ΗΜΟΥΝ ΕΚΕΙ

Η ραψωδία του μαλάκα

Ένας δημοσιογράφος του Oneman προσπαθεί να προσεγγίσει με διάφορους τρόπους την προαιώνια πολυδιάστατη αλήθεια της μαλακίας.

Γεια σας και χρόνια πολλά! Πριν ξεκινήσω, θα μου επιτρέψετε να ξεκαθαρίσω κάτι σημαντικό. Μπορεί η πολιτική ορθότητα να απαιτεί τη χρήση του όρου ‘αυνανισμός’, όμως αυτός (ο όρος) δεν έχει καμία θέση σε αυτό το κείμενο. Και τούτο γιατί ο γελοιότατος Αυνάν, δευτερότοκος γιος του Ιούδα και εγγονός του Ιακώβ, δεν θα έπρεπε σε καμία περίπτωση να χρησιμοποιείται ως ορολογία για τη μαλακία. Διότι, για όσους το αγνοούν, σε καμία περίπτωση δεν τον έπαιζε. Αντίθετα, όταν σφεντάνιζε την σύζυγό του, Θάμαρ, απλώς τραβιόταν και τελείωνε έξω, γιατί αν γεννιόταν παιδί, τότε θα έχανε τα πρωτοτόκια. Δηλαδή όλα γίνονταν για το μπαγιόκο. Προσέξτε όμως, για να μην μπερδευτείτε. Το ότι ο Αυνάν δεν τον έπαιζε, αυτό δε σημαίνει ότι δεν ήταν μαλάκας. Ήταν και παραήταν. Και μεγάλος μάλιστα. Και εκεί έγκειται το μεγαλείο της μαλακίας.

Το ότι δηλαδή δεν περιορίζεται αυστηρά σε μια ερμηνεία, αλλά χρησιμοποιείται παντού, όπως γουστάρει ο καθένας, χωρίς όρια. Θα ήταν λοιπόν πολύ άδικο και εντελώς λανθασμένο από πάσης απόψεως, να υιοθετήσουμε έναν αποτυχημένο βιβλικό κόπανο ως επίσημη ορολογία σε κάτι για το οποίο η ελληνική γλώσσα έχει φροντίσει να περιγράψει με πολλούς μαγικούς τρόπους. Και μόνο οι δυο βασικότεροι, ο μονολεκτικός (μαλακία) και ο περιφραστικός (τον/την/το παίζω), φτάνουν για να απογειώσουν από μόνοι τους το ίδιο το κείμενο και να αποτίσουν φόρο τιμής στην συμπαντικών διαστάσεων δωρική απλότητα του πραγματικού περιεχομένου του σημερινού θέματός μας.

Λίγη θεωρία…

Η μεγαλύτερη ίσως κατάκτηση της μαλακίας, έγκειται στο ότι οι διαφορετικές έννοιές της, ξεκινούν από ξεχωριστές αφετηρίες, όμως στην πορεία συναντιούνται θέλοντας και μη. Αλλά αυτό μπορεί να λειτουργήσει και αντίστροφα ή ακόμα και στη μέση της διαδρομής. Εντός, εκτός και επί τα αυτά, οι διαφορετικές μαλακίες θυμίζουν κοινά σύνολα μαθηματικών, όπου όμως τα όρια είναι τόσο δυσδιάκριτα και ομιχλώδη, ώστε από ένα σημείο και μετά να είναι αδύνατος ο διαχωρισμός. Τί θέλω να πω; Είναι απλό. Δεν είσαι μαλάκας μόνο επειδή τον παίζεις, αλλά και για χίλιους ακόμα διαφορετικούς λόγους, που αρχικά μπορεί να φαίνονται άσχετοι μεταξύ τους, όμως όχι φίλε μου, δεν είναι καθόλου άσχετοι, αντίθετα, δημιουργούν μια τέλεια αλυσίδα κβαντικού μεγαλείου, μπροστά στο οποίο δεν μπορεί παρά να υποκλιθεί η ανθρώπινη ύπαρξη στους αιώνες των αιώνων, αμήν.

Την εποχή της μεγάλης ακμής, πλήρως αποχαυνωμένος. Θα καταλάβετε διαβάζοντας λεπτομέρειες πιο κάτω!

