Πώς φτάσαμε να πλακωνόμαστε πολιτικά ακόμα και για το τένις;
Η Μαρία Σάκκαρη και ο Στέφανος Τσιτσιπάς έγιναν για ακόμα μία φορά αντικείμενο σύγκρουσης και αυτό δεν είναι ακριβώς παράλογο.
- 14 ΙΟΥΝ 2021
«Το έχουμε οι Έλληνες στο αίμα μας να διχαζόμαστε». Το ελληνικό τένις ζει τις στιγμές δόξας του: Ένας τελικός και ένας ημιτελικός -σε ένα άθλημα που η χώρα μας δεν έχει να επιδείξει την παραμικρή επιτυχία- γέννησαν μία άνευ προηγουμένης πόλωση. Το κλισέ που παρέθεσα στην αρχή του κειμένου θα μπορούσε να δώσει την αποστομωτικά ανιστόρητη απάντηση σε οποιονδήποτε προβληματίζεται γι’αυτό.
Η απάντηση όμως είναι πολύ πιο σύνθετη και μάλλον δεν χωρούν αιματολογικές αναλύσεις. Ούτε βέβαια αρκούν τα αρχαία ρητά, τα σεξιστικά tweets και τα Harrods που μας έχει χαρίσει απλόχερα κατά καιρούς ο Τσιτσιπάς, παρότι ομολογουμένως έχουν δώσει μία πολύ καλή αφορμή αντιπάθειας. Όσα γεννούν τις συγκρούσεις μάλλον τον υπερβαίνουν, τόσο εκείνον όσο και τη Μαρία Σάκκαρη.
Πρώτον: Tο τένις δεν μπορεί (ακόμα) να γεννήσει λαϊκούς ήρωες
Το ποδόσφαιρο εδώ και δεκαετίες είναι το κατ’εξοχήν άθλημα του λαού στην Ελλάδα. Το ακολούθησε και το μπάσκετ, όταν μετά τον θρίαμβο το 1987, σε κάθε γειτονιά της χώρας στήθηκε και μία μπασκέτα όπου ο καθένας θα μπορούσε να παίξει δωρεάν. Από την Καστοριά στη Λάρισα και από εκεί στα Σεπόλια.
Η περίπτωση του τένις ήταν διαφορετική. Το να τονίσει κάποιος ότι δεν έχει το ίδιο το άθλημα ρίζες στη χώρα μας μάλλον είναι αποπροσανατολιστικό. Δεν είναι ότι το τένις δεν έχει ρίζες στην Ελλάδα γενικά. Ρίζες δεν έχει στα πιο λαϊκά στρώματα της χώρας.
Κατά τα άλλα πρόκειται για έναν εκ των παλαιότερων αθλημάτων που οργανώθηκαν στη χώρα. Ήδη από το 1895 ιδρύθηκε μία κλειστή λέσχη για την ανώτερη αστική τάξη, ο Όμιλος Αντισφαίρισης. Γινόταν ταυτόχρονα χώρος άθλησης αλλά και μία περίσταση συναντήσεων για τα εκλεκτά μέλη της αθηναϊκής ελίτ, ενώ για να ενταχθείς σε αυτόν θα έπρεπε να λάβεις πρόσκληση από ένα παλαιότερο μέλος του.
Στην πορεία των 125 και πλέον χρόνων από τότε, το τένις δεν έχει σε καμία περίπτωση την ταξική διάσταση που είχε, όταν πρωτοήρθε στη χώρα. Σχολές τένις βρίσκεις βέβαια κυρίως σε πιο εύπορες περιοχές της Αθήνας αλλά, εδώ και δεκαετίες, μπορείς να τις βρεις και σε πιο «λαϊκές γειτονιές». Ας θεωρήσουμε εδώ και το 1998 μία πολύ σημαντική ημερομηνία, όταν η παραδοσιακή ομάδα της εργατικής τάξης στην Ελλάδα, ο Ολυμπιακός, προχώρησε στην ίδρυση του τμήματος τένις (ενδεικτικά, ο Παναθηναϊκός, παραδοσιακά εκπρόσωπος της αστικής τάξης τότε, είχε τμήμα τένις ήδη από το 1911).
Παρά τη διαφαινόμενη «μπαναλοποίηση» του τένις, ωστόσο, αυτό συνεχίζει να διατηρεί έναν ελιτίστικο χαρακτήρα και αυτό φαίνεται εν πολλοίς από τον τρόπο που βλέπει το ίδιο τον εαυτό του, τους χορηγούς και τους κανόνες του. Ακόμα, λοιπόν, και αν σε διάφορα καφενεία στα Σεπόλια, έβλεπαν χθες τα backhand του Τσιτσιπά, (προς το παρόν) το τένις δεν μπορεί να φτιάξει στην Ελλάδα τον δικό του Γιάννη Αντετοκούνμπο.
Δεύτερον: Λαϊκούς ήρωες δεν φτιάχνει ούτε η εποχή μας
Ένα πλήθος ουρλιάζει κρατώντας ελληνικές σημαίες “You’re the one” και χορεύει στο Ζάππειο. Έβλεπα πριν λίγο καιρό πώς πανηγυριζόταν η νίκη της Παπαρίζου στην Eurovision του 2005 και δεν πίστευα στα μάτια μου. Στην πραγματικότητα τα 16 χρόνια που έχουν μεσολαβήσει από τότε δεν είναι πολλά. Ο ιστορικός χρόνος όμως ήταν τόσο πυκνός που εκείνη η εποχή και το zeitgeist της έχει μπει στα πιο βαθιά ντουλάπια της ιστορίας.
