ΗΜΟΥΝ ΕΚΕΙ

Πρώτη μέρα στην (πρώτη) δουλειά

Καλομαθημένος ως μοναχοπαίδι, δεν χρειάστηκε να δουλέψω ως τα 27 μου. Τότε που βρέθηκα σε ένα πρώην σφαγείο στο Γέρακα να παρακαλάω μια 18χρονη fashionista να μου πει πώς να γίνω γκέι.

Το παντελόνι του μεροκαματιάρη πατέρα μου, κρεμασμένο σε μια καρέκλα στην γωνία της κρεβατοκάμαρας των γονιών μου, ήταν το πρώτο ATM που ανακάλυψα στην ζωή μου. Δεν ήταν ποτέ γεμάτο, αλλά δεν ήταν ποτέ και άδειο.

Οπότε, πάντοτε μου έφτυνε όσα λεφτά χρειαζόμουν για να χρηματοδοτήσω την ‘εξάρτηση’ μου. Δηλαδή το κόστος των τριών βιντεοκλάμπ (Blue, Videorama και ένα συνοικιακό) στην Καλλιθέα στα οποία έπρεπε να τα σκάω κάθε μέρα για να πληρώνω γύρω στις 10 βιντεοκασέτες που είχα πάντοτε κρυμμένες μέσα στα συρτάρια του γραφείου μου (σ.σ. για να μην τα βρει η μάνα μου).

Τα ψέματα όμως κάποτε τελείωσαν, η γκρίνια της μάνας μου έγινε ένα μόνιμο βουητό στα αυτιά μου, στην σχολή μου (Οικονομικό Νομικής) είχα μείνει ο τελευταίος της σειράς μου, όλοι μου οι φίλοι δούλευαν σαν σκυλιά και η γκόμενα παραπονιόταν που δεν μπορούσα να την πάω ‘Ένα ΣΚ στην Πάρο. Δίκαιο έχει η μάνα σου’.

 

Ήταν Σεπτέμβριος του 2001, 10 μέρες πριν πέσουν οι πύργοι. Και εγώ ξεκινούσα να κάνω καριέρα σε κάτι που από παιδί αγαπούσα σχεδόν τόσο όσο και τις ταινίες, το να διαβάζω περιοδικά.

Τυπικά εφόδια δεν είχα, πέρα από τον ένα χρόνο που πέρασα χαβαλεδιάζοντας στο Εργαστήρι Δημοσιογραφίας. Σε τέτοιο σημείο που, όταν η Λιάνα Καννέλη, τότε καθηγήτρια, έδωσε σε όλους στην τάξη να κάνουν ρεπορτάζ για το πόσο κοστίζουν τα άμφια, εγώ την έπεισα να με αφήσει να κάνω για τα Γ σκυλάδικα των Δυτικών προαστίων (σ.σ. και τελικά ήταν το δικό μου κείμενο μου που βρέθηκε δημοσιευμένο στο Νέμεσις).

Όσον αφορά προϋπηρεσία σε οτιδήποτε, δεν ξέρω αν μετράει ο ένας μήνας που ξεκινούσα την μέρα μου βλέποντας το πέος ενός 80χρονου λογιστή –που με είχε δεχτεί ως χάρη στην μάνα μου- , στο γραφείο/σπίτι του στην πλατεία Βικτορίας. Όχι, δεν έπαιξε σεξάκι .

Απλά ο κος Γιώργος επέμενε να μου ανοίγει την πόρτα γυμνός ή με ξεχειλωμένο σώβρακο (που ήταν το ίδιο και το αυτό). Και στην συνέχεια εγώ τον οποίο περίμενα υπομονετικά να ντυθεί και να μου πει σε ποιους φούρνους, μπουρδέλα και ψιλικατζίδικα πρέπει να τρέξω καπάκι να τους κάνω τα βιβλία εσόδων-εξόδων.

Όποτε, φαντάσου την χαρά με την οποία μπήκα στα παλιά γραφεία του Max στον Γέρακα, εκεί που κάποτε στεγαζόταν ένα σφαγείο. Με την σάρκα –γυναικεία αποκλειστικά- να συνεχίζει, υπό μια έννοια, να αποτελεί την κεντρική λειτουργία του κτιρίου.

Ο τότε αρχισυντάκτης/οπλονόμος (που δεν υπάρχει πια στην ζωή) του Max ήταν ένας πανέξυπνος, αλλά ταυτόχρονα πολύ σκληρός άνθρωπος. Που κανείς δεν του είχε χαρίσει τίποτα και είχε το περιοδικό ως Ευαγγέλιο.

 

Και είχε δίκαιο. Εν μέρει. Γιατί και την μέρα την άντεξα και την κρίση και –με το καλό- πήρα μεταγραφή και σηκώθηκα και έφυγα. Αλλά τα κλάματα τα έβαλα.

Συγκεκριμένα από τα νεύρα μου, όταν βρέθηκα να περπατάω στις δυο τα ξημερώματα στην Κλεισθένους, προσπαθώντας να φτάσω στον Σταυρό  της Αγίας Παρασκευής. Εκεί δηλαδή που ξεκινούσε ο πολιτισμός και από όπου δεχόταν να έρθει το ταξί  να με πάρει με προορισμό την Καλλιθέα.

Σε μια διαδρομή, Γέρακας-Καλλιθέα-Γέρακα που έμαθα να κάνω και να σιχαίνομαι τα επόμενα 4 χρόνια της ζωής μου.

Όσον αφορά το τι έκανα όλη μέρα και ξέμεινα –όπως έχεις καταλάβει- τελευταίος και καταϊδρωμένος, σε ένα άγνωστο γραφείο, αυτό ήταν να βγάζω ιδέες που ο αρχισυντάκτης χαιρέκακα τις απέρριπτε.

 

500 λέξεις, μια σελίδα και 15 ώρες για να το γράψω. Κάτι που δεν θα είχε συμβεί χωρίς την πολύτιμη βοήθεια της Νίκης Χάγιας, 18 χρονών τότε, συντάκτριας στο περιοδικό τεχνολογίας Tomorrow (που βρισκόταν στο πάνω όροφο του σφαγείου) και ερωτευμένη με τον Paul Frank (τον φορούσε από τα μαλλιά ως τα νύχια των ποδιών της).

Εκείνη ήταν που με λυπήθηκε, ήρθε κοντά μου και άρχισε να μου αραδιάζει τρόπους και κυρίως μοδάτες μάρκες που θα έκαναν και τον πιο Νεάντερνταλ τιμή και δόξα των metrosexual (ένας όρος που τότε δεν είχε κυκλοφορήσει ακόμη). Και την οποία μου δίνεται η δυνατότητα πρώτη φορά να ευχαριστώ δημόσια.

Την επόμενη μέρα ξύπνησα λαχταρώντας να δω το πέος του 80χρονου να κρέμεται μπροστά μου. Που και καλύτερα με πλήρωνε και πολύ καλύτερα μου φερόταν.

Αλλά το χούι πεθαίνει τελευταίο. Και εγώ έπρεπε να πάω να ξαναγράψω (για 2η, από τις συνολικά 10 προσπάθειες που έκανα μέχρι να γίνει αποδεκτό) το πώς να γίνεις γκέι.