Η μαλακία είναι ο απόλυτος θρίαμβος της νεοελληνικής γλώσσας. Μπορεί να προέρχεται από την αρχαία ελληνική (“φιλοκαλούμεν τε γάρ μετ’ ευτελείας και φιλοσοφούμεν άνευ μαλακίας”, έλεγε στον Επιτάφιο ο Περικλής), όμως είναι στον προηγούμενο αιώνα που απογειώθηκε κατακτώντας το ίδιο το σύμπαν σε μια μεγαλειώδη αποδοχή από την παγκόσμια κοινότητα. Υπάρχουν λέξεις που τις γνωρίζει όλη η υφήλιος, όπως το ισπανικό ‘olé’ ή το αγγλικό ‘ok’. Σε αυτές ανήκει και η μαλακία ή ο μαλάκας, αν το προτιμάτε. Μην παραμυθιάζεστε. Αν κάνετε μια βόλτα στην Πλάκα και ρωτήσετε εκατό ξένους αν ξέρουν κάποια ελληνική λέξη, οι 99 θα απαντήσουν ‘μαλάκας’. Ούτε μουζάκα, ούτε Ακρόπολη, ούτε Παρθενώνας, ούτε δημοκρατία. Όμορφα και απλά, ‘μαλάκας’. Και ο εκατοστός δεν θα πει μαλάκας από μαλακία.

Αν υπάρχει ένα χαρακτηριστικό που ταιριάζει γάντι στην μαλακία, αυτό είναι το ότι κανείς δεν μπορεί να της αντισταθεί. Σε οποιαδήποτε έκφρασή της. Ας δεχτούμε ότι σημείο αναφοράς θα είναι η θεμελιώδης έννοια της μαλακίας, δηλαδή αυτό που αναφέραμε πιο πάνω ως “τον/την/το παίζω”, παρά το γεγονός ότι κάτι τέτοιο είναι πραγματικά αυθαίρετο, αφού όλοι έχουμε κάνει την πρώτη μαλακία μας πολύ πριν παίξουμε για πρώτη φορά το πουλάκι μας. Ας το δεχτούμε όμως χάριν της συζήτησης. Και ας δεχτούμε επίσης, ότι κάθε άλλη έννοια μαλακίας θα είναι συνοδευτική στην θεμελιώδη. Ξεκινώντας λοιπόν αυτή την πορεία, ανεξάρτητα από το πού θα μας βγάλει, είμαστε υποχρεωμένοι να δεχτούμε μια τεράστια αλήθεια, η οποία δεν χρειάζεται απόδειξη, αφού πρόκειται για αξίωμα της ζωής. Ποια είναι αυτή; Μα ότι όλοι ανεξαιρέτως είμαστε μαλάκες.

Malakizomai ergo sum

Δεν υπάρχει άνθρωπος πάνω στον πλανήτη γη που να μην τον έχει παίξει ή να μην έχει κάνει μαλακίες. Στην συντριπτικά συντριπτική πλειοψηφία, οι άνθρωποι και τον παίζουν και κάνουν μαλακίες. Δεν είναι τίτλος τιμής, αλλά πολύ απλά τίτλος ζωής. “Cogito ergo sum”, έλεγε ο μεγάλος Ρενέ Ντεκάρτ, δηλαδή “σκέφτομαι, άρα υπάρχω”. Εσείς μπορείτε να το παραφράσετε πολύ εύκολα για να το προσαρμόσετε στο δικό μας θέμα: “Malakizomai ergo sum”. Δεν νομίζω ότι χρειάζεται μετάφραση, απλά λίγο θάρρος για να το παραδεχτείτε. Γιατί, μεταξύ μας, δεν είναι λίγοι εκείνοι και εκείνες που είτε υποστηρίζουν ότι δεν τον/το παίζουν, είτε ότι δεν κάνουν μαλακίες. Μην τους/τις πιστεύετε. Λάστιχο το έχουν κάνει. Σκεφτείτε το κι απ’ την άλλη. Δεν είναι μαλακία να λες ότι δεν τον παίζεις; Ή δεν είναι μαλακία να πιστεύεις ότι δεν κάνεις μαλακίες; Άρα που καταλήγουμε; Μαλάκες και στη μία περίπτωση και στην άλλη.

Το παιδί και το πουλί. Οι δυο σημαντικότεροι συμβολισμοί της μαλακίας σε ένα φωτογραφικό κλικ.

