Η πρώτη φορά που είδα Star Wars, η μέρα που άλλαξε η ζωή μου
Ανήμερα της Star Wars Day, ο Μάκης Παπασημακόπουλος ευχαριστεί τον ξάδερφό του που τον έβαλε για πάντα στο μαγικό σύμπαν που κατασκεύασε ο George Lucas.
- 4 ΜΑΙ 2020
Το ότι όταν το ημερολόγιο γράφει 4 του Μάη πλέον ασχολούμαστε με το Star Wars είναι λίγο-πολύ δεδομένο. Από το 2011 και μετά, οπότε και θεσπίστηκε η Star Wars Day, κάθε 4 του Μάη αναφωνούμε “may the Fourth be with you”, επειδή ΕΤΣΙ και επειδή ριμάρει με το “may the Force be with you” (όχι σοβαρά τώρα, αυτός είναι ο λόγος) και επειδή σε κάθε περίπτωση, ο κόσμος ΧΡΕΙΑΖΟΤΑΝ μια μέρα που ενώνει τα θετικά του συναισθήματα για ένα από τα μεγαλύτερα κινηματογραφικά και εμπορικά φραντσάηζ στην ιστορία του δυτικού πολιτισμού.
Θα μπορούσαμε να απλώσουμε πολύ την κουβέντα σχετικά με το αν αξίζει τελικά τόσος ντόρος, για τα hit or miss των δύο μεταγενέστερων τριλογιών, αυτές δηλαδή που ακολούθησαν το original τριολέ του Τζόρτζ Λούκας, για το αν αυτό που είναι ΣΗΜΕΡΑ το Star Wars έχει απομακρυνθεί πλέον πάρα πολύ από το όραμα του δημιουργού του, αλλά αυτά είναι θέματα για άλλα κείμενα και σίγουρα για άλλες μέρες.
Σήμερα, καθώς βρισκόμαστε μέσα στην Star Wars Day, το μόνο που θέλω να μοιραστώ μαζί σας είναι η πρώτη μου επαφή με το συγκεκριμένο σύμπαν. Για το πώς ‘έσκασε’ στα αυτιά και στα μάτια μου, για το πώς με έκανε να νιώσω και για το πώς ουσιαστικά και χωρίς ίχνος υπερβολής σχημάτισε την άποψή μου για τον κινηματογράφο και την κινηματογραφική εμπειρία γενικότερα. Έτσι, γιατί είμαι στα 43 πλέον μου χρόνια και σε κάθε γωνία του σπιτιού μου υπάρχουν αντικείμενα που παραπέμπουν σε έναν γαλαξία πολύ, πολύ μακριά και έτσι, επειδή σήμερα, για λόγους που τελικά δεν έχουν και τόση σημασία γιορτάζουμε τον Πόλεμο των Άστρων.
Στο υπόγειο γκαράζ
Είναι 1982 (ίσως και 1981) και βρίσκομαι στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου της θείας μου, στο υπόγειο γκαράζ ενός σουπερμάρκετ Tescos στο Wokingham της Αγγλίας. Είμαι γύρω στα 6 και περιμένω υπομονετικά να τελειώσουν οι μεγάλοι τα ψώνια. Λόγω της καταγωγής μου, αντί τα καλοκαίρια να πηγαίνω με τους δικούς μου στα νησιά και τις παραλίες, πήγαινα πάντα στην Αγγλία. Ναι, οι Ιούνιοι και οι Ιούλιοι, ενίοτε και οι Αύγουστοι είχαν πάντα αγγλικό χρώμα. Εφιαλτικό σενάριο αντιλαμβάνομαι για πολλά μέλη της ανυπόφορης κατηγορίας των ‘καλοκαιράκηδων’, αλλά για μένα ήταν πάντα το χάηλάητ της χρονιάς μου. Η Αγγλία στις αρχές της δεκαετίας του ’80 για ένα πιτσιρίκι που ζούσε στην Ελλάδα (τιμημένε Άγιε Λεφτέρη) ήταν ένας παράδεισος υπερπροσφοράς.
Άπειρες επιλογές σνακς, άπειρες επιλογές γλυκών, άπειρες επιλογές παγωτών, άπειρες επιλογές παιχνιδιών, άπειρες τηλεοπτικές επιλογές. Το ‘άπειρες’ σε σύγκριση με τα τωρινά δεδομένα της αγοράς, ίσως σας ακούγεται κάπως ‘φουσκωμένο’, αλλά για έναν 6χρονο από την Αθήνα στο έμπα του ’80, η καταναλωτική αγορά της Αγγλίας έμοιαζε με την γη της επαγγελίας.
