Πέρασα 3 μέρες με Χαρλεάδες στην Ευρώπη (και δεν ξέρω να οδηγώ ούτε σκούτερ)
- 11 ΙΟΥΛ 2018
Φοβόμουν ότι θα βαρεθώ. Αλήθεια. Έχω κακή εικόνα για τους τύπους που αγαπούν τα αυτοκίνητα ή τις μηχανές τους, περισσότερο και απ’ τη μάνα τους ή ακόμα και (αν είναι δυνατόν) απ’ το ποδόσφαιρο. Αυτές οι συζητήσεις για κομμένες εξατμίσεις, για ζαντολάστιχα, μπουριά και δεν ξέρω εγώ τι άλλο, αυτές οι ατελείωτες παρανοϊκές αερολογίες μπορούν να με σπρώξουν στο πιο βαθύ πηγάδι απόγνωσης και δυστυχίας.
Ωστόσο, έπεσα έξω. Απελπιστικά έξω.
Οι Χαρλεάδες γνωρίζουν εξονυχιστικά τα μοντέλα, τις ημερομηνίες κυκλοφορίας τους, τα χαρακτηριστικά τους, όχι όμως όπως ένας κολλημένος ‘κάγκουρας’. Καμία σχέση. Τα γνωρίζουν όπως ένας μουσικόφιλος γνωρίζει πότε βγήκε κάποιο κλασικό rock άλμπουμ, από ποιον πίνακα είναι δανεισμένο το εξώφυλλό του ή με ποιο τραγούδι κλείνει ο δίσκος. Και αυτό γιατί οι οδηγοί των Harley-Davidson δίνουν σημασία σε κάτι που οι υπόλοιποι, απλώς το αγνοούν: στις ιστορίες.
Ιστορίες που συνδεόνται με κάποιο μακρινό ή κοντινό ταξίδι πάνω σε μία μηχανή, με τις προσωπικές τους εμπειρίες, με τις καλύτερες διαδρομές στη Βόρεια Ευρώπη ή την Λατινική Αμερική. Οι Χαρλεάδες μιλούν για την αίσθηση του ανέμου, για την ελευθερία, για τους ατελείωτους δρόμους και ποτέ για κόντρες και όλα αυτά που κάνεις όταν το κεφάλι σου είναι πιο άδειο και από τη βιβλιοθήκη του Κώστα Μανωλά.
Στην Πράγα φέτος συγκεντρώθηκαν 60.000 φανατικοί κάτοχοι Harley απο 75 διαφορετικές χώρες, και 40.000 επισκέπτες-λάτρες των μηχανών, κάνοντας όλη την πόλη να μοιάζει με μια ατέλειωτη Disneyland για μοτοσικλετιστές. Αφορμή στάθηκε ο εορτασμός των 115 χρόνων απ’ τη μέρα που βγήκε η πρώτη μοτοσικλέτα δύο παιδικών φίλων, του William S. Harley και του Arthur Davidson. 115 χρόνια από τη δημιουργία ενός μύθου, που ήρθε να συμπληρώσει το αμερικανικό όνειρο (αν και αυτός ο μύθος τελικά άντεξε στον χρόνο).
Με αφορμή, λοιπόν τα γενέθλιά της, η Harley-Davidson ετοίμασε για το διάστημα 5-8 Ιουλίου μία σειρά από εκδηλώσεις με σημαντικότερο και πιο εντυπωσιακό το μουσείο που έστησε σε έναν τεράστιο εκθεσιακό χώρο της τσεχικής πρωτεύουσας. Αλλά γι’ αυτό θα μιλήσουμε σε λίγο.
Αν πρέπει να εξηγήσω πώς ένας άσχετος με μηχανές (εγώ), ένας άνθρωπος που δεν έχει αγκομαχήσει ούτε πάνω σε δίχρονο παπάκι να βγάλει κάποια ανηφόρα (εγώ, ναι ναι), βρέθηκε εκεί, θα πρέπει να πω το πολύ απλό: με στείλανε. Και στείλανε όχι μόνο εμένα, αλλά δημοσιογράφους από όλες τις χώρες που τα κεντρικά γραφεία της Harley-Davidson στην Ελλάδα έχουν υπό την εποπτεία τους. Ήμουν δηλαδή συνεχώς μαζί με δύο Ισραηλινούς, μία Κροάτισσα, έναν Ρουμάνο και έναν Τούρκο και φυσικά την Ηλιάνα, την μάνατζερ που ανέχθηκε ένα τσούρμο από ενθουσιασμένα 7χρονα που όλη μέρα φώναζαν “ΕΚΔΡΟΜΗ ΚΥΡΙΑ, ΘΕΛΟΥΜΕ ΕΚΔΡΟΜΗ”. Και σε διαφορετικές γλώσσες το καθένα.
