ΤΑΞΙΔΙ

Η αγαπημένη μας “χώρα” στις Κυκλάδες

Βάλαμε κάτω Αντίπαρο, Μήλο, Σίφνο, Σέριφο, Σύρο, Μύκονο και Αμοργό. Βγάλαμε την πρωτεύουσα των διακοπών μας με επιχειρήματα (κι ένας με τα λόγια του σατιρικού ποιητή)

Συγκεκριμένα πράγματα θα κάνεις στο κυκλαδονήσι: περίπατους στους ασβεστωμένους δρόμους, θα ψάξεις για δροσιά το μεσημέρι, για απάνεμη γωνιά το βράδυ, θα πιεις ποτάκι στις πεζούλες, θα ψωνίσεις σουβενίρ και θα πιεις γκαζόζα στο μικρό παντοπωλείο κάτω από το δωμάτιο. Χώρα από χώρα, όμως, διαφέρει.

Την “χώρα” στην Αντίπαρο, ο Γρηγόρης Μπάτης

Διακοπές σημαίνει ξεκούραση. Ξεκούραση σημαίνει άραγμα. Άραγμα σημαίνει δεν κάνουμε χιλιόμετρα με το αμάξι για να δούμε όλες τις παραλίες του νησιού. Αυτό δεν είναι ξεκούραση, είναι κούραση. Για όλα τα παραπάνω, προτιμάμε πάντα μικρά νησιά, που αν είναι δυνατόν τα γυρνάμε με τα πόδια, βαριά βαριά με ποδήλατο. Μικρά νησιά όπως η Αντίπαρος, που δεν έχει ακριβώς χώρα, αλλά ένα κέντρο. Το κέντρο που συγκεντρώνεται ο κόσμος για να διασκεδάσει, να φάει, να περπατήσει. Ο τόπος συνάντησης για όλους, κάθε που βραδιάζει και μέχρι να ξημερώσει. Εκεί βρίσκεις την ωραία και κλασική ταβέρνα Κληματαριά, εκεί βρίσκεις μπαράκια με ροκ μουσικές, εκεί πίνεις χαλαρά τον ποτό σου πριν πας στην ντισκοτέκ “La Luna” μέχρι το πρωί, εκεί θα γυρίσεις τα ξημερώματα για να φας μια κρέπα, εκεί θα βρεις και μαγαζιά για να ψωνίσεις, σουβενίρ και όχι μόνο. Στην Αντίπαρο θα συναντήσεις ό,τι ψάχνεις σ’ ένα νησί, στο κέντρο της θα συναντήσεις όλους όσους κατοικούν σ’ αυτήν. Και θα γίνετε μια παρέα…

Μήλος ο Πάνος Κοκκίνης

Έχει το σωστό μέγεθος (όχι πολύ μεγάλη αλλά όχι και ανύπαρκτη), το σωστό χρώμα (άσπρο-μπλε και τίποτα άλλο), την σωστή αναλογία μαγαζιών-σπιτιών-εστιατορίων (βλέπε 1-1-2), κάστρο στην κορυφή (εντάξει, όχι φουλ τύπου Αστυπάλαιας, αλλά πάντως κάστρο) και θέα στο απέραντο γαλάζιο, αν ξέρεις που να κοιτάξεις (από την αυλή της Παναγιάς της Κορφιάτισσας-στις από πάνω εκλλησίες έχει περπάτημα και βαριέμαι να ανέβω). Επίσης, το σημαντικότερο από όλα, οι κατοικοί της την προσέχουν. Είναι ένα πραγματικό στολίδι σε ένα νησί-στολίδι που είναι δεδομένο ότι, προσεχώς, θα αποκτήσει την παγκοσμία φήμη που αυτή τη στιγμή απολαμβάνουν, για διαφορετικούς λόγους η καθεμιιά, η Μύκονος και η Σαντορίνη.

Τη χώρα της Αμοργού ο Μάνος Μίχαλος

Είναι αυτό που θυμάμαι περισσότερο από κάθε τι άλλο, από την Αμοργό, αφού οι παραλίες δεν με έκαναν τρελό για αυτές (οκ, ναι, απέραντο γαλάζιο, αλήθεια είναι αλλά είμαι του πιο ανοιχτού νερού και των αμμουδιών), αλλά ούτε για παράδειγμα η γενικότερη μοροφολογία του νησιού. Όμως, η χώρα είναι όντως η καλύτερη ή τέλος πάντων μία από τις πιο όμορφες που μπορείς να βρεις στο Αιγαίο. Σοκάκια, λευκό πλακόστρωτο, μεγάλη και συγχρόνως “μαζεμένη” και εκεί ψηλά, για να αγναντεύεις θάλασσα. Οκ, οκ, τ απέραντο γαλάζιο. Προσπαθώ να θυμηθώ και κανένα μαγαζί να σας πω, αλλά έχουν περάσει αρκετά χρόνια από τότε που πήγα, οπότε η κρίση μπορεί να έχει κλείσει κανένα και να σας στείλω σε λάθος πόρτα. Όμως, δεν έχει μεγάλη σημασία πού θα κάτσεις. Πάρε ένα ρακόμελο, το κορίτσι σου και κάτσε να κοιτάξεις τον ορίζοντα. Εντάξει, το κέρατο μου, το απέραντο γαλάζιο εννοώ.

