Νηστεύω πάντα τη Μεγάλη Παρασκευή. Κι ας μην πιστεύω
- 29 ΑΠΡ 2021
Οι σπόροι είχαν μπει από τις θετικές επιστήμες που είχαμε στο σπίτι μαζί με παρέες, προσωπικά διαβάσματα, αντίδραση στην όποια κατήχηση που μάλλον είχαν προεξοφλήσει αυτή την πορεία. Η σχέση σου με τα θεία είναι από τις πρώτες ιδεολογικές αποφάσεις που παίρνεις, όταν αρχίζει η κοινωνία να αποκτά στο κεφάλι σου συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Όταν πρέπει να φτιάξεις μία δική σου συνεκτική εικόνα για τον κόσμο.
Έκτοτε και στην πρώτη ενηλικίωσή μου είχα υιοθετήσει την απόλυτη στάση που έχει αυτός που έχει πρωτοασπαστεί μία ιδέα. Ξέρετε όλα αυτά τα απόλυτα σχήματα που παίρνουν μία θολή και ασαφή εικόνα της επιστήμης από τη μία και μία δαιμονοποιημένη και απαξιωτική εικόνα της θρησκείας από την άλλη. Στη βάση αυτή προχωρούν σε απόλυτους διαχωρισμούς πασπαλισμένους με quotes και βιαστικά διαβάσματα. Τα άφηνα για λίγο στην άκρη τις ημέρες του Πάσχα και μετά συνέχιζα.
Όσο περνούσε ο καιρός, τόσο η στάση μου απέναντι στη θρησκεία μαλάκωνε. Οι προσλαμβάνουσες μου άλλαζαν όπως και ο τρόπος που τις επεξεργαζόμουν. Με τον τρόπο αυτό μετατοπίζονταν και οι απόλυτες γραμμές που είχα θέσει μεταξύ θρησκείας και επιστήμης. Γιατί να θέλω να μουτζουρώσω την κοσμοθεωρία της γιαγιάς μου που στα 85 της χρόνια μου έλεγε για εκκλησίες, αγίους και εσπερινούς; Γιατί να της το χαλάσω υπενθυμίζοντας ότι την αμέσως προηγούμενη χρονιά, Μεγάλη Παρασκευή, είχε έναν ήλιο για παραλία; Σταμάτησα να το κάνω στην αρχή θεωρώντας ότι κάνω μία παραχώρηση στη σταυροφορία της αλήθειας του υλισμού. Μετά όμως ελπίζω (χωρίς να είμαι σίγουρος) γιατί σεβόμουν μία τελείως διαφορετική κοσμοθεωρία.
Τότε άρχισα να βλέπω και με έναν αισθητικό τρόπο τις μυστικιστικές τελετουργίες του Πάσχα. Ιδίως η Μεγάλη Παρασκευή δημιουργεί μία αυθυποβολή μεγαλείου που με έναν τελείως ανθρώπινο τρόπο μιλάει για κάτι που υπερβαίνει τον άνθρωπο. Κάθε τέτοια μέρα το τελείως προσωπικό βίωμα της απώλειας γίνεται για λίγο συλλογικό. Πανάρχαιες σκέψεις και ανησυχίες για τον θάνατο και το μετά από αυτόν εκφράζονται μέσω διαφόρων ειδών τελετουργικά. Οι καμπάνες που χτυπούν πένθιμα, η νηστεία, τα παιδάκια που περνούν κάτω από τον Επιτάφιο, εκατοντάδες άνθρωποι με αναμμένα κεριά στο χέρι ακολουθώντας όλοι μαζί τον ίδιο κενό τάφο αλλά ο καθένας ξεχωριστά τον δικό του νεκρό.
