Δεν κατάλαβα ποτέ γιατί τo Fast and Furious έκοψε εισιτήρια
Η εξέλιξη του Fast and Furious σε ένα επικερδές κινηματογραφικό franchise, αποτελεί ένα από τα ξεκάθαρα αξιοπερίεργα της σύγχρονης cinema-τικής πραγματικότητας.
- 6 ΦΕΒ 2020
Θυμάμαι ακόμα να παρακολουθώ το πρώτο entry της σειράς και να σκέφτομαι ότι είχε πιθανόν ένα, άντε δύο σήκουελ στις αποσκευές του, μια χλιαρή (όσο γρήγορη και αν ήταν) τριλογία, αφιερωμένη στους αμαξο-custom-άκηδες στους κοντράκηδες και στους λάτρεις της ταχύτητας γενικότερα. Και η αλήθεια είναι πως φάνηκε να ακολουθεί αυτό το σχέδιο μέχρι την έλευση του Justin Lin.
O Αμερικανο-Ταϊβανέζος σκηνοθέτης είναι άλλωστε ο άνθρωπος που μαζί με τον Vin Diesel μεταμόρφωσαν πλήρως το πρώην Fast and Furious franchise (νυν Fast Saga) σε ένα ξεκάθαρα larger than life κινηματογραφικό προϊόν, μια φασαριόζικη ποπ-κορν-ική πρόταση που ελάχιστη σχέση έχει πλέον με το πρώτο (και σαφώς ταπεινότερο) κεφάλαιο της σειράς που σκηνοθέτησε ο Rob Cohen.
Παραμένει αμφίβολο βέβαια αν και ο ίδιος ο Lin περίμενε ότι θα ακολουθούσε τον δρόμο στον οποίο βρίσκει πλέον τον εαυτό του, όταν έβαλε την τζίφρα του στο κομβικό Tokyo Drift, μια ταινία που μπορεί να έμεινε πιστή στο μέχρι εκείνη την στιγμή υπαρκτό blueprint του γρήγορα-αμάξια-γκόμενες-κόντρες, αλλά έδειξε και μια πρώτη διάθεση να κοιτάξει και λίγο παραπέρα. Το κοσμοπολίτικο κάλεσμα του Τόκυο, αποτέλεσε εμφανώς ένα πολύ θελκτικό “μικρόβιο”, μια ιδέα που άρχισε να μεταλλάσσει εκ των έσω την “μηχανή” του Fast Saga, αλλά ακόμα και έτσι η “απογείωση” της σειράς σε κάτι άλλο, σε κάτι υπερβολικό και οριακά υπερ-ηρωικό, θα ερχόταν πέντε χρόνια αργότερα, με το Fast Five του 2011.
Από εκείνο το σημείο και πέρα, το “παιδί” που μεγάλωσε στα πόδια του Vin Diesel δεν κοίταξε ποτέ ξανά τα συνεργεία, τις αεροτομές και τα custom-ιλίκια που το γέννησαν. Σήμερα, με τον Diesel και τον Lin να αποτελούν το κομβικό δίδυμο που συνεχίζει να οδηγεί την σειρά, το Fast and Furious έχει πολλά περισσότερα κοινά με την action φανφάρα ενός James Bond παρά με τις nitro-charged ασφαλτοδρομίες με τις οποίες μπήκαμε στο κόλπο.
Σε επίπεδο box office, η επιλογή τους να πάνε το δημιούργημά τους προς μια πιο marvel-ική ή James Bond-ική αν θέλετε κατεύθυνση έχει στεφθεί με απόλυτη επιτυχία. Το Fast Saga συνεχίζει να παράγει “κεφάλαια”, με το Fast 9 να προετοιμάζει το έδαφος για μια ΔΕΚΑΤΗ ταινία που είναι ήδη σε επίπεδο προπαραγωγής, ενώ πλέον δημιουργεί και τα δικά του spinoffs. Το Hobbs and Shaw με τους Dwayne ‘The Rock’ Johnson και Jason Statham το πήγε σε μια πιο ξεκάθαρη action-δώσε-ξύλο κατεύθυνση, ενώ η animated σειρά Spy Racers δείχνει και μια διάθεση να μιλήσει το franchise και σε ένα πιο ανήλικο κοινό.
Με άλλα λόγια, αυτό που ξεκίνησε από ένα απλό μαρσάρισμα ενός άρτιου muscle car, είναι πλέον ένα τεράστιο εργοστάσιο παραγωγής υλικού.
