Στο Survivor νίκησαν οι φωνές και τα ουρλιαχτά εξουθενωμένων ανθρώπων
Η μέρα που η χώρα έκλεισε τα φώτα και έπεσε για ύπνο χορτασμένη από το πάρα πολύ σκληρό θέαμα του πιο διάσημου reality επιβίωσης.
- 27 ΙΑΝ 2021
Κάπου ανάμεσα στο ζάπινγκ και με τον ωκεανό διαφημίσεων, η μοίρα με έφερε να αφήσω την τηλεόραση στο Survivor. Πέραν όλου του σκεπτικού που έχει το franchise και με βρίσκει κάθετα, οριζόντια και ιδεολογικά αδιάφορο, δεν μπορώ να μην αναγνωρίσω ότι έχει κάτι που σου τραβάει το μάτι. Το να αφήνεις την κούραση της ημέρας και να βλέπεις το αθλητικό κομμάτι του Survivor και τους χαρακτήρες που προκύπτουν από αυτό είναι πράγματι κάτι σχεδόν ανακουφιστικό. Όπως διάβασα και στο καλύτερο προφίλ του ελληνικού ίντερνετ, αυτό της Πάολας Ρεβενιώτη, σε ένα στάτους της για το Survivor «τι να κάνουμε; καραντίνα και να βλέπεις Tarkovsky δε γίνεται, θα αυτοκτονήσεις».
Όσο λοιπόν θα αυξάνεται η ψυχολογική μας πίεση από όσα δύσκολα περνάμε τόσο θα επιζητούμε -φοβισμένοι για οποιονδήποτε περαιτέρω προβληματισμό- με αγωνία προγράμματα για να ξεσκάσουμε και να ηρεμήσουμε.Το χθεσινό επεισόδιο όμως δεν ήταν καθόλου έτσι. Για την ακρίβεια ήταν το ακριβώς αντίθετο. Το θέαμα που παρουσιαζόταν ήταν τόσο ηλεκτρισμένα ελκυστικό σε σημείο που δεν μπορούσα να πάρω τα μάτια μου από αυτό. Όταν όμως έβγαινα για λίγο από τη δύναμη της εικόνας και επεξεργαζόμουν τον καταιγισμό όσων προσελάμβανα εκείνη την ώρα, μου ερχόταν ένα βίαιο σφίξιμο στο στομάχι.
Δύο ομάδες εξαντλημένων, πεινασμένων και απομονωμένων σε ένα εξωτικό νησί ανθρώπων θα έπρεπε να παίξουν σε ένα αγώνισμα την επιβίωσή τους στο παιχνίδι και μερικές απαραίτητες μπάρες δημητριακών. Σύμφωνα με τους κανόνες, ένας εκπρόσωπος από κάθε ομάδα θα ανέβαινε σε έναν κυκλικό στίβο μάχης υπερυψωμένο και περιτριγυρισμένο από πισίνα. Οι παίκτες θα είχαν στα χέρια τους ένα μαξιλάρι που έπρεπε να κρατούν όρθιο στο ύψος περίπου του στέρνου τους. Νικητής θα αναδεικνυόταν όποιος κατάφερνε να πετάξει τον άλλο στη θάλασσα σπρώχνοντάς τον με το σώμα ή με το μαξιλάρι χωρίς όμως να χρησιμοποιεί χέρια ή πόδια. Το αγώνισμα έμοιαζε με μια μεταμοντέρνα (δεν το λέω απαξιωτικά) εκδοχή αρένας από την οποία έλειπαν τα λιοντάρια, δεν έλειπαν όμως οι χριστιανοί. Για την ακρίβεια δηλαδή δεν έλειπαν ούτε τα λιοντάρια. Σε μια κωμικοτραγική στροφή των πραγμάτων, το όνομα που επέλεξε για τον εαυτό της η νικήτρια ομάδα ήταν αυτή. Τα Λιοντάρια.
