ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Οι 365 μέρες του Yuriy Vishnevskyy στο Σύνταγμα

«Αν απογοητεύτηκα όταν σταμάτησε ο κόσμος να διαδηλώνει και έμεινα μόνος μου; Όχι. Εδώ είναι το μέτωπό μου». Ο απτόητος Yuriy της πλατείας Συντάγματος μεταφέρει ιστορίες και εμπειρίες από τον τελευταίο οδυνηρό χρόνο.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΑΚΗΣ ΚΑΤΣΟΥΔΑΣ

Μερικά μέτρα κάτω από το μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη, ένας καλοσυνάτος κύριος με το όνομα Yuriy Vishnevskyy στέκεται όρθιος, αποτίοντας φόρο τιμής στους νεκρούς του δικού του πολέμου, με ανάλογη συνέπεια: κάθε απόγευμα, τελειώνοντας από τη δουλειά του, φοράει την ουκρανική σημαία πάνω από το μπουφάν και διαδηλώνει στο Σύνταγμα. Στην ίδια θέση βρίσκεται απ’ την τρίτη ημέρα της εισβολής. Τότε ήταν ένας ανάμεσα στη λαοθάλασσα που πλημμύρισε την πλατεία, καταδικάζοντας τον πόλεμο που κήρυξε ο Putin, αλλά σύντομα έμεινε μόνος, να δίνει το «παρών» σε αυτή την προσωπική μάχη με τον χρόνο και την υπομονή.

«Η σημαία μάς ενώνει», θα πει επανειλημμένες φορές, βγάζοντας το κινητό του για να δείξει έναν τεράστιο φάκελο με φωτογραφίες ανθρώπων που το διάστημα αυτό στάθηκαν πλάι του και κράτησαν την ουκρανική σημαία ως ένδειξη συμπαράστασης.

Για του λόγου το αληθές, μέσα σε 60 λεπτά κουβέντας, δεν ήταν ούτε μία, ούτε δύο οι φορές που περαστικοί σταμάτησαν και χαιρέτησαν τον Yuriy σε γλώσσες άγνωστες για εμένα – «έχω μάθει να λέω ευχαριστώ σε όποια χώρα κι αν βρεθώ στο μέλλον», διαπιστώνει γελώντας αυθόρμητα σε κάποια φάση.

Στο Κίεβο έζησε μέχρι την ηλικία των 33 ετών, έπειτα μετέβη στην Ελλάδα για τη μητέρα του, που ήταν άρρωστη. Για χρόνια δούλευε σε κρουαζιερόπλοιο, γυρνώντας τους ωκεανούς και διαπιστώνοντας ότι «όπου πάτησε η κόκκινη μπότα, επήλθε πείνα και φτώχεια».

Τον ρωτάω μήπως είναι επηρεασμένος από την οδύνη του πολέμου και εκφράζεται με τόσο αφοριστικό τόνο. Τότε ξεκινά χωρίς ανάσα να εξιστορεί τις γενοκτονίες που έχει ζήσει ο ουκρανικός λαός, το αίμα που κάλυπταν με στρώσεις από μπετόν, την απαγόρευση της ουκρανικής γλώσσας.

Είναι η στιγμή να πατήσω το rec και να πιάσουμε τα πράγματα από την αρχή.

«Αν απογοητεύτηκα όταν σταμάτησε ο κόσμος να διαδηλώνει και έμεινα μόνος μου στο Σύνταγμα; Όχι. Εδώ είναι το μέτωπό μου. Δεν κοιτούσα ζέστη, βροχή, καύσωνες ή χιόνια. Ούτε μια μέρα δεν έχασα.»

«Στέκομαι σε αυτό ακριβώς το σημείο τις τελευταίες 365 ημέρες, κάνοντας διαμαρτυρία για τον πόλεμο. Θυμάμαι, μετά την εισβολή ήταν χιλιάδες κόσμου που βγήκαν στον δρόμο, πρώτα στην πλατεία Μοναστηρακίου και έπειτα στο Σύνταγμα. Ήταν συγκινητικό που χωρίς καμία διαφήμιση, μόνο από στόμα σε στόμα, ενωθήκαμε όλοι σαν μια γροθιά. Κλαίγαμε, αγκαλιαζόμασταν, με ανθρώπους που γνώριζα εκείνη τη στιγμή, έτσι;

Εγώ είχα καταλάβει από την προηγούμενη ημέρα ότι έρχεται πόλεμος. Το βράδυ της 23ης Φεβρουαρίου, ο Πρέσβης της Ουκρανίας Sergii Shutenko μάς είχε καλέσει, τους εκπροσώπους όλων των ουκρανικών κοινοτήτων στην Αθήνα, και φάνηκε πολύ αναστατωμένος, σαν να περίμενε κάτι. Μας είπε να είμαστε σε επιφυλακή. Πήρα αμέσως τηλέφωνο την οικογένειά μου εδώ στην Ελλάδα, με την πεποίθηση ότι η εισβολή είναι ζήτημα το πολύ 48 ωρών. Τελικά, έγινε νωρίτερα.

