τη διάρκεια αυτού το μόνο που συμβαίνει είναι η αναπαραγωγή όλων των επιθέτων που ξεκινούν από π ή γ τότε, αλήθεια, μόλις τα πνεύματα κατευναστούν, τι έχεις πάρει από όλο αυτό; Τίποτα. Απολύτως. Μη σου πω έχεις χάσει. Τους τρόπους σου.
Κάποιες εξαιρετικά κακές συγκυρίες μας έχουν οδηγήσει στην παρερμηνεία της ισότητας με την ισοπέδωση. Πρόκειται όμως για δύο εντελώς διαφορετικές έννοιες. Και ξέρεις γιατί; Γιατί αν φτάσει στο σημείο ένας άντρας να έλκεται από μία γυναίκα που μιλά σαν λιμενεργάτης (και δεν το λέω ρατσιστικά προς το επάγγελμα) τότε, κάπου ως γυναίκες το έχουμε χάσει το παιχνίδι. Γιατί αντί να ανοίγουμε την δική μας πορεία, ακολουθούμε την αντίστοιχη των άλλων. Ίσως το τελευταίο, να πηγαίνει γάντι και σε μερικές άλλες «ταμπέλες», τις οποίες επιφυλάσσομαι να συζητήσουμε εν καιρώ.