Ricardo Ceppi/Getty Images
ΕΜΒΟΛΙΟ

To AstraZeneca και η γενιά των memes

Για ακόμα μία φορά μία γενιά καλείται να συμμαζέψει τα σμπαράλια των προηγούμενων. Τώρα όμως το ρίσκο που παίρνει είναι σχεδόν μη υπολογίσιμο.

Σε γενικές γραμμές, η διαδικασία του εμβολιασμού ήταν για τον καθένα μας μία υπόθεση τελείως προσωπική. Πήγαινες σε έναν ειδικό υγείας, σήκωνες το μανίκι σου και έστρεφες το βλέμμα σου στο κενό. Εκτός και αν ήθελες να δείξεις πιο θαρραλέος. Αυτός που σε εμβολιάζει σου έκανε ένα αστείο με το οποίο δεν έχει την παραμικρή ελπίδα να αντιδράσεις περισσότερο από ένα απλό ρουθούνισμα. Μετά από μία μικρή προειδοποίηση, ένιωθες αυτό το μικρό τσίμπημα και μετά «εντάξει είμαστε». Το εμβόλιο λογικά δεν θα σε ξαναπασχολήσει στην κοινωνική σου ζωή.

Τα πράγματα με τον εμβολιασμό για τον κορονοϊό είναι όμως τελείως διαφορετικά. Όταν πήγα τη μάνα μου σε έναν εκ των εμβολιαστικών κέντρων των Πατησίων, είχα από την αρχή μέχρι το τέλος μία αίσθηση συλλογικής εμπειρίας. Από τον τρόπο που περιμέναμε απ’έξω μέχρι τη σκέψη ότι εκείνη ακριβώς την ώρα σε όλον τον κόσμο χιλιάδες άνθρωποι εμβολιάζονταν. Η πανδημία που περνάμε, με τον τρόπο που την περνάμε, είναι μία πρωτοφανής για μας συνθήκη. Ταυτόχρονα πολύ ιδιωτική και πάρα πολύ δημόσια. Δεν θα μπορούσε να μη συμβεί το ίδιο και για εκείνο που θεωρητικά έρχεται για να την τελειώσει, τον εμβολιασμό.

Και ξαφνικά, ενώ όσοι ανήκαμε στις ηλικιακές κατηγορίες 30-39 βλέπαμε ως ορίζοντα του εμβολιασμού μας τα μέσα του καλοκαιριού, μάθαμε ότι μπορούμε να εμβολιαστούμε και αύριο παρακάμπτοντας πολλούς εξ όσων προηγούνταν. Και αυτό αν μη τι άλλο είναι προνόμιο και ας μη φαίνεται εκ πρώτης όψεως ως τέτοιο.

Το ξεστοκάρισμα AstraZeneca και τα memes

Δεν χρειάζεται να κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας. Ο λόγος που κληθήκαμε να εμβολιαστούμε είναι πρακτικά για να ξεστοκάρουν τα εμβόλια AstraZeneca που άφησαν οι προηγούμενες γενιές και όσοι δεν εμβολιάστηκαν γενικά ή δεν επέλεξαν το συγκεκριμένο εμβόλιο. Αυτό που κατεξοχήν έχει κληθεί να κάνει αυτή η γενιά (να μαζεύει δηλαδή τα σμπαράλια των προηγούμενων) το αντιμετώπισε με τον πλέον οικείο σε αυτήν τρόπο.  Με memes, με αστεία στάτους, με tweets. Η αρχή είχε μάλλον γίνει με εκείνα τα ποσταρίσματα του TNT με τα οποία υποδεχόμασταν, στην πλάκα, την είσοδο της χώρας στο ΔΝΤ πριν από περίπου 12 χρόνια.

Τα περισσότερα εκ των αστείων αυτών για τον εμβολιασμό στηρίζονται στη βάση αυτής της ανησυχίας ότι το συγκεκριμένο της AstraZeneca είναι επικίνδυνο. Συνήθως συγκρίνεται το ρίσκο του εμβολιασμού με το ρίσκο που έχεις πάρει σε άλλες περιπτώσεις, οι οποίες μάλιστα συνήθως αφορούν συνήθειες-σημαιάκια της συγκεκριμένης γενιάς. Νοθευμένα ποτά, βρόμικες τουαλέτες από κλαμπ, φτηνά και σε επικίνδυνο βαθμό κακής ποιότητας φαγητά. Αυτές οι αναστροφές της πραγματικότητας, όπως διάβασα να τονίζεται κάπου πολύ σωστά, έχουν, όταν παίρνεις το μέτρο, πολύ μεγαλύτερη δύναμη από αυτή που τους φαίνεται.

Tα memes είτε το θέλουμε είτε όχι σχηματοποιούν πράγματα που είχαμε αφηρημένα στο μυαλό μας, επηρεάζουν απόψεις και αναπαράγουν στάσεις απέναντι στα πράγματα. Ένα είδος αστείου, λοιπόν, που εμφανίζεται ξανά και ξανά στην αρχική σου σελίδα σε επηρεάζει. Ακόμα και αν αυτός ή αυτή που το αναπαρήγαγε δεν είχε κανέναν απολύτως άλλον σκοπό εκτός από το να κάνει πλάκα.

Η πραγματικότητα και τα στοιχεία

H αλήθεια είναι όμως -και με βάση όσα μας λένε στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι επιστήμονες- ότι το ρίσκο που παίρνουμε είναι απειροελάχιστο και πρακτικά μη υπολογίσιμο. Ακόμα και όσες χώρες προχωρούν σε απαγορεύσεις, το κάνουν στη βάση πολύ αυστηρών κριτηρίων που σκοπό έχουν να μην υπάρξει ούτε ελάχιστοι που να πάθουν σοβαρή ζημιά, λόγω ενός εμβολίου.

Σημαίνει αυτό ότι ήταν κακό να κάνουμε όλα αυτά τα αστεία; Φυσικά και όχι. Το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι απλώς να θυμόμαστε ένα πράγμα. Κοιτώντας την πραγματικότητα μέσα από την οθόνη του κινητού σου δεν κοιτάς πίσω από ένα παράθυρο. Κοιτάς περισσότερο πίσω από έναν μεγεθυντικό φακό. Το ίδιο το γεγονός ότι θα κληθούμε να εμβολιαστούμε με το εμβόλιο εκείνο που οι άλλοι απέρριψαν είναι πράγματι κάτι σαν θυσία. Το «Φάε το αυτό αλλιώς θα το πετάξουμε» είναι η πιο πετυχημένη παρομοίωση που διάβασα όλες αυτές τις μέρες.

Ταυτόχρονα όμως είναι, αν το κοιτάξεις ψύχραιμα, και ένα δώρο. Για να επιστρέψουμε κάποτε στις κανονικές μας ζωές και σε όσα μας κάνουν να νιώθουμε ότι ζούμε και ας παίρνουμε «ένα ρίσκο παραπάνω». Τελικά, αν τα ραντεβού των 30-39 είναι τόσο πολλά, όσα δείχνουν τα πρώτα στοιχεία, φαίνεται ότι αυτή η γενιά, που κέρδισε τουλάχιστον μέσα στις ατέλειωτες αναμονές της μία πολύ στενή σχέση με την επιστήμη, θα κάνει επιτέλους και μία θυσία από την οποία θα βγει κερδισμένη.