Επιστροφή στο αμάξι και το υπόγειο γκαράζ. Χαζεύω από το παράθυρο και περιμένω, όταν από την αντίθετη πλευρά μπαίνει στο αμάξι ένα από (μεγαλύτερα σε ηλικία) ξαδέρφια μου και ρίχνει στην αγκαλιά μου δύο αντικείμενα: μια μικρή φιγούρα με τον τίτλο ‘Luke Skywalker X-Wing Pilot’ και ένα αλλόκοτο όχημα που η ετικέτα στο κουτί του το περιέγραφε ως ‘MTV – 7 – Multi-Terrain Vehicle’. Και τα δύο αντικείμενα μου ήταν εντελώς άγνωστα αλλά ήταν παιχνίδια και σε αυτές τις ηλικίες δεν χρειάζεσαι κάτι άλλο.
Απορροφήθηκα αμέσως και η κουβέντα “now you can watch Star Wars” ελάχιστα έγραψε στον εγκέφαλό μου. Ούτε καν ότι και οι δύο συσκευασίες έγραφαν περίτρανα Star Wars σε εμφανέστατα σημεία. Φαντάζομαι θα απάντησα με κάποιο μουρμουρητό, ή κάποιο άλλο μικρό θόρυβο και θα αφοσιώθηκα πλήρως στο unboxing των νέων μου αποκτημάτων. Ο Luke Skywalker (Χ-Wing Pilot) κάθισε στο πιλοτήριο του MTV-7 και πρέπει να το χαμόγελό μου να είχε φτάσει μέχρι τα αυτιά γιατί από το κάθισμα του οδηγού άκουσα την φωνή της θείας μου να λέει “I think he likes it”.
ΝΑΙ, ΦΥΣΙΚΑ ΚΑΙ ΜΟΥ ΑΡΕΣΕ ΦΙΛΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΙ, το ΜΑΞΙΜΟΥΜ σε ποιότητα παιχνιδιών μέχρι εκείνο το σημείο της ζωής μου ήταν στρατιωτάκια, ΕΔΩ ΕΙΧΑΜΕ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΜΕ ΑΝΘΡΩΠΑΚΙΑ ΠΟΥ ΚΟΥΝΟΥΣΑΝ ΧΕΡΑΚΙΑ ΠΟΔΑΡΑΚΙΑ, ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΜΟΝΟΧΡΩΜΑ ΚΑΙ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΟΛΑ, ΗΤΑΝ ΕΝΤΕΛΩΣ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΑ. You’re damn right I liked it. Ακόμα όμως δεν είχα ιδέα. Τριάντα λεπτά μετά, βρισκόμουν καθισμένος στο χαλί, στο σπίτι της θείας μου, χαζεύοντας ένα VHS video player, άλλο ένα πράγμα που μου ήταν παντελώς άγνωστο. Τα νέα μου παιχνίδια ασφαλώς και δεν θα τα είχα αφήσει από τα χέρια μου, αλλά είχα ενημερωθεί από τον ξάδερφό μου ότι τώρα θα μάθαινα ποιος ήταν ο Luke Skywalker. Η βιντεοκασέτα ξεκινούσε να ρολάρει και πέντε περίπου χρόνια μετά την επίσημη κυκλοφορίας της , έβλεπα το Star Wars – A New Hope για πρώτη φορά στην ζωή μου.