Στις 5:20 το ξημέρωμα [σ.σ. Ουκρανία και Ελλάδα έχουν ίδια τοπική ώρα], χτύπησε το τηλέφωνο. Ήταν η κόρη μου από το Κίεβο. «Μπαμπά, βομβαρδίζουν την πόλη, μόλις εξερράγη μια ρουκέτα έξω απ’ τα παράθυρα». Ακόμη ο κόσμος δεν μπορούσε να πιστέψει αυτό που συνέβαινε: να βομβαρδίζουν την πιο σλαβική πόλη στον κόσμο, άμαχο πληθυσμό; Ευτυχώς, εκείνη ζούσε στην πίσω πλευρά της πόλης, πιο νότια, και αμέσως διέφυγε αεροπορικώς στην Κύπρο, σε σπίτι συγγενών.

Ευτυχώς, γιατί αμέτρητος κόσμος δεν πρόλαβε να διαφύγει – την τρίτη μέρα είχαν καταφτάσει στο Κίεβο russists [σ.σ. ο Yuriy απαρνείται τον όρο Ρωσία, ως ιστορικό κατασκεύασμα] και εκτελούσαν στον δρόμο εν ψυχρώ. Σε περιοχές πιο δίπλα, όπως η Μπούτσα και το Γκαστόμελ, έστηναν μπλόκο στα διερχόμενα οχήματα και πυροβολούσαν.

Ο ανιψιός μου ήταν στο Ιρπίν. Όταν ξεκίνησαν οι βομβαρδισμοί, εκείνοι κατέβηκαν στο υπόγειο. Είναι παράδοση στην αρχιτεκτονική αυτών των πόλεων να φτιάχνονται τα κτίρια με γερά υπόγεια, και μάλιστα συνηθίζουμε να αποθηκεύουμε εκεί κονσέρβες και τουρσιά. Μια μέρα μου στέλνει μήνυμα: «Θείε, έπεσε βόμβα στο σπίτι και ισοπεδώθηκαν όλα, τα τούβλα έγιναν σκόνη· είμαστε όλοι ζωντανοί κάτω στο υπόγειο και περιμένουμε βοήθεια, πλέον είναι αδύνατον να βγούμε». Όταν έφτασε ο δικός μας στρατός, εισακούστηκαν οι προσευχές μας. Από τη μεταλλική σωλήνα του αέρα: χτυπώντας τη με ένα σφυρί, πρόλαβαν να ακουστούν.

«Από τη δική μου οικογένεια στο μέτωπο χάσαμε τον θείο μου. Σκοτώθηκε κοντά στο Ιζούμ τον περασμένο Μάρτιο.»

Όλο αυτό το διάστημα που στέκομαι εδώ φορώντας τη σημαία, έχω γνωρίσει χιλιάδες ανθρώπους – από Γεωργία, Λιθουανία, Ισραήλ, Ιράν, Αυστραλία, Καναδά. Έρχονται και με αγκαλιάζουν από καρδιάς. Αυτό με γεμίζει δύναμη. Με πολλούς, μάλιστα, έχω κρατήσει καθημερινή επαφή. Το μόνο παράπονό μου είναι ότι, τουλάχιστον μέχρι δυο μήνες πριν, αν πλησίασαν 10 Έλληνες, ζήτημα είναι. Κάπου είχα διαβάσει ότι από όλες τις χώρες του δημοκρατικού κόσμου, εκείνη με το μικρότερο ποσοστό δήλωσης στήριξης στην Ουκρανία στις δημοσκοπήσεις είναι η Ελλάδα.

Αν απογοητεύτηκα όταν σταμάτησε ο κόσμος να διαδηλώνει και έμεινα μόνος μου στο Σύνταγμα; Όχι. Εδώ είναι το μέτωπό μου. Δεν κοιτούσα ζέστη, βροχή, καύσωνες ή χιόνια. Ούτε μια μέρα δεν έχασα. Το καλοκαίρι, ας πούμε, που είχε πέσει το ενδιαφέρον, ο Yuriy δεν έκανε παρά μόνο μια βουτιά στη θάλασσα – πέντε λεπτά και βγήκα, αυτό ήταν όλο. Εμένα ο σκοπός μου δεν θα αλλάξει, εάν δεν τελειώσει αυτή η τραγική ιστορία: στέκομαι εδώ για να βλέπει ο κόσμος την ουκρανική σημαία, να λέει από μέσα του ότι γίνεται πόλεμος, μην το ξεχνάμε.

