Η βιντεοκασέτα που δεν γύρισα ποτέ στο βίντεο κλαμπ
- 2 ΑΠΡ 2016
Δεν ξέρω αν διάβασες για τον 37χρονο στις Η.Π.Α. που συνελήφθη επειδή δεν είχε γυρίσει μια βιντεοκασέτα στο βίντεο κλαμπ εδώ και 14 ολόκληρα χρόνια. 14 χρόνια παιδιά. Απ’ το 2002 δηλαδή.
Και δεν μιλάμε για όποια κι όποια κασέτα, αλλά για το “Freddy Got Fingered”. Γίνεται όλο και καλύτερο. Εμείς εδώ στο Oneman, μόλις διαβάσαμε την είδηση, γελάσαμε, τη σχολιάσαμε, κάναμε τις πλάκες μας.
Ξαφνικά όμως, το χαμόγελο όλων πάγωσε, όταν έπεσε η ερώτηση: “Εσείς δηλαδή δεν έχετε ξεχάσει να γυρίσετε καμία κασέτα τόσα χρόνια;” Την απάντηση την φαντάζεσαι, οπότε μπορείς να διαβάσεις και ποια ταινία είναι αυτή αλλά και πόσα χρόνια την αναζητά ο υπάλληλος, ο οποίος πλέον θα έχει ανοίξει δικιά του επιχείρηση και θα έχει 3 παιδιά και 2 σκυλιά.
Αφού διαβάσεις τις βιντεοκασέτες μας, μπορείς άφοβα να μοιραστείς και τη δική σου. Θα μείνει μεταξύ μας.
Χαμηλό βαρομετρικό για τον Χρήστο Χατζηιωάννου
Όταν έχεις κάνει μια μαλακία και περνάει λίγος καιρός, την ξεχνάς, λες δεν θα σε πιάσει κανείς, θα ξεφύγεις. Και έρχεται μετά από ενάμιση χρόνο ένα χτύπημα στην πόρτα του δωματίου. “Καλά, δεν έχεις επιστρέψει κασέτα εδώ και ενάμιση χρόνο;”. Η αλήθεια είναι ότι ο πατέρας μου δεν ήταν έξαλλος. Και δεν είμαι σίγουρος αν είχε προβληματιστεί για το μυαλό μου ή αν απλά είχε ανησυχήσει ότι έχω κληρονομήσει την αναβλητικότητά του. Ισχύει το τελευταίο οφείλω να πω. Είχα νοικιάσει την κασέτα από ένα βίντεο κλαμπ που δεν ήταν κοντά στο σπίτι μου, την είχα δει με τον γείτονά μου και από τότε ξέμεινε σε κάποιου το σπίτι. Δικό μου, δικό του, δεν θυμάμαι. Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν περνούσα ούτε απέξω από το βίντεο κλαμπ αυτό μην και με θυμηθούν. Το πώς βρήκαν τον πατέρα μου, το γιατί ζήτησαν όσα λεφτά ζήτησαν και πώς την γλίτωσα τόσο φθηνά (εγώ, όχι το πορτοφόλι του πατέρα μου) δεν τα θυμάμαι. Θυμάμαι μόνο τον Sly στα χιόνια να επιβάλει τον δικό του νόμο.
Μικρό μου Πόνυ για τον Γιώργο Μυλωνά
Για “Χ” αδιευκρίνιστους λόγους δεν έχει τύχει να ξεχάσω να γυρίσω βιντεοκασέτα σε βίντεο κλαμπ. Βρήκα, όμως, μια καλή σχετική ιστορία που δεν μπορώ να κρατάω άλλο μέσα μου. Είμαι γύρω στα 10 και έχω πάει με τον πατέρα μου σε συνοικιακό βίντεο κλαμπ για να νοικιάσουμε ένα συγκεκριμένο επεισόδιο της σειράς “Μικρό μου Πόνυ”. Είχα δει το κάθε επεισόδιο της πιο πολλές φορές από ότι 10 χρόνια αργότερα τα επεισόδια του “Ρετιρέ”. Μου ήταν παντελώς αδιάφορο. Εκείνο το απόγευμα (ήταν ακόμα μέρα, κράτα το αυτό) μου είχε καρφωθεί ότι ήθελα να δω ένα συγκεκριμένο επεισόδιο για x εις την νιοστή