“Αυτή τη συνάντηση φαίνεται σαν να την προετοιμάσαμε φέτος, αλλά στην πραγματικότητα την προετοιμάζαμε εδώ και 115 χρόνια”, είπε στην ενημέρωση των δημοσιογράφων ο Nik Ellwood, υπεύθυνος PR της Harley-Davidson.
Το πιο σπουδαίο είναι ότι το είπε σε ένα ξενοδοχείο, απ’ τον 10ο όροφο του οποίου μπορούσες να θαυμάσεις το Κοιμητήριο της Πράγας -κάποιο από όλα όσα έχει η πόλη τέλος πάντων-, μία εικόνα-ζωντανή εισαγωγή στο ομώνυμο βιβλίο του Ουμπέρτο Έκο, σίγουρα πιο κατατοπιστική απ’ αυτή που είχε γράψει ο ίδιος.
Στη συνέχεια μίλησαν δύο αδέρφια, που αντιμετωπίζονται ως rockstars στην κοινότητα των Χαρλεάδων (και λογικό): τα τρισέγγονα του θρυλικού Harley, ο Bill και η Karen. Ειδικά την επόμενη μέρα, στην ομιλία τους κατά το επίσημο opening του Μουσείου, τα χειροκροτήματα και τα “yeaahhh” που ακούγονταν από δερματοφορεμένους μαλλιάδες, τους έκαναν συνεχώς να χαμογελούν συγκρατημένα. Αν και όπως είπαν, όταν μεγάλωναν στο Μιλγουόκι κρατούσαν σχεδόν κρυφή τη σχέση τους με την οικογένεια, προκειμένου να μεγαλώσουν φυσιολογικά. Όσο φυσιολογικά τουλάχιστον θα μπορούσαν να μεγαλώσουν δύο παιδιά που από τα 4 τους, ο πατέρας τους τα ανέβαζε σε μία Harley-Davidson -κρυφά απ’ τη μητέρα τους όπως είπαν- και τους εξοικίωνε με τον ορίζοντα των δυτικών πολιτειών.
Στον χώρο του προσωρινού μουσείου, που στήθηκε -δυστυχώς- μόνο για την εκδήλωση, αν δεν ήσουν φανατικός με τις μηχανές, απλώς θα συνδεόσουν με έναν μαγικό τρόπο με όσους ήταν και θα το ζούσες μέσα απ’ τον ενθουσιασμό τους. Θα το ζούσες, έστω για όσο θα σου έγδερναν τα μάτια οι τραχείς ρόδες και οι ρυτίδες των αμετανόητων υπέργηρων μηχανόβιων, που διέσχιζαν τον χώρο με τη βοήθεια των δικών τους και κάποιου μπαστουνιού.
Μοντέλα από όλες τις δεκαετίες, απ’ το χθες, το σήμερα, το αύριο, σε ένα πανηγύρι έξω απ’ τα σύνορα του χρόνου, ανακατεύονταν το ένα δίπλα στο άλλο μαζί με κάποιες ιστορίες (τι άλλο) που άξιζε να σταματήσεις και να διαβάσεις. Μηχανές που συνδέθηκαν με μεγάλες rock μορφές, με τον ‘Β Παγκόσμιο Πόλεμο, Harley-Davidsons ειδικές παραγγελίες και σπάνια κομμάτια, που δεν πρόκειται ποτέ να τα δεις να περνούν από δίπλα σου σε κάποια λεωφόρο.
Και μέσα σε όλα αυτά, να στριφογυρνούν στο μυαλό μου δύο ανέκδοτα για το Ολοκαύτωμα που μου είπε στα μουλωχτά ο ένας Ισραηλινός της παρέας, τονίζοντάς μου ότι αυτοί μπορούν να τα λένε, γιατί τα έζησαν. Εγώ να μη διανοηθώ να πω κάτι αντίστοιχο. “Είναι σαν την λέξη ‘nigger’ που οι Αφροαμερικανοί την έχουν ψωμοτύρι, αλλά ένα λευκό αγόρι σαν κι εμάς απαγορεύεται να τους την εκτοξεύσει”, μου είπε με προειδοποιητικό βλέμμα.
Αλλά αλήθεια τώρα; Λένε ανέκδοτα για το Ολοκαύτωμα; Και με έκανε να σκεφτώ “αν εγώ μίλησα μόλις με 7-8 ανθρώπους από άλλες χώρες και έμαθα κάτι τόσο απρόσμενο, όλοι αυτοί οι χιλιάδες άνθρωποι, από τα δεκάδες H-D clubs που είχαν μαζευτεί, πόσα να έμαθαν ο ένας για τον άλλον”; Πόσο κοντά τους έφερε αυτό το κοινό πάθος για τις μηχανές, και τους έσπρωξε να τριγυρνούν και τα βράδια στον εκθεσιακό χώρο, ανταλλάσσοντας ιστορίες και εμπειρίες; Γιατί βλέπεις, το βράδυ αυτό το εκθεσιακό κέντρο μεταμορφωνόταν σε ένα τεράστιο φεστιβάλ, με live rock μουσική, με stands που πουλούσαν μπύρες και hot-dog, με γιγαντοοθόνες, με φωτιές που άναβαν και έσβηναν ξαφνικά, και με το southern rock των Allman Brothers να σφηνώνεται στον αέρα απ’ το πουθενά, και ανάμεσα στα μεγάλα ξύλινα παγκάκια που έσμιγαν τις παρέες από κάθε γωνιά του κόσμου. Και εκεί, ακόμα κι εγώ που δεν έχω οδηγήσει ποτέ μηχανή, καταλάβαινα ότι πρόκειται για ένα lifestyle, που αν δεν το καταλαβαίνεις, τουλάχιστον οφείλεις να το σεβαστείς. Και γιατί όχι, να πάρεις και μια μικρή γεύση απ’ αυτό.