Και ένας λόγος που δεν εγκατέλειψα τη διαμαρτυρία μου είναι περιστατικά, όπως αυτό που συνέβη ένα απόγευμα του Απρίλη: παρατήρησα έναν κύριο να με κοιτάει από μακριά, φορούσε κοστούμι και φαινόταν ανήσυχος. Πέρασε μερικές φορές πάνω-κάτω, μέχρι να μου μιλήσει. «Είμαι πατέρας δημοσιογράφου και φωτορεπόρτερ που σκοτώθηκε στην Μαριούπολη – Mantas, το όνομά του». Τρελάθηκα. Ήταν χειρουργός-τραυματολόγος και αδυνατούσε να συλλάβει ότι ο γιος του πέθανε αβοήθητος. Για όλα αυτά τα θύματα στέκομαι εδώ.

Από τη δική μου οικογένεια στο μέτωπο χάσαμε τον θείο μου. Σκοτώθηκε κοντά στο Ιζούμ τον περασμένο Μάρτιο.

«Προχτές μίλησα με την κόρη μου. Ακόμη δε φτιάχνουν τίποτα στην Ουκρανία. Φοβούνται για επόμενη επίθεση.»

Στην αρχή σκεφτόμουν και εγώ να επιστρέψω Ουκρανία για να πολεμήσω. Αλλά λόγω ενός προβλήματος υγείας που έχω, το ανέβαλα και τελικά άκουσα τη συμβουλή που μου έλεγαν όλοι μου οι συγγενείς – ότι το έργο που κάνω εδώ είναι εξίσου σημαντικό για τη στήριξη του αγώνα. Τότε ενημέρωσα τη δουλειά μου [σ.σ. ο Yuriy εργάζεται τα πρωινά σε εταιρία πληροφορικής] ότι κάθε μέρα στις 18:30 πρέπει να βρίσκομαι στο Σύνταγμα. Εάν δε συμφωνούσαν, είχα αποφασίσει να παραιτηθώ. Αλλά το δέχτηκαν.

Δεν είναι μόνο η διαμαρτυρία που κάνω καθημερινά. Επικοινωνώντας με τόσο κόσμο, βοηθάω στο δίκτυο υποστήριξης για το μέτωπο: έχω σημαντικό ρόλο στην εθελοντική κοινότητα και σε συνεργασία με άλλες μη κυβερνητικές οργανώσεις αλλά και την ουκρανική εκκλησία στην Αθήνα στέλνουμε κάθε τόσο τα πράγματα που έχουν ανάγκη οι στρατιώτες. Την προηγούμενη εβδομάδα πχ φτιάξαμε χιλιάδες κεριά, μέσα σε κουτιά από κονσέρβες.

Έχω περάσει και δύσκολες στιγμές εδώ στο Σύνταγμα. Έχουμε βιώσει επιθέσεις, προβοκάτσια. Θυμάστε τον πρώτο μήνα που διοργανώθηκε πορεία μπροστά στη Βουλή από russists; Περνούσαν τα αυτοκίνητα με «Ζ» και μας έφτυναν. Έχουν συμβεί επίσης περιστατικά που κάποιος πέρασε τρέχοντας για να αρπάξει τη σημαία από πάνω μας, βρίζοντας την Ουκρανία. Αν φοβήθηκα; Θα ήταν άδικο να έλεγα ναι, όταν συμπατριώτες μου καλύπτονται στα χαρακώματα για να αποφύγουν ρουκέτες.

Η βαρβαρότητα του πολέμου δεν εκφράζεται με λόγια. Στη Μαριούπολη συνέβη η μεγαλύτερη σφαγή. Σε κάθε αυλή πολυκατοικίας υπάρχει πλέον κι από ένα μικρό νεκροταφείο. Θαμμένα πτώματα. Και οι περισσότεροι δε σκοτώθηκαν από τον βομβαρδισμό, αλλά από το κρύο και την πείνα, εγκλωβισμένοι μέσα σε υπόγεια. Αυτό συνέβη και στο θέατρο που βομβαρδίστηκε στις 16 Μαρτίου. Είχαν γράψει στο προαύλιο με πέτρες τη λέξη «Παιδιά». Για ένα μήνα, άμαχος πληθυσμός άφηνε την τελευταία του πνοή κάτω απ’ τα συντρίμμια. Οι στρατιώτες δεν τους άφηναν να βγουν. Η δική μου εκτίμηση είναι ότι σκοτώθηκαν γύρω στα 150.000 άτομα σε εκείνη την πόλη..

Προχτές μίλησα με την κόρη μου. Ακόμη δε φτιάχνουν τίποτα στην Ουκρανία. Φοβούνται για επόμενη επίθεση. Τουλάχιστον, καθάρισαν τους δρόμους.

Με τη συμπλήρωση ενός χρόνου από την εισβολή της Ρωσίας, το απόγευμα της 24ης Φεβρουαρίου, η ουκρανική κοινότητα της Ελλάδας οργανώνει πορεία από τα Προπύλαια στο Σύνταγμα. Ώρα: 18:00.