Τη χώρα της Αντιπάρου και ο Ηλίας Αναστασιάδης

Η σχέση μου με τα νησιά και τις διακοπές στα νησιά είναι φαιδρή. Δεν είναι ότι έχω πάει σε λίγα, είναι ότι έχω υπάρξει λίγος πηγαίνοντας σε αυτά. Λίγος, δηλαδή μίζερος. Επειδή η μοίρα με έφερε πολλές (πάμπολλες για τα δικά μου δεδομένα) στη χώρα της Αντιπάρου, θα πάω με τη χώρα που γνωρίζω καλύτερα από οποιαδήποτε άλλη κυκλαδίτικη. Σοφά τα λέει ο Μπάτης για βράδια-ξημερώματα στο La Luna, αλλά η ζωή είναι αρκετά εντάξει και πολύ πριν πάρεις τα χωράφια και το χωματόδρομο. Ο στενός πεζόδρομος που οδηγεί απ’ το λιμάνι στην κυρίως χώρα είναι μια πασαρέλα από τα κορυφαία bruncho-φαγητάδικα στις Κυκλάδες. Αν δεν σου κάνουν, υπάρχουν και σουβλατζίδικα στο τέλος του πεζόδρομου. Από κει και πέρα ξεκινάει η μάχη με τα μπαρ που σε ποσοστό 97,4% παίζουν ανθρώπινη μουσική. Φιλικό τιπ: Αν χάσεις το πορτοφόλι σου στη χώρα της Αντιπάρου, υπάρχουν καλές πιθανότητες να το βρεις να σε περιμένει έξω απ’ το αστυνομικό τμήμα. Συνέβη σε κολλητό μου την τελευταία μας φορά εκεί. Μια άλλη φορά είχαμε πετύχει και τον Γιάννη Πάριο και του κάναμε αστειάκι ότι δεν έχει καμία δουλειά στην Αντίπαρο (Πάριος, Πάρος, κατάλαβες). Δεν έσκασε στα γέλια.

Τη χώρα της Σίφνου ο Στέλιος Αρτεμάκης

Δεν κατάλαβα ποτέ το ντόρο με τη Σαντορίνη. Θες ηφαίστειο; Τράβα στην Ισλανδία που έχει κανονικά ηφαίστεια που κοχλάζουν και κάνεις μπάνιο σε ιαματικές λίμνες. Αν θες Κυκλάδες, χώρα, νησί, καρκαήλι πας στη Σίφνο. Κοσμοπολίτικη χωρίς τον πανικό. Μια μικρή Σαντορίνη. Γι’ αυτό εκεί τρως καλά, περπατάς τα σοκάκια, πίνεις ποτάκια στην πλατεία και σκέφτεσαι το μπάνιο της επόμενης μέρας. Στην Απολλωνία έχεις τις γειτονιές και θέλει πόδια για να ανεβαίνεις τις ανηφοριές. Αλλά τίποτα δεν συγκρίνεται με το να περπατάς ντάλα μεσημέρι στα δρομάκια, να μην κυκλοφορεί ψυχή και να μπαίνεις στο φτωχό παντοπωλείο για μια γκαζόζα. Να κάτσεις το σούρουπο να φας ένα στιφάδο με κάπαρη. Και, σοβαρά τώρα, υπάρχει καλύτερο όνομα από το Απολλωνία;

Τη χώρα της Σερίφου ο Στέφανος Τριαντάφυλλος

Είμαι ανάμεσα σε Σίφνο και Σέριφο. Η Απολλωνία της Σίφνου είναι λιγότερο ωραία, αλλά περισσότερο ελκυστική, έχοντας εξαιρετική ποιότητα σε φαγητό και διασκέδαση. Συν του ότι χάνει πόντους επειδή δεν είναι η παλιά χώρα, αλλά καινούργιο φρούτο, καθώς ως γνωστόν ο Αρτεμώνας ήταν η πρώτη χώρα του νησιού. Για αυτό θα προτιμήσω αυτή της Σερίφου, που βρίσκεται ψηλά και έχει και τρομακτική θέα (και τρομακτικό αέρα , αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία). Πας-πας, ανεβαίνεις-ανεβαίνεις και τελικά φτάνεις σε ένα υπέροχο σημείο, εκεί που μπερδεύονται όλα τα χρώματα, ο ορίζοντας και οι γειτονικές Κυκλάδες, μαζί με κάτι τυροπιτάκια, κάτι τσίπουρα και κάτι κοκτέιλ(ς). Εκπληκτικά σοκάκια, εκπληκτική πλατεϊτσα, εκπληκτικά εκνευριστική φάση αν έχει αέρα. Μπορεί οι ρυθμοί να πέφτουν το βράδυ και να σου τη σπάσει λίγο αν δεν είσαι στη φάση παιδί-σκυλί, αλλά και πάλι ψηφίζω δαγκωτό με χέρια και πόδια.

