Στην καταδίκη του ξυλοδαρμού Μπουτάρη δεν υπάρχουν ‘αλλά’
- 21 ΜΑΙ 2018
Παρακολουθώντας την άθλια επίθεση στον Γιάννη Μπουτάρη το απόγευμα του περασμένου Σαββάτου, ένιωσα μούδιασμα, αναγούλα, οργή και βαθιά στεναχώρια. Σε καμία περίπτωση όμως, δεν ένιωσα έκπληξη.
Τίποτα πια σε αυτή τη χώρα δεν μπορεί να μου προκαλέσει έκπληξη. Ανακαλύπτουμε διαρκώς τρόπους να πέφτουμε όλο και πιο χαμηλά, να ξύνουμε το βαρέλι της αηδίας και να κερδίζουμε το χρυσό μετάλλιο στην καφρίλα και τον χουλιγκανισμό. Και δεν έχουμε πια κανένα απολύτως δικαίωμα να πέφτουμε από τα σύννεφα και να παριστάνουμε τους ανήξερους.
Όλα όσα γίνονται, τα έχουμε δει να έρχονται, χρόνια τώρα. Χτίστηκαν βήμα-βήμα, από τις πλατείες της αγανάκτησης και τα εθνικοπατριωτικά συλλαλητήρια, περνώντας στο συλλογικό υποσυνείδητο ως μια οργή που ψάχνει τρόπους να εκφραστεί, με κάθε στόχο, προς κάθε πιθανό θύμα. Δεν έχει ιδιαίτερο νόημα να σταθώ στους φασίστες που επιτέθηκαν στον δήμαρχο Θεσσαλονίκης, μπροστά στα μάτια αστυνομικών, οι οποίοι δεν σκέφτηκαν δευτερόλεπτο να τους συλλάβουν επί τόπου. Δεν έχει νόημα να δώσω αξία στη δράση υπανθρώπων, οι οποίοι δεν δίστασαν να τα βάλουν με έναν ηλικιωμένο άνθρωπο, χτυπώντας τον με το παιδί τους στην αγκαλιά. Με αμόρφωτους θρασύδειλους δεν έχει νόημα να ασχολείσαι, το έχουν χάσει το παιχνίδι προ πολλού.
Με αυτούς που έχει όντως νόημα να ασχοληθείς, είναι με τους υποκριτές του ‘ναι μεν, αλλά’. Αυτούς που από το βράδυ του Σαββάτου έσπευσαν να καταδικάσουν τη βία, πετώντας όμως μετά αυτό το τοξικό ‘αλλά’, εκείνο που υπονοεί πως πίσω από το προσωπείο της δήθεν οργής, πιθανότατα έσκασε κι ένα σαρδόνιο χαμόγελο ικανοποίησης.
Δεν με νοιάζει αν συμφωνείς ή όχι με τις πολιτικές και τις απόψεις του Μπουτάρη. Επειδή δεν μου αρέσει να κρατάω ουδέτερη στάση, για να το βγάλω από τη μέση, θα πω ότι προσωπικά, τον θεωρώ ως έναν από τους πιο προοδευτικούς και ανοιχτόμυαλους πολιτικούς που έχουμε στη χώρα, μια φωτεινή εξαίρεση στην συνηθισμένη συντηρητική και πατριωτική μπόχα που είχε συνηθίσει να αποπνέει η Θεσσαλονίκη των Ψωμιάδηδων και των Άνθιμων. Με τα καλά του και τα στραβά του προφανώς, με τα σωστά και τα λάθη του, όπως κάθε πολιτικός και κάθε άνθρωπος.
