Γιατί να μη βγεις έξω την Πρωτοχρονιά
- 31 ΔΕΚ 2013
Θέλεις να κάνεις μια χάρη στον εαυτό σου; Μη βγεις σήμερα. Άστο. Εχεις 364 ημέρες να το κάνεις. Κάντο τότε. Σήμερα 31 Δεκεμβρίου κάτσε μέσα. Κι αύριο θα νιώθεις πολύ σοφός για αυτή την επιλογή σου.
“Μα όλοι είναι έξω και διασκεδάζουν” θα μου πεις (αν ήξερες το τηλέφωνο μου). “Νομίζεις” θα σου πω εγώ (αν ήξερα το δικό σου). Πρώτον δεν είναι όλοι έξω. Και δεύτερον δεν διασκεδάζουν. Για την ακρίβεια προσπαθώ να σκεφτώ πολλά χρόνια κάποιον που γνωρίζω να έχει περάσει καλά στο πρωτοχρονιάτικο ρεβεγιόν.
Έχω κάνει ρεβεγιόν σε μεγάλα πάρτι στο κέντρο. Έχω κάνει ρεβεγιόν σε μεγάλες πίστες (λεφτά υπήρχαν). Έχω κάνει ρεβεγιόν σε πάρτι σε σπίτι της περιοχής ή σε μαγαζιά της περιοχής. Και το συμπέρασμα είναι τίποτα. Nothing. Nada.
Γιατί η φάση πάει συνήθως κάπως έτσι:
Πρώτα περνάς το ψυχοσωματικό τεστ του να κοιμηθώ λίγο πριν ή δεν προλαβαίνω κι αν νυστάξω μετά, το οποίο γενικά προκαλεί έναν μικρό εκνευρισμό, ειδικά στην περίπτωση που δεν την πέσεις λιγάκι.
Στη συνέχεια ακολουθεί το δείπνο το οποίο συνήθως είναι αρκετά αργά και αρκετά μακριά.
Μετά την αλλαγή έρχεται η ανταλλαγή φιλιών, ευχών και εναγκαλισμών σε συνδυασμό με το αγαπημένο αγώνισμα των Ελλήνων “ας πάρω τηλέφωνο αμέσως μετά την αλλαγή του έτους μαζί με όλη την υπόλοιπη χώρα, όχι εγώ θα πιάσω γραμμή γιατί είμαι ο καλύτερος”. Λογικά κάποιος παλιά θα είχε πει σε έναν γονιό ότι αν δεν πάρει μέσα στα πρώτα δευτερόλεπτα του νέου έτους το παιδί του τηλέφωνο θα μετακινηθεί κάποια τεκτονική πλάκα στο Ιόνιο. Και να σου πω κάτι; Δεν θα ταράξουμε εμείς την παγκόσμια ισορροπία, ντάξει;
Μετά αρχίζουν τα μηνύματα. Αρχικά αυτά τα ομαδικά -που δεν ήταν αστεία ούτε την πρώτη φορά- και μετά τα “που” και τα “πότε”. Και καλά παλιά που είχαμε μόνο τα SMS, τώρα για να συντονιστείς με what’s up, με viber και με μηνύματα στα social media, θέλεις τουλάχιστον τρεις οθόνες, πέντε μάτια και οκτώ αντίχειρες.
Όταν, όμως, τα φιλιά στεγνώσουν, οι οθόνες σβήσουν, το φλουρί στη βασιλόπιτα αναπηδήσει την τελευταία στιγμή και πέσει στα “γειτονικά” και τα “που θα πάτε τέτοια ώρα” σταματήσουν να αντιλαλούν στα αυτιά, παίρνεις το δρόμο της μεγάλης φυγής.
Βάζεις ζώνη, κινητό να φορτίζει (μετά από τόσα μηνύματα λογικό), μουσική και σανιδώνεις το γκάζι. Για να σταματήσεις μετά από 5 δευτερόλεπτα μπροστά σε ένα ποτάμι από κόκκινα φώτα, τα οποία σου απαγορεύουν να βάλεις 3η για το υπόλοιπο της διαδρομής.