Για να μην παρεξηγηθώ, δε θεωρώ ότι το προβληματικό σε όλο αυτό είναι το αγώνισμα. Ίσα-ίσα, πολλές φορές τα αγωνίσματα επαφής (ακόμα και πάλης) είναι από τα πιο ευγενή με τους αθλητές να έχουν έναν αμέριστο σεβασμό ο ένας προς τον άλλο. Το ζήτημα σε όλο αυτό ήταν η πλαισίωση και, τελικά, η δύναμη της εικόνας. Οι αθλητές πέταγαν ο ένας τον άλλο στο νερό (ένδειξη εξευτελισμού του αντιπάλου τους) με απώτερο σκοπό όχι το να γίνουν εκείνοι οι καλύτεροι στο άθλημα που αγαπούν αλλά αντιθέτως να επιβιώσουν και να φάνε. Κάντε ένα βήμα πίσω και σκεφτείτε ότι αυτό είναι ένα επεισόδιο μιας δυστοπίας. Πόσο πολύ απέχει;
Την ίδια στιγμή στους πάγκους πίσω από την αρένα, 20 άνθρωποι να ουρλιάζουν φανατισμένα με όλη τους τη δύναμη καλύπτοντας συχνά τη φωνή του συμπαθέστατου κατά τα άλλα παρουσιαστή, βρίζοντας, νιαουρίζοντας, προσβάλλοντας. Τα βλέμματα των περισσότερων ήταν κενά και προσηλωμένα στη δική τους επιβίωση και την ταυτόχρονη καταστροφή των απέναντι. Η κατάσταση μεταξύ των ομάδων είχε ξεφύγει. Κάποιοι από αυτοί ξεσπούσαν, άλλοι ούρλιαζαν πάνω από τον πεσμένο τους αντίπαλο «ΣΗΚΩ ΡΕ», άλλοι ειρωνεύονταν. Ως επιστέγασμα όλης αυτής της συνθήκης, ο τελικός νικητής, σαν για να επιβεβαιώσει την αποκτηνωμένη συνθήκη, έκατσε στα 4 παριστάνοντας το λιοντάρι. Ο ισχυρότερος νίκησε, ο ισχυρότερος επιβίωσε, ο ισχυρότερος στο τέλος έφαγε.
Ποιος φταίει για αυτόν τον αλά David Lynch σκηνοθετημένο εφιάλτη; Να τα ρίξουμε στα κανάλια για ακόμα μια φορά; Να τα ρίξουμε, αν και τελικά αυτή είναι μια αρκετά τεμπέλικη και βολική σκέψη γιατί τα κανάλια, εν μέρει, διαμορφώνουν το κοινό τους αλλά διαμορφώνονται επίσης και τα ίδια από αυτό. Είναι κοινή παραδοχή ότι χωρίς το σκληρό reality οι τηλεθεατές ένας-ένας θα αποχωρήσουν. Να τα ρίξουμε τότε στους παίκτες; Βρίσκονται εκεί από επιλογή τους. Είμαι όμως σίγουρος ότι η συμπεριφορά τους θα ήταν πολύ διαφορετική αν ήταν χορτάτοι, ξεκούραστοι και δίπλα σε δικούς τους ανθρώπους. Ίσως, να τα ρίξουμε τελικά στο κακό το ριζικό μας.
Για πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό, στην prime-time ζώνη παίζεται ένας πολύ σκληρός ανταγωνισμός μεταξύ προγραμμάτων στα οποία τα κανάλια στήριξαν όλη τους τη σεζόν. Το Survivor, το MasterChef και οι Άγριες Μέλισσες. Όσο σκληραίνει ο ανταγωνισμός τόσο σκληραίνει και το παρεχόμενο θέαμα. Βλέποντας σε κοντινό πλάνο τον παίκτη του Survivor να ουρλιάζει «Ρίχ’τη» με τις φλέβες του να πετάγονται από πάθος και οργή ίσως να πήραμε μια πρώτη γεύση. Ποιος ξέρει ποια θα είναι η συνέχεια.
Χθες η χώρα μας έκλεισε τα φώτα και έπεσε για ύπνο χορτασμένη από ένα πολύ σκληρό θέαμα. Με τις φωνές, το bullying, την εξαθλίωση να στριφογυρνά στο κεφάλι της. Ελπίζω τουλάχιστον να μην έκανε και όνειρα γλυκά. Έστω κι αυτό θα ήταν μια κατάκτηση.