Γιατί δεν γύρισα στην Ελλάδα όταν ο κορονοϊός χτύπησε το Λονδίνο
Ο δημοσιογράφος και κάτοικος Λονδίνου Κωνσταντίνος Λιανός, εξηγεί πώς πήρε τη δύσκολη απόφαση να περάσει την καραντίνα μόνος του.
- 30 ΑΠΡ 2020
Εν μέσω μιας κρίσης η σωστή επιλογή είναι συνήθως αυτή που δεν θες με τίποτα να κάνεις. Αυτό λέω στον εαυτό μου αυτές τις ημερές, όταν αναρωτιέμαι αν έκανα καλά που παρέμεινα στο Λονδίνο και δεν γύρισα στην Αθήνα.
Όταν ο κορονοϊός χτύπησε για τα καλά την Ευρώπη τον Μάρτιο κι έπαψε επίσημα πια να είναι αποκλειστικά πρόβλημα της Κίνας, έλαβα το τηλεφώνημα από το σπίτι. Η οικογένειά μου με συμβούλεψε να μπω στο πρώτο αεροπλάνο και να γυρίσω πίσω στην Ελλάδα πριν κλείσουν τα σύνορα.
Εγωιστικά λοιπόν ήθελα να τα παρατήσω όλα, να ετοιμάσω την βαλίτσα μου, να καλέσω ένα Uber, να πάω στο κοντινότερο αεροδρόμιο και να ανεβώ στο επόμενο αεροπλάνο όπως κάνουν στις ταινίες. Το πλάνο ήταν να μείνω μαζί με την αδερφή μου στο διαμέρισμά της όπου θα πέρναγα καραντίνα δύο εβδομάδων κι έτσι θα απομωνόμουν από τους 60άρηδες γονείς μου.
Σκεφτόμουν τον πανικό που αναπόφευκτα θα επικρατούσε αν κάποιος συγγενής έπεφτε θύμα της ασθένειας ενώ εγώ ήμουν αποκλεισμένος στο Νησί, που είναι φυσικά μία δυσάρεστη σκέψη για την οποία με προειδοποίησε μία φίλη μου νοσηλεύτρια. Αλλά όταν οι ειδικοί μιλούν κατα τη διάρκεια μιας κρίσης τείνω να υπακούω σε βαθμό υπερβολής, έτσι λοιπόν δεν γινόταν να αγνοήσω τις εκκλήσεις του Σωτήρη Τσιόδρα και του NHS να ‘μείνουμε σπίτι’.
Πολλές απορίες ταξίδευαν στο μυαλό μου: κι αν κολλήσω στο αεροδρόμιο; Κι αν κάτσω δίπλα σε έναν άρρωστο στο αεροπλάνο καθ’ όλη την τετράωρη πτήση; Κανένας και τίποτα δεν μπορούσε να μου υποσχεθεί ότι δεν θα γύρναγα σπίτι μαζί με ανεπιθύμητη παρέα.
Αλλά το πρόβλημα δεν είναι μόνο η δική μου υγεία, καθώς η πανδημία μας έχει διδάξει – ελπίζω – ότι οφείλουμε να υπολογίζουμε και τους υπόλοιπους. Αντιμετωπίζουμε άλλωστε έναν ιό τόσο ύπουλο που μπορεί να είναι εντελώς ασυμπτωματικός για τον έναν αλλά είναι και ικανός να στείλει κάποιον άλλον στα επείγοντα. Κι αυτός ο κάποιος άλλος δεν είναι κατ’ ανάγκην ηλικιωμένος ή αντιμέτωπος με μίαν άλλη πάθηση, όχι πως έχει τεράστια διαφορά πλέον αν κάποιος ανήκει σε ευπαθή ομάδα.
Αναρωτήθηκα πώς ακριβώς θα διαφέρω απ’ όλους αυτούς τους Αθηναίους που αποφασίσανε ξαφνικά να πάνε στα χωριά τους εν μέσω καραντίνας καθώς κανείς δεν είναι σίγουρος αν έχει προσβληθεί από τον κορονοϊό. Οπότε τι θα γινόταν αν κόλλαγα κάποιον 60άρη που θα είχε την ατυχία να κάτσει δίπλα μου στο αεροπλάνο;
Όσο δραματικό κι αν ακούγεται, δεν θα το άντεχε η συνείδησή μου αν έστελνα κάποιον στην εντατική επειδή πολύ απλά φοβόμουν να περάσω την πανδημία μόνος μου. Θα δυσκολευόμουν ειδικά να τα βρω με τον εαυτό μου αν ήμουν υπεύθυνος για συγγενή που κατέληγε στο νοσοκομείο εξαιτίας του ριψοκίνδυνου ταξιδιού μου.
Σίγουρα δεν είναι εύκολο να περάσει κανείς αυτό τον πρωτόγνωρο εφιάλτη μακριά από τους δικούς του εν μέσω μίας κρίσης όπου η παράνοια δίνει και παίρνει, ειδικά όταν είσαι αποκλεισμένος σε μία κοινωνία όπου τα κρούσματα και ο θάνατος καλπάζουν καθημερινά.
