Τι ψάχνουν τελικά όλα αυτά τα talent shows;
- 5 ΝΟΕ 2018
Aυτή τη στιγμή υπάρχουν στην ελληνική τηλεόραση 6 talent shows που πολύ σύντομα θα γίνουν 7. Τo πλέον αρχετυπικά talent show, το Ελλάδα έχεις ταλέντο, που αλλάζει μέρες στην ίδια ζώνη ώρας και στο ίδιο κανάλι με το Voice of Greece, που με τη σειρά του αλλάζει εποχές του χρόνου με το X-Factor. Στο STAR έχουμε το πιο πολυσυζητημένο όλων, το Greece’s Next Top Model και το μικρό αδερφάκι της μεγάλης περσινής επιτυχίας, το Master Chef Junior. Στον Alpha το Bake off Greece που ψάχνει τους καλύτερους νέους ζαχαροπλάστες. Στο Open το παγκόσμιο πετυχημένο brand του Project Runaway, που αναζητά νέα ταλέντα στο χώρο του σχεδίου μόδας, ενώ σύντομα θα αρχίσει το La banda Greece. Την ίδια στιγμή παίζουν προγράμματα που δεν ξέρω ακριβώς αν θα τα έλεγε κανείς talent shows, αλλά κυρίως δεν ξέρω και τι θα τα έλεγε: το Μy Style Rocks, το Shopping Star, το Nomads. Αν τη δεκαετία του 1990 ελληνική τηλεόραση σήμαινε σίριαλ, πλέον ελληνική τηλεόραση σημαίνει show ταλέντων. Τι προσπαθούν όμως να βρουν τελικά όλα αυτά τα projects; Ενδιαφέρονται πραγματικά να αναδείξουν νέα ταλέντα;
Προφανώς το ζήτημα talent show δεν είναι κάτι καινούργιο. Πολλά από αυτά που αναφέρθηκαν μετρούν περισσότερο από δεκαετία στο τηλεοπτικό αέρα, κυρίως σε ΗΠΑ και Μεγάλη Βρετανία. Η ιδέα μετράει πολύ περισσότερα. Στο Major Bowes Amateur Hour (ο πιο αμερικανικός τίτλος προπολεμικού show όλων των εποχών), ο Edward Bowes έψαχνε ταλέντα στον ραδιοφωνικό αέρα ήδη από το 1934, με πιο γνωστή του ανακάλυψη τον Frank Sinatra. Δεν είναι κάτι καινούργιο ούτε για την ελληνική τηλεόραση (το πρώτο Nα η Ευκαιρία βγήκε στον αέρα στις 5 Οκτωβρίου 1977). Με την πάροδο των χρόνων το μοντέλο των talent shows άλλαξε σε αισθητική και ύφος. Έμεινε όμως η κεντρική στόχευση: η προσπάθεια ανάδειξης του ταλέντου νέων ανθρώπων.Το ενδιαφέρον κομμάτι εδώ είναι το γιατί οι ελληνικές τηλεοπτικές παραγωγές μετά από πολλά χρόνια ουσιαστικά χειμερίας νάρκης επέστρεψαν δυναμικά με έναν συνδυασμό reality κλειδαρότρυπας (οκ, δεν έχει ακριβώς κλειδαρότρυπες στον Άγιο Δομίνικο) και ασταμάτητης αναζήτησης ταλέντων.
Τώρα ήρθε η ώρα να γίνουμε ειλικρινείς. Ας φανταστούμε μια εικόνα που λίγο-πολύ όλοι έχουμε παραχωμένη κάπου στο μυαλό. Στην κεντρική σκηνή ενός από αυτά τα show, ας πούμε στην προκειμένη ενός show που αναζητά τραγουδιστές, εμφανίζεται ένας διαγωνιζόμενος με κινητικά προβλήματα ή χωρίς συμβατική ομορφία ή ένας άνθρωπος που είναι ή υπήρξε άστεγος. Πριν καν ακούσουμε τη φωνή του διαγωνιζόμενου αυτού, τη στιγμή που παρουσιάζεται σύντομα μια περίληψη της ζωής του, ξέρουμε -ακριβώς επειδή έχουμε εμπειρία από το είδος αυτού που βλέπουμε- ότι ο διαγωνιζόμενος αυτός θα έχει ξεχωριστό ταλέντο. Οι κριτές θα μιλήσουν για αυτόν με ενθουσιασμό, θα τον συγχαρούν για το θάρρος του και για τη δύναμή του να βγει μπροστά παρά τα προβλήματά του. Συνήθως θα δηλώσουν έκπληκτοι από το ταλέντο του. Κάθε talent show που σέβεται τον εαυτό του έχει μια τέτοια ιστορία να αφηγηθεί. Εξάλλου, ακόμα και αν τηλεοπτικά δεν μας γεμίζει το μάτι, το κομμάτι της παρουσίασης της ζωής του εκάστοτε διαγωνιζόμενου είναι τελείως δομικό για το ίδιο το show, ακριβώς επειδή τελικά αυτό δεν αναζητά τελικά ταλέντα, όσο επιζητά κυρίως να στήσει μια ιστορία επιτυχίας. Οι ιστορίες με happy ending έχουν από καιρό γίνει κουραστικές στο κομμάτι του κινηματογράφου και της μυθοπλασίας γενικότερα. Τη θέση τους έχει πάρει μια πραγματική ιστορία επιτυχίας ενός ανθρώπου και όχι ενός ηθοποιού.
