OPINIONS

Υπερανάλυση στοπ!

Μερικές σκέψεις για όλο αυτόν τον καταιγισμό σκέψεων και προβληματισμών που ενίοτε όλοι έχουμε αλλά που ποτέ δεν βοήθησαν κανέναν μας. ΠΟΤΕ.

39 και κάτι χιλιάδες πόδια πάνω από την ατελείωτη έρημο της Σαουδικής Αραβίας, η μικρή οθόνη που όλα τα κάδρα του κόσμου θα ζήλευαν την ευθυγράμμιση της στο πάνω μέρος του μπροστινού καθίσματος, σταμάτησε να παίζει. Αυτό ως γεγονός είχε δύο βασικά αποτελέσματα: Σε αντίθεση με τις υπαρξιστικές μου αναζητήσεις που έκαναν πάρτι με θέα τις 50 αποχρώσεις του χρυσαφί, ο θυμός της Μπλανς ενάντια στον εκνευριστικά καλό, μπρουτάλ Μάρλον Μπράντο δεν εκτονώθηκε ποτέ.

Κάθε φορά τα ίδια και τα ίδια. Μην πάει κάτι λάθος στη συζήτηση, τη σχέση, την ομιλία, την διάθεσή μας, την οθόνη του αεροπλάνου, αμέσως να το γυρίσουμε στον προβληματισμό της ανάλυσης του ‘τι θέλω’,’πού πάω’, ‘τι επιλογές κάνω’ και να ταιριάξουμε ταμάμ με τα σούπερ των εκπομπών της Άννας Δρούζα (προ φραπελιάς και μετά Τένιας Μακρή). Κάθε φορά. Every single time που θα λέγαμε και στην παγκόσμια των γλωσσών.

Φυσικά, οι περιπτώσεις των εσωτερικών αναζητήσεων και νοητικών στραγγαλισμών ποικίλλουν κατά περίπτωση. Είμαστε εμείς που θέλουμε να γίνουμε Καμί στη θέση του Καμί και να σκοτώσουμε έναν Άραβα επειδή κάνει ζέστη, είμαστε εμείς που θέλουμε να βιώσουμε την Ανουσιότητα του να ζεις λίγο λιγότερο (χ)υ(π)στερικά από τη Λένα Κιτσοπούλου, είμαστε και εμείς (οι περισσότεροι) που σκασίλα μας να αφήσουμε μούσι Ραβίνου και να διδάξουμε στο Πανεπιστήμιο της ζωής αρκεί να καταφέρουμε να καταλάβουμε τι στο καλό σκέφτεται το Κατερινάκι που ‘ζήτησε χρόνο να σκεφτεί’ ή ο Γιάννης που ‘δεν έστειλε ποτέ μήνυμα’.

*Ναι προφανώς και έχω περάσει πολλάκις από όλες τις περιπτώσεις, αλίμονο ή κάνουμε ρεπορτάζ ή παίζουμε.

Και όχι σε καμία περίπτωση την τελευταία κατηγορία δεν την αναφέρω ευτελιστικά ή προσβλητικά. Τουναντίον, θέλω να σημειώσω ότι το παρόν κείμενο ουσιαστικά με αφορμή την συγκεκριμένη κατηγορία γράφτηκε. Και αυτό γιατί αν πιστεύω σε κάτι, αυτό είναι ότι οι ανθρώπινες σχέσεις είναι το πιο δύσκολο πράγμα στον κόσμο και αυτό γιατί κυρίως εμείς οι ίδιοι, ασχέτως τι λέει η μαμά μας, είμαστε δύσκολοι. Όχι προβληματικοί, δύσκολοι. Κάποιοι είμαστε προσαρμοστικοί κάποιοι όχι και τόσοι, κάποιοι άλλοι το δουλεύουμε, σε ένα γενικότερο πλαίσιο όμως δεν έχουμε μάθει να καταλαβαίνουμε. Έχουμε μάθει να απαιτούμε να μας καταλαβαίνουν.

Υπερανάλυσέ το Ι: Ένας φαύλος κύκλος. Ξεκινάει με ένα ‘γιατί’ και καταλήγει σε ένα ‘γιατί’. Ή μάλλον, δεν καταλήγει πουθενά. Απλά κάθομαι, κάθεσαι, κάθεται και καίμε ώρες αναλύοντας ένα υπέροχο τίποτα. Όλα αυτά ενώ ταυτόχρονα, γκρινιάζουμε ότι δεν έχουμε χρόνο για τους φίλους, τη σχέση, την οικογένειά, τα ταξίδια που θέλουμε να κάνουμε, τη ζωή μας στην τελική.

Ένα slow clap εδώ και συνεχίζουμε.

 

Υπάρχουν άνθρωποι εκεί έξω που δεν υπεραναλύουν; Ειλικρινά, δεν είμαι σε θέση να το γνωρίζω. Παρόλα αυτά δεν θα σου κρύψω ότι αν πράγματι υπάρχει εκεί έξω κάποιος ή κάποια που δεν παίρνει την τρίχα να την κάνει τριχιά, αλήθεια θα ήθελα και να τον γνωρίσω, και να του σφίξω το χέρι και να του πάρω και συνέντευξη με τίτλο ‘ο άνθρωπος που βρήκε το νόημα της ζωής’. Γιατί πραγματικά, όντας πιο βαθιά πεθαίνεις μέσα στην κατάσταση του ‘υπεραναλύω άρα υπάρχω’, μπορώ μετά βεβαιότητας να υποστηρίξω ότι όχι μόνο δεν βγάζει πουθενά αλλά σε πάει και πίιιιιιιιισω. Πώς το έλεγαν στη διαφήμιση με τη φεεεετα, ε κάτι αντίστοιχο.