Τελικά φτάνεις. Εσύ, οι άλλοι όχι, γιατί κάπου κόλλησαν (σε δρόμο, σε σπίτι, σε τσόχα, κάπου…) και αν κοιτάξεις καλά το ρολόι σου θα δεις ότι ζήτημα αν τελικά θα περάσεις πάνω από δύο ώρες με αυτούς που θέλεις.
Συν του ότι η όλη διαδικασία θα σου κοστίσει. Συγγνώμη, αλλά διαφωνώ με το “μια φορά το χρόνο είναι”, ή με τα άλλα τα ψυχαναγκαστικά. Δεν βρίσκω το λόγο γιατί πρέπει να πας στα μπουζούκια τη συγκεκριμένη ημέρα, που όλα κοστίζουν διπλά. Πήγαινε κάποια άλλη στιγμή τον υπόλοιπο χρόνο, που θα έχεις περισσότερη ώρα στη διάθεση σου και μικρότερη λυπητερή στο τέλος της βραδιάς.
Το ίδιο και με τα μεγάλα -πλην απρόσωπα- πάρτι στο κέντρο, που είναι όλο υποσχέσεις. Όπως το “απεριόριστη κατανάλωση αλκοόλ”.
Δηλαδή, το νόημα είναι να ταλαιπωρηθούμε, να μην περάσουμε καλά και τελικά να χρειάζεται να περιμένουμε να φάμε σαν να μην υπάρχει αύριο στο πρωινό, για να σωθεί η παρτίδα; Γιατί;
Και σε ρωτώ: είσαι από αυτούς που πιστεύουν το περίφημο “ότι κάνεις την 1η ημέρα του χρόνου, θα κάνεις και όλο τον υπόλοιπο”; Συγνώμη, αλλά αν ήταν έτσι, θα έπρεπε όλο το 2003 να έπαιζα μπαρμπούτι σε μια γωνία στην Ομόνοια και το 2009 να έχω πέσει σε χειμερία νάρκη.
Παραμύθια. Το σωστό είναι “κάνε την 1η ημέρα του χρόνου, αυτό που θέλεις να κάνεις τον υπόλοιπο”. Κάτσε με τους φίλους σου. Μείνε μέσα με αυτούς που γουστάρεις ή στην τελική ξεκουράσου. Κάποιος δεν πρέπει να δει και τηλεόραση; Τι θα γίνει, δηλαδή, ο Σπύρος Παπαδόπουλος; Κλέφτης;
Για μένα η λύση είναι απλή: φαγητό, ραδιουργίες κατά τη διάρκεια της κοπής της βασιλόπιτας και μετά με φίλους σε κάποιο σπίτι. Αν δεν είσαι 20 χρονών θα καταλαβαίνεις τι λέω. Ειδικά αν έχουν περάσει τα χρόνια έχεις δοκιμάσει “το έξω”, το έχεις πληρώσει και το έχεις σιχτιρίσει (ντροπή μέρες που ‘ναι) κολλημένος σε ένα φανάρι. Συν τοις άλλοις τον τελευταίο καιρό, δεν βλέπεις αυτούς που θέλεις τόσο συχνά. Είναι μια καλή ευκαιρία και για αυτό, αλλά και για να στρωθεί το τραπέζι με μια τσόχα, έτσι μωρέ για το καλό.
Βγάλτο από το μυαλό σου. Δεν ΠΡΕΠΕΙ να βγεις. Δεν ΠΡΕΠΕΙ να περάσεις καλά αυτή την ημέρα λες και θα δεις μπροστά σου την κάμερα του Star και τον ρεπόρτερ Τσίλι. Κάνε ότι θέλεις. Κάνε ότι θα έκανες ένα βράδυ Σαββάτου, ή ένα βράδυ Πέμπτης που είναι το νέο Σάββατο, ή ένα βράδυ Δευτέρας που είναι η νέα Πέμπτη, ή όποτε θέλεις τέλος πάντων.
“Εσύ είσαι ο άρχοντας της μοίρας σου, εσύ είσαι ο καπετάνιος της ψυχής σου”, όπως έλεγε ο Νέλσον Μαντέλα και δεν έχει καμία σχέση με το κείμενο.
Και για να τελειώνουμε. Αν έχεις ακόμη αμφιβολία για το “γιατί να μη βγεις”, δώσε μου μια καλή απάντηση για το “γιατί να βγεις” και θα σου πω άντε και του χρόνου.