AP Photo/Eugene Hoshiko
Η Susan Boyle είναι το πιο ενδεικτικό τέτοιο παράδειγμα περνώντας από την υποτίμηση στην καταξιώση μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα. Η ίδια λέει σε συνέντευξή της στους Sunday Times:
Ξέρω τι σκέφτόνταν, αλλά τι σημασία έχει από τη στιγμή που μπορώ να τραγουδήσω; Δεν είναι ένας διαγωνισμός ομορφιάς!
Πράγματι, τα talent shows τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πολύ πιο ανεκτικά ως προς ζητήματα εξωτερικής εμφάνισης. Αν το 2005 θα μπορούσε ένα show αναζήτησης καλής φωνής να κόψει έναν διαγωνιζόμενο (μια διαγωνιζόμενη βασικά για να είμαστε ακριβείς) λόγω εμφάνισης, το 2018 το Greece Next Top Model θα προωθήσει oversized μοντέλα. Το Voice θα εμφανιστεί το 2011 με ένα concept που θα δείξει ακριβώς αυτή την προοπτική: 4 κριτές με γυρισμένη την πλάτη προς τους διαγωνιζόμενους με τέτοιο τρόπο, ώστε να εξασφαλιστεί με κάθε τρόπο ότι η εξωτερική εμφάνιση δε μετράει. Αν το έβλεπε κάποιος ρομαντικά, θα έλεγε ότι ο χώρος παραγωγής θεάματος έχει ενστερνιστεί πολλά από τα αιτήματα των πολιτικών ταυτότητας και της πολιτικής ορθότητας που βρίσκονται αρκετά ψηλά κυρίως στις αγγλοσαξωνικές χώρες. Ίσως εν μέρει είναι αλήθεια. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι όλες αυτές οι τεράστιες παραγωγές έχουν βρει έναν αντίπαλο που γιγαντώνεται, το Ίντερνετ.
Τα social media, κυρίως το Ιnstagram, έχουν γίνει το πεδίο όπου άπειροι χρήστες -συνήθως καθημερινοί άνθρωποι- προβάλλουν ως νέου τύπου celebrity την καθημερινότητά τους, τη ζωή τους και τη δουλειά τους. Η τηλεόραση δεν θα μπορούσε να μείνει ανταγωνιστική αν είχε ακόμα το παλαιότερο μοντέλο celebrity, τον εξωπραγματικό άνθρωπο που δεν έχει καμία ατέλεια και ζει μέσα στο χρυσό κλουβί του. Ταυτόχρονα, η τηλεοπτική παραγωγή είναι συνήθως αυτοαναφορική, μιλάει περισσότερο για τον εαυτό της. Τα talent shows, λοιπόν, της προσφέρουν πολλά. Εκτός από την ιστορία επιτυχίας που στήνει, κερδίζει φρέσκους ανθρώπους, καθημερινούς προφανώς, που με τη σειρά τους γίνονται αντικείμενο σχολιασμού. Αυτό που παίζει στις πιο εμπορικές ζώνες της ελληνικής τηλεόρασης σχολιάζεται σε άλλες ζώνες ώρας και στα social media. Πολύ συχνά διαγωνιζόμενοι από προηγούμενα show γινόνται κριτές στα επόμενα. Τα talent shows γίνονται ουσιαστικά η ενέργεια που παίρνει η βιομηχανία του θεάματος για να συνεχίσει να επιβιώνει.
Τέλος, δεν πρέπει να ξεχνάμε και ένα βασικό κομμάτι που εξηγεί πώς ταιριάζει όλη αυτή η άνθηση με την οικονομική κρίση . Όλα αυτά τα show έχουν μια δική τους “ιδεολογία” και δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ξεκίνησαν από την πρωτεύουσα του παγκόσμιου καπιταλισμού, τις ΗΠΑ. Η βασική ιδεολογία είναι αυτή της ισότητας ευκαιριών, ότι όποιος και αν είσαι, αν δουλέψεις σκληρά, βρεις τους κατάλληλους ανθρώπους και (κυρίως!) αρπάξεις την ευκαιρία που σου παρουσιάζεται, τότε μπορείς να γίνεις κάτι σημαντικό. Αυτή η ιδεολογία περνάει φανερά στους ίδιους τους διαγωνιζόμενους που γεμίζουν τις οντισιόν αναζητώντας μια ευκαιρία σαν να απαντάει σε μια απορία που ειλικρινά είχα πάντα: πόσοι πια Έλληνες θέλουν να γίνουν τραγουδιστές; Αυτή η ψευδαίσθηση ευκαιριών αποκτά την πιο πρακτική πτυχή της μέσα από τη συνεχή παρουσίαση ιστοριών επιτυχίας στα μαζικά κοινά της τηλεόρασης. Τα talent shows τα θέλουμε ταυτόχρονα για να χαζέψουμε και να ονειρευτούμε. Για να θαυμάσουμε και να νιώσουμε αυτοπεποίθηση με το να συμμετάσχουμε στη συλλογική απόρριψη του διαγωνιζόμενου.
Στην πασίγνωστη ατάκα του, ο Andy Warhol είχε προβλέψει πως “στο μέλλον, ο καθένας θα δικαιούται τα δικά του 15 λεπτά οικουμενικής δημοσιότητας”. Η τηλεόραση εξυπηρετεί ακόμα αυτή την αναγκαιότητα για μαζική δημοσιότητα, την ώρα που το intenet προσφέρει περισσότερο χρόνο, αλλά λιγότερο μαζικά κοινά. Και τα δύο μπορούν να λειτουργήσουν πολύ ταιριαστά σε μια γενιά ανθρώπων, τη δική μου, που έχει μια τελείως αφηρημένη εικόνα για το τι θέλει να κάνει, αλλά μια πολύ συγκεκριμένη απαίτηση για το τι θέλει να γίνει.