Ο Χρήστος, ένας φανατικός Χαρλεάς από την Αθήνα, ήταν ο νικητής του διαγωνισμού της Harley-Davidson και βρέθηκε στην Πράγα για να ζήσει από κοντά όλη την εμπειρία, με τα πάντα πληρωμένα απ’ την εταιρεία. Ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος για να μου εξηγήσει τι σημαίνει να είσαι αρρωστάκι με τις Harley, αλλά ακόμα πιο κατάλληλη για να μου το εξηγήσει αυτό ήταν η γυναίκα του. Με όσα έλεγε, με όλον τον χώρο που έδινε στον σύζυγό της να κάνει σαν παιδί απ’ τη χαρά του, έδειχνε σαν μία ώριμη γυναίκα γεμάτη ενοχές… Ενοχές επειδή καταπιέζει το πάθος του συζύγου της για χάρη των υποχρεώσεων, των παιδιών τους, των φροντιστηρίων τους και σ’ αυτό το ταξίδι αποφάσισε να τον ακολουθήσει παντού χωρίς να του χαλάσει χατήρι σε τίποτα. “Σε αντίθεση με την Ελλάδα, που μου χαλάει ένα βασικό χατήρι”, μου είπε ο ίδιος γελώντας. “Δεν μ’ αφήνει να ξαναγοράσω Harley, αλλά έρχεται και αυτή η ώρα”, της είπε, κοιτώντας την σχεδόν παρακλητικά και χωρίς να δέχεται τις τσέχικες κορώνες που του προσφέραμε για τις μπύρες που ξεκινούσε για να μας φέρει.
Το τετραήμερο ολοκληρώθηκε το Σάββατο το πρωί, με μια μεγάλη πορεία μοτοσικλετιστών στην πόλη της Πράγας, με μία μηχανοκίνητη αγέλη από Πολωνούς, Γάλλους, Αμερικανούς και χιλιάδες ακόμη, που αντικατέστησαν κάθε αστικό θόρυβο με το μούγκρισμα των μηχανών, το κορνάρισμα και τα αμέτρητα επιφωνήματα όσων παρακολουθούσαν. Η Harley έδειχνε σαν να χρωστούσε αυτόν τον σαματά στην πόλη, καθώς εκεί ιδρύθηκε πριν από 90 χρόνια το πρώτο τους επίσημο club παγκοσμίως. Ναι, ούτε στο Σαν Φρανσίσκο, ούτε στο Μέμφις, ούτε στο Σαν Ντιέγκο. Στην Πράγα. “Sounds crazy, I know”, μας είπε ο Ρουμάνος της παρέας (και μεγάλη τηλεοπτική διασημότητα στη χώρα του), όταν είδε τη δυσπιστία στο βλέμμα μας.
Όταν γύρισα στην Αθήνα βρήκα μία μπύρα ανοιγμένη μέσα στη βαλίτσα μου, κάτι που σήμαινε ότι ένα μάτσο ρούχα, 2 βιβλία (απελπιστικά αδιάβαστα) και ένα σημειωματάριο, θα κορόιδευαν αν άκουγαν το ‘όχι’ που είπα στο ποτό που μου πρόσφερε νωρίτερα η αεροσυνοδός. Κυρίως όμως σήμαινε μία μπύρα λιγότερη για μένα, και μία παραλίγο τζάμπα ξενάγηση στο ιστορικό ζυθοποιείο της Staropramen, της τσέχικης μπύρας που στήριζε την όλη εκδήλωση. Άλλωστε οι Τσέχοι παινεύονται για τις μπύρες τους. Όταν την Πέμπτη το μεσημέρι ρώτησα μία υπάλληλο στο μουσείο του Κάφκα, ποιο είναι το παραδοσιακό τους ποτό για να πάρω ένα μπουκάλι μαζί μου (ναι, εκεί μου ήρθε, τι να κάνουμε), μου είπε “μπύρες. Μόνο μπύρες εδώ”.
Και “Harley-Davidson” θα πρόσθετα. “Μόνο Harley-Davidson εδώ”.