Υπερανάλυσέ το ΙΙ: Απλά, έγινε. Απλά γίνεται. Ο πιο λάθος τρόπος να καταλάβεις μία συμπεριφορά είναι να προσπαθήσεις να την εξηγήσεις ερήμην του ‘δράστη’ της. Καλά στο να την προβλέψεις πριν καν αυτή γίνεται, δεν έχω να κάνω κανένα σχόλιο. Pure παράνοια.

Γιατί τι κερδίζει αυτός που υπεραναλύει;

Το μόνο πράγμα που ουσιαστικά κερδίζουμε υπεραναλύοντας είναι το να γιγαντώνουμε μία κατάσταση. Μία κατάσταση που μπορεί να είναι από ανούσια μέχρι σημαντική. Μία κατάσταση που μπορεί να παραμένει ενεργή απλά και μόνο επειδή εμείς την υπεραναλύουμε, κοινώς ασχολούμαστε μαζί της. Μία κατάσταση που μπορεί να απενεργοποιείται εν τέλει επειδή καταφέραμε (οι σατανάδες) να τα ζήσουμε όλα πριν αυτά καλά καλά προλάβουν να γίνουν.

Ναι φανταστικό και όχι δεν ξέρω τι είναι χειρότερο. Με μία μικρή επιφύλαξη θα τα βάλω και τα δύο τελευταία αποτελέσματα στο ίδιο τσουβάλι αφού ουσιαστικά είναι καταδικασμένα να απολαύσουν την ίδια κατάληξη: Να πέσει το ταβάνι και να τα πλακώσει. Και εμείς, να μείνουμε με την υπερανάλυση.

‘Γιατί το σκέφτηκε έτσι’, ‘γιατί να μην έκανε την τάδε κίνηση’, ‘γιατί με κοίταξε τώρα έτσι’, ‘γιατί δεν μου είπε μπράβο’, ‘γιατί δεν του άρεσε’. Αν είχα ένα ευρώ για κάθε γιατί που σκέφτομαι εγώ ή ο κόσμος γύρω μου, θα ήμουν πιο πλούσια και από την Ντάλια Χατζηαλεξάνδρου.

Ένα μάτσο γιατί δίχως την παραμικρή ουσία. Γιατί το λέω αυτό; Μα, αφού δεν υπάρχει απάντηση ρε παιδιά. Δεν υπάρχει. Αν μόνοι μας απορούμε. Μόνοι μας το σκεφτόμαστε. Μόνοι μας καταλήγουμε στις όποιες πιθανές απαντήσεις. Μόνοι μας απορρίπτουμε τις όποιες άλλες αντίστοιχες. Ε, πώς στην ευχή να έχει ουσία η όποια τέτοια σκέψη αφού ουσιαστικά είμαστε εμείς που αποφασίζουμε ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟ.

Υπερανάλυσέ το ΙΙΙ: Δεν θέλει κόπο, θέλει τρόπο. Στα 28 χρόνια υπερανάλυσής μου (ναι, προφανώς και έτσι γεννήθηκα δεν έγινα, ούτε ο Γιωσαφάτ δεν πρόκειται να με πείσει για το αντίθετο) έχω καταλήξει στο εξής ένα και μοναδικό συμπέρασμα: Ακόμα και αν μασήσουμε τα πιο βιολογικά φύλλα δάφνης, στο μυαλό του άλλου δεν θα μπούμε. Εδώ μετά βίας την παλεύουμε στο δικό μας και θα καταφέρουμε να καταλάβουμε τι σκέφτεται και τι θέλει ο άλλος. Είμαστε με τα καλά μας;

Και όχι, όχι, όχι, άσε φτύσε την φροϋδική καραμέλα του ‘τι θέλει μία γυναίκα δεν το ξέρει ούτε η ίδια’. Δεν είναι αυτό το πρόβλημα. Το πρόβλημα είναι ότι προτιμάμε να περιπλέκουμε τα πάντα από το να κάνουμε το προφανές. Να μιλήσουμε.

Έχεις θέμα με το αφεντικό σου, αν σε πιστεύει ή όχι; Πάνε μίλα του (ναι, ‘πάνε’). Αναρωτιέσαι αν το κορίτσι που σου αρέσει έχει πάρει χαμπάρι τι γίνεται; Φίλα την και θα μάθεις. Δεν ξέρεις γιατί σε χώρισε το Κατερινάκι. ΡΩΤΑ ΤΗΝ.

Συγγνώμη για τα κεφαλαία. Συγγνώμη και για την προστακτική. Αλλά, παρότι καταδικάζω το κόνσεπτ της θανατικής ποινής από όπου και αν προέρχεται αλήθεια, στην περίπτωση της υπερανάλυσης αλήθεια αν είχα τη δυνατότητα θα έκανα την πιο υπέροχη μου εξαίρεση. Και θα της περνούσα τη θηλιά και καμία απολύτως τύψη δεν θα μου τριβέλιζε το μυαλό. Τουναντίον, από όλο αυτό το χάος των ‘γιατί’ και του ‘τι θα γίνει’ προτιμώ τις Ερινύες.

#αμαπια

Υ.Γ.: Όταν η οθόνη ξανάναψε, το Λεωφορείον ο Πόθος ήταν το τελευταίο πράγμα που με ενδιέφερε να δω. Είχα ήδη περάσει στη μαγική σφαίρα των ‘πέντε χρόνων μετά, πώς θέλω να είναι η ζωή μου’. Είχε περισσότερο ενδιαφέρον από το πόνημα του Ελία Καζάν, λυπάμαι.