Η παραπάνω πορεία ως προς τη σχέση με τα θεία είναι η κατεξοχήν σχέση ενός ανθρώπου που έχει τα προνόμιά του. Διαμορφώθηκε, όπως προείπα, ελεύθερα μέσα από διαβάσματα, σκέψεις, παρέες, απόψεις. Η Εκκλησία δεν προσπάθησε ποτέ να ελέγξει το σώμα μου και δε στιγμάτισε τις σεξουαλικές μου επιλογές. Εκπρόσωποί της δε στράφηκαν ποτέ εναντίον της ίδιας της ύπαρξης μου ακόμα και κλείνοντας το μάτι σε κακοποιητικές κουλτούρες. Από την άλλη, δεν εξαναγκάστηκα και ποτέ να πιστέψω. Δεν είχα, λοιπόν, ως προσωπικό βίωμα τίποτα που να με κάνει να τη μισήσω. Μόνο να εξοργιστώ με τις πάμπολλες και πολύ αναχρονιστικές θέσεις που έχει ακόμα μεγάλο μέρος της.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, το θρησκευτικό συναίσθημα εκατομμυρίων ανθρώπων διακρίνεται από τις αμαρτίες των εκπροσώπων του. Η θρησκεία, τουλάχιστον εδώ, δεν έχει πια τη δύναμη που είχε κάποτε ως αποκλειστικός κάτοχος των σκήπτρων για το τι συνιστά αλήθεια και τι ψέμα. Έχει ευτυχώς παραδώσει τα ηνία δεκαετίες ίσως και αιώνες στην επιστήμη. Μην απατάστε από τη δύναμη που έχει ακόμα να φωνάζει ούτε καν από την περίφημη σύνδεσή της με το κράτος. Οι δογματικοί (δηλαδή αυτοί που την έχουν ως τρόπο κατασκευής της πραγματικότητας τους) είναι λίγοι. Ολοένα και μειώνονται όσο περνάνε οι γενιές. Αυτό που μένει μάλλον αναλλοίωτο είναι αυτοί που περίπου πιστεύουν. Είτε γιατί έτσι έμαθαν είτε γιατί αυτό έχουν ανάγκη είτε γιατί η θρησκεία ομολογουμένως δίνει απαντήσεις εκεί που η επιστήμη δε θα μπορέσει ποτέ να φτάσει. Το αν είναι πειστικές ή όχι είναι μία άλλη συζήτηση.
Θυμάμαι, λοιπόν, σε κάποια φάση της σκληρής αντίθεσής μου σε όλα αυτά, τη μητέρα μου -που μάλλον ανήκει στην κατηγορία των δεύτερων- να μου ζητά κάθε Μεγάλη Παρασκευή να συνεχίσω να νηστεύω. Έστω κι αν το έκανα για χάρη της. Τότε το είχα αρνηθεί με σχεδόν εριστικό τρόπο. Τα επόμενα χρόνια σε κάθε «δεν πιστεύω να έφαγες κανένα σουβλάκι» ποτέ δεν έδινα ρητά την απάντησή μου, κρατώντας λίγη από την αντιδραστικότητά μου.
Η αλήθεια είναι όμως ότι ποτέ δεν έσπασα αυτή τη νηστεία της Μεγάλης Παρασκευής. Δεν ξέρω αν πράγματι το κάνω για χάρη της ή έστω από μία εσωτερική ανάγκη να συμμετάσχω σε κάτι και ας μην το πιστεύω. Ξέρω όμως ότι είναι ένα αυτά τα πράγματα που μπορείς να κάνεις ως τουρίστας αλλά τελικά να σου δίνουν μία στο τόσο μία διαφορετική οπτική του κόσμου. Μία διέξοδο στην καθημερινή παραδοχή της φθορά και του τέλους που άλλες φορές είναι λυτρωτική και άλλες δυσκολοχώνευτη.
Στο κάτω-κάτω, το κεντρικό μήνυμα της Ανάστασης του χριστιανικού Θεού δεν είναι πολύ διαφορετικό από αυτό που μας δίνει η επιστήμη. Η ζωή στο τέλος πάντα θα νικάει τον θάνατο. Το πώς πιστεύει ο καθένας ότι συμβαίνει αυτή η νίκη είναι μία καθαρά προσωπική υπόθεση.