Τέλος πάντων, για να μην μακρηγορούμε, η πολυπλοκότητα της μαλακίας δεν επιτρέπεται να αναλώνεται σε εύρεση επιχειρημάτων για να πειστεί ο οποιοσδήποτε ότι είναι φύσει και θέση μαλάκας. Γι’ αυτό προσπερνώ αυτόν τον απειροελάχιστο σκόπελο, αφήνοντας την μοναδική αλήθεια που υπηρετεί οποιασδήποτε μορφής αναζήτηση: Όλοι οι δρόμοι οδηγούν στη μαλακία. Και δεν έχει το παραμικρό νόημα να προσπαθήσετε να λοξοδρομήσετε, γιατί και οι λοξοί δρόμοι οδηγούν επίσης εκεί. Προσοχή! Δεν λέω ότι πρέπει να πηγαίνετε σαν τα ζωντόβολα για ευθεία μετωπική σύγκρουση με τη μαλακία. Προφανώς και όχι. Όταν όμως βρεθείτε στον ‘βατήρα’ της εκκίνησης, μην περάσει από το μυαλό σας ότι ο δικός σας τερματισμός είναι ‘καθαρός’ από μαλακίες, ούτε επίσης ότι η διαδρομή μέχρι τον τερματισμό δεν κρύβει μαλακοπαγίδες, γιατί και στις δυο περιπτώσεις θα πιαστείτε μαλάκες!

Το γοητευτικό με την μαλακία είναι ότι αποτελεί τον μεγαλύτερο φαύλο κύκλο της ιστορίας. Γιατί ό,τι και αν κάνεις, εκεί θα καταλήξεις πάλι. Είτε ξαναπαίξεις το πουλάκι σου, είτε κάνεις κάποια γενικής φύσεως μαλακία, πάλι μαλάκας θα είσαι. Μην προσπαθήσετε να το συγκεκριμενοποιήσετε, γιατί δεν έχει νόημα. Θέλω να πω, μπορεί να πείτε ότι αυτή την α’ ή τη β’ μαλακία δεν την ξανακάνω. Και να δεχτώ ότι θα το καταφέρετε. Θα την βρείτε όμως από αλλού, γιατί αυτό είναι το ανθρώπινο πεπρωμένο. Να έχει τον μαλακομαγνήτη. Να ρέπει με μαθηματική ακρίβεια στην – εκάστοτε – μαλακία. Τώρα, σχετικά με την αυθεντική μαλακία, εκεί πράγματι μπορεί να υπάρξουν ‘ημερομηνίες λήξης’. Δεν θα έπρεπε όμως. Για σκεφτείτε το λίγο. Δεν μας ενδιαφέρει η συχνότητα, όχι, καθόλου. Αυτό που είναι σημαντικό, είναι η ετοιμότητα.

18.432 φορές

Καταλαβαίνω ότι δεν είναι δυνατόν να συγκρίνουμε την εφηβεία με την ωριμότητα. Και όσο τα χρόνια αρχίζουν να μετράνε με -ήντα και οι δεκαετίες περνάνε, οι αντοχές όλο και μικραίνουν. Όμως η μαλακία δεν ξεχνιέται. Είναι σαν το τάβλι αδερφέ. ‘Η την προπαίδεια. Εφτά οχτώ θα κάνει πάντα πενήντα-έξι. Και πάντα θα σου βγαίνει αυτόματα. Όπως αυτόματα βγαίνει το να κλείνεις το τάβλι με θόρυβο όταν χάνεις 6-0 και ο άλλος σου πιάνει την παραμαμά. Έτσι και με τη μαλακία. Από ένστικτο και μόνο, υπάρχει εκεί. Και είναι ζωντανή. Να στο πω αλλιώς. Δε γουστάρω να πάω ούτε από πέσιμο, ούτε από χέσιμο. Θέλω να πάω από παίξιμο. Πώς λένε αυτό με τον στρατό αν είσαι μάχιμος; Ε, εγώ θέλω να είμαι ‘παίξιμος’. Στις επάλξεις, έτοιμος να εκμεταλλευτώ κάθε ευκαιρία που θα παρουσιαστεί. Δεν με νοιάζει η πλήρης εξάρτηση, ούτε ο βαρύς οπλισμός. Γιατί αδερφέ, δε χρειάζεται να έχεις επαναληπτική καραμπίνα για να κάνεις αρβάλα, αν καταλαβαίνεις τί θέλω να πω.

