We have to go back: Η σκηνή που αναποδογύρισε το Lost
- 22 ΣΕΠ 2014
Η υστεροφημία του Jack Shephard πέθανε (***SPOILER ALERT***) πολύ πριν ο πρωταγωνιστής/ήρωας/καλό παιδί της σειράς κλείσει τα μάτια του, με τη μουσούδα του Vincent ακριβώς δίπλα του. Βλέπεις, εμείς οι τηλεθεατές, αυτοί που καθόμαστε στην απ’ έξω πλευρά της τηλεόρασης, μπορεί να συμπαθούμε, αγαπάμε, ταυτιζόμαστε με τους χαρακτήρες μιας τηλεοπτικής σειράς, αλλά παραμένουμε άνθρωποι και ως άνθρωποι, δεν θέλουμε κάποιος, ακόμη και ένας fiction τύπος, να τα έχει όλα. Ο Jack, όπως τον έπλασαν τα μυαλά του Lost, τα είχε όλα και τίποτα, δηλαδή γεμάτος πρωταγωνιστικά κλισέ που ενώ στην αρχή σε τραβάνε σαν τη μέλισσα το μέλι, όταν ο καιρός και τα επεισόδια περάσουν, έχεις βρει άλλο χαρακτήρα για να φτάσεις ως το τέλος της σειράς μαζί του.
Επιτυχημένος γιατρός, αλλά με προβλήματα αλκοολισμού εξαιτίας πρότερου σκληρού παρελθόντος. Ωραίος, που ατύχησε στον έρωτα, με τον πατέρα του νεκρό και συνταξιδιώτη στη μοιραία Oceanic πτήση. Καλό παιδί, όχι από αυτά που λες να τα κεράσουμε μια πάστα, αλλά από εκείνα που ξέρεις ότι κουβαλούν όντως τις σταθερές αξίες και αρχές, σε σημείο που γίνονται βαρετοί, καθώς δεν παρεκκλίνουν ποτέ από τις εσωτερικές εντολές που τους δίνει ο εαυτός τους και τα συμπλέγματα που πάνε μαζί με (ε)αυτόν. Ο Jack διασώθηκε στο νησί και αμέσως, από τις πρώτες σκηνές, είπε “εγώ είμαι ο star”, προσπάθησε να σώσει ό,τι δεν μπόρεσε να σώσει η αεροναυπηγική, έδωσε φιλιά ζωής, έκανε επεμβάσεις στο πόδι (εννοώ πρόχειρα, όχι σε πόδι κάποιου), χαμόγελασε στην Kate.
Όλα αυτά και ακόμη περισσότερα που ακολούθησα για 6 σεζόν, έκαναν τον Jack Shephard σημαντικότατο για τη σειρά, την εξέλιξη, την ιστορία και το κάρμα του νησιού, αλλά παράλληλα τον αποξένωσαν από ένα μεγάλο μέρος των τηλεθεατών που άρχισαν να εκνευρίζονται με την εμμονή του να φύγει από το νησί με όποιο κόστος και αν έπρεπε αυτό να γίνει. Σε μόνιμη και διαρκώς αυξανόμενη σε ένταση αντιπαλότητα με τον John Locke, ο Jack αποτελούσε την προσωποποίηση της λογικής, της επιστήμης, της ανθρώπινης υπόστασης που δεν μπορεί να δεχθεί κάτι πέρα από το δεδομένο. Γι’ αυτό και τα όσα συνέβαιναν στο νησί, σαφώς τον έκαναν να θέλει να φύγει, ώστε να επιστρέψει σε μια ζωή που σε καμία περίπτωση δεν ήθελε, αλλά ήταν δεδομένη. Τίποτα δεν μπορούσε να ανακόψει αυτή την πορεία.
Έπρεπε να γυρίσει στο σπίτι. Έπρεπε να τους πείσει όλους να επιστρέψουν στο σπίτι.