Τη χώρα της Σερίφου ο Χρήστος Χατζηιωάννου

 

Έχω δύο αγαπημένα νησιά στις Κυκλάδες. Την Τζια και την Αμοργό. Και θα μπορούσα να απαντήσω σε αυτό το ερώτημα με τις χώρες και των δύο αυτών νησιών. Με την Ιουλίδα για το πόσο όμορφη και χρωματιστή είναι στο φως τους ηλιοβασιλέματος και με τη χώρα της Αμοργού για την απλότητα και την εκπληκτική θέα. Αλλά θεωρώ αδιανόητο να έχεις πάει στη χώρα της Σερίφου και να μην γράψεις για αυτή. Για το άγριο τίποτα στους βράχους που την περιβάλλουν, για τα απότομα σοκάκια στα οποία χάνεσαι, για την μικρή χωμένη πλατεία με το καφενείο στην οποία θα προστατευτείς από τον αέρα, για τον αέρα που δεν σε αφήνει σε ησυχία, για τη θέα από την εκκλησιά στην κορυφή του λόφου, για το ΚΤΕΛ των μεθυσμένων που κατεβαίνει κάθε βράδυ μέχρι το λιμάνι πίνοντας σφηνάκια σε κάθε στροφή με τον Χάρο, για το υπέροχο κυκλαδίτικο άσπρο της και την αντίθεση που κάνει στον βράχο, για το πόσο όμορφη όσο και απόμακρη δείχνει η χώρα από το λιμάνι.

H Ερμούπολη για τον Χρήστο Δεμέτη

Να το ξεκαθαρίσω εξ αρχής. Σαντορίνη δεν έχω πάει ακόμα. Ίσως το μόνο από τα “στανταράκια” των Κυκλάδων που μου έχει διαφύγει για την ώρα. Άρα δεν μπορώ να κρίνω τη Σαντορίνη ως προς τη γραφικότητα της και λοιπά και λοιπά. Ίσως επειδή εγώ είμαι πιο γραφικός από αυτή, γι’ αυτό την αποφεύγω. Θα μιλήσω για όσα ξέρω. Ναι, μου άρεσε και η χώρα της Σίφνου και της Φολεγάνδρου και της Μυκόνου παρά τη βαβούρα της, και ο Πύργος της Τήνου και η αρχοντιά της Άνδρου, αλλά στην Ερμούπολη θα μπορούσα να ζήσω. Κανονικά, να δουλεύω εκεί και να μεγαλώνουν τα παιδιά μου. Όταν κάνω παιδιά. Η πλατεία του θεάτρου με τον ιστορικό “Απόλλωνα”, η μουσική του Μάρκου, ξέρεις για ποιον Μάρκο λέω, τα κείμενα του Μάνου Ελευθερίου, τα γραφικά σοκάκια, οι λόφοι, η Άνω Χώρα, η απλότητα και η φιλοξενία των ντόπιων, όλα μαζί. Είναι οι πρόσφυγες που ήρθαν σταδιακά στο νησί από τη Μικρά Ασία, τη Χίο, την Κάσο, τα Ψαρά και την Κρήτη από το 1822, που κάνουν τη Χώρα τόσο ξεχωριστή. Με την κουλτούρα και τον αέρα τον Σμυρναίικο που επιβιώνει ακόμα και σήμερα. Κι αν η πρώτη εικόνα με τα ναυπηγεία σε αποθαρρύνει καθώς φτάνει το καράβι στο λιμάνι, (σίδερα παντού) την πραγματική μαγεία θα την ανακαλύψεις όσο μπαίνεις προς το εσωτερικό της πόλης και όσο ανεβαίνεις προς τα ψηλά. Έχω πάει καλοκαίρι στη Σύρο, έχω γυρίσει την Ερμούπολη και την Άνω Χώρα. Ήρθε η ώρα να επισκεφτώ τα μέρη αυτά και Πάσχα. Είναι ρε παιδί μου μια νησιώτικη πόλη που είναι όμως πόλη. Και εμείς, τα παιδιά της πόλης, όσοι είμαστε τέτοιο, τα ψάχνουμε και τα εκτιμούμε αυτά.