φορά. Ζητάει ο πατέρας μου από την κοπέλα που δούλευε το βιντεοκλάμπ, την συγκεκριμένη κασέτα και εκείνη του απαντάει ότι είναι νοικιασμένη. Μου το ανακοινώνει. Εγώ του απαντάω κάτι του στιλ “την θέλω”. Δεν καταλαβαίνει το μέγεθος του “θέλω” μου και μου λέει να ζητήσω κάποιο άλλο επεισόδιο. “Αυτό θέλω”, του ανταπαντώ. Συνεχίζει να μην καταλαβαίνει και πετιέται η υπάλληλος του καταστήματος για να σώσει την κατάσταση, παραθέτοντάς μου τα υπόλοιπα επεισόδια της σειράς που ήταν διαθέσιμα εκείνη τη μέρα. “Το συγκεκριμένο θέλω”, είπα. “Δεν μιλάω ελληνικά;” (πρέπει) να σκέφτηκα. Τα λεπτά αρχίζουν να κυλούν και εγώ δεν υποχωρώ ούτε κατά ένα επεισόδιο. Βάζω τα κλάματα -πάντα απέδιδε- και επειδή δεν άλλαξε κάτι με τη μία, αρχίζω να φωνάζω “Θέλω αυτό, θέλω αυτό, θέλω αυτό”. Έχει γυρίσει και μας κοιτάζει όλο το μαγαζί. Πατέρας και υπάλληλος προσπαθούν να βρουν μια λύση. Μετά από κάμποσα λίτρα δάκρυα και μύξες στα μανίκια η λύση είχε βρεθεί. Η υπάλληλος παίρνει τηλέφωνο τον άνθρωπο που είχε νοικιάσει το συγκεκριμένο επεισόδιο και του ζητάει να το φέρει πίσω, γιατί το ζητάει ένα άλλο παιδάκι επιτακτικά. Ποιο παιδάκι; Πιο πολύ με τον Τσάκι, την κούκλα του Σατανά έμοιαζα. Δεν θυμάμαι τι σκέφτομαι. Απλώς περιμένω. Μετά από κάμποση ώρα μπαίνει ένας κύριος με την βιντεοκασέτα στο χέρι. Του την αρπάζω από τα χέρια και βγαίνω από το μαγαζί. Είχε βραδιάσει.
“To Αυτό” για τον Κωνσταντίνο Αμπατζή
Δεν ξέρω αν σου έχω μιλήσει ποτέ για το φόβο που τρέφω για τους κλόουν. Αν όχι, πρώτον θα το κάνω σύντομα και δεύτερον πρέπει να μάθεις ότι οφείλεται 100% στον Pennywise, τον φρικτό κλόουν-δολοφόνο της ταινίας “IT” που μεταφραζόταν “Το Αυτό” και φυσικά ανήκε στον μετρ του εφιάλτη, Στίβεν Κινγκ. Ε, αυτή η ταινία, την οποία είχαμε δανειστεί με τον αδερφό μου απ’ το βίντεο κλαμπ όταν ήμουν ακόμα σε ηλικία που δεν έπρεπε με τίποτα να βλέπω ταινίες με κλόουν δολοφόνους που σκοτώνουν παιδιά, δεν έλεγε να φύγει απ’ το σπίτι μας με τίποτα. Όχι, δεν την είχαμε αγοράσει, απλά ξεχάσαμε να την γυρίσουμε, για λίγο καιρό δεν ξέραμε καν που είναι κι όταν την εντοπίσαμε, ήταν πια αργά. Μας έμεινε ένα χρέος κι ένα μεγάλο ψυχολογικό τραύμα σε μένα, αφού και μόνο που έβλεπα την κασέτα ήταν αρκετό για να φοβηθώ. Από τότε, ξεχάσαμε πολλές ακόμα κασέτες, βρίσκαμε πάντα τρόπους να βγάλουμε τρελούς τους υπαλλήλους του βίντεο κλαμπ και να γλιτώνουμε μεγάλο κομμάτι των χρεών μας, όμως δεν βρήκα ποτέ τον τρόπο να ξεπεράσω τη φοβία μου. Τουλάχιστον κάποια στιγμή χάθηκε όντως η κασέτα. Ποιος ξέρει ποιον στοιχειώνει σήμερα, εκτός από εμένα και τον υπάλληλο του βίντεο κλαμπ.