Κλασικός αρνητικός μαλάκας στη δωρική του απλότητα.

Μην κοιτάτε που όταν ήμασταν πιτσιρικάδες, εκεί στην εφηβεία, τον παίζαμε αχαλιναγώγητα και κατ’ εξακολούθηση. Αν θέλετε να κάνω προσωπικές αναφορές, δεν έχω την παραμικρή αντίρρηση. Έτσι κι αλλιώς, κάθε μαλακία είναι και ένα μικρό παράσημο στην απεραντοσύνη της σεξουαλικής αυτοσυνειδητοποίησης. Λοιπόν, χάριν της περιέργειας και του κειμένου, έκατσα και έκανα έναν πρόχειρο υπολογισμό για το πόσες περίπου φορές έχω δουλέψει το γουδοχέρι και κατέληξα στον υπέροχα απελευθερωτικό αριθμό 18.432! Δηλαδή στρογγυλές 18 χιλιάδες φορές. Το οποίο αν το διαιρέσετε δια των 38 περίπου χρόνων που τον παίζω, μας κάνει περίπου 485 μαλακίες το χρόνο, κάτι δηλαδή περισσότερο από 1,3 την ημέρα! Τα θαυμαστικά είναι προφανές ότι δηλώνουν τον ενθουσιασμό μου. Την ικανοποίηση ότι όλα αυτά τα χρόνια δεν πήγαν χαμένα. Πώς λέμε για έναν παίκτη ότι είχε γεμάτες χρονιές, άρα πολλές συμμετοχές σε κάθε σεζόν; Κάπως έτσι κι εγώ!

Θα μου πείτε τώρα αρκετοί, κάτσε ρε μαλάκα, μας δουλεύεις; 18 χιλιάδες μαλακίες; Και θα σας απαντήσω, ναι, 18.000 και μιλάω πολύ σοβαρά. Κάπου στα 12 συναντηθήκαμε για πρώτη φορά με το γουδί, έρωτας με την πρώτη ματιά και αμέσως προστέθηκε και το αριστερό χέρι για να έρθει και να δέσει το χερογλύκανο. Τα πρώτα χρόνια ήταν σίγουρα αναγνωριστικά, όταν όμως αποκρυπτογραφήθηκαν όλα τα μυστικά, τότε η βιοτεχνία έγινε βιομηχανία και η παραγωγή εκτινάχθηκε στα ύψη. Η απόλυτη περίοδος της μεγάλης ακμής ήταν από τα 16 μέχρι τα 25. Το ωραίο της ιστορίας είναι ότι το ξεκίνημα της ‘χρυσής’ δεκαετίας συνέπεσε με μια από τις μεγαλύτερες μαλακίες που έχω ακούσει ποτέ σχετικά με τη μαλακία. Ήταν καλοκαίρι του 1982 και είχα βρεθεί για 15 μέρες στον Παρνασσό, σε μια κατασκήνωση χριστιανικών μαθητικών ομάδων. Μη με ρωτήσετε πώς και τί, δηλαδή εσείς δεν έχετε κάνει μαλακίες στη ζωή σας; Μην ξεφεύγουμε όμως από το θέμα μας.

Μαραθωνοδρόμος ή χαρταετός;

Εκεί λοιπόν, κάθε πρωί, σε ένα μικρό θεατράκι, συγκεντρωνόμασταν όλοι οι κατασκηνωτές (υπολογίστε γύρω στα 80 παιδιά από 13 μέχρι 18) και εναλλάξ οι ομαδάρχες μάς έκαναν κατήχηση με διαφορετικό θέμα κάθε φορά. Ένα πρωινό τον λόγο πήρε ο αρχηγός της κατασκήνωσης, ένας κύριος γύρω στα 50 και άρχισε να μας μιλάει για τους πειρασμούς στη ζωή μας. Μοιραία η συζήτηση έφτασε και στον αυνανισμό (αναφέρω κατ’ εξαίρεση τον όρο γιατί αυτόν είχε χρησιμοποιήσει ο αρχηγός). Ο άρχοντας λοιπόν μας είπε ότι κάθε φορά που θα μας “χτυπούσε την πόρτα η διάθεση να αυνανιστούμε, θα έπρεπε αμέσως να φορέσουμε τα αθλητικά μας και να αρχίσουμε να τρέχουμε γύρω-γύρω το τετράγωνο του σπιτιού μας, μέχρι να μας φύγει τελείως ο συγκεκριμένος πειρασμός”!!! Η πρώτη σκέψη που πέρασε αμέσως απ’ το μυαλό μου, ήταν αν τελικά όλοι οι Μαραθωνοδρόμοι είναι αφοσιωμένοι χριστιανοί, αρνητές του αυνανισμού. Η δεύτερη που διαδέχτηκε την πρώτη, ήταν ότι το τετράγωνο του δικού μου σπιτιού είχε σκαλιά από τη μία και ανηφόρα από την άλλη, συνδυασμός εντελώς ασύμφορος.