Α New Hope Indeed
“So, what did you think of it?” με ρωτούσε ρητορικά ο ξαδερφός μου, μετά το τέλος της ταινίας. Έχω την αίσθηση ότι έκανα αρκετά λεπτά να αντιδράσω. Μέχρι εκείνο το σημείο, οι αγαπημένες μου ταινίες ήταν αυτές οι απίθανες sword and sorcery εξτραβαγκάνζες με τα εφέ του αμίμητου Ray Harryhausen, τις οποίες ενίοτε πετύχαινα στην ελληνική τηλεόραση, αλλά ΑΥΤΟ, ΑΥΤΟ ΤΟ ΑΠΙΘΑΝΟ ΕΠΟΣ που μόλις είχα παρακολουθήσει ήταν πολύ πιο πέρα από αυτές. Είχε τα πάντα. Είχε διάστημα, αστρόπλοια, καλούς, κακούς, φωτόσπαθα, τόσα άλλα που δεν είχα κρατήσει γιατί δεν χώρεσαν όλα στο κεφάλι μου, είχε αυτές τις τεράστιες δυσκολίες, τις δυσκολίες ΒΟΥΝΟ που έπρεπε να ξεπεράσουν οι ήρωές μας και πέρα από όλα αυτά ή μάλλον εξαιτίας τους, μου είχε δημιουργήσει μια αίσθηση που ουδέποτε στα λίγα μου τότε χρόνια είχα βιώσει: το ανασήκωμα της τρίχας, μια άγνωστη αντίδραση για μένα τότε, η ορθοπεταλιά του ενθουσιασμού, της αγωνίας και της έντασης που ανάγκαζε το σώμα σου να προσπαθήσει να την εκφράσει ΚΑΠΩΣ, με ΚΑΠΟΙΟ τρόπο, να φωνάξει “ΟΠΑ
ΜΙΣΟ, ΚΑΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ ΕΔΩ”.
Ακόμα θυμάμαι να κοιτάω τα χέρια μου και τις ανασηκωμένες τους τρίχες καθώς έμπαινε η παρακάτω σκηνή:
Δεν ήξερα γιατί μου συνέβαινε αυτό, απλά ήξερα ότι ήταν φανταστικό. Ο συνδυασμός της Carrie Fisher να αναφωνεί “here they come!” και το ‘πάτημα’ του ‘ΤΙΕ Fighter Attack’ παιγμένο από την ορχήστρα του John Williams, ήταν ένα αδιανόητο χτύπημα κροσέ-ντιρέκτ στον άγουρο τότε οργανισμό μου και ομολογώ ότι ακόμα και τώρα στα 43 προς 44 μου χρόνια ακόμα με ‘πιάνει’. Με βάζει κατευθείαν στο mind state που είχα τότε, με το άγχος γύρω από το αν θα τα καταφέρουν οι ήρωες να με κυριεύει, έστω και αν πλέον ξέρω, ότι ΦΥΣΙΚΑ και θα τα καταφέρουν. Τότε όμως, σκηνές και στιγμές σαν και αυτές ήταν κοσμογονικές, εδώ καλά-καλά δεν είχα ακόμα ξεπεράσει το σοκ ότι ο Νταρθ Βέηντερ είχε ΜΟΛΙΣ ΣΚΟΤΩΣΕΙ ΤΟΝ ΟΜΠΙ-ΓΟΥΑΝ τι συζητάμε τώρα.
Όχι βέβαια πως μόνο εκείνη η σκηνή με ισοπέδωσε, αλλά θαρρώ πως είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Το Star Wars, στην πρώτη μου επαφή μαζί του με είχε ήδη αλλάξει. Ήμουν πάντα ένα αρκετά μοναχικό παιδί μεγαλώνοντας, με μια ασπίδα προστασίας από την οικογένειά μου στα πρώτα μου χρόνια, λόγω κάποιων προβλημάτων υγείας και έτσι ο φαντασιακός μου κόσμος ήταν ΚΟΜΒΙΚΟΣ για να επιβιώσω τις αμέτρητες ώρες που πέρναγα μόνος μου, αγκαλιά με τα παιχνίδια μου. Το Star Wars είχε έρθει την κατάλληλη στιγμή για να με «μπάσει» σε έναν κόσμο καινούργιο, αλλόκοτο σχεδόν για τα ερεθίσματα που είχα μέχρι εκείνη την στιγμή. Πριν καν δω το Empire Strikes Back, το οποίο και καταβρόχθισα μια εβδομάδα μετά, είδα το A New Hope ΔΕΚΑΠΕΝΤΕ φορές, πολλές φορές back-to-back-to-back με τις ατάκες να αποτυπώνονται στο κεφάλι μου, να γράφονται ανεξίτηλα και να μην αφήνουν χώρο για ανούσια πράγματα όπως γραμματική ή/και μαθηματικά. To this day, τα πρώτα πέντε με έξι λεπτά της ταινίας μπορώ να τα αναπαράγω λέξη προς λέξη, μαζί με την απαραίτητη κινησιολογία.