Η Μεγάλη Βρετανία δεν ήταν μονάχα απροετοίμαστη για την πανδημία αλλά επί εβδομάδες αγνοούσε την αναπόφευκτη καταστροφή προκλητικά με τον λαϊκιστή πρωθυπουργό Μπόρις Τζόνσον πρώτο και καλύτερο να υπερηφανεύεται ότι σφίγγει χέρια με όλους, ακόμα και με ασθενείς. Την ίδια ώρα η κυβέρνησή του ήταν προσηλωμένη σε ένα σκληρό Brexit το οποίο πολλοί οικονομολόγοι παραδέχονται ότι θα έχει βαριές επιπτώσεις στην οικονομία τους.
Η κυβέρνηση των Συντηρητικών δυστυχώς επαλήθευσε τους χειρότερούς μας φόβους καθώς έχουν αποδειχθεί ανίκανοι να ηγηθούν και να αντιμετωπίσουν μία τόσο ιστορική πρόκληση με αποτέλεσμα 166.441 κρούσματα και τουλάχιστον 26.000 θάνατοι να σημειώνονται στην Βρετανία.
Οι προειδοποιήσεις ανθρώπων της επιστήμης, οι οποίοι πρότειναν άμεση απαγόρευση κυκλοφορίας, προέβλεψαν μαζικούς θανάτους και δεν απέκλεισαν καταστροφή παρόμοια με την Ισπανική Γρίπη, εισακούστηκαν όταν ήταν πλεον πολύ αργά καθώς ο Τζόνσον αρχικά προτίμησε την ανεκδιήγητη προσέγγιση περί ανόσιας της αγέλης και τελικά έχασε τον έλεγχο.
Το NHS, το οποίο οι Συντηρητικοί έχουν φέρει στα γόνατα με πολιτικές σκληρής λιτότητας τα τελευταία 10 χρόνια, συνεχίζει να καταβάλει υπεράνθρωπες προσπάθειες, ακόμα κι αν οι έντονες εκκλήσεις τους για προστατευτικό εξοπλισμό, αναπνευστήρες και επένδυση αγνοήθηκαν από το κράτος τον περασμένο μήνα, με τουλάχιστον 50 γιατρούς και νοσοκόμες να χάνουν την ζωή τους.
Η μοναξιά είναι ίσως το φαινόμενο το οποίο έχουμε υποτιμήσει περισσότερο κατά τη διάρκεια της πανδημίας, και η έλλειψη ηγεσίας εκτονώνει αυτό το πρόβλημα. Έσι λοιπόν η απόσταση από το σπίτι, όπου η ελληνική κυβέρνηση και το σύστημα υγείας έχει βάλει τα γυαλιά στην υπόλοιπη Ευρώπη κι έχει δικαίως επιβραβευτεί με εγκωμιαστικούς επαίνους από τον διεθνή τύπο, έχει αυτόματα αυξηθεί επίσης.
Είναι άξιο σημείο αναφοράς είναι ότι όποιος αρρωστήσει και μεταφερθεί στο νοσοκομείο θα πολεμήσει τον κορονοϊό μόνος του, χωρίς οικογένεια και φίλους δίπλα στο κρεβάτι του. Εκατοντάδες ασθενείς καθημερίνα υποκύπτουν σε αυτή τη φριχτή ασθένεια στο Ηνωμένο Βασίλειο με εξαντλημένους γιατρούς και νοσοκόμους ως την μοναδική τους συντροφία. Μερικοί είχαν την τύχη να μιλήσουν με συγγενείς μέσω κινητού μια τελευταία φορά κι άλλοι έμειναν με μία νοσοκόμα να τους κρατάει το χέρι.
Είναι αρκετοί αυτοί που υποτιμούν τους Έλληνες μετανάστες καθώς και τους λόγους που τους οδήγησαν στην ξενιτιά όπως επίσης και τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν καθημερινά να τα βγάλουν πέρα χωρίς καμία βοήθεια.
Δεν πρέπει να ξεχάσουμε ότι είναι πολλοί οι Έλληνες αυτή τη στιγμή που αδυνατούν να μείνουν σπίτι και ρισκάρουν την ζωή τους καθημερινά δουλεύωντας σε νοσοκομεία, σούπερ μάρκετ, φαρμακεία και delivery ενώ είναι αρκετοί κι εκείνοι που υπηρετούν ως μέλη της άμεσης δράσης. Οι ηρωικές προσπάθειες που λαμβάνουν καθημερινά να μας κρατήσουν υγιείς, ασφαλείς αλλά και χορτάτους δεν θα αναγνωριστούν ποτέ από την Βρετανική κυβέρνηση, που είναι αποφασισμένη να περάσει σκληρά αντιμεταναστευτικά μέτρα όταν νικηθεί η νόσος.
Η καραντίνα δεν είναι εύκολη για κανέναν αλλά είναι απαραίτητη και όσο περισσότερο την τηρούμε τόσο πιο γρήγορα θα ξεμπερδέψουμε. Η ελεγχόμενη κατάσταση στην Ελλάδα και η συνετή συμπεριφορά της οικογένειάς μου, μου δίνει πάρα πολύ κουράγιο για το μέλλον. Δεν είμαι σίγουρος αν πήρα την σωστή απόφαση να κάτσω στο εξωτερικό, αλλά όταν οι συγγενείς σου βγουν αλώβητοι από την κρίση θα ξέρω ότι σίγουρα δεν πήρα την λάθος απόφαση.