Κάτι που έγινε σε περίπτωση που έχεις δει τη σειρά, γιατί αν δεν την έχεις δει και μετά το πρώτο ***SPOILER ALERT*** είσαι ακόμη εδώ, συγνώμη αλλά δεν μπορώ να σε προσατεύσω περισσότερο. Δέκα χρόνια μετά, κάθε spoiler παραγράφεται όπως με την εικοσαετία στα εγκλήματα. Ο Jack επέστρεψε στο σπίτι, στην κανονική ζωή, στο παρόν, έφυγε από το νησί για να το θέσω πιο απλά, καθώς οποιαδήποτε άλλη ερμηνεία μπερδεύεται μέσα στο χωροχρόνο και στο πώς αντιλαμβάνεται τα ημερολόγια ο J. J. Abrams. Πήρε αυτό που ήθελε, νίκησε.
Όμως, η σκηνή που ανοίγει το S03E23 με τίτλο “The Looking Glass”, το θέμα για το οποίο ξεκίνησε το παρόν κείμενο, είναι ίσως η πιο δυνατή να την πω, η πιο καλή, η πιο γαμάτη σκηνή που είδαμε στο Lost. Ναι, πιο μεγάλη και από την εξαφάνιση του νησιού (τα έχουμε δει και σε άλλα sci-fi τέτοια εφέ), άντε το ίδιο τεράστια με τη σκηνή που ο Jakob εμφανίζεται για πρώτη φορά στον αργαλιό και στην παραλία παρέα με τον Man in black. Στη σκηνή του Looking Glass ένας Jack σε τραγική κατάσταση συναντά την καλοφτιαγμένη θα λέγαμε Kate, ακριβώς δίπλα σε έναν αεροδιάδρομο. Μπερδεμένοι παρακολουθούμε ένα χάσιμο του χρόνου, δεν ξέρουμε αν έχουμε πάει μπροστά ή πίσω στην ιστορία ή αν απλώς βλέπουμε τις φαντασιώσεις ένα ζευγαριού που ουδέποτε κατάφερε να βγάλει άκρη για τη φάση του.
“You look terrible” του λέει η Kate με την άνεση που έχει πάντα μια “γυναίκα της ζωής ενός άντρας” και η οποία δεν θα σκεφτεί αν τσακίζει ακόμη περισσότερο αυτόν που έχει απέναντι της. Ο Jack της δίνει ένα χαρτάκι και της μιλάει μια κηδεία που είναι να συμβεί (ξέρουμε ποια κηδεία, αλλά πραγματικά ποιος μεταφέρει πληροφορίες με χαρτάκια;) και εκείνη του απαντάει “γιατί να θέλω να πάω στην κηδεία”.
Πες τα ρε Jack.
Κάπου εδώ αρχίζει η απόλυτη, μεγαλύτερη και πιο εντυπωσιακή κατρακύλα του άντρα Jack, του ήρωα Jack, η οποία αφού τελειώσει την κατηφορική πορεία της, θα στροβιλιστεί και θα μεταμορφωθεί σε μια ασύλληπτη και εντελώς απρόσμενη κωλοτούμπα.
“Every Friday, I fly from LA to Tokyo” και λοιπά και λοιπά και λοιπά. O Jack κοιτάζιε σπανίως την Kate στα μάτια (ξέρει δηλαδή ότι γίνεται ρόμπα εκείνη τη στιγμή σε δεν ξέρω και εγώ πόσα millions τηλεθεατές) και κάποια στιγμή της απαντά στο αιώνιο ερώτημα που λέγεται “Γιατί;” ότι “because I wanna to crash Kate”. Καθίστε, καθίστε, πάει και πιο κάτω, πέφτει και πιο χαμηλά. “We made a mistake” λέει ο πιο εγωιστής τηλεοπτικός χαρακτήρας των zeroes και εμείς ακόμη και τώρα, χρόνια μετά, με το φινάλε να έχει περάσει στην ιστορία, απορούμε και γουστάρουμε να βλέπουμε αυτή τη σκηνή, ξανά και ξανά. Αφού, μάλιστα, μας πετάει εκείνη τη στιγμή “πρέπει να φύγω, θα αναρωτιέται πού είμαι” κι εμείς τρελαμένοι βγάζουμε τη λίστα με τους αντρικούς χαρακτήρες της σειράς για να μαντέψουμε με ποιόν πήγε αυτή η γεννημένη ψεύτρα γυναίκα και δεν έχει τον Jack στην κανονική, εκτός νησιού, ζωή, ο Jack συνεχίζει απτόητος.