Παρήλθε και μαζί της πήρε και την ομογενοποίηση που είχε πετύχει ο τότε εθνικός λόγος. Η χώρα έχει διχαστεί και οι τομές είναι πολύ βαθύτερες από τις επιφανειακές αντίστοιχες του 2005. Τότε ο Τσιτσιπάς θα απολάμβανε τον θρίαμβό του μαζί με μία ομογενοποιημένη σχεδόν κοινή γνώμη που συγκρουόταν για διαχειριστικά κυρίως ζητήματα. Το 2021 ο Τσιτσιπάς βιώνει τον θρίαμβό του μέσα σε μία διχασμένη κοινωνία, η ελίτ της οποίας αδυνατεί να επιβάλλει τα σύμβολά της σε όλη την κοινή γνώμη.
Κάθε λόγος που προκύπτει δημιουργεί σχεδόν αυτόματα έναν αντίλογο που, χάρη και στα social media, δεν γίνεται να θαφτεί. Ο Τσιτσιπάς αλλά και η Σάκκαρη πλαισιώθηκαν για παράδειγμα από όλον αυτόν τον λόγο περί αριστείας επομένως αντανακλαστικά έγιναν αντικείμενο σύγκρουσης.
Tρίτον: Η Σάκκαρη που έπρεπε και πάλι να ετεροκαθοριστεί
Δεν έφταναν όλα αυτά αλλά αποδείχτηκε ότι η Σάκκαρη έχει σχέση με τον γιο του Πρωθυπουργού και αρχηγού του αστικού κόμματος της χώρας. Για ακόμα μία φορά μία γυναίκα ετεροκαθορίστηκε από τον άντρα που είχε δίπλα της. Και τώρα μιλάμε για κάποια που έφτασε στα ημιτελικά ενός Grand Slam. Εντάχθηκε και αυτή, λοιπόν, με γοργά βήματα στον διχασμό. Από τη μία όσοι θεώρησαν ύποπτες «τας ερωτικάς της επιλογάς». Από την άλλη, όσοι προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν την επιτυχία της στο πλαίσιο ενός success story πολιτικής αριστείας.
Ο καθένας έστηνε την αγιογραφία ή το κατηγορητήριο του έχοντας φτιάξει μία εντυπωσιακά απόλυτη εικόνα για τη Σάκκαρη, χωρίς να έχει καμία σημασία η ίδια. Απόδειξη της ανωτερότητας της παράταξης από τη μία, ακόμα μία προσπάθεια άνωθεν επιβολής συμβόλων από την άλλη.
Τελικά, την έχουμε τη σύγκρουση στο αίμα μας;
Όχι ή τέλος πάντων δεν είναι εθνικό προνόμιο. Την ώρα που ο Τσιτσιπάς ξεκινούσε για τον μεγαλύτερο αγώνα της καριέρας του, αρκετά χιλιόμετρα βόρεια και δυτικότερα, στο Wembley, οι παίκτες της εθνικής Αγγλίας γονάτιζαν εναντίον του ρατσισμού κοιτώντας απέναντί τους Κροάτες που επέλεξαν όρθιοι. Ένα κομμάτι του γηπέδου γιουχάιζε, ενώ ένα άλλο, ακόμα μεγαλύτερο, άρχισε να χειροκροτεί. Πολιτική σύγκρουση επί πολιτικής σύγκρουσης σε διάφορες στρώσεις.
Παλαιότερα οι διάφορες διοργανώσεις -ιδίως οι ποδοσφαιρικές- κατάφερναν πολύ αποτελεσματικά να διαφυλάξουν ως κόρη οφθαλμού το προϊόν τους από την πολιτικοποίηση. Πλέον αυτό είναι αδύνατο. Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο η πολιτική έχει μπει για τα καλά σε κάθε έκφανση του επαγγελματικού αθλητισμού και μάλλον θα μείνει εκεί για πολλά ακόμη χρόνια. Ο Τσιτσιπάς και η Σάκκαρη, όπως ο Αντετοκούνμπο από την πλευρά του, θα αντιμετωπίσουν κάτι που δεν είχε να αντιμετωπίσει για παράδειγμα ο Ζαγοράκης, ο Διαμαντίδης και ο Παπαλουκάς. Δεν είναι όμως δικό τους αυτό το «προνόμιο».
Η ομοιογένεια που ζήσαμε στον internet μετά τη συγκλονιστική στιγμή της κατάρρευσης του Christian Eriksen αλλά και η συλλογική ευτυχία από ο γεγονός ότι ο ίδιος τελικά γλύτωσε ήταν πολύ όμορφη ως πολύ ανθρώπινη. Kράτησε όμως πολύ λίγο. Τα συγκινητικά φορτισμένα ποστ του Σαββάτου είναι πια παρελθόν. Ο αφρικανικής καταγωγής Lukaku στο αμέσως επόμενο παιχνίδι έβαζε γκολ και έτρεχε να πει ότι αγαπάει τον Eriksen. Ταυτόχρονα όμως είχε βάλει μόλις γκολ στην ομάδα που επέλεξε να μη γονατίσει στο Black Lives Matter. Όποιον συμβολισμό και αν ήθελε να δώσει ο ίδιος στο γκολ του γεννήθηκαν άπειροι άλλοι στους οποίους ο ίδιος δεν είχε κανέναν έλεγχο.