Και κλείνω με ένα στίχο του Συριανού σατιρικού ποιητή, Γεωργίου Σουρή:

Χαρά στους χασομέρηδες! χαρά στους αρλεκίνους! σκλάβος ξανάσκυψε ο ρωμιός και δασκαλοκρατιέται. Γι’ αυτό το κράτος, που τιμά τα ξέστρωτα γαϊδούρια, σικτίρ στα χρόνια τα παλιά, σικτίρ και στα καινούργια!

Και των σοφών οι λόγοι θαρρώ πως είναι ψώρα, πιστός εις ό,τι λέγει κανένας δεν εφάνη… αυτός ο πλάνος κόσμος και πάντοτε και τώρα, δεν κάνει ό,τι λέγει, δεν λέγει ό,τι κάνει“.

Επίκαιρο ε;

Την χώρα της Αμοργου και ο Δημήτρης Κουπριτζιώτης

Δεν έχω πάει στην Σαντορίνη, δεν έχω πάει Φολέγανδρο, που μου έχουν περιγράψει γκειμοφθρονικα πλάνα απο τις χώρες τους. Και γενικά είμαι τύπος που θυμάται καταστάσεις και όχι τόσο μέρη. Θυμάμαι περισσότερο τότε που μεθύσαμε και παίζαμε ρακέτες το ξημέρωμα στην Αμοργό, που γυρίσαμε όλη την Ίο πίνοντας μόνο σφηνάκια σε κάθε μαγαζί και τα donuts στην Νάξο το ξημερωμα(πρέπει να σου μιλήσω μία μέρα για αυτά). Άρα ούτε ονόματα μαγαζιών θυμάμαι, ούτε περιοχών. Θυμάμαι όμως ότι η Χώρα της Αμοργού με ειχε μαγεψει. Θυμάμαι τα δρομακια με τα μπαρ, που δεν σε έπνιγαν αλλα σου άφηναν τον χώρο να απολαύσεις το ποτο σου. Θυμαμαι μια εκπληκτική θεα και ενα γαλάζιο που δεν τελείωνε ποτε (ναι, το απέραντο γαλάζιο Μανο). Θυμαμαι τις ομορφες γυναικες που δεν ηταν ντυμένες σαν να πανε σε γάμο (βλέπε Μύκονο και Σαντορίνη) αλλα ανάλαφρα και καλοκαιρινά. Θυμαμαι την αμοργιανη ρακη και πόσο εθιστική ειναι. Θυμαμαι οτι δεν ηθελα να φύγω απο την Χώρα της Αμοργου.

Τη χώρα της Μυκόνου ο Θέμης Καίσαρης

Δεν γνωρίζω αρκετές χώρες των Κυκλάδων ώστε να κάνω επιλογή. Για την οικονομία της κουβέντας δέχομαι πως όλες οι προτιμήσεις των υπολοίπων είναι πραγματικά καταπληκτικές. Και τώρα ας μιλήσουμε για τη χώρα της Μυκόνου, για το Μανχάταν των Κυκλάδων, την πόλη που πραγματικά δεν κοιμάται ποτέ, εκτός απ’τους μήνες της χειμερίας νάρκης.

Ο,τι κι αν πιστεύεις για το νησί και για τη χώρα είναι λάθος. Το να πιστεύεις πως θα τα μάθεις όταν τα επισκεφτείς είναι επίσης λάθος, γιατί μια φορά δεν είναι αρκετή. Θα περάσεις 4-5 βράδια στα σοκάκια και θα νομίζεις πως ξέρεις. Δεν ξέρεις. Δεν θα ξέρεις ούτε το δεύτερο καλοκαίρι που θα πας, ούτε το τρίτο. Κι όταν κάποια στιγμή, μετά από συνεχόμενες επισκέψεις, αποκτήσεις την αίσθηση πως ξέρεις, τότε όλα θα αλλάξουν και αυτά που έμαθες θα είναι πια παρελθόν.

Η χώρα της Μυκόνου δεν κοιμάται, έχει χώρο για όλους ακόμα κι όταν δεν χωράει άλλους, έχει αυτό που θες τη στιγμή που το θες, ο,τι κι αν είναι αυτό, ικανοποιεί ταυτόχρονα χιλιάδες διαφορετικές απαιτήσεις. Και αλλάζει με το ρυθμό που αλλάζεις κι εσύ. Η Μύκονος που επισκέφτηκες στα 18 σου έχει αλλάξει όσο άλλαξες εσύ σε σχέση μ’αυτό που ήσουν στα 18.

Δεν γίνονται περιγραφές, αναλύσεις, τι και πως. If I had to explain you wouldn’t understand.