Όχι απλώς μια ταινία, όχι απλώς ένα σύμπαν
Για μένα όχι (όπως και εκατομμύρια κόσμο ακόμα), δεν μπορεί να είναι μια ακόμα ταινία. Ένα μεγάλο μέρος της ζωής μου και πως αυτή μορφοποιήθηκε το οφείλω σε εκείνη την
πρώτη βίντεο θέαση του A New Hope. Με έκανε να θέλω να βλέπω όλο και περισσότερο κινηματογράφο, με έκανε να φαντάζομαι και να ονειρεύομαι όλο και περισσότερο, εν τέλει με έκανε πολύ πιο περίεργο για την επιστημονική φαντασία, για τα πάντα γύρω μου. Είναι λες και βλέποντας για πρώτη φορά στην ζωή μου κάτι τόσο ΜΕΓΑΛΟ, κάτι τόσο ΕΝΤΥΠΩΣΙΑΚΟ, κάτι τόσο ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟ, άνοιξαν εκατοντάδες ακόμα πόρτες ζωής γύρω μου, κάτι που φαντάζομαι χαρακτηρίζει πολύ μεγάλα κεφάλαια της ιστορίας του κινηματογράφου. Φανταστείτε πως θα αισθάνθηκαν όλοι εκείνοι οι θεατές που είδαν για πρώτη φορά το ΕΠΟΣ του Μπεν Χουρ για παράδειγμα, την υπερβολή της Κλεοπάτρας.
Σκεφτείτε πως αισθάνθηκαν όσοι είδαν για πρώτη φορά το αγχωτικό αριστούργημα του Χίτσκοκ, όταν εκείνος μας προσέφερε για πρώτη φορά ‘Τα Πουλιά’. Η ιστορία του κινηματογράφου είναι γεμάτη από τέτοια κομβικά waypoints και σίγουρα, μπορεί να μην είναι για όλους τα ίδια, μπορεί να μην έχουν για όλους την ίδια σημασία, αλλά για μένα το Star Wars ήταν μια αφετηρία.
Έκτοτε έχω προλάβει να δω και να ζήσω αρκετά, δεν θα μπορούσα να έχω παράπονο, αλλά το Star Wars – A New Hope παραμένει πάντα πολύ ψηλά στις λίστες των ταινιών εκείνων που θα πρότεινα σε κάποιον να δει ΜΕ ΚΑΘΕ ΚΟΣΤΟΣ. Ναι, θα ήταν και άλλες πολλές, πολύ διαφορετικές από αυτήν. Θα ήταν το Warriors, το Vanishing Point, το Combat Shock, το
Smokey and the Bandit (ΝΑΙ ΓΙΑΤΙ) και ένας σκασμός ακόμη, αλλά ΠΑΝΤΑ θα ήταν μέσα σε αυτές το Star Wars.
Ασφαλώς και ακούω και τους haters, όλον εκείνο τον κόσμο που πλέον έχει σιχαθεί αυτό το Star Wars overload που τρώμε στην μάπα, αυτό το ενοχλητικό τσουνάμι υπερπροσφοράς, αυτήν την αέναη πολεμική συζήτηση του ποια σήκουελς ήταν, ποια πρήκουελς δεν ήταν, ποιους πέτυχαν, ποιους δεν πέτυχαν, ο Λούκας αυτό, ο Έημπραμς εκείνο. Αλλά δεν μιλάμε για το τώρα. Και η αίσθηση που έχω πλέον, είναι πως το Star Wars ως σύμπαν, ως επιρροή πάντα θα αφορά περισσότερο την αρχική τριλογία, μην σας πω και την αρχική ταινία αυτής της τριλογίας.
Το A New Hope ‘έσκασε’ σαν σούπερνοβα μπροστά στα μάτια μου στις αρχές της δεκαετίας του ’80, τότε που η μόνη πραγματικότητά μου ήταν μια καθημερινή σχέση με τα φάρμακα, την απομόνωση και την παιδική μου μοναξιά. Ήταν ένα μεγάλο, μαγικό βήμα σε έναν νέο ΤΕΡΑΣΤΙΟ κόσμο φαντασίας, ένα μεγάλο μαγικό βήμα προς ένα νέο κόσμο που χρησιμοποιούσε την Δύναμη για να καταφέρει τα ακατόρθωτα. Πώς να μην αγαπήσεις κάτι τέτοιο στα έξι σου χρόνια;
Υ.Γ. μερικές μέρες μετά, με το ρολόι να δείχνει 23.00, ο ξάδερφός μου με έβαλε να δω Τα Πουλιά του Χίτσκοκ. Χέστηκα πάνω μου αλλά ερωτεύτηκα ΚΑΙ τις ταινίες τρόμου. Έκανε καλή δουλειά εκείνο το καλοκαίρι ο ξάδερφος.