Έτσι λοιπόν, απέκλεισα τις θείες διδαχές και μόλις επέστρεψα στο σπίτι μου, συνέχισα αυτό που είχα ήδη αρχίσει, ανεβάζοντας ρυθμούς και αποτελεσματικότητα. Ξέρετε, τότε τις περισσότερες φορές τον παίζαμε έτσι, για να περνάει η ώρα. Άνοιγες την μπαλκονόπορτα, φυσούσε λίγο αεράκι, σηκωνόταν, σκεφτόσουν, γιατί να μην τον παίξω; Και άμα ξαναφύσαγε, το ίδιο βιολί. Έτσι κι αλλιώς, πού τον έχανες, πού τον έβρισκες, ήταν έτοιμος για σύρε κι έλα. Εκείνη τη δεκαετία λοιπόν, από τα 16 μέχρι τα 25, δημιουργήθηκε το 40% του όλου συνόλου. 7.300 έγραψε το κομπιουτεράκι με έναν μέσο όρο δυο φορές τη μέρα. Όπου μη φανταστείτε, ειδικά η τετραετία 16-19 ήταν η απελπισία στην εξουσία. Έχοντας πειστεί πως οι απειλές και οι προειδοποιήσεις των δικών μου ότι και κουφαίνει και τυφλώνει, ήταν συγκλονιστικές μούφες, τον είχα κάνει χαρταετό. Αμολούσα καλούμπα καθημερινά μέχρι το θεό. Τον έπαιζα απελπισμένα, με την καλή έννοια φυσικά. Πού είσαι; Καλώς τον. Πάμε αγόραρε; Το ρωτάς; Κι άλλο, κι άλλο, κι άλλο!

Κλασική περίπτωση παραιτημένου μαραθωνοδρόμου που αφοσιώθηκε στη μαλακία. Ή αλλιώς, “της ψ…ς τα συντρίμμια δε φοβούνται λαχτάρες”…

Από τα 26 και μετά, η συχνότητα άρχισε να πέφτει αισθητά. Χάθηκαν οι ‘απελπισμένες’ (πάντα με την καλή έννοια). Θέλω να πω, τον έπαιζα με στόχο και σκοπό. Όχι απλά για να περνάει η ώρα. Αν επηρέασαν οι γυναίκες την πτώση; Δεν νομίζω. Ούτε και υπήρχε λόγος δηλαδή. Άλλο το ένα, άλλο το άλλο. Το ότι αποκτάς έναν δεσμό, μια παρέα, μια σχέση, δε σημαίνει ότι πρέπει να παραμελήσεις τα βασικά. Δεν αφήνεις την αριθμητική, επειδή τώρα λύνεις διαφορικές εξισώσεις. Εδώ, θυμάμαι, τον παίζαμε και πριν και μετά. Είχες περάσει καλά με το κορίτσι; Της αφιέρωνες μετά και έναν μαρκολέφα από τον ενθουσιασμό σου. Τα είχες πάει χάλια; Τον έπαιζες για να ξεχάσεις και να ξεχαστείς. Ξηγημένα πράγματα, μανιτζέβελα. Όσο και να έχεις δίπλα σου τον Μανώλη Χιώτη να κάνει το μπουζούκι αεροπλάνο, το μπαγλαμαδάκι σου δεν το ξεχνάς ποτέ. Πόσο τυχαίο μπορεί να είναι άλλωστε το γεγονός ότι ο μπαγλαμάς είναι και συνώνυμο του μαλάκα;