Έχει όμως πλέον το παραμικρό νόημα; Μπορεί να πει κανείς με το χέρι στην καρδιά, ότι θυμάται ή μπορεί να εντοπίσει τα σημεία αλλαγής στην πορεία των χαρακτήρων, από το Fast Five και μετά;
Τι ακριβώς προσφέρει αυτή η σειρά πλέον πέρα από κάποια υπερβολικά θορυβώδη set pieces; Δεν εννοώ ότι δεν είναι αρκετά “τέχνη” για τα γούστα μου, αλλά για τον θεό, το action είδος δεν είναι τόσο άμυαλο όσο θα ήθελε πολύ να μας πείσει η γραμμή παραγωγής του Fast Saga.
Το trailer του τελευταίου (μέχρι το επόμενο) κεφαλαίου της σειράς δεν βγάζει το παραμικρό νόημα. Ένας John Cena που αφήνει τα ρινγκ του WWE και μπαίνει στον ρόλο του αδερφού του Vin Diesel (θα πίστευε κανείς ότι ΚΑΠΟΥ, ΚΑΠΟΙΑ ΣΤΙΓΜΗ, θα είχαμε ακούσει κάτι για αυτόν), μια Charlize Theron που προσπαθεί με νύχια και με δόντια να προσδώσει την οποιαδήποτε αξία στην κενή villain-ική φιγούρα της Cipher και η επιστροφή ενός ακόμα νεκρού-που-όμως-τελικά-δεν-είναι-νεκρός-αλλά ζωντανός, του Han. Αναμάσημα εύκολης action-ικής φόρμας δηλαδή, φτηνές δικαιολογίες για την επιστροφή της ομάδας στις επάλξεις για μια τελευταία περιπέτεια που όμως θα είναι “η πιο επικίνδυνη από όλε” και από το trailer και μόνο, είναι εμφανές ότι θα φάμε στην μάπα άλλη μια σειρά από set pieces που θα κάνουν τα ρίχνομε-αεροπλάνα-με-αμάξα και τα διαλύομε-υποβρύχια-με-αμάξα (there’s a pattern here) να φαίνονται της πλάκας.
Για να μην ακουστώ άδικος, προφανώς και οι παραπάνω “ευκολίες” και κουραστικές υπερβολές δεν αποτελούν “ιδιοκτησία” του Furious Saga. Βρίσκονται σε κάθε σύγχρονο ποπ-κορν-ικό action-ικό franchise, γιατί χωρίς αμφιβολία, πίσω από τον θόρυβο των εκρήξεων και την κακοφωνία των αμέτρητων πυροβολισμών κρύβεται μια έλλειψη σεναριακών ιδεών και χαρακτήρων.
Το πρόβλημα όμως με το σπίτι που έχτισε ο Vin είναι πως αρχικά, φρόντισε να το γεμίσει με περισσότερο “γήινους” χαρακτήρες, πρόσωπα και φιγούρες που ταίριαζαν περισσότερο σε ένα πιο πιστευτό high-speed-pursuit περιπετειακό κοστούμι, παρά στο super-agent σαλόνι στο οποίο τώρα μένουν με το στανιό. Η μετάλλαξη των χαρακτήρων από έξυπνα αλάνια του δρόμου σε υπερπράκτορες που θα σύγκριναν σημειώσεις με τον Τζέημς Μπόντ του Ντάνιελ Κρεγκ “χτυπάει” πολύ άσχημα, κάτι που σε συνδυασμό με το επαναλαμβανόμενο μοτίβο των κεφαλαίων της σειράς μας αφήνει κάπως σε μια άβολη “μέρα της μαρμότας”, με την μοναδική διαφοροποίηση να είναι το ολοένα και αυξανόμενο προγούλι του Vin Diesel.
Θα πει κάποιος τώρα – απολύτως δικαιολογημένα – ότι η επιτυχία και το θετικό feedback, δικαιώνει το προϊόν και τους δημιουργούς και με το παραπάνω. Σε αυτό δεν θα διαφωνήσω καθόλου.
Αλλά.
Και εδώ απλά αναρωτιέμαι. Αν ένα από τα πλέον αναγνωρίσιμα action franchises του σύγχρονου κινηματογράφου όχι όλο το περιθώριο να πάρει κάποια ελεγχόμενα ρίσκα και προσφέρει ξανά και ξανά ένα τόσο κουραστικά ανιαρό και λοβοτομημένο end product, τι ελπίδα υπάρχει γενικότερα για το είδος;
Να το πω και αλλιώς.
Πόσο ακόμα πλάνα του Vin Diesel και της φανέλας του πρέπει να δούμε, μέχρι να λυτρωθούμε από αυτόν και αυτήν οριστικά;