Όλα όσα έμαθα λέγοντας 7 χρόνια τα κάλαντα
- 29 ΔΕΚ 2015
Σαν καλός συνάδελφος, επιστρέφοντας στο γραφείο μετά τις διακοπές των Χριστουγέννων πήγα να χαιρετήσω τα παιδιά του Oneman. Η κουβέντα με συνοπτικές διαδικασίες έφτασε στα κάλαντα. “Εσύ Έρρικα τα έλεγες τα κάλαντα”; ρώτησα την συνάδελφο χωρίς ίχνος σεξουαλικού υπονοουμένου. “Ξύπναγα στις 3 το μεσημέρι”, “με εκνεύριζαν αυτοί που χτυπούσαν τα κουδούνια και μας ξυπνούσαν” και μερικές ακόμα προτάσεις που απέβαλε η μνήμη μου -όπως κάνει με όλες τις πληροφορίες που δεν μπορεί να διαχειριστεί- χρησιμοποίησε η κατά τα άλλα αξιαγάπητη Έρρικα για να μου απαντήσει. Έστρεψα το βλέμμα στον Ηλία για να βρω λίγω θαλπωρή, κάνοντας του την ίδια ερώτηση. “Τις δύο πρώτες χρονιές τα έλεγα παντού. Από εκεί και πέρα τα έλεγα μόνο στους συγγενείς μου”. Ντρέπομαι και για τους δύο.
Σε μια προσπάθεια να αποκαταστήσω την σχέση της εταιρείας μας με το ιερό αυτό έθιμο, θα σας αναφέρω κάποιες από τις προσωπικές μου εμπειρίες και κάποια πράγματα που έμαθα λέγοντας τα κάλαντα. Δικαίως θα αναρωτιέστε “και ποιος είσαι εσύ ρε μεγάλε”; Θα σας απαντήσω αμέσως. Είμαι αυτός που σταμάτησε να λέει τα κάλαντα την παραμονή Χριστουγέννων της πρώτης λυκείου μόνο και μόνο επειδή είχε βγάλει πλέον μουστάκι. Ντρέπομαι (πλέον) και για μένα.
Την παραμονή των Χριστουγέννων της 1ης λυκείου είχα αρχίσει να λέω τα κάλαντα μαζί με δύο φίλους μου επίσης μαντραχαλάδες. Μετά από κάποια σχόλια που ακούσαμε για την ηλικία μας και αφού κοίταξα το μουστάκι μου στον καθρέφτη του ασανσέρ μιας πολυκατοικίας που είχαμε μπει για να τα πούμε, συνειδητοποίησα ότι είχε μεγαλώσει αισθητά και ντράπηκα να βγω να τα πω και την Πρωτοχρονιά. Μέχρι τότε πέρα από την παραμονή Χριστουγέννων και την παραμονή Πρωτοχρονιάς τα έλεγα και τα Φώτα.
Πέρα από το πρωί της παραμονής των Χριστουγέννων, της παραμονής Πρωτοχρονιάς και των Φώτων, τα έλεγα και τα βράδια της παραμονής Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς. Το βράδυ μαζευόμασταν όλοι στην πλατεία της γειτονιάς για να πούμε πόσα χρήματα είχαμε βγάλει το πρωί και βγαίναμε ξανά στη γύρα αυτή τη φορά ομαδικώς.
‘Εχοντας συσσωρεύσει εμπειρία χρόνων στο “κουρμπέτι”, παραθέτω μερικά από τα αποστάγματα σοφίας που απέκτησα όλα αυτά τα χρόνια σχετικά με τα κάλαντα:
*Τα κάλαντα είναι σαν το “σερβιτοριλίκι”. Όπως αν δεν έχεις κάνει σερβιτόρος, δεν καταλαβαίνεις για ποιο λόγο πρέπει να αφήνεις πουρμπουάρ, έτσι και αν δεν έχεις πει κάλαντα δεν ξέρεις για ποιο λόγο πρέπει να δώσεις ένα χαρτζιλίκι στα παιδιά που σου τα λένε.