Είδατε; Θέλοντας και μη, ξαναγυρίσαμε στις πολλαπλές ερμηνείες της μαλακίας. Όχι ρε, δεν πάω να ξεφύγω. Συνεχίζω να τον παίζω και σήμερα πανηγυρικά, φυσικά και δεν το έχω αφήσει, για μαλάκες ψάχνετε; Τους τωρινούς ρυθμούς δεν τους αναφέρω, γιατί ξέρω αρκετούς φίλους μου, συγκλονιστικούς τρόμπες (άλλη μια υπέροχη λέξη για τον μαλάκα), που θα αρχίσουν την καζούρα και τις εξυπνάδες. Ήδη χθες στο facebook, μου έγραψε ένας ότι η μαλακία πάει σύννεφο. Μέγιστη πλάνη. Μην παρασύρεστε τόσο εύκολα. Αν ίσχυε κάτι τέτοιο, τότε όλος ο κόσμος θα ήταν τίγκα στα σύννεφα και θα έβρεχε ασταμάτητα. Όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά παντού. Γιατί η υδρόγειος είναι γεμάτη μαλάκες. Εκτός και αν θέλετε να πιστέψουμε ότι οι κάτοικοι των τροπικών χωρών, όπου βρέχει με την ίδια ευκολία που εμείς λέμε μαλακίες, τον παίζουν από το πρωί μέχρι το βράδυ κι απ’ το βράδυ μέχρι το πρωί, οπότε όλη η συννεφιά έχει συγκεντρωθεί εκεί. Σαχλαμάρες. Η μαλακία δεν πάει σύννεφο. Η μαλακία πάει όπου θέλει, όποτε θέλει, όπως θέλει και σε όποιον θέλει.

Επιστημονικές αναζητήσεις

Το ερώτημα αν και πώς μπορεί να ξεφύγει κανείς από τη μαλακία, δεν έχει το παραμικρό ενδιαφέρον. Η απάντηση είναι απλή. Όχι, δεν μπορεί. Το ζήτημα είναι να ελαχιστοποιήσεις τις απώλειες. Και εδώ δεν αναφέρομαι στο παίξιμο. Έτσι κι αλλιώς, πόσους έχετε δει που να έχουν χαζέψει από την κατάχρηση της μαλακίας; Κοιτάξτε γύρω σας, κοιταχτείτε και στον καθρέφτη, ελεύθερα, όλοι μαλάκες είμαστε. Άλλος περισσότερο, άλλος λιγότερο. Όλοι τον παίζουμε και μπράβο μας. Όποιος αντέξει περισσότερο σε βάθος χρόνου, ευλογημένος. Τα δύσκολα έρχονται με τις άλλες μαλακίες. Αν ήμουν μαθηματικός, θα προσπαθούσα να βρω έναν μαθηματικό τύπο που να δείχνει αν και κατά πόσο συμβαδίζουν οι μαλακίες που παίζεις, με τις μαλακίες που κάνεις. Δηλαδή, εγώ για παράδειγμα, με 18.000 ‘πενιές’ στο ρεπερτόριο, σημαίνει ότι είμαι και βαθμοφόρος μαλάκας στη γενικότερη ζωή μου; Και αν ναι, τί βαθμό παίρνω, τί γαλόνια, τί παράσημα; Επηρεάζει η μια μαλακία την άλλη και ποια είναι η αναλογία; Αυτές είναι αναζητήσεις αγαπητοί μου, αυτά είναι ερωτήματα ζωής!

Αυτά είναι τα αποτελέσματα των 18.432 χερογλύκανων…

Μέχρι να απαντηθούν τα παραπάνω, θέλω να πιστεύω ότι θα συνεχίσουμε όλοι και όλες να τον/την/το παίζουμε. Το εύχομαι και το ελπίζω. Αν κάποιος μου έλεγε ότι τον παίζουν και οι εξωγήινοι, θα ενθουσιαζόμουν. Να τον παίζει όλο το σύμπαν γίνεται; Μακάρι. Να ξεμπουκώνει με αυτόν τον τρόπο όλο το σύστημα. Η μαλακία είναι ευθύνη του καθενός και της καθεμιάς προς τον εαυτό τους. Σταθείτε όρθιοι και αφήστε ελεύθερα το χέρι σας να πέσει προς τα κάτω. Πού θα σταματήσει; Ούτε στην κοιλιά, ούτε στα γόνατα, ούτε πουθενά αλλού, παρά μόνο στο σωστό ‘ύψος’. Όλα είναι θέμα προοπτικής και σωστής αντίληψης. Όταν φτάσουμε στο σημείο να συνδυάζουμε όπως πρέπει τη γνώση με τη φαντασία, τότε τα αποτελέσματα θα είναι εντυπωσιακά. Η μαλακία δεν θα είναι μόνο υγεία που δυναμώνει τα παιδιά, όπως τραγουδούσαμε μικροί, αλλά η γέφυρα για να εξερευνήσουμε άγνωστους γαλαξίες και να ανακαλύψουμε πολλούς καινούργιους μαλάκες από άλλους, μακρινούς κόσμους.

