OPINIONS

Πόσοι ακόμα δημοσιογράφοι χωρούν στα ψηφοδέλτια;

Το πέρασμα στην άλλη όχθη δεν είναι πάντα τόσο δεοντολογικό.

Υπάρχει μια περιρρέουσα και σχεδόν κυριαρχική αντίληψη που ομολογώ με βρίσκει κάθετα αντίθετο. Σύμφωνα με την αντίληψη αυτή, ένας δημοσιογράφος πρέπει να είναι ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΟΣ, να μην παίρνει άμεσα θέση, να μην εκφράζει πολιτικές απόψεις ή να μη λέει τι ομάδα είναι. Οποτεδήποτε κάνει κάτι τέτοιο, γίνεται αντικείμενο σκληρής κριτικής στη βάση ακριβώς αυτής της αντίληψης. Ποιο είναι το πρόβλημα εδώ; Ότι αυτό είναι προφανώς αδύνατο.

Η αντικειμενικότητα ενός δημοσιογράφου είναι προφανώς -και χωρίς καμία αντίρρηση από κανέναν- ένα ζήτημα που αφορά την παρουσίαση των ειδήσεων. Το να μην αποκρύπτονται πράγματα, να μην διαστρεβλώνεται η πραγματικότητα, να μην αναπαράγονται fake news. Από εκεί και πέρα όμως, είτε το θέλουμε είτε όχι, η αντικειμενική δημοσιογραφία γίνεται ένα διαρκές αίτημα χωρίς περιεχόμενο. Το σχόλιο πρέπει προφανώς να διαχωρίζεται από την είδηση, όπως ορίζει η δημοσιογραφική δεοντολογία. Αλλά αλήθεια, ο τρόπος που παρουσιάζεται η ίδια η είδηση γίνεται να είναι απολύτως αντικειμενικός; Οι ίδιες οι επιλογές των λέξεων, η χρήση παθητικής ή ενεργητικής φωνής, η επιλογή του υποκειμένου. Ακόμα και αν κάτσει επί ώρες ο δημοσιογράφος ψάχνοντας τον πιο αντικειμενικό τρόπο να παρουσιάσει την είδηση, δεν θα τα καταφέρει.

Ας πάρουμε ένα παράδειγμα. Η είδηση είναι ότι έγιναν επεισόδια έξω από το γήπεδο και καταστράφηκαν ξένες περιουσίες. Ο ένας τίτλος είναι “Καταστράφηκαν αυτοκίνητα από τα χθεσινά επεισόδια“, ενώ ο δεύτερος είναι ότι “Οπαδοί κατέστρεψαν αυτοκίνητα κατά τα χθεσινά επεισόδια“. Η ίδια είδηση με την ίδια περίπου επιλογή λέξεων. Ο πρώτος τίτλος με τη χρήση της παθητικής φωνής κρύβει τους δράστες και τονίζει την πράξη τους. Ο δεύτερος με την ενεργητική φωνή και το υποκείμενο τονίζει ποιοι ευθύνονται για τις καταστροφές. Εξίσου αληθινές και οι δύο ειδήσεις. Εξίσου απλές πληροφοριακές προτάσεις χωρίς την ύπαρξη λέξεων που αξιολογούν. Εξίσου όμως και μη αντικειμενικές.

Και αν, ακόμα και ο τρόπος που θα παρουσιάσεις την είδηση σου, εμπεριέχει στοιχεία ‘υποκειμενικότητας’, ο τρόπος που θα τη σχολιάσεις είναι παντελώς αδύνατο να στήνεται στην προσπάθεια μιας αντικειμενικότητας. Πρόκειται για το μάταιο αίτημα που ουσιαστικά οδηγεί σε αυτή την πληθώρα κείμενων που βρίσκουμε εκεί έξω. Άπειρες λέξεις γράφονται κάθε λεπτό χωρίς να λένε απολύτως τίποτα. Με μόνο σκοπό να τους έχουν όλους ικανοποιημένους. Αποκρύπτοντας την οπτική των πραγμάτων μέσα από την οποία προέκυψε ο σχολιασμός. Κείμενα γνώμης χωρίς γνώμη. Και δυστυχώς πολύ συχνά αυτή η επιλογή ασφάλειας επικροτείται.

Και μετά υπάρχει μια άλλη πλευρά. Σε μια προεκλογική καμπάνια πάρα πολύ προβληματική, αυτή την Ευρωεκλογών και της αυτοδιοίκησης, αυτοί που κατάφεραν να εξευτελιστούν περισσότερο από κάθε άλλον ήταν δυστυχώς οι δημοσιογράφοι. Για τον ακριβώς αντίθετο λόγο. Γιατί συμπεριφέρονταν πολλές φορές ως κομματικά όργανα. Και αυτό είναι πραγματικά προβληματικό. Ακόμα και αν αφορά -το πιστεύω αυτό- ένα μικρό κομμάτι της επαγγελματικής κατηγορίας. Αυτοί είναι που κάνουν θόρυβο.

AP Photos

(AP Photo)

Και αμέσως μετά έχουμε ανακοινώσεις επί ανακοινώσεων για δημοσιογράφους που κατεβαίνουν σε εκλογές. Ολόκληρα κανάλια αδειάζουν. Στα μίτινγκ ακούγονται ήχοι γρύλων. Τοπία εγκατάλειψης. Οι σεκιουριτάδες περπατούν σε άδειους διαδρόμους. Τώρα είναι όλοι υποψήφιοι.

Βεβαίως και οι δημοσιογράφοι έχουν δικαίωμα να διεκδικούν να εκλεγούν σε πολιτικές θέσεις, προκειμένου να υπηρετήσουν τα πιστεύω τους από νέα πόστα. Το ζήτημα είναι όμως το πώς γίνονται οι ανακοινώσεις, πόσο πολλές είναι αυτές και κατά πόσο αυτό το πράγμα κανονικοποιείται ως ένα μέρος της καριέρας ενός δημοσιογράφου: συντάκτης-αρχισυντάκτης-διευθυντής σύνταξης-υποψήφιος Νότιου Τομέα Αθηνών με τη Νέα Δημοκρατία ή τον ΣΥΡΙΖΑ.

Η δημοσιογραφία, όσο ουτοπικό και αν ακούγεται αυτό στις μέρες μας, είναι φτιαγμένη από την αρχή της χτισμένη πάνω σε αβεβαιότητες. Είναι φτιαγμένη να αμφισβητεί, από όπου μπορεί, το υπάρχον status quo. Από την άλλη η πολιτική μέσα από τα κόμματα είναι βασισμένη σε βεβαιότητες. Στη βεβαιότητα ότι το κόμμα σου θα τα κάνει καλύτερα από το κόμμα του άλλου. Και αυτό το πέρασμα από την αμφισβήτηση που επιτάσσει η δημοσιογραφία στη βεβαιότητα του ακολούθου της κομματικής γραμμής ομολογουμένως είναι αδύνατο να γίνεται εντός ενός βραδιού.

Μεταξύ μας. Πόσοι από εμάς, στο άκουσμα των διάφορων ονομάτων δημοσιογράφων που κατεβαίνουν στην πολιτική, εκπλαγήκαμε με την επιλογή των συγκεκριμένων κομμάτων με τα οποία κατεβαίνουν; Όχι γενικά της πολιτικής κατεύθυνσης, των κομμάτων. Νομίζω κανείς. Πόση βεβαιότητα μπορεί να χωρέσει μέσα σε μια δημοσιογραφική πένα;