*Τα κάλαντα είναι το πρώτο σου μεροκάματο.
*Το “μας τα παν άλλοι” στις 07:30 το πρωί είναι μεγαλύτερο ψέμα και από το “έχω σχέση με μια κοπέλα από το χωριό”.
*Ποτέ δεν πηγαίνουμε με άλλον να πούμε τα κάλαντα σε συγγενείς μας. Αυτό το κάνουμε μόνο αν συμφωνήσουμε να τα πούμε σε ισάριθμους συγγενείς και του άλλου και αφότου σιγουρευτούμε ότι οι συγγενείς του είναι εξίσου (ή περισσότερο) κουβαρντάδες με τους δικούς μας.
*Βασικά δεν κατάλαβα ποτέ γιατί τα λέγαμε σε συγγενείς μας. Όσοι ήταν να μας δώσουν δώρο για τις γιορτές θα μας το έδιναν έτσι κι αλλιώς. Όσοι δεν σκόπευαν να μας κάνουν δώρο, μας έδιναν “ψίχουλα” και στα κάλαντα.
*Κανείς δεν ξέρει πώς έλεγαν το αντικείμενο με το οποίο χτυπούσαμε το τρίγωνο.
*Τα κάλαντα δεν τα λένε ποτέ σε σπίτια, παρά μόνο σε μαγαζιά και σε μεγάλες εταιρείες.
*Τα παιδιά που λένε κάλαντα είναι μεγαλύτεροι ψεύτες από τους ψαράδες, τους κυνηγούς και τους παίκτες του Football Manager.
*Δεν λέμε ποτέ τα κάλαντα σε Μ.Μ.Μ., τράπεζες και καφέ. Γενικώς δεν τα λέμε οπουδήποτε ο στόχος δεν είναι συγκεκριμένος. Σε αυτές τις περιπτώσεις δεν βγάζει κανείς να σου δώσει λεφτά και αναγκάζεσαι να βγαίνεις στην γύρα για να ζητήσεις. Ντροπή.
*Τα καλύτερα κάλαντα που έχουν ειπωθεί ποτέ είναι φυσικά αυτά:
*Το μεσημεράκι όταν πλέον όσοι έλεγαν τα κάλαντα είχαν γεμάτες τσέπες, κυκλοφορούσαν κάποιοι τύποι που “φέρμαραν” τα παιδιά. Για αυτό η μοιρασιά των χρημάτων γινόταν πάντα σε κάποιο σπίτι.
*Τα κάλαντα τα λέγαμε πάντα πολύ δυνατά. Πρώτον, γιατί υπήρχαν κάποιοι λίγοι τύποι που όσο πιο δυνατά τα έλεγες τόσο πιο πολλά λεφτά σου έδιναν και δεύτερον γιατί η πλειονότητα δεν είχε καμία όρεξη να σε ακούει οπότε σου έλεγε να σταματήσεις μετά την πρώτη στροφή και έτσι δεν έχανες πολύτιμο χρόνο.
*Παιδιά που δεν έχουν πει κάλαντα, όταν μεγαλώσουν κάνουν like στους εαυτό τους και μοιράζουν ‘καλημέρες’ στο twitter. Sorry Έρρικα και Ηλία.
*Το “Άγιος Βασίλης έρχεται και ΟΛΟΥΣ ΜΑΣ καταδέχεται” και το “ΣΥ Σ΄αρχόντισσα κυρία” αποτελούν δύο από τις μεγαλύτερες τραγουδιστικές παρανοήσεις όλων των εποχών.
*Όσοι ήξεραν από κάλαντα φορούσαν “μπανάνα” για να μαζεύουν τα λεφτά.
Δεν ξέρω αν αυτοί οι κανόνες ισχύουν ακόμα, πάντως στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’90 απέφεραν πολύ καλό μεροκάματο.
ΥΓ: Παιδιά, να τα λέτε τα κάλαντα. Δεν είναι ντροπή.