Αν το καταφέρουμε αυτό, τότε θα κάνουμε ανταλλαγές πληθυσμών, θα εισάγουμε και θα εξάγουμε μπαγλαμάδες, θα εμπλουτίσουμε τη μαλακία μας και ποιος ξέρει; Μπορεί ακόμα και να φτάσουμε να τον παίζουμε διαστημικά. Όχι ότι απέχουμε πολύ απ’ αυτό, αλλά όπως και να το κάνετε, είναι τελείως διαφορετικό να τον παίζεις στο Άλφα του Κενταύρου από το να τον παίζεις στους Αμπελόκηπους. Μέχρι όμως να γίνουν πραγματικότητα όλα αυτά, θα πρέπει να συνεχίσουμε να ζούμε, υπομένοντας την υποκρισία του Microsoft Office Word που τάχα μου δεν αναγνωρίζει ούτε τη λέξη μαλάκας, ούτε τη λέξη μαλακία και επιμένει να βάζει από κάτω κόκκινες κυματιστές γραμμές, για να μου σπάσει τα νεύρα εδώ και τρεις ώρες που έχω κάνει ατομικό ρεκόρ στην αναφορά αυτών των δυο λέξεων σε ένα και μόνο κείμενο! Αναγνωρίζει όμως χωρίς κανένα πρόβλημα τον φραγκοφονιά Αυνάν και φυσικά τον αυνανισμό. Οι μαλακίες που λέγαμε. Γιατί να είστε σίγουροι, ότι αυτός που το προγραμμάτισε θα είναι σίγουρα από αυτούς τους γραφικούς που ισχυρίζονται στην παρέα τους ότι “εγώ δεν τον παίζω ποτέ, δεν είμαι μαλάκας”.

Ευτυχώς όμως, από την άλλη μεριά, υπάρχουμε όλοι εμείς, οι γνήσιοι, οι αυθεντικοί, οι συνειδητοποιημένοι, οι αληθινοί μαλάκες, αυτή η σιωπηρή υπέρ-πλειοψηφία που τον παίζει από τότε που εμφανίστηκαν το πουλί και το χέρι, σε μια αιώνια προσωπική δέσμευση που σε τελική ανάλυση κινεί τα νήματα όλης της γης και που αργά ή γρήγορα θα κατακτήσει κάθε γωνιά του ηλιακού συστήματος, του γαλαξία και του σύμπαντος, μέχρι που τρισεκατομμύρια χρόνια μετά, να συμπυκνώσει όλη αυτή την απύθμενη και ασύνορη μαλακία σε μια άνευ προηγουμένου μαύρη τρύπα, η οποία θα εκραγεί, θα σημάνει το τέλος του κόσμου όπως το γνωρίζουμε και θα προκαλέσει ένα καινούργιο big bang, το οποίο με τη σειρά του θα δημιουργήσει ένα νέο σύμπαν, όπου η Αυτοκρατορία της Μαλακίας θα αντεπιτεθεί και με τους Τζεντάι Μπαγλαμάδες της θα πλακώσει στις φάπες όλους τους Σιθ, μαζί και τον Πάλπατιν, θα τους μπουζουριάσει και θα τους υποχρεώσει να τον παίζουν από το πρωί μέχρι το βράδυ, υπό τους ήχους του “Τάκα τάκα” στην ερμηνεία του Τζο Ντασέν.

Καλή χρονιά σε όλες και όλους! Τα υπόλοιπα τα αφήνω σε σας…

Βίντεο: Οι Σιθ και ο Πάλπατιν θα τον παίζουν αχαλιναγώγητα και ο Τζο Ντασέν θα τους δίνει ρυθμό και έμπνευση!