Σε αυτό το σημείο το λογότυπο του Lost εμφανίζεται στις οθόνες μας και εμείς μένουμε εντυπωσιασμένοι, απορημένοι και σε ένα βαθμό (άλλοι περισσότεροι, άλλοι λιγότερο) χαρούμενοι ή για να το πω πιο σωστά, δικαιωμένοι και ικανοποιημένοι. Ο Jack Shephard ηττημένος από την πορεία των πραγμάτων, δίνει στο κοινό που διψάει για δράματα πολύ περισσότερο από όσο έχει ανάγκη τα γέλια, την επιβεβαίωση πώς κανείς δεν είναι τέλειος, κανείς δεν έχει πάντα δίκιο. Ο Jack Shephard, μεγάλος κοινωνός του “δεν υπάρχει άλλη άποψη, πέρα από τη δική μου” γίνεται ένας καθημερινός άντρας, που έχει χάσει τη γη κάτω από τα πόδια του, δεν έχει τη γυναίκα που θέλει στα χέρια του και το μόνο που έχει συνειδητοποιήσει, είναι πώς το νησί ήταν το καλύτερο που του είχε συμβεί και πώς ο Locke είχε δίκιο.
Για να μην παρεξηγηθώ, ήμουν και παραμένω ένας ταπεινός υποστηρικτής του Shepard. Δεν ήμουν φανατικός όπως για παράδειγμα με τον Sawyer, ενώ επειδή κι εγώ ήθελα την Kate (αλλά δεν πέρασα το casting), έβλεπα την όλη μεταξύ τους ιστορία με ένα αυξημένο ενδιαφέρπον και ψήγματα ζήλιας, γιατί δεν μπορούσε να καταλάβω τι παραπάνω είχε ο τύπος από το Full House που έβλεπα πριν πολλά πολλά χρόνια στο Mega Channel (όταν το Mega είχε τηλεοπτικό πρόγραμμα και όχι υβρίδιο επανάληψεων). Όμως, παρά την συμπάθεια και το “θέλω στο τέλος να σώσει τη φάση ο Jack, γιατί ο Locke μου έκανε λίγο διαβολικός, λίγο, ελάχιστα) αντιλαμβανόμουν το πόσο αντιπαθητικός και κουραστικός ήταν για άλλους. Γι’ αυτό και στη συγκεκριμένη σκηνή, κάπου στα μισά της σειράς, επικρατεί ισορροπία και δικαιοσύνη. Ο ήρωας απομυθοποιείται.
Η σκηνή, ωστόσο, πέρα από την ένταση της στιγμής, τα σγουρά μαλλιά της Kate, τη μεθυσμένη όψη του Jack, το συμβολισμό του αεροπλάνου που απογειώνεται στο τέλος της, αλλά και τη χαοτική ανάμιξη παρελθόντος με παρόν, ήταν ένα μήνυμα προς όλους τους τηλεθεατές της σειράς εκείνη την περίοδο. Έχοντας παρακολουθήσει τρεις ολόκληρες σεζόν ως τότε με μοναδικό κοινό σκοπό πρωταγωνιστών και τηλεθεατών, να καταφέρουν να φύγουν από το νησί, η τελευταία κραυγή του Jack όταν πια η Kate απομακρύνεται με το αυτοκίνητο και δεν τον ακούει, πάει μόνο σε εμάς.
We have to go back. Το μήνυμα ήταν πεντακάθαρο, απλά τότε δεν μπορούσαμε να το καταλάβουμε. Δεν υπήρχε κανένας λόγος για φύγουμε από το νησί. Όλα, τα πάντα και το τίποτα (αναλόγως πώς σου φάνηκε το τέλος της σειράς) θα γίνονταν εκεί. Ο Jack αυτή τη φορά είχε δίκιο.