Το Chasey Loves Rocco για τον Πάνο Κοκκίνη
Θα μπορούσα να σου πω κάτι πιο κυριλέ και σινεφίλ. Κάτι που να μην με ‘ξεμπροστιάζει’ τόσο (όπου chasey, προφανώς, η chasey lain). Όμως αυτή είναι η πικρή αλήθεια. Ότι τη συγκεκριμένη βιντεοκασέτα, νοικιασμένη από το Blue Καλλιθέας στο λογαριασμό ενός φίλου μου, πρέπει να την πλήρωσα χρυσή. Και εγώ και οι υπόλοιποι κολλητοί αφού βρέθηκε να κάνει τη γύρα όλων των σπιτιών, από την Καλλιθέα ως το Πανόραμα Βούλας που έμενε το πιο απομακρυσμένο χωροταξικά μέλος της παρέας. Από ένα σημείο και μετά, ήταν κάτι σαν το γούρι μας. Την επιστρέφαμε και την νοικιάζαμε ξανά αμέσως. Μέχρι και η petite μελαχρινή στο videoclub, με την οποία είχαμε καψούρα όλοι, ήξερε ότι κάποιος από εμάς την είχε. Πήγαινε ο ένας να επιστρέψει κάτι άσχετο και τον ρωτούσε ποιος την έχει και πότε θα την επιστρέψει. Αν και γενικά ποτέ δεν έχω αφήσει απλήρωτη βιντεοκασέτα. Και σκέψου ότι μιλάς σε έναν άνθρωπο που, από τα 13 μου και μετά, έβλεπα 4 την ημέρα (κανονικές ταινίες εννοώ). Μιλάμε για τέτοιο σημείο εμμονής που τα κορίτσια τόσο στο Blue όσο και στο ODC με έπαιρναν τηλέφωνο όταν έφθαναν οι νέες κυκλοφορίες και μου τις έδιναν πριν καν τις περάσουν στο σύστημα. Είχαν ακόμη τη ζελατίνα πάνω, την οποία έσκιζα με τεράστια ευχαρίστηση.
Το Πάρτι, η Έρρικα Ρούσσου
Όσοι με ξέρουν, μπορούν ήδη να φανταστούν ότι δεν υπήρχε ποτέ περίπτωση να μην γυρίσω κασέτα σε βιντεοκλάμπ. Όχι γιατί δεν κάνω εγώ τέτοια. Αλλά, γιατί ευτυχώς, υπάρχει ο παππούς μου. Ο οποίος να ναι καλά, με έχει καλοκακομάθει τόσο ώστε να μην έχει χρειαστεί ποτέ (ποτέ όμως) να κάνω κάτι το ‘διαδικαστικό’. Κάπως έτσι λοιπόν, η πιθανότητα να μην επιστρέψω μία βιντεοκασέτα ήταν κάπως μηδαμινή. Γι αυτόν το λόγο μέχρι και σήμερα πιστεύω ότι ένα κομμάτι μέσα μου, κράτησε κάπως επίτηδες κρυφή την ενοικίαση της κασέτας με το Πάρτι του Πίτερ Σέλερς. Όλο έλεγα αυτό το ‘να θυμηθώ να πω στον παππού αύριο να την πάει’ και όλο το άφηνα γιατί ήθελα να την ξαναδώ. Ήταν αυτό το ρημάδι το ‘άλλη μία, άλλη μία’ που με κατέστρεψε. Και κάπως έτσι, αύριο στο αύριο, φτάσαμε στο μήνα. Ε και όπως καταλαβαίνεις, κανένα θάρρος να πω στον πιο κολλημένο με την τάξη και τις προθεσμίες άνθρωπο που έχω γνωρίσει στη ζωή μου ότι, “ναι μωρέ, έχω και μία βιντεοκασέτα που δεν έχω επιστρέψει”. Γι αυτό το έκανα αβαβά, και πήγα παρακάτω. Και δεν ξαναπήγα ποτέ σε εκείνο το βίντεοκλαμπ. Ούτε απέξω.
Την ‘Τιμή των Πρίτζι’ ο Ηλίας Αναστασιάδης
“Πόσες ταινίες με τον Τζακ Νίκολσον ξέρεις;”, ρωτούσα έναν-έναν τους συμμαθητές μου στο γυμνάσιο. Όσες και αν μου έλεγαν, η απάντησή μου ήταν η ίδια. “Ναι, αλλά την ‘Τιμή των Πρίτζι’ δεν την έχεις δει”. Η βιντεοκασέτα με την ταινία του John Huston υπάρχει στο σαλόνι του πατρικού μου εδώ και δύο δεκαετίες. Δεν την έχω δει ποτέ. Έχω δει όμως τόσες φορές το εξώφυλλο της βιντεοκασέτας που μπορώ να τη ζωγραφίσω με κλειστά τα μάτια. Εγώ που δεν μπορώ να σχεδιάσω ούτε ένα σπιτάκι με καμινάδα. Στην ‘Τιμή των Πρίτζι’, δύο πληρωμένοι δολοφόνοι ερωτεύονται σφοδρά και μπλέκουν με μαφίες, καμόρες, φαμίλιες. Μάλλον. Τα πάντα μετά το ‘σφόδρα’ τα έχω βγάλει από το μυαλό μου. Από το μυαλό μου έβγαλα και τη δικαιολογία που είπα στον Μάκη, με το ομώνυμο βίντεο κλαμπ στην Άνω Ηλιούπολη. Εκεί να δεις μαφία. Είπα ότι μπήκαν διαρρήκτες και μας πήραν μόνο τη βιντεοκασέτα. Προφανώς, αυτή παραμένει η καλύτερη ψεύτικη δικαιολογία που είπα στη ζωή μου.