Έχεις κάθε δικαίωμα όμως να διαφωνείς. Και με μένα και με τον Μπουτάρη. Αυτό που δεν έχεις κανένα δικαίωμα να κάνεις, είναι να διανοείσαι έστω πως επικροτείς αυτό που έγινε, με άθλια ποστ του τύπου ‘πήγαινε και λίγο γυρεύοντας’ και ‘τα ήθελε κι ο κώλος του δημάρχου’. Για μένα, όσοι υιοθετούν τέτοιες ρητορικές, μπαίνουν αυτόματα στο ίδιο καζάνι με τους κάφρους συμμορίτες που χτύπησαν τον Μπουτάρη. Και όσο ακριβώς δεν θέλω να έχω καμία σχέση με τους ταλιμπάν που επιτέθηκαν στον δήμαρχο, άλλο τόσο δεν θέλω να έχω καμία απολύτως σχέση με τους κρυφο-φασίστες που διανοήθηκαν έστω να τους υπερασπιστούν.
Το μόνο σίγουρο είναι πως όσοι καταδικάζουμε την επίθεση και στεναχωριόμαστε με αυτή την εικόνα της Ελλάδας, είμαστε η μειοψηφία. Μια απλή βόλτα στα σχόλια κάτω από την είδηση και στα social media, θα διαλύσει κάθε ψευδαίσθηση. Ο μέσος Έλληνας είναι αυτός που θα δικαιολογήσει τις χειροδικίες, βρίζοντας τον δήμαρχο επειδή επιτρέπει τα gay pride ή υπερασπίζεται τον Κεμάλ (σε μια εκνευριστικά άστοχη απομόνωση όσων πραγματικά είπε) και έχει το θάρρος της γνώμης του. Αυτή είναι η σημερινή Ελλάδα, μια χώρα που ξεχειλίζει μισαλλοδοξία, συντηρητισμό και μισανθρωπιά και βρίσκει διαρκώς τρόπους να καλλιεργεί το μίσος και τον διχασμό. Απαγορεύεται πια να μας εκπλήσσει, όπως απαγορεύεται να νίπτουμε τας χείρας μας και να αποποιούμαστε τις όποιες ευθύνες μας.
Το θέμα είναι τι κάνουμε από εδώ και πέρα. Πώς θα την παλέψουμε να ζούμε ανάμεσα σε ακροδεξιούς κάφρους και δειλούς υποστηρικτές που κρύβονται πίσω τους και πανηγυρίζουν; Πώς θα αντέξουμε όσους θα μπούνε ακόμα και μέσα σε αυτό το κείμενο και θα αρχίσουν να βρίζουν τη νέα τάξη πραγμάτων και τους εχθρούς του χριστιανισμού και της πατρίδας;
Για μένα, είναι πολύ απλό. Ας ξεκινήσει ο καθένας από το σπίτι του, από τον δικό του κύκλο, ακόμα και από τη δική του οικογένεια. Αν έχεις ένα φίλο, έναν συγγενή, έναν γνωστό που ανήκει στη σφαίρα όσων ψέλλισαν αυτό το καταραμένο ‘αλλά’, μετά την καταδίκη της επίθεσης στον Μπουτάρη, προσπάθησε να του εξηγήσεις το αυτονόητο, το προφανές: πως σε αυτή τη χώρα, ο καθένας έχει το δικαίωμα της γνώμης του, χωρίς να κινδυνεύει να πέσει θύμα ξυλοδαρμού σε δημόσια θέα. Κι αν δεν το καταλαβαίνει, αν επιμένει, επίμεινε κι εσύ, μέχρι να τον πείσεις, ή μέχρι να μην αντέχεις άλλο. Τουλάχιστον να γνωρίζεις ότι έκανες το χρέος σου.
Είναι πιο τίμια αυτή η στάση, απ’ το να μην μπεις καν σε συζήτηση για να μη χαλάσεις την ηρεμία και την ζαχαρένια σου. Ας κάνουμε όλοι μια προσπάθεια, να σώσουμε όσους μπορούμε απ’ την κατηφόρα του καιρού μας. Δεν μας παίρνει να χάσουμε κι άλλους.
Φωτογραφίες: Eurokinissi